Παραμονές Χριστουγέννων δημοσιεύθηκε στην «Εφημερίδα των Συντακτών» η συνέντευξη που παραχώρησαν ο Αντώνης και ο Κωνσταντίνος Κούφαλης στην Έφη Μαρίνου, όπου με την ευκαιρία ανεβάσματος της παράστασης «Συγχώρεσέ με» από το Εθνικό Θέατρο, οι δύο καβαλιώτες θεατρικοί συγγραφείς αποκαλύπτουν το επόμενο έργο τους και εξομολογούνται τις σημερινές συνθήκες της ζωής τους καθώς και τον τρόπο συγγραφής τον οποίον υιοθετούν. Στην άκρως ενδιαφέρουσα συνέντευξη των συμπατριωτών μας διαβάσαμε τα εξής:
«Συγχώρεσέ με» είναι ο τίτλος του έργου των Αντώνη και Κωνσταντίνου Κούφαλη που παρουσιάζεται στο Εθνικό Θέατρο σε σκηνοθεσία Ακύλλα Καραζήση. Τέσσερα ζευγάρια, οκτώ φαινομενικά άγνωστοι μεταξύ τους άνθρωποι, συναντιούνται στην υγρή, κρύα αίθουσα αναμονής ενός σταθμού ΚΤΕΛ της δεκαετίας του 1970. Θα αποχαιρετήσουν έναν παλιό γνώριμο με τον οποίον όλοι κάποτε συνδέθηκαν μ’ έναν πολύ περίεργο τρόπο.
Η συνάντηση γίνεται αφορμή να ανασύρουν οι ήρωες στην επιφάνεια τα γεγονότα που τους οδήγησαν ως εκεί. Οι προσωπικές ιστορίες τους, φαινομενικά ασύνδετες, ενώνονται και αποκαλύπτουν τα νήματα που συνδέουν τις ζωές τους. Αυτήν την ύστατη ώρα, πριν από την τελική κρίση, η παρουσία του ενός για τον άλλο γίνεται πιο σημαντική από ποτέ. Τα «γιατί» πρέπει να απαντηθούν, οι εξηγήσεις πρέπει να δοθούν, και οι ήρωες να μπορέσουν να προσφέρουν και να δεχτούν τη συγχώρεση, πριν από την τελική τους αναχώρηση για το… άγνωστο.
Οι ήρωες, κατά μόνας ή ζεύγη, δεν έχουν μόνο ιστορία αλλά και… τίτλο. Το πρώτο ζευγάρι ονομάζεται «Αλατόνερο», μισιούνται τόσο που φοβούνται να χωρίσουν. «Νάρθηκας», η μάνα και η κόρη που μοιράζονται χωρίς να το ξέρουν τον ίδιο εραστή. «Αντίδοτο», το παιδί που αρνείται να συμφιλιωθεί με τον θάνατο του πατέρα του. «Αιμόπτυση», η ιστορία των δύο αδελφών που όταν η μία πεθαίνει η άλλη παντρεύεται τον αγαπημένο της. Στην κλινική ορολογία προστίθεται κι ένα λεξιλόγιο βοτανολογίας, που αφορά τα ελιξίρια που χρησιμοποιούνταν στην αρχαιότητα είτε ως διεγερτικά είτε ως μέσα για να σε επαναφέρουν στη ζωή.
Αντώνης Κούφαλης: «Στον θεατή αποκαλύπτεται σταδιακά η ιστορία του κάθε ήρωα, αλλά και η συνθήκη, ο χώρος όπου διαδραματίζονται όλα. Στο δεύτερο μέρος γίνεται φανερό πως όλοι εμπλέκονται με ένα συγκεκριμένο πρόσωπο. Ένας από τους οκτώ ανθρώπους αποτελεί τον βασικό θεματικό άξονα, η ζωή και η δράση του τέμνονται με αυτές των άλλων, και λειτουργεί καταλυτικά στο παρελθόν και το μέλλον. Τον υποδύεται ο Λαέρτης Μαλκότσης και ειλικρινά δεν θα μπορούσα να σκεφτώ κανέναν άλλο ηθοποιό να αναδεικνύει τόσο έξοχα τον χαρακτήρα.
Κάποτε όλοι θα αναχωρήσουν με το λεωφορείο της γραμμής, θα μεταφερθούν ήσυχοι και γαληνεμένοι σ’ έναν τόπο όπου επιτέλους θα αναπαυτούν. Οι εκκρεμότητες έχουν ρυθμιστεί, η συγγνώμη και η συγχώρεση έχουν δοθεί μέσα από μια επώδυνη διαδικασία, έτσι όπως συμβαίνει στη ζωή. Ενώ το λεωφορείο φεύγει, ένας θα μείνει πίσω, παρ’ όλο που λαχταράει να ακολουθήσει κι αυτός. Το φινάλε, μεταξύ της ελπίδας και του ρόγχου, το αφήνουμε στην ερμηνεία του θεατή. Ο Ακύλλας Καραζήσης έκανε την καλύτερη διανομή που θα μπορούσαμε να επιθυμούμε».
Κωνσταντίνος Κούφαλης: «Το έργο, γραμμένο μεταξύ 2006 και 2010, προέκυψε μέσα από τη συναισθηματική φόρτιση της απώλειας της μητέρας μας. Στην αρχή είχε τη μορφή τεσσάρων αυτόνομων ιστοριών. Μπορούσαμε, όμως, να το δουλέψουμε ως ενιαίο κείμενο. Το μεταφυσικό στοιχείο είναι έντονο, οι θάνατοι κουμπώνουν μέσα σε ρεαλιστικές καταστάσεις παρά τα ποιητικά πετάγματα. Το χιούμορ δεν λείπει. Προκύπτει μέσα από την ίδια την αγριάδα του κειμένου, τον τονισμό λέξεων, φράσεων».
Παρά τη μεταφυσική διάσταση, το σκηνικό είναι απολύτως ρεαλιστικό και ενταγμένο στην αισθητική της δεκαετίας του 1970: η γνωστή μπλε μοκέτα, τα πλαστικά λουλούδια και οι καναπέδες των σταθμών υπεραστικών λεωφορείων. Κοστούμια σούπερ μίνι ή μάξι, λαχούρια, μεσάτα φορέματα ή με βάτες. Η μουσική ακολουθεί την εποχή με γνωστά τραγούδια-γέφυρες στην είσοδο και έξοδο των ηρώων, τα οποία σχετίζονται με την ιστορία («Πού να ‘ν’ ο ίσκιος σου θεέ» με την Κλειώ Δενάρδου, «Ψάξε στην καρδιά σου να βρεις» με τη Βίκυ Λέανδρος). Η ορχήστρα όχι μόνο ερμηνεύει τα τραγούδια, αλλά ελαφρώνει τη σκοτεινιά παρεμβαίνοντας με χιούμορ. Οι μουσικοί παίζουν μ’ έναν τρόπο τον ρόλο του κομπέρ, ενώ εκτελούν και χρέη «συνοδών», όταν ακούγεται το κλάξον του λεωφορείου.
Είναι το 10ο έργο των αδελφών Κούφαλη. Και ήδη έχουν έτοιμο το επόμενο: «Η τριπλή ζωή της Νόρμας Αλιφραγκή», γραμμένο ειδικά για τη Σοφία Φιλιππίδου.
Α. Κούφαλης: «Μια θεατρίνα σε παρακμή προσπαθεί να ορθοποδήσει μετά από μια παταγώδη αποτυχία της στη “Μαρία Στιούαρτ”. Είναι κατά κάποιον τρόπο ο μύθος της Σταχτοπούτας από την πλευρά της κακιάς μητριάς. Όλα ξεκίνησαν όταν διαπίστωσα ότι το γραφείο μου στο Εθνικό Θέατρο ήταν το καμαρίνι της Μαίρης Αρώνη και το διπλανό γραφείο ήταν της Ελένης Χατζηαργύρη. Ξαφνικά συνειδητοποίησα ότι ακόμα και ο χώρος δεν σου επιτρέπει να είσαι πρόστυχος, χυδαίος, επιπόλαιος. Μιλάμε για απίστευτες προσωπικότητες, με ήθος και αισθητική. Τους μύθους τους σεβόμαστε, είναι η ιστορία του θεάτρου. Ένα ρόλο ακόμα έπαιξαν στο μυαλό μας τα βεστιάρια στο υπόγειο, κατοικημένα χρόνια πολλά από πνεύματα, ψυχές. Θέλαμε μια κωμωδία να ξαλεγράρουμε λίγο, θέατρο μέσα στο θέατρο με παρόν το παρελθόν, το χθες και το προχθές».
Ο Αντωνης Κούφαλης είναι αναπληρωτής καλλιτεχνικός διευθυντής του Εθνικού θεάτρου. Η ανάληψη της θέσης χώρισε τα αδέλφια.
Κ. Κούφαλης: «Έχουμε πλουτίσει τις αεροπορικές εταιρείες. Η αλήθεια είναι ότι τα καθήκοντα του Αντώνη άλλαξαν τη ζωή και των δυο μας. Εκείνος, που πάντα του άρεσε να έχει μια βαλίτσα έτοιμη να τη γεμίσει και να φύγει, ξεβολεύτηκε. Βρήκε σπίτι, καινούργιο νοικοκυριό, ανεβαίνει αραιά στην Καβάλα, αλλά εγώ έρχομαι συχνά στην Αθήνα. Είμαστε πολύ δεμένοι και παρά την απόσταση δεν αντιλαμβανόμαστε την απουσία του άλλου».
Γράφουν μαζί, αλλά χωριστά, ο καθένας μπροστά στον δικό του υπολογιστή. Και συχνά διαφωνούν πάνω στην πλοκή, την εξέλιξη των χαρακτήρων.
Α. Κούφαλης: «Μέχρι πριν από δυο χρόνια γράφαμε στο χέρι. Μας άρεσε, γι’ αυτό και είμαστε άνθρωποι της εφημερίδας, παρά της εικόνας. Μετά περάσαμε στον υπολογιστή και τώρα πια γράφουμε και επικοινωνούμε μέσω μέιλ. Διαφωνούμε γράφοντας μαζί, γιατί όσο κι αν ταυτίζεσαι με τον άλλον, δεν παύεις να είσαι μονάδα. Μας διασώζει η σχέση αίματος. Εγώ είμαι πιο ανοιχτός σαν χαρακτήρας, υποχωρητικός, πρόθυμος ν’ αλλάξω κάτι. Ο Κωνσταντίνος είναι αυστηρός, έχει μια πιο ισχυρή εικόνα του πώς πρέπει να είναι το κείμενο που συνυπογράφουμε. Στο τέλος, οι όποιες παρεμβάσεις έχουν ξεχαστεί, το προϊόν είναι κοινό».
Δεν θα επιχειρήσουν ποτέ να γράψουν χωριστά;
Κ. Κούφαλης: «Δεν έχει ενδιαφέρον, δεν θα με εξέφραζε απόλυτα. Δεν είναι απλώς θέμα συγγένειας, αλλά σχέση βαθιάς αγάπης, δουλεμένη μέσα σε συγκυρίες και προβλήματα. Ο Αντώνης είναι το μικρό μου, παρά την ελάχιστη διαφορά ηλικίας μας, από τότε που ήμασταν παιδιά. Ακόμα και τώρα αισθάνομαι ότι πρέπει να τον προστατεύσω. Είναι πιο εξωστρεφής, λιγότερο ικανός να χειριστεί ορισμένα πράγματα. Έχει μια μεγαλοκαρδία που μπορεί να γίνει μπούμερανγκ. Εγώ κρατάω μια απόσταση, χωρίς όμως να γίνομαι καχύποπτος. Παρατηρώ περισσότερη ώρα και με επιμονή, ακούω, αγοράζω και προσέχω πολύ την ανθρώπινη συμπεριφορά. Φτιάχνω εύκολα το ψυχολογικό προφίλ του άλλου».