Η κρίση που πλήττει κάθε πτυχή της καθημερινότητας των ανθρώπων της χώρας δυστυχώς φαίνεται να αγγίζει και τον τομέα του θεάτρου. Η διαπίστωση έγινε το βράδυ του Σαββάτου, όταν στο αρχαίο θέατρο Φιλίππων μαζεύτηκαν λιγοστοί θεατές συγκριτικά με τα προηγούμενα καλοκαίρια, προκειμένου να παρακολουθήσουν τις «Τρωάδες» του Εθνικού Θεάτρου. Δεν ήταν μόνο τα άγνωστα πρόσωπα που παραβρέθηκαν στην παράσταση και η απουσία των παραδοσιακών θεατρόφιλων – θαυμαστών του Εθνικού, αλλά ήταν και ο μικρός αριθμός τους που ξένισε κι επέβαλε τη σύγκριση με τους προηγούμενους θεσμούς. Είναι επίσης και οι φήμες που φτάνουν για ενδεχόμενες ακυρώσεις περιοδειών λόγω οικονομικών προβλημάτων των σχημάτων, που επαληθεύει την πρόβλεψη ότι το καλοκαίρι του 2015 ίσως να αποδειχθεί δύσκολο για το Φεστιβάλ Φιλίππων.
Παρά ταύτα, όσοι βρέθηκαν στο αρχαίο θέατρο του βράδυ του Σαββάτου είχαν την ευκαιρία να παρακολουθήσουν μια τραγωδία από τις καλύτερες τους είδους, η οποία και βαθιά αντιπολεμική είναι και αποτελεί πεδίο δόξης λαμπρό για να δοκιμαστούν οι κυρίες του ελληνικού θεάτρου. Ο Ευριπίδης, γράφοντας τις «Τρωάδες» δημιούργησε ένα μοναδικό τεστ για τους γυναικείους ρόλους της παράστασης, οι οποίοι έχουν υψηλότατες απαιτήσεις από τις ηθοποιούς που τους αναλαμβάνουν. Οι ερμηνείες της Εκάβης, της Ανδρομάχης, της Κασσάνδρας στο έργο αυτό είναι αδύνατο να διεκπεραιωθούν από μέτριας αποδόσεως ηθοποιούς κι απαιτούν βαθιά θεατρική εκπαίδευση καθώς και άρτια τεχνική κατάρτιση.
Στο ερώτημα εάν διέθεταν τις προϋποθέσεις αυτές οι κυρίες που ανέλαβαν τους κεντρικούς ρόλους στην παράσταση του Εθνικού Θεάτρου, η απάντηση είναι καταφατική. Εκ του αποτελέσματος επομένως, διαπιστώνεται ότι οι φετινές «Τρωάδες» αφήνουν πίσω τους μια από τις καλύτερες ερμηνείες της Κασσάνδρας, μια από τις σπαρακτικότερες ερμηνείες της Ανδρομάχης και μια ερμηνεία για την Εκάβη που προβληματίζει και ίσως να διχάζει. Η παράσταση αυτή όμως αφήνει πίσω της και θερμή κριτική για τον καλύτερο και πιο βαθιά ανθρώπινο Ταλθύβιο που παρακολουθήσαμε τις τελευταίες δεκαετίες.
Η αίσθηση που δημιούργησε η παράσταση ήταν αρκετά παράξενη, αφού θα μπορούσε κάποιος να υποστηρίξει ότι το αξεπέραστα δυνατό κείμενο του Ευριπίδη δε σκηνοθετήθηκε μόνο από ένα άτομο. Παρά τις καλές ομολογουμένως φωνές, ο χορός των Τρωάδων ήταν ένας από τους χειρότερους. Θύμιζαν περισσότερο σπουδάστριες δραματικής σχολής και όχι ηθοποιούς που κάνουν καριέρα. Αδιάφορες ήταν οι συμμετοχές του Θέμη Πάνου ως Ποσειδώνα, της Κωνσταντίνας Τάκαλου ως Αθηνάς και της Ελένης Ρουσσινού ως Ελένης. Ο σύντομος χρονικά ρόλος του Μενέλαου σίγουρα δεν επέτρεψε στον Κρατερό Κατσούλη να επιβεβαιώσει την άποψη που επικρατεί και βάσει της οποίας είναι ένας πολύ καλός θεατρικός ηθοποιός. Αντιθέτως, ο Νίκος Ψαρράς πέτυχε ίσως το ακατόρθωτο, να δημιουργήσει ένα Ταλθύβιο που διαφορετικό από τους ψυχρούς και αδιάφορους του παρελθόντος κι αποτέλεσε ένα σημαντικό θετικό συστατικό στον απολογισμό της παράστασης.
ΚΥΡΙΕΣ ΥΨΗΛΟΥ ΕΠΙΠΕΔΟΥ
Την καλύτερη των εντυπώσεων άφησε η ερμηνεία της Μαρίας Κίτσου, που πρόσφερε μια Ανδρομάχη τόσο σπαρακτική κι αληθινή ώστε προκάλεσε ακόμη και δάκρυα σε γυναίκες βαθιά συναισθηματικές. Βεβαίως, η στιγμή αποχωρισμού της Ανδρομάχης και του μικρού Αστυάνακτα λίγο πριν τον γκρεμίσουν από τα τείχη της Τροίας, είναι πάντοτε η δυνατότερη και συγκλονιστικότερη της παράστασης. Σ’ εκείνο λοιπόν το σημείο η Μαρία Κίτσου απέδωσε το ρόλο με τόση δύναμη, ώστε δημιούργησε ένα σημείο αναφοράς για τις μελλοντικές παραστάσεις των Τρωάδων. Μάλλον οφειλόταν και στο γεγονός ότι επιλέχθηκε ο Αστυάνακτας να είναι ζωντανό πρόσωπο επί σκηνής (ο μικρός Βασίλης Δημουλής) και όχι μια απλή κούκλα όπως συνήθως συμβαίνει.
Δύσκολος τεχνικά είναι ο ρόλος της Κασσάνδρας, που απαιτεί από την ηθοποιό να επιστρατεύσει όλη τη μαεστρία της και να ακροβατήσει μεταξύ λογικής και παραλογισμού. Οφείλει με το σώμα, το πρόσωπο, τη φωνή και γενικά την κίνηση να αποδώσει τη μάντισσα που μέσα από το πνευματικό ντελίριο μια προσεγγίζει και μια απομακρύνεται από την ανθρώπινη φύση. Κάτι που πέτυχε με τον καλύτερο τρόπο η Κόρα Καρβούνη.
Ο ρόλος όμως της Εκάβης είναι μια τεράστια δοκιμασία για κάθε ηθοποιό. Όποια τον αναλάβει αφενός θα πρέπει να είναι ώριμη ηλικιακά και θεατρικά κι αφετέρου θα πρέπει να βαδίσει σε τεντωμένο σκοινί. Η Εκάβη είναι η κορυφαία της Τροίας, ενός μεγαλοπρεπούς βασιλείου που πλέον κείτεται στις στάχτες του. Δεν της επιτρέπεται να σπαράζει και να θρηνεί όπως μια οποιαδήποτε γυναικούλα. Ταυτόχρονα όμως, είναι μια χαροκαμένη σύζυγος – μάνα – γιαγιά που όσο κι αν προσπαθεί να διατηρήσει την αξιοπρέπειά της, χάνεται μέσα στο πόνο της για την αφανισμένη οικογένεια και την κατεστραμμένη πόλη.
Εκτιμώ λοιπόν ότι η Καρυοφυλλιά Καραμπέτη βάδισε επιτυχώς στο δικό της τεντωμένο σκοινί και στάθηκε τόσο ανθρώπινη και σπαρακτική, όσο ακριβώς απαιτούσε ο ρόλος της. Δεν έχασε το παιχνίδι της ερμηνείας, δεν της ξέφυγε ούτε ένα επιπλέον «γραμμάριο» αξιοπρέπειας ή σπαραγμού, άρα ήταν μια βασίλισσα που θρηνούσε έτσι ακριβώς όπως της έπρεπε. Ίσως ορισμένοι να την προτιμούσαν πιο προσιτή, εμένα όμως μου ήταν αρκετά τα στοιχεία που πρόσφερε προκειμένου να καταχωρήσω τη δική της απόδοση ως μία από τις καλύτερες για το συγκεκριμένο ρόλο. Ωριμάζοντας η Καρυοφυλλιά Καραμπέτη μπορεί πλέον να προσεγγίζει ρόλους που δύσκολα είναι διαχειρίσιμοι από ηθοποιούς με μέτριο επίπεδο.
ΑΣ ΘΥΜΗΘΟΥΜΕ…
Μια αναδρομή στην τελευταία δεκαετία θα θυμίσει τις προηγούμενες παραγωγές του ίδιου έργου και τις ερμηνείες που παρακολουθήσαμε στο αρχαίο θέατρο Φιλίππων, προσφέροντας τη δυνατότητα συγκρίσεων:
•ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ 2004 = Από τη Θεατρική Διαδρομή σε μετάφραση K. X. Μύρη, σκηνοθεσία Διαγόρα Χρονόπουλου, σκηνικά – κοστούμια Γιάννη Μετζικώφ, μουσική Σταύρου Ξαρχάκου, χορογραφία Νατάσσας Ζούκα. Στον ρόλο της Εκάβης η Άννα Βαγενά, Ταλθύβιος ο Γιάννης Βούρος, Κασσάνδρα η Πέγκυ Τρικαλιώτη, Ανδρομάχη η Τάνια Τρύπη, Μενέλαος ο Δημήτρης Λιγνάδης, Ελένη η Κατερίνα Λέχου, Ποσειδών ο Γιάννης Θωμάς και Αθηνά η Μάγδα Πένσου.
•ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ 2009 = Από το ΚΘΒΕ σε μετάφραση Ελένης Βαροπούλου, σκηνοθεσία Νικαίτης Κοντούρη, σκηνικά- κοστούμια Γιώργου Πάτσα, μουσική Καλλιόπης Τσουπάκη, χορογραφία Καλλιόπης Σφήκα και με διανομή ρόλων Εκάβη: Λήδα Πρωτοψάλτη, Ταλθύβιος: Φαίδωνας Καστρής, Κασσάνδρα: Λαμπρινή Αγγελίδου, Ανδρομάχη: Μαρία Ναυπλιώτου, Μενέλαος: Μελέτης Ηλίας, Ελένη: Πηνελόπη Μαρκοπούλου.
•ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ 2010 = Από το θέατρο Νέου Κόσμου σε μετάφραση Παντελή Μπουκάλα, σκηνοθεσία Βαγγέλη Θεοδωρόπουλου, επιμέλεια κίνησης Αγγελική Στελλάτου, σκηνικό – κοστούμια Άγγελου Μέντη, μουσική Τάκη Φαραζή και με διανομή ρόλων Λυδία Κονιόρδου (Εκάβη), Γιάννης Τσορτέκης (Ταλθύβιος), Μαρία Καλλιμάνη (Ανδρομάχη), Μαρία Κίτσου (Κασσάνδρα), Μιχάλης Οικονόμου (Μενέλαος), Ιωάννα Κανελλοπούλου (Αθηνά), Αμαλία Τσεκούρα (Ελένη), Ορέστης Τζιόβας (Ποσειδώνας).
•ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ 2014 = Συμπαραγωγή της 5ης Εποχής και του ΔΗΠΕΘΕ Βέροιας, σε μετάφραση Κ.Χ. Μύρη και επεξεργασία κειμένου Θέμη Μουμουλίδη. Τη σκηνοθεσία υπέγραφε ο Θέμης Μουμουλίδης, τα σκηνικά ο Γιώργος Πάτσας, τα κοστούμια η Παναγιώτα Κοκορού, τη μουσική ο Δημήτρης Παπαδημητρίου. Τους ρόλους και τα χορικά κείμενα ερμήνευσαν οι Φιλαρέτη Κομνηνού (Εκάβη), Στέλιος Μάινας (Ταλθύβιος), Άρης Λεμπεσόπουλος (Μενέλαος – Ποσειδώνας), Ζέτα Δούκα (Ελένη), Ιωάννα Παππά (Κασσάνδρα), Μαρία Πρωτόπαππα (Ανδρομάχη), Χρήστος Πλαΐνης, Μαρούσκα Παναγιωτοπούλου, Λένα Παπαληγούρα (Αθηνά), Λουκία Μιχαλοπούλου, Τζωρτζίνα Παλαιοθόδωρου, Ίρις Μάρα, Ιώ Κυριακίδη (ακορντεόν).
ΒΟΥΛΑ ΘΑΣΙΤΟΥ ΔΕΛΗΓΙΑΝΝΗ
=