Dark Mode Light Mode

Εκδήλωση του Ιατρικού Συλλόγου – Η αυτοεξέταση προλαμβάνει τους καρκίνους του μαστού

Το απόγευμα της Τετάρτης στη δημοτική βιβλιοθήκη πραγματοποιήθηκε η εκδήλωση του Ιατρικού Συλλόγου Καβάλας με θέμα τη σύγχρονη στρατηγική κατά του καρκίνου του μαστού. Ομιλητές ήταν ο ογκολόγος – παθολόγους του νοσοκομείου Δημήτρης Κασαράκης, ο χειρούργος του νοσοκομείου Παναγιώτης Τσαβδαρίδης και η ακτινολόγος του νοσοκομείου Ελένη Ιωσηφίδου. Η εκδήλωση εντασσόταν στο πλαίσιο της ενημερωτικής στρατηγικής του Ιατρικού Συλλόγου και με αφορμή το γεγονός ότι διανύουμε το μήνα πρόληψης του καρκίνου του μαστού. Η κ. Ιωσηφίδου αναφέρθηκε στη διάγνωση του καρκίνου μέσω απεικονιστικών εξετάσεων όπως η μαστογραφία και ο υπέρηχος. Ο κ. Τσαβδαρίδης μίλησε για τη διαγνωστική επεμβατική προσέγγιση της βιοψίας, ενώ ανέλυσε και την εμπειρία του από το ιατρείο μαστού, το οποίο λειτουργεί τα τελευταία χρόνια κάθε Παρασκευή υπό την εποπτεία της χειρουργικής κλινικής του νοσοκομείου Καβάλας. Ο κ. Κασαράκης ανέλυσε τη συμβολή της ειδικότητα του ογκολόγου στη συγκεκριμένη μορφή του καρκίνου.

Η βασική αιτία δημιουργίας του καρκίνου παραμένει άγνωστη και η πρωτογενής πρόληψη (αποτροπή της ανάπτυξης καρκίνου του μαστού) είναι δύσκολο να επιτευχθεί. Μία γυναίκα όμως έχει μεγαλύτερο κίνδυνο να εμφανίσει καρκίνο ανάλογα με τους παράγοντες κινδύνου που συγκεντρώνει και τέτοιοι είναι: η ηλικία (όσο μεγαλώνει), το οικογενειακό ιστορικό (μητέρα ή αδελφή με καρκίνο μαστού), η διάρκεια των ετών της περιόδου (πρώιμη εμμηναρχή – καθυστερημένη εμμηνόπαυση), η ατεκνία ή η πρώτη κύηση σε ηλικία άνω των 35 ετών, η έλλειψη σωματικής άσκησης και η παχυσαρκία, η μακροχρόνια χρήση ορμονικής υποκατάστασης μετά την εμμηνόπαυση, υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ και άλλοι μικρότερης σημασίας.

Ιδιαίτερο παράγοντα κινδύνου αποτελεί το τεκμηριωμένο κληρονομικό ιστορικό καρκίνου μαστού. Στις περιπτώσεις αυτές (5-10% των περιπτώσεων καρκίνου του μαστού) η ανάπτυξη καρκίνου οφείλεται σε γενετική μετάλλαξη (μετάλλαξη στα γονίδια BRCA1 ή BRCA2) ή είναι αποτέλεσμα αλληλεπίδρασης άλλων γονιδίων. Τον κληρονομούμενο καρκίνο του μαστού τον υποπτευόμαστε όταν στο ιστορικό της γυναίκας υπάρχουν συγγενείς που εκδήλωσαν καρκίνο μαστού σε μικρή ηλικία, καρκίνο και στους δύο μαστούς ή υπάρχει συγχρόνως και ιστορικό καρκίνου των ωοθηκών. Γυναίκες που φέρουν μεταλλάξεις στα γονίδια BRCA1 ή BRCA2 έχουν 80% πιθανότητα ανάπτυξης καρκίνου του μαστού μέχρι την ηλικία των 80 χρόνων, ενώ έχουν επίσης αυξημένη πιθανότητα ανάπτυξης καρκίνου των ωοθηκών.

Θα πρέπει να σημειωθεί ότι οι παράγοντες κινδύνου δεν προβλέπουν με βεβαιότητα αν μία γυναίκα θα αναπτύξει καρκίνο του μαστού. Η αποφυγή όμως της προσθήκης παραγόντων κινδύνου που μπορούν να τροποποιηθούν (όπως η υιοθέτηση υγιεινής διατροφής, σωματικής άσκησης, διατήρηση ιδανικού βάρους, τεκνοποίηση σε νεαρή ηλικία, αποφυγή λήψης οιστρογόνων) είναι ένα θετικό βήμα πρωτογενούς πρόληψης. Επιπλέον, το να γνωρίζει μία γυναίκα ότι έχει μερικούς παράγοντες κινδύνου μπορεί να τη βοηθήσει να είναι περισσότερο προσεκτική σχετικά με την πραγματοποίηση τακτικών, προληπτικών ελέγχων (με μαστογραφία και κλινική εξέταση) ώστε, εάν αναπτύξει καρκίνο, να διαγνωσθεί έγκαιρα, σε πρώιμο στάδιο (δευτερογενής πρόληψη).

Όσο νωρίτερα διαγνωσθεί ένας καρκίνος του μαστού, τόσο μεγαλύτερη είναι η πιθανότητα για επιτυχημένη θεραπεία. Την καλύτερη πορεία έχει ένας μη-διηθητικός καρκίνος (in situ) ή ένας μικρού μεγέθους διηθητικός καρκίνος που ανιχνεύθηκε στη μαστογραφία. Ο τρόπος όμως ελέγχου με σκοπό την έγκαιρη διάγνωση εξαρτάται από την ηλικία (η πλειονότητα των καρκίνων του μαστού συμβαίνει μετά την ηλικία των 40 ετών) και προσαρμόζεται ανάλογα με τους παράγοντες κινδύνου που έχει κάθε γυναίκα.

Στις μικρές ηλικίες, κάτω των 35 ετών, θα ήταν χρήσιμο η γυναίκα να αυτό-εξετάζει τους μαστούς της μία φορά το μήνα. Σημάδι καρκίνου μπορεί να είναι η ψηλάφηση ενός ανώδυνου όγκου ή σκληρίας στο μαστό που επιμένει και αυξάνεται σε μέγεθος, ένα τράβηγμα ή βαθούλωμα στο δέρμα, οίδημα (πρήξιμο) του μαστού ή αιματηρό έκκριμα που βγαίνει από τη θηλή.

Στην ηλικία μεταξύ 35 και 40 ετών θα πρέπει να υποβάλλεται σε κλινική εξέταση των μαστών κάθε δύο χρόνια και να κάνει το πρώτο της έλεγχο με μαστογραφία. Από την ηλικία των 40 ετών, θα πρέπει να υποβάλλεται συστηματικά σε μαστογραφία και κλινική εξέταση των μαστών από εξειδικευμένο ιατρό, μία φορά το χρόνο.

Επιπλέον, στην εποχή μας διαθέτουμε και άλλα διαγνωστικά μέσα που μπορούν να χρησιμοποιηθούν επικουρικά από τον ιατρό, όταν υπάρχει διαγνωστικός προβληματισμός. Τα τελευταία χρόνια έχουν εξελιχθεί πάρα πολύ τα μηχανήματα υπερήχων. Η δυνατότητα μελέτης της αγγείωσης των αλλοιώσεων του μαστού, η χρήση της ελαστογραφίας, οι τρισδιάστατες εικόνες που δίνουν οι νέοι τρισδιάστατοι υπέρηχοι, μπορούν να βοηθήσουν σημαντικά στη διάγνωση. Σημαντική επίσης είναι η βοήθεια της Μαγνητικής Μαστογραφίας, η οποία εφαρμόζεται με συγκεκριμένες ενδείξεις. Δεν θα πρέπει όμως να ξεχνούμε ότι βασική εξέταση έγκαιρης διάγνωσης εξακολουθεί να είναι η κλασσική μαστογραφία. Ειδικά οι νέοι ψηφιακοί μαστογράφοι μπορούν να έχουν υψηλή ευκρίνεια και στους δύσκολους, πυκνούς μαστούς, ενώ ακόμη μεγαλύτερη ευκρίνεια προσφέρει τελευταία η μαστογραφία με την τεχνική της τομοσύνθεσης.

 

Προηγούμενο άρθρο

Διαπραγμάτευση σε εξέλιξη - Ο δήμος ζητά όλο το κτήριο του τελωνείου & των αποθηκών

Επόμενο άρθρο

ΔΕΛΤΙΟ ΕΙΔΗΣΕΩΝ ΠΕΜΠΤΗ 22 ΟΚΤΩΒΡΗ 2015