Το 1971 οργανώθηκε για πρώτη φορά ο αποκριάτικος χορός της Θασιακής Ένωσης Καβάλας που έφτασε αισίως ως θεσμός του συλλόγου να συμπληρώσει τα 45 χρόνια. Ο φετινός χορός θα πραγματοποιηθεί το βράδυ του Σαββάτου στο κέντρο «Καβαλιώτισσα» και φυσικά θα συνοδεύεται από την αναβίωση του καθιερωμένου εθίμου «Πως το τρίβουν το πιπέρι». Το αθυρόστομο έθιμο δεν είναι αποκλειστικά θασίτικο αφού σε αρκετές περιοχές της χώρας είναι γνωστό και τηρείται το τρίψιμο του πιπεριού.
Tο τραγούδι «Πως το τρίβουν το πιπέρι» είναι σκωπτικό και ακούγεται κυρίως την περίοδο της αποκριάς, αλλά και σε τοπικά πανηγύρια σε διάφορα μέρη της Ελλάδας. Ο τραγουδιστής σε κάθε στροφή αναφέρει διαφορετικό σημείο του σώματος με το οποίο οι χορευτές πρέπει να «τρίψουν» το πιπέρι. Ένας άντρας στέκεται από πάνω τους και τους επιβλέπει και αν δεν τρίβουν σωστά το πιπέρι, τους χτυπάει με ένα ραβδί ή μαστίγιο.
Η ιστορία του τραγουδιού, που στις μέρες μας έχει χιουμοριστικό χαρακτήρα, εντοπίζεται στα βυζαντινά χρόνια. Οι βυζαντινοί χρησιμοποιούσαν πολύ το πιπέρι στο φαγητό τους, όπως και άλλα μπαχαρικά, προφανώς για να νοστιμίσει το κρέας και να μη μυρίζει. Το εμπόριο τους ήταν πολύ διαδεδομένο καθώς έμποροι από την Ασία τα εισήγαγαν ακατέργαστα και τα πουλούσαν.
Πολλά μοναστήρια για να βγάλουν χρήματα, αγόραζαν το πιπέρι σε κόκκους και οι καλόγεροι το έτριβαν και το πουλούσαν ακριβότερα, ώστε να έχουν κέρδος. Η δουλειά αυτή όμως ήταν αρκετά σκληρή καθώς γινόταν σε χειροκίνητους μύλους που απαιτούσαν μεγάλη δύναμη στα χέρια. Επιπλέον το τριμμένο πιπέρι δημιουργούσε προβλήματα στα μάτια και την αναπνοή καθώς τινάζονταν πάνω στους καλόγερους. Έτσι κάποια στιγμή καθιερώθηκε να κάνουν αυτή τη δουλειά μόνο οι καλόγεροι που είχαν τιμωρηθεί για κάποιο παράπτωμα. Γι’ αυτό και ο στίχος λέει «του διαβόλου οι καλογέροι», εννοώντας όσους έχουν κάνει κάποια «αμαρτία».
Οι υπόλοιποι συνήθιζαν να λένε στον τιμωρημένο «τώρα θα δεις πως το τρίβουν το πιπέρι» και από εκεί εμπνεύστηκαν οι στίχοι του τραγουδιού. Υπάρχει και μια εκδοχή που θέλει κλέφτες την εποχή της Τουρκοκρατίας να ζήτησαν καταφύγιο σε ένα μοναστήρι. Ο ηγούμενος τους δέχτηκε και τους μεταμφίεσε σε μοναχούς. Όταν έφτασαν οι Τούρκοι και ρώτησαν για τους κλέφτες, ο ηγούμενος απάντησε ότι δεν είχε ιδέα. Οι μεταμφιεσμένοι κάθονταν κάτω και έτριβαν πιπέρι.
Κατά διαστήματα ο ηγούμενος τους έδινε εντολή να τρίβουν το πιπέρι με διαφορετικό μέρος του σώματός τους και όπως είπε στους Τούρκους, το έκανε επειδή οι καλόγεροι ήταν τιμωρημένοι. Ο ηγούμενος διάλεξε αυτόν τον τρόπο για να διασκεδάσει τον Τούρκο και να του αποσπάσει την προσοχή. Ο ίδιος ήξερε καλά ότι κάτω από τα ράσα, οι κλέφτες έκρυβαν τα όπλα τους και ήταν έτοιμη για παν ενδεχόμενο. Γι’ αυτό και ο στίχος λέει: «Άιντε σηκωθείτε παλληκάρια με σπαθιά και με χαντζάρια». Όποια εκδοχή κι αν ισχύει, το σίγουρο είναι ότι το παραδοσιακό αυτό τραγούδι αντέχει στον χρόνο και συνεχίζει να περνάει από γενιά σε γενιά.
Τα προεόρτια της Θασικής Ένωσης ωστόσο έγιναν το απόγευμα της Τσικνοπέμπτης στην πλατεία Καπνεργάτη, όπου με στόχο το ξεφάντωμα συγκεντρώθηκαν μασκαράδες και τσίκνισαν τιμώντας την ημέρα με σουβλάκια – κρασί – τσίπουρο και «πικάντικα» τραγούδια. Το κέφι και ο ενθουσιασμός έχει χαθεί στη διάρκεια των τελευταίων ετών λόγω της κρίσης γι’ αυτό άλλωστε και οι σύλλογοι προσπαθούν μέσα από την τήρηση των εθίμων να προσφέρουν χαρά και ψυχαγωγία στον κόσμο.