Ζητήσαμε από την Μανίνα Ζουμπουλάκη, την γλυκύτατη και πολυαγαπημένη Καβαλιώτισσα δημοσιογράφο και συγγραφέα που ζει και δραστηριοποιείται στην Αθήνα εδώ και πολλά χρόνια, να μας πει δυο λόγια για το καινούριο της βιβλίο τα «Αόρατα κορίτσια» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Παπαδόπουλος» σε λίγες μέρες. Εκείνη, ως άτομο «εξαρτημένο» από το γράψιμο αφού μ’ αυτό ασχολείται καμιά σαρανταριά χρόνια και μάλιστα όχι μόνο γράφοντας ασταμάτητα αλλά και διδάσκοντας σε νεότερους τα μυστικά της δημιουργικής γραφής, μας πρότεινε να γράψει ειδικά για την «Πρωϊνή» ένα κείμενο που να περιγράφει σε αδρές γραμμές το περιεχόμενο και την ατμόσφαιρα του βιβλίου της. Τι το καλύτερο λοιπόν. Φυσικά και αποδεχθήκαμε με χαρά την πρότασή της και παραθέτουμε αυτούσιο το κείμενο της Μανίνας περιμένοντας με ανυπομονησία και την κυκλοφορία του βιβλίου της για να το διαβάσουμε αφού σαν Καβαλιώτες έχουμε ένα λόγο παραπάνω δεδομένου ότι αναφέρεται και στην Καβάλα μας.
Για όλα φταίει ο πατέρας μου, που τόσα χρόνια στην ξενιτειά της Αθήνας αφηγείται συνέχεια ιστορίες από την Καβάλα: για γειτονιές που έζησε, ανθρώπους που γνώρισε, δουλειές και περιπέτειες. Όλα με εκκίνηση ή αφετηρία την Καβάλα… την οποία περιγράφει με τόσο ζωντανά χρώματα που ακόμα και να ήθελα να εγκαταστήσω τις ηρωίδες μου σε άλλη πόλη, δεν γινότανε. Μπορεί να ταξιδεύουν όσο θέλουν, άλλη πατρίδα δεν πρόκειται να βρούνε…
Το θέμα είναι το τελευταίο μου μυθιστόρημα, «Αόρατα κορίτσια» – και νοιώθω απατεώνας με την φράση «τελευταίο μου μυθιστόρημα»: συρραφή ιστοριών κάνω, διασκευή αφηγήσεων, καταγραφή προφορικών αναφορών από τις επάλξεις της Ιστορίας. Την οποία διαβάζω κι όλας, επειδή, εκτός πλάκας, τις περισσότερες πληροφορίες για το σήμερα τις βρίσκεις στο χθες. Φτιάχνω ήρωες και ηρωίδες, αλλά όχι στον αέρα. Τους στήνω με βάση χαρακτήρες ανθρώπων που ξέρω ή που έχω ακούσει γι’ αυτούς ένα σωρό πράγματα, σε χώρους που αγγίζω και μυρίζω από την παιδική μου ηλικία και με υποβολέα τις αφηγήσεις, όπως είπα – των γονιών, παππούδων και προπάππων μου.
Οι οποίοι ήρθανε από άλλες πατρίδες. Από την Καππαδοκία, την Κωνσταντινούπολη και την Αδριανούπολη. Ο παππούς μου Μιχάλης μιλούσε για την Κωνσταντινούπολη με νοσταλγία κι έλεγε πως «της μοιάζει η Καβάλα στα χρώματα», που είναι αλήθεια. Οπότε, ξεκίνησα κάπως έτσι. Από την πρώτη διαδρομή των προγόνων μου, Καππαδοκία-Μερσίνα-Θεσσαλονίκη-Καβάλα, αλλά έβαλα ηρωίδα μια ηθοποιό… που δεν είναι σωστό τώρα να το «δίνω», ορίστε που ξεσκεπάζω μία από τις εκπλήξεις του βιβλίου… μου αρέσουν τα βιβλία με τις αποκαλύψεις, με αγωνία από το ένα κεφάλαιο στο άλλο, με ηρωίδες που δεν είναι απλές και δεν σου περνάει καν από το μυαλό να τις βαρεθείς επειδή ζούνε μεγάλες περιπέτειες και σε παίρνουν μαζί τους.
Έτσι και η Σμαρώ, η πρώτη ηρωίδα, ζει τρομερά πράγματα, επιβιώνει από θαύμα, αυτή και οι άνθρωποι που την ακολουθούν. Φτάνει την ιστορία ως ένα σημείο και μετά την πιάνει η εγγονή της η Ζωή – αλλά κι αυτό είναι έκπληξη, γιατί όταν πέφτεις απάνω της δεν έχεις ιδέα ποια είναι, ή τι θα γίνει από δω και πέρα.
Οι ιστορίες που δένουν η μία με την άλλη και φτιάχνουν το μυθιστόρημα είναι «της προσφυγιάς», οι ηρωίδες ξεκινάνε σαν πρόσφυγες. Είναι ιστορίες επιβίωσης κάτω από Γερμανική κατοχή, εκτοπισμούς, Βουλγαρική κατοχή, πολέμους και τολμηρά εγχειρήματα που μοιάζουν φανταστικά αλλά είναι τα πιο αληθινά κομμάτια του βιβλίου. Διάβαζα επί μήνες την Ιστορία του Καπνού, την Ιστορία της Βόρειας Ελλάδας, την Ιστορία της Καβάλας (Η «Πρωϊνή» μου έστελνε πολύτιμες σελίδες από τα αρχεία της που τα ξεκοκάλιζα μέχρι την τελευταία αράδα). Κατέβαζα αρχεία, πετύχαινα σκονισμένα βιβλία σε αποθήκες, μέχρι που έφτασε στα χέρια μου δακτυλόγραφο από την Βιβλιοθήκη του Αμερικάνικου Κογκρέσου.
Όταν αρχίζεις ένα βιβλίο δεν ξέρεις ακριβώς τι θέλεις να πεις ή ποια είναι η ιστορία που διάλεξες. Σιγά – σιγά όσο μαζεύονται οι σελίδες, καταλαβαίνεις ότι η ιστορία σε διαλέγει, εσύ απλώς καταγράφεις, ακούς και κρατάς σημειώσεις – δεν είναι κλισέ, κι αν το έχετε ξαναδιαβάσει, είναι επειδή είναι αλήθεια. Το «Αόρατα κορίτσια» είναι ένα μυθιστόρημα με δράμα, επειδή έτσι είναι η Ιστορία, αλλά με πολλή αισιοδοξία, επειδή έτσι είναι η Ζωή….
(Για όσους διαβάσουν το βιβλίο: στο σπίτι στην Αγία Βαρβάρα μένουν η θεία μου η Άννα και η ξαδέρφη μου Έλλη. Η Αννίς ήταν η γιαγιά του μπαμπά μου, και ο παπα-Κώστας ήταν όπως τον περιγράφω. Το καΐκι, η «Ελένη», όντως παραλίγο να βουλιάξει πηγαίνοντας για Μυτιλήνη. Και ο καπνός πράγματι, όταν «τελείωσε» από την Καβάλα, πήρε μαζί του και τα αλίπαστα…)
Τα «Αόρατα κορίτσια» κυκλοφορούν αρχές Νοεμβρίου από τις εκδόσεις Παπαδόπουλος.
Για το εξώφυλλο του καινούριου της βιβλίου η Μανίνα Ζουμπουλάκη γράφει στην «Πρωϊνή»: «Η κοπέλα στο εξώφυλλο είναι η γιαγιά μου Μαρίκα Γεωργοπούλου ή (για μας) Μάου, το γένος Κωνσταντινίδη, από την Αδριανούπολη. Την δική της ζωή την είχα κάνει βιβλίο στην «Σκόνη της ημέρας» αλλά όχι εξώφυλλο…»