Γράφει ο Αλέξης Καζαντζίδης
«Με ανοιχτά τα χέρια, δίκην φτερών, άρχισα να τρέχω με όλη μου τη δύναμη. Έτρεχα, έτρεχα, έτρεχα, στην αρχή πατώντας σταθερά με ολόκληρα τα πέλματα στον ασφαλτοτάπητα κι ύστερα από κάποια μετρά στις μύτες των ποδιών και έλεγα να, τώρα θα ξεκολλήσω από το έδαφος, τώρα θα απογειωθώ…»
Όταν ο πληθωρικός Δημήτρης Πιατάς συναντά τη σκηνοθετική φροντίδα του Θοδωρή Γκόνη, τότε η πένα του Θόδωρου Θεοδωρίδη γίνεται φλέβα χρυσού ή μάλλον γνήσιου γέλιου. Αποτέλεσμα αυτής της σύμπραξης επί σκηνής είναι ο «Ισορροπιστής αεροσκαφών», η παράσταση που φιλοξενεί κάθε Κυριακή, Δευτέρα και Τρίτη η πρωτεύουσα, στην «Αθηναϊδα».
Η πρεμιέρα την 1η Φλεβάρη ισορρόπησε με μαεστρία: ένα θέατρο κατάμεστο (είχε εδώ και μέρες κερδίσει θέση στις δημόσιες και ιδιωτικές συζητήσεις) με το κοινό να φεύγει αρκούντως «αναζωογονημένο». Οι συντελεστές –δεν παραλείπονται και οι Αλέξανδρος Τούντας Ανδρέας Ανδρέου, Ελένη Στρούλια, Τάσος Παλαιορούτας, Ελένη Αραποστάθη- χαμογέλασαν στο φινάλε με ικανοποίηση. Και είχαν τη στήριξη της παρουσίας ξεχωριστών ανθρώπων: Θόδωρος Γρηγοριάδης, Μισέλ Φάις, Αλεξία Καλτσίκη, Γιώργος Τσάμπρας, Μανώλης Πιμπλής, ο γελοιογράφος Δημήτρης Χατζόπουλος, ο εκδότης Θοδωρής Κουλεδάκης και πολλοί άλλοι.
Ο «Ισορροπιστής αεροσκαφών», σε καιρούς μαζικής ακεφιάς, περισσότερο από το να διασκεδάσει κατάφερε να ψυχαγωγήσει τους θεατές: Έβγαλε τη γλώσσα στην αντιφατική Ελλάδα της Μεταπολίτευσης, ξεσκέπασε επιθετικές και βουλιμικές συμπεριφορές, για να ανακουφίσει, στο τέλος, τρομαγμένους και αδύναμους ανθρώπους.
«Ονομάζομαι Αλέξανδρος Ελεφάντης και…. μικρός ήμουν πολύ αδύνατος. Πετσί και κόκκαλο. Εννιά χρονών, τα ποδαράκια μου έμοιαζαν με κληματσίδες. Είχα αναιμία και με ταΐζανε, με το ζόρι, συκώτι μόσχου μισοψημένο, σχεδόν ωμό δηλαδή, για να παίρνω, λέει, το αίμα και να δυναμώσω, όπως όλα τα άλλα παιδάκια της ηλικίας μου με τα σφριγηλά σώματα και τα κόκκινα μαγουλάκια…»
Ο πρωταγωνιστής είναι ένας καθημερινός πολίτης που ζει σε μια επαρχιακή πόλη, ώσπου η εμπλοκή του στα διοικητικά της τοπικής ομάδας ποδοσφαίρου και ένα αεροπορικό ταξίδι για χάρη ενός εκτός έδρας αγώνα «στήνουν» το σκηνικό: Τα περιττά του κιλά, για τα οποία είχε γευτεί από πρώτο χέρι τη σκληρότητα των γύρω του (κοινώς bullying) μετατρέπονται αναπάντεχα σε ένα προσοδοφόρο πλεονέκτημα. Το δράμα –ένα από τα τόσα που στήνονται καθημερινά δίπλα μας- γίνεται γνήσιο γέλιο, καλά μασκαρεμένο.
Ο Θόδωρος Θεοδωρίδης με τον αυτοσαρκασμό παρά πόδα, διδάσκει με τα λόγια του μία τέχνη απογείωσης, σε εποχές χαμηλών πτήσεων: Ο ήρωας θα μπορούσε να αρκεστεί στη δικαιολογημένη συμπάθεια για την απανθρωπιά της κοινωνίας απέναντί του και να βουλιάξει -δικαιωμένος – στην απραξία. Και όμως, ο ίδιος ρομαντικός αλλά και φιλόδοξος, θέλει να «απογειωθεί» και όπως περιγράφει, με τον τρόπο του τα καταφέρνει: «Πέταξα όπως τα πουλιά και μάλιστα καλυτέρα από εκείνα (…) Σηκώθηκα ψηλά κι έσκισα τους αιθέρες με το χαμόγελο της ευτυχίας ζωγραφισμένο στο πρόσωπό μου».
Μία τέτοια ανάταση από την καθήλωση των προβλημάτων μας φέρνει με την αύρα της η παράσταση του Θοδωρή Γκόνη. Και το παρατεταμένο χειροκρότημα του κόσμου ήταν μία επιβράβευση για τη δυνατότητα -προσωρινά- να καταφέρουμε το άπιαστο. Πόσο μάλλον, όταν ο Δημήτρης Πιατάς μπορεί με αξιοζήλευτη πλαστικότητα στις κινήσεις να εκτελεί στο σανίδι τις πιρουέτες του Νουρέγιεφ στον «Καρυοθραύστη» του Τσαϊκόφσκι…