Dark Mode Light Mode

Μειωμένη προσέλευση για το Σ. Ρουβά

Μακράν ο καλύτερος βακχικός χορός που απολαύσαμε

Με δύο δεδομένα προσήλθα το βράδυ του Σαββάτου στο αρχαίο θέατρο Φιλίππων προκειμένου να παρακολουθήσω την πολυσυζητημένη πρεμιέρα των «Βακχών», ελέω συμμετοχής του Σάκη Ρουβά στο ρόλο του θεού Διονύσου. Το πρώτο δεδομένο ήταν η υπέρμετρη αδυναμία που τρέφω για την πλέον σκοτεινή κι αιματοβαμμένη τραγωδία του Ευριπίδη. Το δεύτερο δεδομένο ήταν η γυναικεία αδιαφορία μου για τον πρωταγωνιστή, αφού ουδέποτε ανήκα στο κλαμπ των φανατικών θαυμαστριών του. Αν σ’ αυτά προσέθετα και τις ιδιάζουσες συνθήκες που επικράτησαν στην πρόσφατη συνέντευξη τύπου των συντελεστών, όπου οι πάντες επιδόθηκαν σε τεμενάδες υπέρ του σταρ, τότε μάλλον για μία ελαφριά προκατάληψη εις βάρος της παραστάσεως θα έπρεπε να μιλήσω.

Αρκετό άγχος επικρατούσε από νωρίς, διότι ανησυχούσα αφενός για την ομαλή μετακίνησή μου προς το θέατρο κι αφετέρου για την πολυκοσμία που υπέθετα ότι θα κυριαρχούσε εντός του θεάτρου από τις φανατικές «ρουβίτσες». Κι όμως η πραγματικότητα με διέψευσε το Σάββατο σε αρκετούς τομείς. Αρχικά, το έγκαιρο ξεκίνημα από το σπίτι συνετέλεσε στο άνετο ταξίδι, ενώ η απροσδόκητα μειωμένη προσέλευση των θεατών μου επέτρεψε να βρω «στρατηγική» θέση στο κοίλο. Εκείνο όμως που ανατράπηκε ήταν η αρνητικά προκατειλημμένη άποψη που κουβαλούσα μαζί μου για πολλά από τα στοιχεία της παραστάσεως.

Νευρικότητα πάντως προκάλεσε στους θεατές το καθυστερημένο άνοιγμα της πόρτας στις 20:45 με αποτέλεσμα η ουρά που είχε δημιουργηθεί να ιδρώσει ακόμη περισσότερο τους αναμένοντες. Εμείς οι «προνομιούχοι» που βρισκόμασταν εντός του θεάτρου γνωρίζαμε το λόγο της καθυστερήσεως, αφού μπροστά μας πραγματοποιούνταν η φωτογράφηση – αστραπή του Σάκη Ρουβά, περιστοιχισμένου από το χορό των Βακχών, την ίδια ώρα που ο σωματοφύλακάς του «αστυνόμευε» το χώρο απαγορεύοντας στους πάντες να τραβήξουν οποιαδήποτε πόζα.

 

ΤΡΕΧΑ ΝΑ ΠΡΟΛΑΒΟΥΜΕ…

Φυσικά το άνοιγμα της πόρτας σηματοδότησε την τρεχάλα πλήθους τρυφερών υπάρξεων, οι οποίες με προσεγμένη εμφάνιση έως την παραμικρή λεπτομέρεια πολιόρκησαν τις πρώτες σειρές των βράχων, επιθυμώντας να φορτώσουν τα κινητά τηλέφωνα και τις φωτογραφικές μηχανές με ατελείωτα ενσταντανέ του δημοφιλούς καλλιτέχνη. Οι συγκεκριμένες «ρουβίτσες» πάντως μπερδεύτηκαν, διότι τα πρώτα δέκα λεπτά της παραστάσεως παρακολουθούσαν τον Σάκη να ερμηνεύει με σκεπασμένο κεφάλι και μόνο όταν συντελέσθηκε η «αποκάλυψη» αντιλήφθηκαν ποιον ακριβώς έβλεπαν, οπότε κι επιδόθηκαν σε θερμά χειροκροτήματα.

Αυτές οι ίδιες «ρουβίτσες» που μάλλον προσέρχονταν για πρώτη φορά σε αρχαίο θέατρο (περί αυτού άκουσα προσωπική ομολογία νεαράς), ναι μεν χρωστούν χάρη στον καλλιτέχνη που ίσως τις έδειξε τον δρόμο, αλλά ελέω ελλείψεως θεατρικής παιδείας χειροκροτούσαν επίμονα σε κάθε ολοκλήρωση σκηνής και σβήσιμο των φώτων. Οπότε όπως αντιλαμβάνεστε φίλτατοι αναγνώστες… «ήμασταν μια ωραία ατμόσφαιρα ήμασταν»!

Δύο ώρες παρά δέκα λεπτά διήρκησαν οι «Βάκχες» που άφησαν πίσω τους αντικρουόμενα συναισθήματα. Σε όσους μου τηλεφώνησαν μετά τη λήξη ώστε να τους ενημερώσω και να τους συστήσω ή να τους αποτρέψω από το να παρακολουθήσουν την παράσταση της Κυριακής, αυθόρμητα δήλωσα: «Να δείτε τις συγκεκριμένες Βάκχες γιατί θα είναι μια ξεχωριστή εμπειρία»!

 

ΝΑΙ, ΑΥΤΕΣ ΗΤΑΝ ΒΑΚΧΕΣ!!!

Ήταν πράγματι μια ενδιαφέρουσα πρόταση του Δημήτρη Λιγνάδη που θα μείνει στη μνήμη για δύο βασικούς λόγους. Ο πρώτος αφορά στο συναρπαστικό Χορό των Βακχών, που ήταν μακράν ο καλύτερος της τελευταίας δεκαετίας. Ο δεύτερος λόγος αφορά στον ίδιο το Σάκη Ρουβά, που βούτηξε σε πολύ βαθιά νερά και αν μη τι άλλο δε ξεφτιλίστηκε. Αντιθέτως, στάθηκε με αξιοπρέπεια, σε κάποιες στιγμές θα μπορούσα να τον χαρακτηρίσω ακόμη και καλό, τη στιγμή που αρκετοί καθαρόαιμοι και δοκιμασμένοι ηθοποιοί μας έχουν απογοητεύσει απολύτως με τις αποδόσεις τους. Κι επειδή η δίκαιη κι αμερόληπτη κρίση πρέπει να είναι αναπόσπαστο επαγγελματικό κομμάτι, προσωπικά θα αναγνωρίσω ότι ο Σάκης Ρουβάς δεν παραμένει στάσιμος, αλλά κάνει βήματα και παίρνει ρίσκα σε επαγγελματικό επίπεδο, βελτιώνοντας αν μη τι άλλο την προσωπικότητά του.

Το σύνολο των πειραματισμών του Δημήτρη Λιγνάδη παρουσίασε ενδιαφέρον. Κάποιες επιλογές του «βγήκαν» και κάποιες άλλες τον διέψευσαν. Το άριστο στοιχείο της παραστάσεως ήταν ο βακχικός Χορός, αποτελούμενος από ένδεκα κοπέλες, μεταξύ αυτών και τρεις Νιγηριανές ελληνικής καταγωγής, που αποτέλεσε όντως τον πρωταρχικό παράγοντα όπως πρέσβευε και ο Κάρολος Κουν. Από τη στιγμή εισόδου τους στην ορχήστρα συνεπήραν το κοινό, όχι μόνο γιατί εμφανίστηκαν τόσο γήινες και εναρμονισμένες με τα δεδομένα της τραγωδίας, αλλά και γιατί κυριολεκτικά ενσάρκωσαν όλα όσα φαντάζεται το μυαλό μας για τις περίφημες Μαινάδες. Κίνηση, ρυθμός, συνδυασμός, κοστούμια, τολμηρότητα να γυμνώσουν ακόμη και τα στήθη τους, στάθηκαν τα σημεία της συγκλονιστικής ανταπόκρισης στο ρόλο τους.

Το έτερο δυνατό χαρτί της παράστασης ήταν οι τρεις Νιγηριανοί ελληνικής καταγωγής μουσικοί κρουστών που παρέμειναν στη σκηνή καθ’ όλη τη διάρκεια του έργου και με τους αφρικανικούς ρυθμούς τους δημιούργησαν όλη εκείνη τη μυστηριακή ατμόσφαιρα που απαιτεί το σκοτεινό έργο του Ευριπίδη. Ο δε συνδυασμός Χορού και μουσικών αποτέλεσε εκρηκτική συνταγή για το μυαλό των θεατών, εκείνων τουλάχιστον που δεν ήταν απόλυτα εστιασμένοι σε κάθε ανάσα του Σάκη Ρουβά.

 

ΗΤΑΝ ΜΙΑ ΥΠΕΡΟΧΗ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ

Καλύτερη απόδοση περίμενα από τους έμπειρους ηθοποιούς του θιάσου, αλλά από τον μόνο που εισέπραξα ικανοποιητική παρουσία ήταν ο Γιάννης Καρατζογιάννης στο ρόλο του Κάδμου ενώ αρκετά καλή ήταν και η Μαρία Κίτσου, η οποία ενσάρκωσε την τραγική μητρική φιγούρα της Αγαύης. Ο Πενθέας του Δημήτρη Πασσά εμφανίστηκε υπερβολικά νευριασμένος, η Ρούλα Πατεράκη ως Τειρεσίας απήγγειλε σχεδόν σα να ξεψυχούσε, ενώ ο Δημήτρης Λιγνάδης ως Β’ Αγγελιοφόρος δεν μετέδωσε το μέγεθος της συναισθηματικής φόρτισης ενόσω ενημέρωνε το κοινό για την τραγική δολοφονία του Πενθέα από την ίδια του τη μητέρα. Ένα μοιρολόι από τη Γιώτα Βέη, ως κορυφαία του Χορού, έντυσε το διάστημα μεταξύ της συνειδητοποιήσεως του εγκλήματος από τη Αγαύη και του συμπεράσματος του ευριπίδειου λόγου περί σεβασμού των θείων από τον Πενθέα.

Πάνω στην ακαδημαϊκή μετάφραση του Γιάννη Λιγνάδη, αδελφού του Δημήτρη, πάτησε το ανέβασμα της παραστάσεως και ήταν μάλιστα απείρως καλύτερη από την τετριμμένη «Κ.Χ. Μύρικη» μετάφραση που συνήθως επιστρατεύεται για ευκολία. Υπήρξαν αποστροφές του λόγου στην αρχαία ελληνική γλώσσα ενταγμένες σε ένα κείμενο που μόνο από ένα διδάσκαλο αρχαίου δράματος θα μπορούσαμε να περιμένουμε. Εξαιρετικά τα κοστούμια του Χορού και των μουσικών δια χειρός Εύας Νάθενας, το δε σκηνικό ήταν λιτό με δεμάτια σανού να κυριαρχούν, με τάπητα στρωμένο στην ορχήστρα, με ένα στύλο της ΔΕΗ που χρησίμευσε ως θεολογείο για τον πρόλογο της παράστασης κι ένα εκκλησάκι – προσκύνημα που υπογράμμιζε τη θρησκευτική πτυχή του κειμένου και ίσως συμβόλιζε τον τάφο του Πενθέα. Ευρηματικό ήταν και το τέχνασμα εναλλαγής των πράξεων, με τον Θεράπων να χτυπά ένα γκονγκ και τα φώτα να σβήνουν. Εκείνες ήταν και οι στιγμές που το νεαρό θηλυκό κοινό ξεσπούσε σε χειροκροτήματα.

 

ΑΝΤΕΞΕ ΤΑ ΑΜΕΤΡΗΤΑ ΦΛΑΣ

Ο κύκλος θα ολοκληρωθεί επιστρέφοντας στο Σάκη Ρουβά, στο τόλμημά του, στην επί σκηνής εμφάνισή του με λευκό σλιπ που έδωσε τη δυνατότητα επίδειξης (η λέξη δεν έχει αρνητική έννοια) του καλογυμνασμένου του σώματος, στην αρχική εμφάνισή του ως εναερίτης της ΔΕΗ που αναγκάστηκε να σκαρφαλώσει στο στύλο, στη γενικότερη συμμετοχή του η οποία τελικά δεν ενόχλησε και δεν απογοήτευσε όσους τον περίμεναν στη γωνία με το δάχτυλο στη σκανδάλη. Ήμουν κι εγώ μία από τους εν δυνάμει σκληρούς κριτές του; Μάλλον ναι. Μόνο που τελικά δεν τον πυροβόλησα. Γιατί; Διότι στα 41 του, ώριμος οικογενειάρχης πια, βασίζει την καριέρα του σε νέες ποικίλες επιλογές, σε προσεγμένες δημόσιες σχέσεις με οικονομικούς παράγοντες και σε τελική ανάλυση δουλεύει ευσυνείδητα για να εξασφαλίσει το ψωμί των παιδιών του. Η φήμη του και η παρουσία του μάλιστα είναι ένας καλός «κράχτης» για να εξασφαλίσουν το μεροκάματό τους και οι υπόλοιποι συντελεστές της παραγωγής.

Στη διάρκεια της παραστάσεως σημειώθηκαν μικροεπεισόδιο που απαίτησαν την παρέμβαση των Ερυθροσταυριτών. Πέραν ορισμένων εύκολων περιστατικών δύσπνοιας, υπήρξε και ελαφρύ καρδιακό επεισόδιο που οδηγήθηκε με ασθενοφόρο στο νοσοκομείο. Όπως θα περίμενε κανείς, την ώρα της υπόκλισης το γυναικείο πλήθος παραλήρησε για χάρη του Σάκη Ρουβά, πολύ εντονότερα από τη στιγμή αποκάλυψής του με το λευκό εσώρουχο. Μπόλικες ήταν οι τρυφερές υπάρξεις που έτρεξαν προς τα παρασκήνια μετά το τέλος ευελπιστώντας ότι θα μπορούσαν να συναντήσουν δια ζώσης το ποπ είδωλο προκειμένου να ζητήσουν αυτόγραφο, να φωτογραφηθούν μαζί του και να το αγγίξουν.

Φρούδες όμως αποδείχθηκαν οι ελπίδες τους, αφού είχε καταστρωθεί στρατηγικό σχέδιο από τους υπευθύνους της παραγωγής κι έτσι ο Σάκης Ρουβάς φυγαδεύτηκε άμεσα από την «πίσω πόρτα», ώστε να μεταβεί το συντομότερο δυνατό μακριά από το πλήθος και στην ηρεμία του ξενοδοχείου Ιμαρέτ όπου είχε καταλύσει με τον μάνατζερ και τους δύο άνδρες της προσωπικής του φρουράς.

Ναι, ήταν πράγματι μια διαφορετική εμπειρία η παρακολούθηση των «Βακχών» του Ευριπίδη και αρκετά σημεία θα αποτελούν αναφορά για το μέλλον. Όπως αναφορά ακόμη και σήμερα αποτελεί για εμένα η παράσταση «Βάκχες» του ΔΗΠΕΘΕ Λάρισας το καλοκαίρι του 2001 σε σκηνοθεσία Βασίλη Νικολαϊδη, με τον Μάριο Φραγκούλη στο ρόλο του Διόνυσου. Αριστουργηματικό μπορεί να μην ήταν το όλον, αλλά αποδείχθηκε τελικά καλύτερο των αναμενόμενων.

 

ΒΟΥΛΑ ΘΑΣΙΤΟΥ ΔΕΛΗΓΙΑΝΝΗ

=====================================================================

 

 

 

Προηγούμενο άρθρο

Αποφάσεις της έκτακτης συνεδρίασης του δημοτικού συμβουλίου Καβάλας

Επόμενο άρθρο

Νέα συνάντηση για το εκθεσιακό κέντρο