Μια βιβλιοπαρουσίαση που οργανώθηκε με περισσή φροντίδα και αγάπη από την κ. Βόνη Καρποζήλου και τον Μορφωτικό Τομέα «Σχήμα Λόγου» του Συνδέσμου Φίλων Γραμμάτων και Τεχνών Καβάλας, κόντεψε να τιναχτεί στο αέρα, προχθές Κυριακή στις 8.30 το βράδι στο χώρο της Παλιάς Μουσικής στην Παναγία. Επρόκειτο για την παρουσίαση του βιβλίου του Χρήστου Χωμενίδη «Νίκη» των εκδόσεων «Πατάκη» και συγκέντρωσε το ενδιαφέρον πολλών βιβλιόφιλων συμπολιτών μας που κατέλαβαν το σύνολο των 80 περίπου καθισμάτων του χώρου.
Οι λόγοι για την …«διατάραξη» της εκδήλωσης ήταν δύο:
Πρώτα απ’ όλα ήταν η μάλλον αγενής συμπεριφορά του προσκεκλημένου συγγραφέα Χρήστου Χωμενίδη ο οποίος διέκοπτε συνεχώς τους ομιλούντες αρχής γενομένης από την ίδια την κ. Καρποζήλου η οποία επιχείρησε να κάνει μια εισαγωγή διαβάζοντας ένα σύντομο βιογραφικό του. Ο Χωμενίδης με άκομψο όσο και αγενή τρόπο αλλά και με μια δόση έπαρσης, διέκοπτε συνεχώς την κ. Καρποζήλου επιχειρώντας να «επικαιροποιήσει» και να «βελτιώσει» το βιογραφικό που διάβαζε η υπεύθυνη του Μορφωτικού Τομέα του ΣΦΓΤ.
Η αγενής αυτή τακτική συνεχίστηκε και με τους δύο βασικούς ομιλητές της εκδήλωσης, Δήμητρα Παπαβασιλείου και Κοσμά Χαρπαντίδη, ιδιαίτερα με τον δεύτερο ο οποίος εμφανώς ενοχλήθηκε από τις συνεχείς διακοπές του Χωμενίδη και αναγκάστηκε να του πει κάποια στιγμή «άσε με να ολοκληρώσω». Αλλά κυρίως εκνευρίστηκε το κοινό που εκτός από τα προβλήματα ηχητικής που έχει έτσι κι αλλιώς ο πανέμορφος κατά τα άλλα χώρος της Παλιάς Μουσικής προστέθηκαν και οι συνεχείς παρεμβάσεις του Χωμενίδη που είχαν σαν αποτέλεσμα να μη καταλάβει κανένας τίποτα από όσα είπαν τελικά οι δύο ομιλητές.
Το κερασάκι στην τούρτα έβαλε ο ίδιος ο πρόεδρος του ΣΦΓΤ γιατρός κ. Καμπουρίδης που όταν η κουβέντα, με αφορμή πάντα το βιβλίο, ξεστράτισε και επεκτάθηκε στην πολιτικοοικονομική επικαιρότητα, πήρε σαφή πολιτική – νεοφιλελεύθερη θέση φορτώνοντας στην Αριστερά τις ευθύνες για την κατάσταση στην οποία βρίσκεται η χώρα οπότε πήρε φυσικά την απάντηση που του έπρεπε και κάπου εκεί η παράσταση έλαβε τέλος.
Η αγενής συμπεριφορά Χωμενίδη πάντως στην εκδήλωση της Κυριακής δεν αφαιρεί απολύτως τίποτα από το περιεχόμενο και την ποιότητα του βιβλίου του για το οποίο ο Κοσμάς Χαρπαντίδης είχε ετοιμάσει και προσπάθησε να διαβάσει το παρακάτω κείμενο:
Η ΝΙΚΗ ΜΙΑΣ ΝΕΑΣ ΓΥΝΑΙΚΑΣ.
H Νίκη του Χρήστου Χωμενίδη είναι ένα βιβλίο που από την αρχή παραπλανά. Ολοι νομίζουν ότι αφορά την ιστορία μιας γυναίκας, της Νίκης, που τυχαίνει να είναι και η μητέρα του συγγραφέα και τελείωσε την ταραγμένη και πλήρη γεγονότων ζωή της το 2008. Ενα μυθιστόρημα για τη μάνα του συγγραφέα είναι ένα μυθιστόρημα που θα ταίριαζε γάντι στην πλειοψηφία του αναγνωστικού κοινού που είναι γυναίκες. Και σε αυτό συντελεί και το εξώφυλλο , όπου η Νίκη στην ηλικία του γάμου της εικονίζεται φορτωμένη νιάτα, μια πικάντικη και όμορφη φατσούλα με την γαλλική της, ανασηκωμένη, μύτη. Όμως η Νίκη δεν είναι η μουσίτσα της ταινίας, ούτε η ιστορία μιας κοπέλας, μιας γυναίκας με τα εβδομήντα χρόνια της πλήρους ζωής της.
Το μυθιστόρημα του Χωμενίδη θα μπορούσε στις πεντακόσιες σελίδες του να είναι μια οικογενειακή σάγκα που ξεκινά πριν από την μικρασιατική καταστροφή και τελειώνει στην χαραυγή της δεκαετίας του 1960 και περιγράφει την περιπέτεια μιας προσφυγικής, κάποτε πλούσιας και ευκατάστατης οικογένειας, η οποία στο γύρισμα του χρόνου καταστρέφεται και τα αρσενικά της μέλη εντάσσονται ήδη από την δεκαετία του 1920 στο κομμουνιστικό κίνημα , ενώ τα θηλυκά μέλη της θα επιλέξουν να ταυτίσουν την ζωή τους με εθνικόφρονες έως και συνεργάτες των Γερμανών, τονίζοντας την χαώδη διαφορά μεταξύ τους,αλλά χωρίς να παύουν να είναι αγαπημένοι. Και αυτές θα συμβάλλουν στις κρίσιμες στιγμές, με τον τρόπο τους, στην διάσωση των κυνηγημένων αδελφών τους και ειδικότερα του Αντώνη Αρμάου ( κατά κόσμον Βασίλη Νεφελούδη).
Το μυθιστόρημα του Χωμενίδη χωρίζεται σε πέντε κεφάλαια για να ξεκινήσει από το λιμάνι στα Μουδανιά της Μικράς Ασίας και να τερματίσει στο λιμάνι του Πειραιά τον Νοέμβριο του 1957, όταν η Νίκη Αρμάου-Νεφελούδη τρέχει να προλάβει το υπερωκεάνιο Βασίλισσα Φρειδερίκη που αναχωρεί για Νέα Υόρκη για να μην χάσει για πάντα τον μεγάλο της έρωτα. Εικάζω τον πατέρα του συγγραφέα μας. Στην Αθήνα του μεσοπολέμου ο Αντώνης θα ριχτεί σε ένα μπουντρούμι του τμήματος του Συντάγματος κι εκεί θα πέσει επάνω σε έναν κρατούμενο κομμουνιστή και σε μια νύχτα θα αλλάξει ρότα και πορεία και θα γίνει κομμουνιστής κι εκείνος. Κι έτσι απλά θα αρχίσει την πολυδαίδαλη και σημαδιακή πορεία του στο κόμμα. Αρχικά εργάτης στον ηλεκτρικό θα οργανωθεί στο ΚΚΕ θα εκλεγεί βουλευτής προπολεμικά δύο φορές, θα αναλάβει την διοίκηση του κόμματος και θα φτάσει στο πιο ψηλό αξίωμα μέχρι την έλευση του Νίκου Ζαχαριάδη , με τον οποίο θα διαφωνήσει στις φυλακές και στη συνέχεια θα πέσει σε δυσμένεια για να εξαφανισθεί και να διαγραφεί από το κόμμα κιόλας, από τις αρχές του 1945.
Η οδύσσεια του Νεφελούδη- Αρμάου και της οικογένειάς του αρχίζει το 1948, όπου ο κάποτε πανίσχυρος αρχηγός απωθείται και μπαίνει στη ναφθαλίνη μέχρι το 1955. Για επτά χρόνια θα κρύβονται σε ένα παράπηγμα στην Νέα Σμύρνη και ο αρχηγός της οικογένειας δεν θα εμφανίζεται πουθενά για να σωθεί από την εκτέλεση ,αλλά και από την αποδοκιμασία και την μήνιν του κόμματος.
Το τρίτο μέρος του βιβλίου που είναι το μέρος του εγκλεισμού με τον ειρωνικό τίτλο “Λευκός Πύργος” είναι από τα πιο συγκλονιστικά του βιβλίου , αφού σε ενενήντα σελίδες ο συγγραφέας κατορθώνει να χτίσει την μεταπολεμική Ελλάδα με όλες τις στρεβλώσεις , τα προβλήματα και τα τραύματα και να αποδώσει το μαύρο κλίμα της απομονωμένης οικογένειας. Ο περίγυρος νοσεί βαριά επίσης. Η επιβίωση στην Ελλάδα του εμφυλίου έχει βαρύ τίμημα, γιατί στην Ελλάδα η επιβίωση πάντα είναι μια λέξη με μεγάλο στρίμωγμα και συχνά δεν είναι αυτονόητη
Τώρα αν, σαν αναγνώστης πια υποψιασμένος, και επειδή ξέρεις ότι ο Χωμενίδης ξέρει πολλά από πρώτο χέρι για την ιστορία της αριστεράς και περιμένεις πιπεράτες αποκαλύψεις από τις εσωτερικές διεργασίες του κόμματος στα κρίσιμα χρόνια από το 1939 μέχρι και τον θάνατο του Στάλιν το 1953, πάλι παρανόησες και λάθος βιβλίο επέλεξες να διαβάσεις. Η ιστορία δεν είναι η ιστορία του Κ.Κ.Ε, ούτε η πλάγια επανάληψη της αχτίνας Θ του αυτοβιογραφικού βιβλίου του παππού του Χωμενίδη Βασίλη Νεφελούδη. Είναι η ιστορία και το προσωπικό καυτό βίωμα μιας νεότερης γενιάς, που χωρίς να έχει το δικαίωμα της επιλογής πλήρωσε την ιδεολογία των γονιών του και σταυρώθηκε εξ αιτίας αυτής στην πιο μεγάλη στέρηση. Είχε όμως τα κότσια να διακρίνει τι σημαίνει ζωή και τι τάφος και να εξεγερθεί έγκαιρα, ώστε να διασώσει την ζωή της. Οι πιο σπαραχτικές στιγμές του βιβλίου είναι όταν η καταπιεσμένη Νίκη εξεγείρεται και επαναστατεί απέναντι στην ιδεολογική μονολιθικότητα των γονιών της γιατί θέλει να ζήσει. Γιατί θέλει να ερωτευτεί, γιατί θέλει να ολοκληρωθεί σαν γυναίκα και σαν άνθρωπος. Γιατί θέλει να απαλλαγεί από την στράτευση και τα πρέπει της. Ηδη δεν διαβάζει “Αυγή” παρά μόνο τα καλλιτεχνικά, αρνείται να εγγραφεί στο κόμμα, δεν συμμετέχει σε εκδηλώσεις, δεν τις ασκούν καμιά έλξη οι νεολαίοι που μαζεύονταν στο σπίτι της για καθοδήγηση από τον πατέρα της. “Σεμνοί σοβαροί , με σμιχτά φρύδια και άμεμπτους τρόπους, μου θύμιζαν παιδιά του κατηχητικού ή στην καλύτερη βυζαντινούς αγίους .Πως να σε γοητεύσει ένας άγιος; Μιλώντας σου για την δευτέρα σοσιαλιστική παρουσία για χάρη της οποίας αξίζει να δώσεις ό,τι είχες και δε είχες; Εγώ που είχα θυσιάσει περισσότερα από τους πιο πολλούς νεολαίους -ολόκληρη την εφηβεία μου -δεν άντεχα να ακούω πλέον για θυσίες. Ηθελα το αυγό που μου αναλογούσε σε αυτή τη ζωή να το σπάσω και να το φάω. Και όχι να περιμένω στωικά πότε θα βγει από μέσα το κοτοπουλάκι.”
Και στο τέλος η Νίκη κατορθώνει να σβήσει από τη μνήμη της το παρελθόν που την πλήγωνε και να ανοιχτεί εκεί που την πρόσταζε η καρδιά της γιατί “το παρελθόν μας ανήκει δεν του ανήκουμε”. Η Νίκη που πέρασε τα πιο ευαίσθητα χρόνια της ζωής της έγκλειστη και με τον φόβο του χαφιέ στην πλάτη να εξυπηρετεί τους γονείς της και να γίνεται το κορίτσι για τα ψώνια και ο αγγελιαφόρος τους , το κορίτσι που έμαθε καλά τι σημαίνει αριστερά και πόσο ακριβά πληρώνει ο καθένας την ένταξή του αυτή θέλει να ζήσει και να συλλέξει τις μερίδες της ευτυχίας σε αυτόν τον κόσμο και όχι σε έναν ιδεατό άλλον.
Θέλει να ανήκει σε έναν άντρα που δεν σκοτίζεται να αποδείξει τίποτα σε κανέναν σε αντίθεση με τον πατέρα της που φιλοδοξεί να πείσει τους πάντες για τα πάντα. Εκείνη προτιμά τον άντρα ,που όταν λέει εμείς εννοεί τον εαυτό του και το κορίτσι του και όχι το κόμμα, την εργατική τάξη ,αλλά και σύσσωμη την ανθρωπότητα. Η Νίκη είναι μια ζωντανή ύπαρξη της εποχής της. Εχει μπουχτίσει να ακούει τραγικές ιστορίες με οικογένειες που ξεκληρίστηκαν και ιστορίες με ήρωες που τους έσπασαν όλα τα κόκκαλα στο Μακρονήσι δήλωση όμως δεν υπέγραψαν, ούτε άντεχε ξανά και ξανά συζητήσεις να επανέρχονται στο ίδιο βασανιστικό ερώτημα: Αφού είχαμε το λαό με το μέρος μας, γιατί χάσαμε;”.
Αν, εν τέλει, το βιβλίο αποκτά μια σημερινή οντότητα οφείλεται στο γεγονός ότι η Νίκη δεν υποτάσσεται στην αρτιοσκλήρωση των γονιών της και προσπαθεί να χαράξει το δικό της δρόμο και να μην χαραμίσει την ζωή της. Και σε αυτό είναι μια γνήσια επαναστάτρια.
Η εξιστόρηση αποκτά βαρύτητα και ενδιαφέρον γιατί γίνεται σε πρώτο πρόσωπο από την ίδια τη Νίκη, η Νίκη ομιλεί εκ του τάφου, συμπεραίνει, καταλήγει, αποφαίνεται μ’ έναν συγκλονιστικά σημερινό τρόπο. Ο Χωμενίδης δεν διστάζει να ξεγυμνώνει κατά διαστήματα την περσόνα της μάνας του, να την περιγράφει ολοζώντανα σα μια γυναίκα του Καραγάτση που ζει και θέλει να ζήσει με το σεξ στην ζωή της. Αν δεν ήταν τόσο συγχρονισμένη με την εποχή μας ίσως το βιβλίο της να μην ήταν τίποτα παραπάνω από μια σκουριασμένη ιστορία βγαλμένη από τα σπλάχνα της αριστεράς. Ετσι όμως σύγχρονη και τσαχπίνα την διέσωσε στο χρόνο η απαράμιλλη πένα του γιου της , παραδίδοντάς την ζωντανή, αιμάσσουσα και πυρετική στην εγγονή της που φέρει το όνομά της και σε όλους εμάς που απολαμβάνουμε τις 492 σελίδες της χωρίς να χασμουρηθούμε ούτε λεπτό.
Και νέα εκδήλωση
Και νέα εκδήλωση στο μεταξύ ετοιμάζει η κ. Βόνη Καρποζήλου και ο πολύ δραστήριος Μορφωτικός Τομέας της Στέγης. Η εκδήλωση αυτή θα πραγματοποιηθεί την Παρασκευή 14 Νοεμβρίου στην αίθουσα εκδηλώσεων της Δημοτικής Βιβλιοθήκης Καβάλας και θα αφορά στην παρουσίαση της νέας ποιητικής συλλογής του συμπολίτη μας συνταξιούχου φιλολόγου Δημήτρη Παπαράλη που έχει τον τίτλο «Παράκτια Αλιεία». Οι φιλόλογοι Μαρία Σαββίδου και Γεωργία Τριανταφυλλίδου ανέλαβαν να συστήσουν στο βιβλιόφιλο κοινό της πόλης μας τόσο τον Δημήτρη Παπαράλη όσο και την γενικότερη ποιητική του παραγωγή που περιλαμβάνει επίσης δύο παλαιότερες συλλογές ποιημάτων που έχουν τους τίτλους «Οξείδιο σιωπής» και «Ιχνηλασία εσωτερικού χώρου»