Στις 12 Δεκεμβρίου ολοκληρώνεται το πρώτο μέρος των εκδηλώσεων του Δήμου Καβάλας, αφιερωμένες όλες στα 100 χρόνια από την απελευθέρωση της πόλης. Σε αυτό το πλαίσιο έγινε προχθές το απόγευμα εκδήλωση παρουσίασης του βιβλίου του Παναγιώτη Αναστασιάδη. Η αίθουσα της δημοτικής βιβλιοθήκης ήταν πάλι κατάμεστη από κόσμο, η εκδήλωση ήταν μια ματιά στο χθες. Σε μια κρίσιμη εποχή κυρίως για τον τοπικό τύπο, λιγότερο για την ίδια την πόλη. Ο Παναγιώτης Αναστασιάδης εργάστηκε για πολλά χρόνια ως τυπογράφος σε διάφορες τοπικές εφημερίδες. Γνώρισε καλά μια περίοδο όπου τα τοπικά μέσα ενημέρωσης ήταν λίγες μόνο εφημερίδες και τίποτα πέραν αυτού. Τύπωσε πολλές μα πάρα πολλές τοπικές εφημερίδες, φυσιολογική κατάληξη μιας δουλειάς που άρχιζε νωρίς το πρωί και τέλειωνε αργά το βράδυ. Με την εκτύπωση της εφημερίδας και την διανομή της αμέσως μετά.
Οι έως τώρα εκδηλώσεις σημειώνουν μια απρόβλεπτη επιτυχία. Μεγάλη επιτυχία. Με αυτόν τον τρόπο φυσικά και δικαιώνονται οι διοργανωτές, όσοι προσεκτικά μελέτησαν κάθε εκδήλωση χωριστά μα και το συνολικό πρόγραμμα (που περιλαμβάνει και άλλα πράγματα, άλλα προγραμματίστηκαν άλλα όχι ακόμη). Οι διοργανωτές παινεύονται και γιατί αυτές οι εκδηλώσεις γίνονται με πολύ κόσμο αλλά και ελάχιστα χρήματα. Τρανή απόδειξη προσαρμογής στα δεδομένα της κρίσης. Άλλωστε το καλό δεν είναι πάντα ακριβό. Όταν μάλιστα το επιδιώκεις τότε το καλό είναι σταθερά φθηνό ή και δωρεάν.
Εκτός από αυτά τα θετικά συμπεράσματα οφείλουμε να κάνουμε μία ακόμη παρατήρηση. Έχουμε την εντύπωση ότι κάθε μια από τις εκδηλώσεις που έγιναν παρουσιάζεται αρκετά έως ενοχλητικά ανεξάρτητη από το γενικότερο πλαίσιο του εορτασμού των 100 χρόνων ελεύθερης Καβάλας. Το θέμα της εκδήλωσης τελικά επικρατεί κι η αφορμή αυτής χάνεται. Ξεχνιέται ή και δεν υπάρχει καθόλου. Αυτή η εξέλιξη δεν ήταν φυσικά επιδίωξη των οργανωτών. Προέκυψε από μόνη της. Κάθε εκδήλωση έχει (ή αποδείχθηκε να έχει) την δική της δυναμική. Τόσο φανερή και υπολογίσιμη που «εξαφάνισε» όλα τα υπόλοιπα. Στο τέλος οι πολίτες που παρακολουθούν τις εκδηλώσεις δεν θυμούνται καθόλου τον λόγο που αυτή έγινε, παρά μόνο το θέμα της.
Ας μη ξεχνιόμαστε λοιπόν. Αρχίσαμε επειδή το 2013 η Καβάλα συμπληρώνει 100 χρόνια ελεύθερης και ανεξάρτητης ζωής. Αυτό ήταν και είναι το βασικό μήνυμα όλων όσων έγιναν αλλά κι όσων θα γίνουν. Ας μην ξεχνούν αυτή τη «λεπτομέρεια» οι διοργανωτές. Στο επόμενο πρόγραμμα που σύντομα θα παρουσιάσουν οφείλουν να μπολιάσουν περισσότερο εύστοχα τα 100 χρόνια στο ειδικό θέμα του κάθε γεγονότος. Έτσι ώστε φυσιολογικά να φθάσουμε στην κορύφωση τον Ιούνιο. Διαφορετικά όλα αυτά που έγιναν και θα γίνουν θα μείνουν στην ιστορία ως απλές, συνηθισμένες εκδηλώσεις. Ουδείς θα θυμάται τον σοβαρό λόγο για τον οποίο προγραμματίστηκαν.
Ο Παναγιώτης Αναστασιάδης λοιπόν μας γύρισε αρκετά χρόνια πίσω. Βοήθησαν για αυτό η έρευνα που έκανε στο αρχείο του, όπως επίσης και οι δύο βασικοί ομιλητές της βραδιάς. Ο Κώστας Παπακοσμάς και ο Νίκος Καραγιαννίδης. Όταν η εκδήλωση τέλειωσε υπήρξε πάλι η ίδια γεύση. Μια θετική ανάμνηση, μια ευχάριστη διαδρομή στο παρελθόν. Το οποίο λίγο ακόμη και θα το ζηλέψουμε. Κι αυτό όχι γιατί τότε έγινε κάτι το φοβερό ή ανεπανάληπτο. Απλά τότε, την δεκαετία του 60 του 70 ή και παλαιότερα δεν είχαμε όλο αυτό το βουνό μπροστά μας. Τότε τα πράγματα ήταν δύσκολα μα και απλά ταυτόχρονα. Ενώ τώρα τα δήθεν εύκολα είναι πραγματικά απλησίαστα.
Γυρίζοντας πίσω, στην Καβάλα των προηγούμενων δεκαετιών βρίσκουμε ωραία πράγματα να θυμηθούμε και να αναπολήσουμε. Είναι δυνατόν να προτιμούμε το χθες σε σχέση με το σήμερα; Ναι, είναι. Πρόκειται για μια ακόμη επιτυχία όλης αυτής της πολιτικής που δήθεν διορθώνει τα κακώς κείμενα στην πατρίδα μας. Στο τέλος οι έλληνες δεν ζητούν πίσω τα κεκτημένα. Ζητούν να γυρίσουν πολύ πίσω. Στα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης. Ακόμη πιο πίσω. Στην εποχή αμέσως μετά τον πόλεμο. Εκείνες τις διαφορετικές δυσκολίες μοιάζουν να τις προτιμούν από το σημερινό καθημερινό βασανιστήριο.
Κάπου εδώ παρεμβαίνει ο έλληνας Πρωθυπουργός. Λες και μαντεύει τις σκέψεις μας. Διαβάζει το μυαλό μας. Επιχειρεί λοιπόν να διασκεδάσει αυτή την μοιρολατρία, προσπαθεί να σκορπίσει αισιοδοξία εκεί όπου περίσσεψε η απόγνωση. Καλή μεν η προσπάθεια μα δεν αρκεί. Με ελπίδες και με αισιοδοξία δεν ζεστάθηκε στην διάρκεια του Χειμώνα ποτέ κανείς. Με αισιόδοξα σενάρια κι επενδύσεις που δήθεν θα έρθουν δεν στρώθηκε κανένα μεσημβρινό τραπέζι. Ας μη κουράζεται άδικα. Αν θέλει ή μάλλον αν ήθελε, όντως μπορούσε να αλλάξει τα δεδομένα. Την κρίσιμη όμως στιγμή βάφτισε τις περικοπές μεταρρυθμίσεις. Εμπνεύστηκε απολύσεις, τις οποίες τις ονόμασε διαθεσιμότητα. Αυτός που δρομολόγησε το νέο μνημόνιο, το στήριξε και το «πέρασε» από την Βουλή δεν μπορεί να μας κάνει αισιόδοξους. Ούτε βέβαια να δημιουργήσει ελπίδες.
Το πιεστήριο που εκείνα τα χρόνια διέθετε η Πρωϊνή ήταν μεγάλο και γρήγορο. Δεν μπορούσε να δουλέψει με την φροντίδα ενός μόνο ατόμου. Χρειάζονταν δύο ή και τρεις. Ένας από αυτούς ήταν ο Παναγιώτης Αναστασιάδης. Έρχονταν στην δουλειά κατά τις 11 το βράδυ. Την ίδια ώρα που σήμερα αρκετές τοπικές εφημερίδες ήδη τυπώθηκαν και διανέμονται! Το πρώτο πράγμα που έκαναν οι τυπογράφοι ήταν να παρακολουθήσουν την πορεία της υπόλοιπης δουλειάς. Έτσι προσπαθούσαν να μαντέψουν την ώρα που θα άρχιζε η εκτύπωση. Άρα και την ώρα που αυτή θα ολοκληρώνονταν.
Όταν εκείνα τα χρόνια άρχιζε να δουλεύει το πιεστήριο στην Πρωινή καταλάβαινες ότι μια κοπιώδης προσπάθεια είχε φθάσει στο τέλος της. Μια ομαδική δουλειά γίνονταν εφημερίδα. Ταυτόχρονα η εκτύπωση της εφημερίδας ήταν κι ένα σύνθημα. Για την νέα δουλειά που αρχίζει. Με νέο υλικό, νέες έρευνες, συνεντεύξεις, φωτογραφίες, κείμενα. Τόσο η Πρωϊνή όσο και ο Ταχυδρόμος κατάφεραν για πολλά χρόνια να έχουν στα γραφεία τους και τις εκτυπωτικές μονάδες. Τα πιεστήρια βρίσκονταν πλησίον των λινοτυπικών μηχανών, σε πολύ μικρή απόσταση από τα γραφεία των δημοσιογράφων. Κάπως έτσι δημιουργούνταν η οικογένεια. Της Πρωϊνής, του Ταχυδρόμου κτλ. Τότε αυτός που έφθανε πρώτος στην δουλειά (ο διανομέας) συναντούσε αυτόν που έφευγε τελευταίος. Τον πιεστή. Οι δε εφημερίδες έφθαναν στο σημείο να λειτουργούν συνεχώς. 24 ώρες το 24ωρο…
Σε ένα από τα πολιτιστικά της 10ήμερα η Πρωινή κατάφερε να συγκεντρώσει και να τιμήσει αρκετούς από αυτούς ανθρώπους εκείνης της εποχής. Ήταν φυσικά το λιγότερο που η εφημερίδα μας μπορούσε να κάνει. Τότε ήταν κάποιες άλλες εποχές. Προ κρίσης. Τότε οι απόμαχοι των τοπικών εφημερίδων χαιρόντουσαν για την πρόοδο αυτών, τον εκσυγχρονισμό τους και την καθημερινή τους παρουσία σε μια Καβάλα καλύτερη. Σε μια πόλη ζωηρή και προοδεύουσα. Στο μεταξύ τα πράγματα άλλαξαν. Όλα όσα υπάρχουν στο βιβλίο του Παναγιώτη Αναστασιάδη αρχίζεις να τα συμπαθείς περισσότερο απ΄ όσο πρέπει. Σκέφτεσαι μάλιστα ότι ίσως να ήταν καλύτερα εκείνα τα παλιά, να επέστρεφαν. Κι ας έφερναν μαζί τους ένα σωρό τεχνολογικά και άλλα προβλήματα που σήμερα δεν υπάρχουν. Αρκεί να μην έχουμε πάνω από το κεφάλι μας την κρίση. Αυτήν που οι βουλευτές την στηρίζουν ψηφίζοντας νέο μνημόνιο, αμέσως μετά όμως προσποιούνται ότι μετάνιωσαν και μας ζητούν συγνώμη….
Είδατε στην τηλεόραση τα χθεσινά επεισόδια στην Θεσσαλονίκη; Δεν μπορεί, κάτι θα πήρε το μάτι σας. Οι… κυνηγημένοι της ΔΕΘ είναι αρκετά γνωστοί μας. Ο Φούχτελ μας επισκέφθηκε δύο φορές. Ο δε Γερμανός πρόξενος στη Θεσσαλονίκη, περισσότερες. Δεν γνωρίζουμε πόσο κατέχουν τις ελληνικές παροιμίες. Για την περίπτωση τους ταιριάζει μία από αυτές. Για τον Φούχτελ η παροιμία «όπως έστρωσες έτσι θα κοιμηθείς» και για τον Πρόξενο κάτι που συνήθως χρησιμοποιεί ο λαός μας για τους πλέον άτυχους. Βρέθηκε σε λάθος μέρος την λάθος στιγμή.
Παρόλα αυτά τους συμπαθούμε και τους συμπονούμε. Μπορεί κατά βάθος να θέλουν το καλό μας. Την σωστή μας οργάνωση και κυρίως την αποτελεσματική λειτουργία του δημόσιου τομέα. Χθες όμως κατάλαβαν ότι ο τρόπος που προσπαθούν να μας κάνουν καλύτερους είναι λάθος. Έκαναν περικοπές, άκουσαν κάποιες διαμαρτυρίες. Ξαναέκαναν περικοπές, πάλι φωνές κι αποδοκιμασίες. Ως που δρομολόγησαν απολύσεις. Τότε τα πράγματα ζόρισαν. Ζόρισαν επικίνδυνα. Αν ως καλοί μαθητές χθες πήραν το μάθημα τους, τότε δεν υπάρξουν χειρότερα. Έλα όμως που για αυτό δεν είμαστε καθόλου σίγουροι.