Ναι, αυτή ήταν μια τραγωδία με τα όλα της! Με συγκεκριμένη πλοκή, με διακριτούς ρόλους, με αφόρητο ηθικό και σωματικό πόνο για τον πρωταγωνιστή, με ένα δόλιο κάθαρμα να υπονομεύει εκ νέου τον πρώην σύντροφο του, με ένα ουσιαστικά καλό άνθρωπο να δίνει μάχη μεταξύ του δόλου και της εντιμότητας, με μια εκπληκτική κίνηση των ηθοποιών, με μια υπέροχη μουσική υπόκρουση (σ’ εκείνη της παράστασης αναφέρομαι κι όχι σ’ εκείνη που έφερνε η καλοκαιριάτικη νύχτα από αλλού), με το κοινό να παρακολουθεί προσηλωμένο τα επί σκηνής δρώμενα. Μια τραγωδία που ευτυχώς εντάχθηκε στο πρόγραμμα του Φεστιβάλ Φιλίππων έστω και την τελευταία στιγμή.
Όλα αυτά συνέβησαν το βράδυ της Δευτέρας, στο θεατράκι του Κάστρου, όπου ο «Φιλοκτήτης» του Σοφοκλή παρουσιάστηκε στο κοινό. Όσοι δεν κατάφεραν ή δεν πρόλαβαν να απολαύσουν τη δευτεριάτικη παράσταση, είχαν και μια δεύτερη ευκαιρία το βράδυ της Τρίτης. Ελπίζω να την εκμεταλλεύθηκαν, διαφορετικά ειλικρινά έχασαν μια λαμπρή συγκυρία να παρακολουθήσουν ένα «θεϊκό» Μιχαήλ Μαρμαρινό, αυτοκυριαρχούμενο μέχρι την παραμικρή του ανάσα, να παραδίδει μαθήματα υποκριτικής.
ΧΡΥΣΗ ΙΣΟΡΡΟΠΙΑ ΚΑΙ «ΧΡΥΣΗ» ΕΡΜΗΝΕΙΑ
Τη χημεία που εδώ και χρόνια υπάρχει μεταξύ του Κωνσταντίνου Μαρκουλάκη και του Αιμίλιου Χειλάκη τη ξέραμε. Έχουν συνεργαστεί πολλάκις στο παρελθόν υπό τις σκηνοθετικές οδηγίες ευφάνταστων «μαέστρων» και λόγω της προσωπικής τους φιλίας αλληλοσυμπληρώνονται άριστα. Διαπίστωση που τυχαία κάναμε ένα προηγούμενο καλοκαίρι εκτός σκηνής και στον περιβάλλοντα χώρο των Φιλίππων μετά το πέρας παραστάσεως. Έτσι δεν αιφνιδιαστήκαμε για την θαυμαστή ισορροπία που κράτησαν στη διάρκεια της παράστασης, όχι μόνο μεταφορικά στο πλαίσιο του ρόλου τους αλλά και πραγματικά πάνω σε μια τεράστια τραμπάλα. Εκείνος όμως που μας ενθουσίασε με τη συνολική εμφάνισή του ως Φιλοκτήτης ήταν ο Μιχαήλ Μαρμαρινός, περισσότερο γνωστός για τις πρωτοποριακές και καινοτόμες σκηνοθετικές δουλειές του.
Αμέσως μόλις ξεπεράσαμε το ξάφνιασμα της ιδιάζουσας εκφοράς του λόγου του, τον αφήσαμε να μας συνεπάρει. Να μας αναγκάσει να νιώσουμε κι εμείς στο πετσί μας το ανήθικο ξεπούλημα που βίωσε από τους συντρόφους του, να απελπιστούμε από την αφόρητη μοναξιά του, να μοιραστούμε το σωματικό πόνο της κακοφορμισμένης πληγής του, να λυτρωθούμε από το ανακουφιστικό τέλος που προσφέρει ο θεοποιημένος Ηρακλής και να χαρούμε από την αλλαγή της τύχης του που θα τον καθιστούσε ως τον κεντρικό ήρωα ο οποίος θα τερμάτιζε τον 10ετη Τρωικό Πόλεμο. Με τη ξεχωριστή του ιδιοσυγκρασία, ο Μιχαήλ δέσποσε στη σκηνή του Κάστρου, αιχμαλωτίζοντας βλέμματα και προσοχή, ακόμη και στις σκηνές όπου παρέμενε σιωπηλός. Ενώ τις στιγμές που βογκούσε και παραληρούσε από τους ηθικούς και σωματικούς πόνους πυροδοτούσε τόση συγκίνηση, ώστε ακόμη και κάποια δάκρυα δε θα φάνταζαν παράταιρα μέσα στο σκοτάδι.
ΚΑΛΟΔΟΥΛΕΜΕΝΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ
Οι λοιπές επιμέρους λεπτομέρειες της παράστασης λειτούργησαν προσθετικά σε μια καλοδουλεμένη παραγωγή, έστω κι αν ήταν μόλις η πέμπτη φορά που παρουσιαζόταν ενώπιον κοινού, αφού έκανε την πρεμιέρα της στις 30 Ιουνίου. Το αρχικά άδειο σχεδόν σκηνικό, εμπνευσμένο από τον Κέννυ Μακλέλλαν, στην πορεία γέμισε από μεταλλικά σκαμπό και μεγάλες σανίδες, πάνω στις οποίες εξισορρόπησαν με σημειολογική επιτυχία ο Οδυσσέας, ο Νεοπτόλεμος και ο 7μελης ανδρικός χορός. Τα κοστούμια του ιδίου συντελεστή που κρατήθηκαν απλά και καθημερινά, προφανώς θέλησαν να γεφυρώσουν το χρονικό χάσμα και να πείσουν το θεατρόφιλο κοινό ότι κάποιες διαχρονικές αξίες τελικά μεταφέρονται ατόφιες μέσα στους αιώνες.
Εύκολη δουλειά μάλλον είχε να κάνει ο σκηνοθέτης Κώστας Φιλίππογλου, «ενορχηστρώνοντας» παλιές καραβάνες του θεατρικού χώρου, αν και κράτησε ελαφρώς ρηχό το χορό της τραγωδίας. Ωστόσο, ως αντιστάθμισμα χρησιμοποιήθηκε η αέναη κίνηση των επτά νεαρών πάνω στην σκηνή, την οποία και κυριολεκτικά κάλυψαν σε όλη την έκτασή της. Τα εύσημα για την πρωτότυπη μουσική της παράστασης από το σχήμα Lost Bodies, αλλά και για τους έξυπνους φωτισμούς του Νίκου Βλασόπουλου.
ΑΝΘΡΩΠΙΣΜΟΣ Η ΔΙΚΗ ΜΑΣ ΕΠΙΛΟΓΗ
Δόλος προς όφελος του κοινού συμφέροντος, ή ηθική εντιμότητα υπέρ του αδικημένου, ήταν το δίλημμα που έθεσε ο Σοφοκλής με την τραγωδία του και το μετέφεραν έξυπνα στο κοινό οι πρωταγωνιστές του θιάσου. Ζώντας στην Ελλάδα του 2014, έχοντας υποστεί κυριολεκτικά βασανιστήρια προς όφελος ενός υποτιθέμενου «εθνικού συμφέροντος», αγανακτώντας με τους «στρατηγούς» ενός παράλογου σύγχρονου πολέμου, συλλαμβάνοντας τον εαυτό μας πολλές φορές να βρίσκεται στη θέση του «θύματος», εύκολα διαλέξαμε «στρατόπεδο».
Πίσσα και πούπουλα στον πανούργο Οδυσσέα, που προέτρεψε τους Έλληνες αρχηγούς της εκστρατείας να εγκαταλείψουν πληγωμένο το Φιλοκτήτη στη Λήμνο, πλέοντας προς την Τροία. Παρακολουθώντας την παράσταση κατανοήσαμε την εκ βαθέων εξομολόγηση του Κωνσταντίνου Μαρκουλάκη – Οδυσσέα, ότι περνώντας μεγάλο διάστημα του έργου από την πλευρά του κοινού τελικά λυγίζει λόγω των επιχειρημάτων κι αμφισβητεί το διπλό δόλο του. Ενθουσιασμός όμως για την τελική απόφαση του έντιμου Νεοπτόλεμου, να επιστέψει το ηράκλειο τόξο στο βασανισμένο Φιλοκτήτη και να ρισκάρει το κύρος ή ακόμη και τη ζωή του, αγνοώντας το αισχρό κι αδιάντροπο ψέμα που υποχρεώθηκε να πει προκειμένου να αποκαταστήσει την αδικία. Πατριωτισμός λοιπόν έναντι του ανθρωπισμού; ΑΝΘΡΩΠΙΣΜΟΣ είναι η επιλογή μας και μάλιστα με κεφαλαία γράμματα.
ΑΥΤΟΣΥΓΚΕΝΤΡΩΘΗΚΕ ΚΑΙ ΜΑΣ ΠΗΡΕ ΜΑΖΙ ΤΟΥ
Ολοκληρώνοντας τον κύκλο, δικαιωματικά καταλήγω και πάλι στον τραγικό ήρωα του μύθου και στο Μιχαήλ Μαρμαρινό. Ομολογουμένως κατέχει το μυστικό «χειραγώγησης» του κοινού. Και για να το πετύχει επιστρατεύει κάθε δυνατό μέσο. Το λόγο, την ανάσα, το σώμα, την κίνηση, την αυτοκυριαρχία, την αλάνθαστη ερμηνεία του κειμένου. Όταν αποφασίσει να σε αιχμαλωτίσει εσύ δε θέλεις να αντισταθείς. Εκείνος θα σε οδηγήσει να περάσεις από τα συναισθηματικά στάδια του έργου, να συμπονέσεις, να αγανακτήσεις, να εξοργιστείς, να ανακουφιστείς και να λυτρωθείς με το «happy end».
Πάνω σε μία σχεδόν άδεια σκηνή, ο Μιχάλη Μαρμαρινός φορώντας ένα άσπρο κοστούμι και σέρνοντας το τυλιγμένο με κουρέλια πόδι του, κυριολεκτικά «ζωγράφισε» για χάρη μας την πείνα του, τη δίψα του, τη μοναξιά του, τον ατελείωτο πόνο του, το παράπονό του, τη θλίψη του, το μαράζι του, την πίκρα της εγκατάλειψής του, το δάκρυ του που το εξέπεμψε σε απευθείας «σύνδεση» με το κοινό. Λίγο πριν την έναρξη της παράστασης και για 15 περίπου λεπτά, ο Μιχαήλ Μαρμαρινός παρέμεινε μόνος, σιωπηλός και ξαπλωμένος σε μία άκρη της σκηνής. Λες και διαλογιζόταν, λες και αυτοσυγκεντρώνονταν, λες και αντλούσε δύναμη από το θεατρικό σανίδι, λες και μάζευε κουράγιο για να καταθέσει σ’ εμάς το ταλέντο του. Κι ύστερα εμφανίστηκε όχι μόνο ως Φιλοκτήτης, αλλά και ως μια «καλοκουρδισμένη μηχανή» που αυτοελέγχονταν κι έλεγχε απόλυτα τους πάντες.
ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΑΤΑ ΛΟΙΠΟΝ ΣΕ ΟΛΟΥΣ ΜΑΣ: Ισχυρό αυτοέλεγχο πάντως διατήρησε το σύνολο των ηθοποιών σε όλη τη διάρκεια μιας παραστάσεως, η οποία δέχθηκε μουσικές «παρενοχλήσεις» από τα δρώμενα στην παραλία της πόλης και από «δημοτικά τραγούδια και χορούς του τόπου μας». Γιατί η παραδοσιακή κάκιστη καβαλιώτικη «ενδοσυνεννόηση» για μία ακόμη φορά επέφερε «εξαιρετικά» αποτελέσματα, όπως για παράδειγμα στην παραλία να εξελίσσεται το Φεστιβάλ «Χοροί του κόσμου» και στο Κάστρο να φιλοξενείται αρχαία τραγωδία.
Δικαιολογημένη ήταν λοιπόν η ενόχληση ή ακόμη και η αγανάκτηση που ένιωσαν οι θεατές, προσπαθώντας αφενός να βυθιστούν στη συγκίνηση του μύθου κι αφετέρου να απομονώσουν το μέρος της ακοής που λάμβανε τα παραλιακά σήματα. Εάν επομένως ενοχλήθηκαν οι θεατές για την αναπαραγωγή της δια πασών μουσικής (που στο κάτω – κάτω δεν έδενε με το Σοφοκλή), αναρωτιόμαστε πως κατάφεραν να φέρουν σε πέρας το έργο τους οι ηθοποιοί. Καλό θα ήταν κάποια στιγμή να σοβαρευτούμε σαν πόλη και σα διοργανωτές, εάν πραγματικά επιθυμούμε να μας σέβονται οι φιλοξενούμενοι και να μας αντιμετωπίζουν κι αυτοί με σοβαρότητα. Και σταματώ εδώ, πριν το γυρίσω σε «γαλλική γλώσσα» και χρησιμοποιήσω ορολογίες ακατάλληλες «δι’ ανηλίκους»!!
ΒΟΥΛΑ ΘΑΣΙΤΟΥ ΔΕΛΗΓΙΑΝΝΗ
=