Dark Mode Light Mode

Ο αξιοπρεπής Αριστοφάνης του Νιόνιου

Είναι πασίγνωστο ότι δύο παράμετροι με ενοχλούν συνήθως στις αριστοφανικές παραστάσεις. Η πρώτη αφορά στην ακατάσχετη βωμολοχία, την οποία με ιδιαίτερη ευκολία επιστρατεύουν οι μεταφραστές του αρχαίου κειμένου, προκειμένου να αποσπάσουν εκβιαστικά το ανόητο χαχανητό του κοινού. Η δεύτερη παράμετρος αφορά αυτό καθ’ αυτό το κοινό που περιμένει εναγωνίως κάθε βωμολοχία, κάθε μουτσούνα, κάθε άσεμνη κίνηση του σώματος, προκειμένου να χασκογελάσει κι έτσι να θεωρήσει ότι ψυχαγωγείται. Καμία από τις δύο παραπάνω παραμέτρους όμως δεν ίσχυσαν στον «Πλούτο» του Αριστοφάνη, τον οποίον ετοίμασε και απολαυστικά μας σέρβιρε το βράδυ της Παρασκευής στους Φιλίππους ο Διονύσης Σαββόπουλος.  

Και μεταφραστής; Ναι. Μάλιστα η μετάφραση που επιμελήθηκε ο Νιόνιος περιείχε ελάχιστες ενοχλητικές λέξεις, από εκείνες τις εμετικές που βρίθουν τα κείμενα των υπολοίπων. Και σκηνοθέτης; Ναι. Μια ευφρόσυνη παράσταση έστησε ο Νιόνιος που θύμιζε λίγο από τσίρκο, λίγο από καραγκιόζη, λίγο από κουκλοθέατρο, λίγο από πανηγύρι κι εξάλλου έχουμε υποστεί στο παρελθόν τόσες άθλιες αριστοφανικές σκηνοθεσίες (π.χ η φετινή «Ειρήνη» του κ. Χατζάκη), ώστε η «παρθενική» προσπάθεια του Σαββόπουλου μου φάνηκε εξόχως έξυπνη.

Και μουσικός επιμελητής; Ναι. Ο Νιόνιος ήταν και παραμένει ένας από τους πλέον αγαπημένους τραγουδοποιούς των Ελλήνων, επομένως η μουσική επένδυση μιας παραστάσεως μάλλον ήταν το πιο εύκολο από τα καθήκοντα που ανέλαβε. Και ηθοποιός; Ναι. Αν και θα έπρεπε να του είχαν δώσει χειλόφωνο ώστε η χαμηλή ένταση της φωνής του και τα σαρκαστικά λόγια του να αντηχήσουν δυνατά μέσα στο χώρο.         

Εξαιρετική δουλειά έκανε ο Άγγελος Μέντης με το σκηνικό και κυρίως με τα κοστούμια. Το μεν σκηνικό αποτελούσε ένα μείγμα από σκηνή μπουλουκιού στημένη σε πλατεία χωριού και από ταμπλό θεάτρου σκιών. Τα δε κοστούμια ήταν τόσο πολύχρωμα, τόσο παράταιρα, τόσο «κακόγουστα» για τη συνηθισμένη αισθητική, ώστε δε μπορούσα να αποφανθώ ποιο από όλα με ενθουσίασε περισσότερο. Ο Ερμής Μαλκότσης πρέπει να κοπίασε πολύ με το θέμα της χορογραφίας, αλλά κατάφερε να δημιουργήσει ένα σύνολο διαρκώς κινούμενο που έσφυζε από ζωή και παλμό.

Ο χορός, ο ρόλος του οποίου ενισχύθηκε στο συγκεκριμένο έργο κατόπιν πρωτοβουλίας του Νιόνου, απαρτιζόταν από καλλιτέχνες – πολυεργαλεία. Ερμήνευσαν, τραγούδησαν, χόρεψαν, έπαιξαν ζωντανή μουσική επί σκηνής, κάποιες στιγμές μου θύμιζαν μαριονέτες, κάποιες στιγμές μου θύμιζαν κλόουν, κάποιες στιγμές μου θύμιζαν πιερότους και κάποιες άλλες ελληνικότατους κουρελήδες καραγκιόζηδες.

 

ΛΟΥΛΗΣ Ο ΚΟΡΥΦΑΙΟΣ!

Το καλύτερο όμως συστατικό του σαββοπουλικού «Πλούτου» ήταν οι βασικοί πρωταγωνιστές του. Η Πενία της Αμαλίας Μουτούση ήταν ικανοποιητική, αν και θα μπορούσε να είναι λιγότερο τραγική και περισσότερο «θερμή» και «κεφάτη» έτσι ώστε να δέσει με το υπόλοιπο σύνολο. Ο Χρεμύλος του Νίκου Κουρή επίσης ικανοποιητικός και ίσως να διακρινόταν περισσότερο εάν δεν «μάχονταν» επί άνισοις όροις με δύο καταπληκτικούς συναδέλφους του.

Ο Μάκης Παπαδημητρίου δεν είναι απλά ένα υπέροχο άτομο, αυτό που λέμε «ψυχούλα», αλλά κι ένας θαυμάσιος ηθοποιός που αρκετές φορές έχουμε απολαύσει στο παρελθόν. Φέτος έχτισε ένα μοναδικό Πλούτο έξω από καλούπια, εντελώς «χύμα», πραγματικά αστείο και απόλυτα ταιριαστό με το γενικότερο πλαίσιο των χιουμοριστικών χαρακτήρων της παράστασης. Κορυφή όμως όλων ήταν ο Χρήστος Λούλης ως δούλος Καρίωνας.

Το καλοκαίρι του 2009 και η παράστασης «Άλκηστη» του Εθνικού Θεάτρου ήταν το χρονικό σημείο που ανέτρεψε δια παντός την άποψή μου για το Χρήστο Λούλη. Ήταν η πρώτη φορά που εκείνος απελευθερωμένος από κυριαρχικές γυναικείες σκηνοθετικές φιγούρες, μου πρόσφερε την ερμηνεία ενός Άδμητου που θα θυμάμαι εσαεί. Έκτοτε, όσες φορές κι αν τον έχω παρακολουθήσει απλά επιβεβαιώνω το ταλέντο του. Ο Χρήστος είναι ένας από τους καλύτερους Έλληνες ηθοποιούς που σταδιακά καλλιεργεί και ραφινάρει τον εαυτό του, δημιουργώντας ερμηνείες αξέχαστες.

Το βράδυ της Παρασκευής στάθηκε το δυνατό χαρτί του «Πλούτου», με κάθε δυνατό μέσο. Με την ερμηνεία, με την κίνηση, με το τραγούδι, με την ευκολία που μετείχε για πρώτη φορά σε αριστοφανική παράσταση. Συμπέρασμα; Ότι κι αν του αναθέσουν, ο Χρήστος είναι σε θέση να το αποδώσει ευσυνείδητα, καλοδουλεμένα, σχεδόν άριστα. Το εντυπωσιακότερο όλων ήταν ο ευλύγιστος τρόπος με τον οποίον διαχειρίστηκε το σώμα του, λες κι επρόκειτο για μία πάνινη κούκλα που καθένας θα μπορούσε να την τεντώσει και να τη διπλώσει με φοβερή ευκολία. Κι αν ο ίδιος διατηρεί κάποιες αμφιβολίες, εμείς μπορούμε να τον διαβεβαιώσουμε πως και οι κωμικοί ρόλοι του πάνε γάντι.

 

ΚΑΛΑ ΕΚΑΝΕ ΚΑΙ ΜΑΣ ΤΑ ΕΙΠΕ!

Τον κύριο Σαββόπουλο δε θα τολμήσω καν να τον κριτικάρω. Θα ήταν ασέβεια στη μέχρι σήμερα προσφορά του. Θα αναφέρω όμως ότι η αμεσότητα του προς το κοινό είναι μοναδική. Το φετινό εγχείρημά του μπορεί να διέθετε κάποιες αδυναμίες, αλλά ομολογώ ότι τόσο αξιοπρεπές αριστοφανικό αποτέλεσμα δε θα μπορούσα καν να ονειρευτώ. Η Πάροδος που πρόσθεσε στο κείμενο περιείχε μπόλικη δόση εθνικού σαρκασμού αλλά και αυτοσαρκασμού.

Τα αθηναϊκά μέσα τον κατηγόρησαν ότι σκηνοθέτησε την παράσταση με ρεβανσιστική διάθεση έναντι του λαού, ότι προσπάθησε να παραστήσει τον «μετά Χριστό προφήτη», ότι δε δικαιούται να κατακεραυνώνει το σάπιο σύστημα όταν κι εκείνος κάποια στιγμή αποτέλεσε «κρίκο» του, αναλαμβάνοντας το γενικό πρόσταγμα στην τελετή λήξης των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004, που ουσιαστικά χαντάκωσαν την οικονομία.

Κατά την άποψή μου όμως ο Νιόνιος απλά άρθρωσε δημόσια όλα όσα κι εμείς μεταξύ μας έχουμε συζητήσει στις παρέες μας, όλα τα λάθη που ιδιωτικά παραδεχόμαστε πως έχουμε διαπράξει σε εθνικό επίπεδο. Το σημαντικό ήταν πως η δική του παράσταση έφερε στο κοίλο των Φιλίππων ένα κοινό που απείχε έτη φωτός από το κλασικό αριστοφανικό. Μάλιστα αυτό το κοινό ο Νιόνιος το δίδαξε μια άλλη οπτική του ποιητή, το «μούδιασε», το προβλημάτισε, δεν του επέτρεψε να χασκογελάσει, δεν του επέστρεψε να χαζοχειροκροτήσει. Του πρόσφερε ένα στοχασμό στο «πιάτο» και το καληνύχτισε στέλνοντάς το στο σπίτι για εμβάθυνση και ανάλυση.

Είναι λάθος μια τέτοια τακτική; Αναλόγως σε ποιο κοινό θέλει κανείς να κατατάξει τον εαυτό του! Σ’ εκείνο του αρχαίου δράματος και της αττικής κωμωδίας, ή σ’ εκείνο της «τσιφτετελοσκυλάδικης αισθητικής» του λαϊκού αοιδού που το ίδιο βράδυ είχε μετατρέψει το πάρκινγκ του τελωνείου σε υπαίθριο σκυλάδικο της εθνικής οδού; Η επιλογή είναι δική σας… Εγώ έχω κάνει τη δική μου χρόνια πριν!                          

 ΒΟΥΛΑ ΘΑΣΙΤΟΥ ΔΕΛΗΓΙΑΝΝΗ

Προηγούμενο άρθρο

ΛΕΣΧΗ ΟΡΕΙΒΑΣΙΑΣ ΧΙΟΝΟΔΡΟΜΙΑΣ ΚΑΒΑΛΑΣ

Επόμενο άρθρο

Ο «Γηραιός Πατήρ» της αμφιβολίας