Dark Mode Light Mode
Βρέθηκε λύση
Το «μοιρολόι» του ΔΗΠΕΘΕ- Μια παράσταση – καθρέφτης της σύγχρονης ξεφτίλας μας
Οι προτάσεις των παλιών

Το «μοιρολόι» του ΔΗΠΕΘΕ- Μια παράσταση – καθρέφτης της σύγχρονης ξεφτίλας μας

Εκνευρισμένη εξήλθα το βράδυ της Πέμπτης από το θέατρο «Αντιγόνη Βαλάκου» έχοντας παρακολουθήσει την ωριαία νέα παραγωγή του ΔΗΠΕΘΕ «Η οδύνη των ανέργων και το δικαίωμα στην τεμπελιά». Ο εκνευρισμός μου γιγαντώθηκε σταδιακά, ενόσω παρακολουθούσα επί σκηνής να καθρεφτίζονται οι συνθήκες της σύγχρονης ξεφτίλας που βιώνει η χώρα και ο λαός της. Ο εκνευρισμός μου, που έτσι κι αλλιώς υποβόσκει εδώ και δύο χρόνια, μ’ έπνιξε στο χειροκρότημα. Έτσι, όταν με πλησίασε ο Θοδωρής Γκόνης και θέλησε να μάθει την εντύπωση που μου προκάλεσε η παράσταση, του σύστησα να στείλει κάποιες προσκλήσεις σε συγκεκριμένα πρόσωπα και να απαιτήσει την παρουσία τους. Ο εκνευρισμός μου συνεχίζεται και σήμερα, θα υπάρχει και αύριο, θα ενώνεται με τον εκνευρισμό και την αγανάκτηση των συνανθρώπων μου κι ελπίζω ότι κάποια μέρα θα ξεχυθεί σαν ατίθασο κύμα για να πνίξει τους άδικους.

Ο τίτλος της παραγωγής από μόνος του προϊδεάζει το κοινό για το δύσκολο θέμα που πραγματεύεται. Ακόμη κι αν το δεύτερο μισό των κειμένων πάνω στα οποία πάτησε ο επιλεγόμενος από το σκηνοθέτη Θοδωρή Γκόνη συνδυασμός αναφέρεται σε ένα ουτοπικό δικαίωμα στην τεμπελιά, το πρώτο μισό είναι αρκετό για «ρουφήξει» επί σκηνής τα εσώψυχά σου. Αφού είναι αδύνατον να παρακολουθήσεις τις πραγματικές αφηγήσεις των ανέργων που συγκέντρωσε ο καθηγητής Νίκος Παναγιωτόπουλος και να μην ανιχνεύσεις μέσα τους ένα δικό σου κομμάτι.

 

«ΕΜΕΙΣ» ΗΜΑΣΤΑΝ «ΑΥΤΟΙ»

Μέσα από τις «φαρμακερές» αφηγήσεις των τεσσάρων πρωταγωνιστών ξεχύνεται στην ατμόσφαιρα της θεατρικής αίθουσας η οσμή της νεοελληνικής πολιτικής σαπίλας, του εθνικού μας ξεπουλήματος σε ξενόφερτους αφέντες, της σύγχρονης ξεφτίλας ενός λαού που σταθερά τα τελευταία χρόνια κατρακυλά προς τον πάτο. Επί μία ώρα λοιπόν, η αίθουσα «βρωμά» από την απόγνωση των ανέργων, κάθε είδους και ποικίλης αιτίας. Για μία ώρα το κοινό δυσκολεύεται να αντιληφθεί εάν κάθεται στην πλατεία ή εάν ξαφνικά βρίσκεται επί σκηνής και μιλά μέσα από τα λόγια των ηθοποιών.

Περίπου εξήντα λεπτά, ευτυχώς όχι περισσότερα γιατί διαφορετικά θα προέκυπταν αγανακτισμένες κραυγές, ο χώρος ασφυκτιά από τη μιζέρια, την απογοήτευση, τη μελαγχολία, την κατάθλιψη, την αυτολύπηση, την παραδοχή της ματαιότητας, το δίλημμα της ανικανότητας, την αμφιβολία για ένα αβέβαιο μέλλον, το απόλυτο αδιέξοδο, την οργή για εαυτούς και αλλήλους.

Για εαυτούς, αφού σε καμία περίπτωση δεν είμαστε άμοιροι ευθυνών εξαιτίας των παρελθόντων επιλογών μας. Για αλλήλους, αφού κατανοούμε ότι κάποιοι μας έχουν θυματοποιήσει και περιμένουν να γελάσουν πάνω από τους «τάφους» μας. Πάντως, σ’ αυτά τα εξήντα λεπτά το μόνο που διαταράσσει την απόλυτη ησυχία εκ μέρους των θεατών είναι οι αναστεναγμοί τους.

 

ΕΙΔΑ ΣΤΟΝ ΚΑΘΡΕΦΤΗ ΚΑΙ ΤΡΟΜΑΞΑ

Αποκλείεται να παρακολουθήσει ο θεατής την παράσταση του ΔΗΠΕΘΕ και να μην πέσει πάνω στον εαυτό του, σε ένα μέλος της οικογένειάς του, σε ένα συγγενή του, στο στενό του φίλο, ή στο γείτονά του. Αποκλείεται ο θεατής να ακούσει τις αφηγήσεις και να μην ταυτιστεί με κάποιον άνεργο ήρωα της διπλανής πόρτας που πεινάει, που κρυώνει, που φοβάται, που κρύβεται, που οικτίρει τον εαυτό του γιατί δεν μπορεί να πληρώσει τους λογαριασμού του και να ταΐσει το παιδί του, ή που αναγκάζεται να ζητιανέψει από τους γονείς του. Κάπου μέσα στον κυκεώνα της σύγχρονης αυτής ξεφτίλας βρήκα κι εγώ τον εαυτό μου, το γιο μου, τη μάνα μου, το φίλο μου. Και κάπως έτσι εκνευρίστηκα.

Το σκηνικό της παράστασης ήταν λιτό. Εδώ που τα λέμε θα μπορούσε να λείπει κι εντελώς. Ακόμη και κατάχαμα αν καθόταν οι ηθοποιοί, το μήνυμα θα έφτανε ξεκάθαρο και καμπανιστό σε κάθε γωνιά της αίθουσας. Οι φωτισμοί καλοδουλεμένοι και εύστοχοι «υπηρέτες» του θεατρικού εγχειρήματος. Τα μουσικά μοτίβα σοφά επιλεγμένα για να «σέρνουν» το θεατή στο κανάλι της κάθε ιστορίας. Νυν υπέρ πάντων φυσικά, το σκηνοθετικό δέσιμο που επέβαλε ο Θοδωρής Γκόνης, κουμαντάροντας όχι τόσο τους συντελεστές αλλά το ατίθασο νόημα το οποίο πηδά από το συνθετικό κείμενο. Ο Δημήτρης Δάγκαλης, η Ίρις Νικολάου, η Κλέα Σαμαντά, ο Παύλος Σταυρόπουλος για μία ώρα έγιναν «εγώ», «εσύ», «αυτός», όλοι μας. Λειτούργησαν σαν κάτοπτρα στέλνοντας πίσω στην πλατεία την προσωπική μας ζοφερή αντανάκλαση.

 

Ο «ΕΧΘΡΟΣ» ΚΡΥΒΕΤΑΙ ΑΛΛΟΥ…

Γιατί θα πρέπει να παρακολουθήσετε τη νέα παράσταση του ΔΗΠΕΘΕ; Για τους δικούς σας προσωπικούς λόγους. Οι γονείς για να κατανοήσουν πόσο μεγάλο είναι το μαρτύριο των παιδιών τους που όντας άνεργα, νιώθουν ανίκανα να θεωρηθούν χρήσιμες παραγωγικές μονάδες της κοινωνίας, περιθωριοποιούνται καθημερινά κλεισμένα στο σκοτεινό έσω τους και στο ουσιαστικό αδιέξοδο. Οι νεολαίοι για να αισθανθούν την αγωνία των γονιών τους, που στέκονται ανήμποροι και με αισθήματα ενοχής απέναντι στο μαύρο μέλλον, για το οποίο εν μέρει και οι ίδιοι ίσως ευθύνονται. Ιδιωτικοί και δημόσιοι υπάλληλοι για να εντρυφήσουν στη ψυχολογία του «αντίπαλου» στρατοπέδου και να συμπεράνουν ότι τελικά ο «εχθρός» είναι άλλος και απαιτείται κοινό μέτωπο αγώνα.

 

ΗΘΟΠΟΙΟΣ ΣΗΜΑΙΝΕΙ ΑΠΛΗΡΩΤΟ ΦΩΣ;

Ποιον ήταν το σημείο όπου εγώ «σκάλωσα;» Λόγω αγάπης στο θέατρο, η εξ βαθέων εξομολόγηση ενός ηθοποιού ήταν η απόλυτη απομυθοποίηση ενός επαγγέλματος, το οποίο ο κοσμάκης μπορεί και να θεωρεί λαμπερό. Βλέπετε, πέραν των μεγάλων ονομάτων που έγιναν φίρμες και εξαιτίας της τηλεόρασης, υπάρχουν χιλιάδες νεαρά παιδιά που αποφοιτούν από τις δραματικές σχολές με όνειρα τα οποία ύστερα τσαλακώνονται στην αρένα της πραγματικότητας. Υπό το μουσικό μοτίβο του Μάνου Χατζιδάκι «Ηθοποιός σημαίνει φως», η αφήγηση έφερε στο προσκήνιο το τεράστιο πρόβλημα της ανεργίας του κλάδου.

Έξι χιλιάδες ηθοποιοί στη σύγχρονη Ελλάδα αναζητούν δυο φορές το χρόνο απασχόληση. Οι θεατρικές σκηνές είναι λιγότερες από 150 και κάθε σχήμα απασχολεί κατά μέσο όρο πέντε ή έξι άτομα. Οι υπόλοιποι πως θα ζήσουν; Οι παραγωγοί πληρώνουν τις «φίρμες» κι αφήνουν τους «μικρούς» απλήρωτους. Ο συνδικαλισμός είναι ανύπαρκτος και κανείς δεν τολμά να διαμαρτυρηθεί δημόσια, γιατί ξέρει ότι έτσι θα κλείσουν όλες οι θεατρικές πόρτες κι άρα το μεροκάματο θα εκλείψει. Ορισμένοι δεν αντέχουν, αφού με μισθούς 300 και 400 ευρώ και με τους λογαριασμούς να τρέχουν, αναζητούν οποιαδήποτε δουλειά θα μπορέσει προσωρινά να τους εξασφαλίσει τα προς το ζην. Δυο δουλειές όμως δύσκολα μπορούν να συνδυαστούν, ειδικά όταν η ηθοποιία δεν έχει πρόγραμμα και χρονοδιάγραμμα. Επομένως, είτε θα πρέπει να μείνουν προσηλωμένοι στην τέχνη τους και πεινασμένοι, είτε θα πρέπει να την προδώσουν προκειμένου να επιβιώσουν.

 

ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΑΤΑ ΛΟΙΠΟΝ: στη διοίκηση του ΔΗΠΕΘΕ Καβάλας που αποφάσισε να προσφέρει στο κοινό μια ειλικρινή και διεισδυτική ματιά στη σύγχρονη νεοελληνική ξεφτίλα. Μια χαρά ήταν το χαστούκι που μας επιφύλαξαν οι συντελεστές της παραγωγής, αναζωογονητικός ήταν ο εκνευρισμός που μας γέννησαν, αρκεί κι εμείς από την πλευρά μας να συνειδητοποιήσουμε επιτέλους ότι οφείλουμε να κοιτάξουμε κατάματα στον καθρέφτη, να αποδεχθούμε τη γυμνή αλήθεια και να πάψουμε να υπακούμε σε όσους μας σέρνουν στα δεινά.

Μαζί με τα χαιρετίσματα, επαναλαμβάνω στο ΔΗΠΕΘΕ την πρόταση την οποία κατέθεσα προσωπικά στο Θοδωρή Γκόνη και λίγο έλειψε να την κραυγάσω δημόσια μόλις ησύχασε το χειροκρότημα. Στείλτε προσκλήσεις στα γραφεία των πρώην και νυν βουλευτάδων μας, εκείνων που υπέγραψαν τα πρώτα ή τα δεύτερα μνημόνια, είτε τα διάβασαν προσεκτικά είτε όχι. Στείλτε τους δωρεάν προσκλήσεις, τιμής ένεκεν για τις εθνικές υπηρεσίες που μας πρόσφεραν, έτσι για να μη ξοδεύονται κιόλας αφού οι αποζημιώσεις τους μόλις που αρκούν για να επιβιώσουν. Απαιτήστε να έρθουν στο θέατρο και βάλτε τους να καθίσουν στην πρώτη σειρά των επισήμων για να παρακολουθήσουν την παράσταση. Ύστερα αφήστε τον κοσμάκη να εκφραστεί ελεύθερα!

 

«ΑΚΟΥ ΑΝΘΡΩΠΑΚΟ»: «Δε σ’ αγαπούν ανθρωπάκο, σε περιφρονούν, επειδή περιφρονείς τον εαυτό του. Σε ξέρουν απ’ έξω κι ανακατωτά. Γνωρίζουν τις χειρότερες αδυναμίες σου, όπως θα έπρεπε να τις γνωρίζεις εσύ. Σε θυσίασαν σ’ ένα σύμβολο κι εσύ τους έδωσες τη δύναμη να σ’ εξουσιάζουν. Εσύ ο ίδιος τους αναγόρευσες αφεντικά σου και συνεχίζεις να τους στηρίζεις, παρόλο που πέταξαν τις μάσκες τους.

Στο είπαν κατάμουτρα: «Είσαι και θα είσαι πάντα κατώτερος, ανίκανος να αναλάβεις την παραμικρή ευθύνη». Κι εσύ τους αποκαλείς καθοδηγητές και σωτήρες και φωνάζεις «ζήτω, ζήτω»… Σε φοβάμαι, ανθρωπάκο. Σε τρέμω, επειδή από σένα εξαρτάται το μέλλον της ανθρωπότητας. Σε φοβάμαι επειδή το κυριότερο μέλημα σου στη ζωή είναι να δραπετεύεις από τον εαυτό σου. Είσαι άρρωστος, ανθρωπάκο, άρρωστος βαριά. Δε φταις εσύ γι’ αυτό, μα έχεις υποχρέωση να γιατρευτείς. Θα ‘χες από καιρό αποτινάξει τα δεσμά σου, αν δεν ενθάρρυνες ο ίδιος την καταπίεση και δεν τη στήριζες άμεσα με τις πράξεις σου»….

Η ζωή σου θα γίνει ωραία και ασφαλής όταν…

– η ζωντάνια σημαίνει για σένα περισσότερα απ’ τη σιγουριά,

– η αγάπη περισσότερα απ’ το χρήμα,

– η ελευθερία σου περισσότερα απ’ τη γραμμή του κόμματος ή την κοινή γνώμη,

– οι σκέψεις σου είναι σε αρμονία και όχι σε διάσταση με τα αισθήματά σου,

– θα κάνεις πρότυπο της ζωής σου τις σκέψεις των μεγάλων ανθρώπων και όχι τα εγκλήματα των μεγάλων πολεμιστών,

– οι δάσκαλοι των παιδιών σου θα πληρώνονται καλύτερα απ’ τους πολιτικούς,

– θ’ αναγνωρίζεις τα σφάλματά σου έγκαιρα κι όχι πολύ αργά όπως σήμερα,

– θ’ ανυψώνεσαι πνευματικά ακούγοντας την αλήθεια και θα νιώθεις τρόμο για τις τυπικότητες,

– τα πρόσωπα των ανθρώπων στο δρόμο εκφράζουν ελευθερία, ζωντάνια κι ευχαρίστηση και όχι πια λύπη και αθλιότητα!

* Αποσπάσματα, Βίλχελμ Ράιχ (1897 – 1957), «Άκου Ανθρωπάκο» (1948)

 

ΒΟΥΛΑ ΘΑΣΙΤΟΥ ΔΕΛΗΓΙΑΝΝΗ

 

Προηγούμενο άρθρο

Βρέθηκε λύση

Επόμενο άρθρο

Οι προτάσεις των παλιών