Επανέρχομαι σήμερα με τρία θέματα. Για τα δυο πρώτα έχω γίνει κουραστικός, όμως είναι η πρώτη φορά που το κάνω επί δημαρχίας της κ. Τσανάκα. Για το τρίτο, είμαι πρωτότυπος
1. Έχουν περάσει πολλά χρόνια που προτάθηκε να γίνει επισκέψιμη αντί μικρού αντιτίμου (δύο ευρώ ή με κοινό εισιτήριο με το Κάστρο) η βυζαντινή εκκλησία που αποκαλύφθηκε κάτω απ’ το τζαμί της «Μουσικής» και η οποία έχει αναδειχθεί κάτω απ’ την πρωτότυπη, σύγχρονη κατασκευή, συνδυασμού σιδηροδοκών, ξύλου και άθραυστου κρυστάλλου. Δεν είναι καθόλου δύσκολη η δημιουργία μέσα στη «Μουσική» ενός μικρού Μουσείου για τη βυζαντινή Χριστούπολη, το πρόγραμμα του οποίου έχει αναλάβει προ ετών, αν δεν κάνω λάθος, ο σημερινός αντιδήμαρχος πολιτισμού, αρχαιολόγος κ. Μ. Λυχούνας. Στο προστώο του κτηρίου τα μάρμαρα που έχουν χρησιμοποιηθεί προέρχονται όλα από κτίσμα της αρχαίας Νεάπολης. Υπολογίζοντας πρόχειρα τους επισκέπτες της Παναγίας κάθε χρόνο χάνεται ένα ποσό μεταξύ 50 και 80.000 ευρώ. Θα μπορούσαν να πληρώνονται δυο φύλακες για να κρατούν το κτίσμα ανοιχτό όλη τη μέρα ώστε να πληροφορούνται οι επισκέπτες ότι υπήρξε εδώ μια βυζαντινή πόλη που άκμασε επί 1000 χρόνια και να μην επιτρέπεται στους ξεναγούς της προς ανατολάς γείτονος χώρας να αγνοούν επιδεικτικά κατά τις ξεναγήσεις τους τη βυζαντινή εκκλησία. Θα περίσσευαν και αρκετά χρήματα για τη συντήρηση και για την οργάνωση ποικίλων εκδηλώσεων.
2. Παραμένει επιτακτική η επείγουσα αγορά ή απαλλοτρίωση ή με οποιονδήποτε τρόπο, απόκτηση, επ’ ωφελεία του γειτονικού Δημοτικού Ωδείου, της οικίας Κραντονέλλη, κηρυγμένης ως διατηρητέο μνημείο, – όπου έζησε τα παιδικά του χρόνια ο Κλέων Κραντονέλλης, από τους σημαντικότερους αρχιτέκτονες της νεότερης Ελλάδας-, ενός απ’ τα ωραιότερα κτήρια της Καβάλας, στη Βενιζέλου 85, κατάφορτου από πληθώρα αρχιτεκτονικών και γλυπτικών στοιχείων, καθώς και περίτεχνων διακοσμητικών αναγλύφων, αντπροσωπευτικό δείγμα του γαλλικού ροκοκό. Αυτό θα έπρεπε να αποτελεί το μείζον θέμα για τους διοικούντες του Δημοτικού Ωδείου Καβάλας.
3. Αντί για το παραπάνω, διαβάζουμε συνέχεια στις εφημερίδες σχόλια κατά του καλλιτεχνικού Διευθυντή του Ωδείου κ. Γιούλη Παπαδόπουλου, τον οποίο δεν χρειάζεται να υπερασπιστώ, -τον υπερασπίζεται το έργο του και η μεγάλη εκτίμηση προς το πρόσωπό του της μουσικής κοινότητας της χώρας αλλά και εκτός αυτής-. Το Δημοτικό Ωδείο Καβάλας είχε δυο χρυσές περιόδους. Μια στη 10ετία του ’80 υπό τον αείμνηστο Γιάννη Μάντακα και μια η πρόσφατη υπό τον κ. Παπαδόπουλο. Με την αλλαγή κάθε δημοτικής αρχής, συνηθίζεται να αλλάζουν οι επικεφαλής διαφόρων φορέων που εξαρτώνται απ’ το Δήμο. Αυτό δεν γίνεται, μόνον όταν ο επικεφαλής είναι επιτυχημένος και υπεράνω κομματικών αντιπαραθέσεων, όπως ο κ. Παπαδόπουλος, ο οποίος, σημειωτέον, έχει την πλήρη αποδοχή και εκτίμηση των διδασκόντων και των διδασκομένων και των γονέων τους. Γιατί λοιπόν αυτή η συμπεριφορά απέναντί του; Φαίνεται πως, παρά τα παραπάνω, για διάφορους αδιευκρίνιστους λόγους και επειδή αξιοκρατικά δε θα μπορούσε να βρεθεί κανείς να τον αντικαταστήσει, ενεργοποιήθηκαν άλλες μέθοδοι, ώστε να τον αποθαρρύνουν και να τον αναγκάσουν να τα βροντήξει και να φύγει. Φρόντισα λοιπόν και ενημερώθηκα για τα σχόλια σε βάρος του, που είναι απ’ ό,τι αντιλήφθηκα σε όλους γνωστά, αφού με διάφορους τρόπους διοχετεύονται στον Τύπο. Κατέληξα ότι δεν αξίζει τον κόπο να τα σχολιάσω α) αφού η βλακεία δεν παλεύεται και β) αφορούν στη γνωστή τακτική της λάσπης και της ψευδολογίας. Συγχρόνως όμως αναρωτήθηκα γιατί δε σηκώνεται να φύγει και ανέχεται μια τέτοια συμπεριφορά, που υπονομεύει συνέχεια το έργο του. Πιστεύω ότι κάνει καλά, γιατί δεν εγκαταλείπει κανείς αστόχαστα ένα έργο στο οποίο έχει δώσει πολλά και έχει πετύχει πολλά, για το χατήρι κάποιων που δεν θέλω να χαρακτηρίσω. Το Ωδείο ανήκει σε όλους τους πολίτες της Καβάλας και κυρίως στους σπουδαστές του. Πολλοί απ’ τους γονείς τους πληρώνουν απ’ το υστέρημά τους στις σημερινές δύσκολες οικονομικές συνθήκες και είναι ντροπή να πέφτουν στην αντίληψή μας συμπεριφορές που εξυπηρετούν μικροσυμφέροντα και μωροφιλοδοξίες, με τελική δυστυχώς κατάληξη, αν συνεχιστούν, την υποβάθμισή του Ωδείου.
Δεν ξέρω αν η κ. Τσανάκα έχει πληροφόρηση για το τί συμβαίνει. Αν δεν τα ξέρει ας μάθει, ας τους κόψει το βήχα και ας τοποθετήσει δίπλα στον Γιούλη Παπαδόπουλο ανθρώπους που να τον βοηθούν και να τον διευκολύνουν στο έργο του, ανθρώπους καλλιεργημένους, χωρίς εμπάθεια και εμμονές, με αγάπη για τη μουσική και την πόλη. Αν δεν το κάνει φοβάμαι πως αυτό θα την κατατρέχει, γιατί η σημασία της διατήρησης του Ωδείου στο επίπεδο που έχει φθάσει, -μεταξύ των κορυφαίων στην πατρίδα μας-, είναι πολύ μεγαλύτερη απ’ όση μπορούμε να φανταστούμε.
Υ.Γ.1. Λυπάμαι πραγματικά γιατί μετά από την τελευταία αξιολόγηση των καθηγητών δεν κατέστη δυνατό να παραμείνει στο ΔΩΚ ο εξαιρετικά αγαπητός Καβαλιώτης καθηγητής Θεωρητικών κ. Μίλτος Τζήμας.
Υ.Γ.2. Θεωρώντας δεδομένη την ευαισθησία της κ. Τσανάκα και του κ. Λυχούνα σε θέματα Υγείας και Πολιτισμού, θα ήθελα να υπενθυμίσω, -η Άνοιξη δεν είναι μακριά-, την ανάγκη καθαριότητας και κοπής της ανεξέλεγκτης βλάστησης γύρω απ’ το παράλιο τείχος, προκειμένου α) να μην ακυρωθεί το σημαντικό για την πόλη αναστηλωτικό έργο που έχει γίνει απ’ την Αρχαιολογική Υπηρεσία και β) να ελέγχεται ο περιμετρικός αγωγός των λυμάτων, που πιθανότατα, όπως έχουν διαπιστώσει οι λουόμενοι το καλοκαίρι, έχει σπάσει σε ορισμένα σημεία, γιατί μπορεί να γλυτώσουμε απ’ τις οχιές που κυκλοφορούν το καλοκαίρι μέσα στα πυκνά αγριόχορτα, δε θα γλυτώσουμε όμως από σοβαρές μολύνσεις.
Αργύρης Μπακιρτζής
αρχιτέκτονας-μουσικός