Στις 11 ιανουαρίου 1981 ο Bobby Sands, που βρίσκεται πλέον εδώ και τέσσερα χρόνια στην διαβόητη βορειοιρλανδέζικη φυλακή του Long Kesh, με την κατηγορία κατοχής πυροβόλων όπλων, συναντά τους υπευθύνους του σωφρονιστικού μηχανισμού στην προσπάθεια να βρεθεί μια συμφωνία σχετικά με τις απαιτήσεις που εδώ και χρόνια μεταφέρει μαζί με τους άλλους φυλακισμένους του Ira, που στοχεύουν στο να αποκτήσουν ξανά το καθεστώς πολιτικών κρατουμένων, που είχε καταργηθεί στην Αγγλία την 1 μαρτίου 1976.
Οι αιχμάλωτοι ζητούν να μην φορούν την στολή κρατουμένων, να μην εκτελούν τις εργασίες που προβλέπονται από τον κανονισμό, ελευθερία συνεύρεσης και συνεργασίας, περισσότερες δραστηριότητες εκπαιδευτικές και αναψυχής και περισσότερη επικοινωνία με το εξωτερικό, την επανάκτηση των μειώσεων στις ποινές που είχαν χάσει σαν συνέπεια των προηγούμενων διαμαρτυριών και κινητοποιήσεων.
Οι κρατούμενοι, σε αυτή την διαπραγμάτευση με τις αρχές, δέχονται να καθαρίζουν τα κελιά, διακόπτοντας με αυτό τον τρόπο την dirty protest (διαμαρτυρία της βρωμιάς), με την υπόσχεση πως μέχρι το τέλος της εβδομάδας θα είχαν εκ νέου πάρει πίσω τα ρούχα τους.
Το αίτημα που δεν είχε γίνει αποδεκτό, να χρησιμοποιούν τα δικά τους ρούχα στην φυλακή, είχε δώσει το έναυσμα στην blanket protest που προέβλεπε πως δεν θα φορούσαν την στολή της φυλακής όπως οι ποινικοί κρατούμενοι αλλά μονάχα μια κουβέρτα, διεκδικώντας έτσι το καθεστώς πολιτικών κρατουμένων.
Η διοίκηση της φυλακής αρχίζει να αναβάλλει την επιστροφή των ρούχων στους φυλακισμένους και μετά δύο μήνες συνεργασίας και δυο αιτήσεις από πλευράς των κρατουμένων, η διεύθυνση απαντά πως τα ρούχα θα αποδοθούν μόνον εάν οι αιχμάλωτοι αρχίσουν να σέβονται τον κανονισμό.
Οι κρατούμενοι, πλέον εξοργισμένοι, αποφασίζουν να καταστρέψουν την επίπλωση παρούσα στα κελιά, προκαλώντας έτσι μια σκληρότατη αντίδραση των αρχών της φυλακής: 80 φυλακισμένοι χτυπιούνται και αφήνονται στα κελιά με το πάτωμα καλυμμένο από ούρα, δίχως σεντόνια, ούτε κουβέρτες.
Στις 5 φεβρουαρίου οι ρεπουμπλικάνοι αιχμάλωτοι ανακοινώνουν μια νέα απεργία πείνας, που θα έπρεπε να ξεκινήσει την 1 μαρτίου. Η πρώτη απεργία διήρκησε πέντε εβδομάδες είχε γίνει το 1972, η δεύτερη αντιθέτως είχε ξεκινήσει στις 27 oκτωβρίου 1980 και κατέληξε 53 ημέρες αργότερα με έναν κρατούμενο ετοιμοθάνατο, και την υπόσχεση όμως, που δεν τηρήθηκε ποτέ, από την βρετανική κυβέρνηση, πως τα πέντε αιτήματα θα ικανοποιηθούν.
Η ιδέα του Bobby Sands, που είχε γίνει ο Officer Commanding των φυλακισμένων στα τέλη της δεύτερης απεργίας πείνας, ήταν πως οι αιχμάλωτοι θα έπρεπε να ενωθούν στην απεργία ανά τακτικά διαστήματα έτσι ώστε να υπάρχουν κρατούμενοι των οποίων η κατάσταση θα χειροτερεύει και θα πεθαίνουν για πολλούς μήνες.
Την 1 μαρτίου 1981 ο Bobby Sands ξεκινά την απεργία πείνας.
Λίγο μετά την έναρξη της, πεθαίνει ένας βουλευτής ανθενωτικός του αγγλικού κοινοβουλίου και ο Bobby Sands ανακοινώνει την υποψηφιότητά του, μετά την απόσυρση της υποψηφιότητας δυο άλλων υποψηφίων του Sdlp, που ζητά από τους υποστηριχτές του να μποϋκοτάρουν τις εκλογές. Στις 15 Aπριλίου, ο Bobby Sands, ήδη στην 45° ημέρα απεργίας πείνας, εκλέγεται στο Westminster με 30492 ψήφους έναντι 29046 του υποψηφίου του Ulster Unionist Party. Η εντολή του θα είναι από τις συντομότερες στην ιστορία, μονάχα 25 ημερών.
Λίγους μήνες αργότερα η βρετανική κυβέρνηση θα αλλάξει τον νόμο εμποδίζοντας τους αιχμαλώτους να υποβάλλουν υποψηφιότητα και ζητώντας μια περίοδο 5 χρόνων πριν ένας πρώην φυλακισμένος να μπορεί να το κάνει. Εν τω μεταξύ όμως η κατάσταση επιδεινώνονταν ταχύτατα.
Στις εθνικιστικές περιοχές αυξάνεται η ένταση μεταξύ νεαρών εθνικιστών και δυνάμεων ασφαλείας, με την χειροτέρευση της κατάστασης του Sands. Στις 15 απριλίου ένας δεκαπεντάχρονος σκοτώνεται από σφαίρα αστυνομικού, τέσσερις ημέρες αργότερα δυο αγόρια παρασύρονται και σκοτώνονται από ένα jeep του αγγλικού στρατού που όρμησε με υψηλή ταχύτητα ενάντια σε μια ομάδα νεαρών εθνικιστών.
Τρεις ιρλανδοί βουλευτές συναντούν τον Sands, που πλέον βρίσκεται σε σοβαρότατη κατάσταση, για να τον πείσουν να διακόψει την απεργία. Αμέσως μετά ζητούν συνάντηση στην Margaret Tatcher που τους το αρνείται, και δηλώνει, σε συνέντευξη τύπου: «Δεν είμαι έτοιμη να λάβω υπ’ όψη μου την ιδέα να παραχωρήσω το πολιτικό status σε ομάδες ανθρώπων που καταδικάστηκαν λόγω διαπράξεως εγκλημάτων. Ένα έγκλημα είναι έγκλημα, δεν έχει τίποτα το πολιτικό». Ούτε η προσπάθεια να επιτευχθεί παρέμβαση της ευρωπαϊκής Επιτροπής για τα ανθρώπινα δικαιώματα, όπως ζητήθηκε στον ιρλανδό πρωθυπουργό από την αδελφή του Sands, αποφέρει αποτέλεσμα. ο Sands επιβεβαιώνει τις θέσεις του και την θέλησή του να συνεχίσει την απεργία.
Στις 3 μαίου ο Bobby Sands μπαίνει σε κώμα, από την αρχή της απεργίας είχε υποστεί 3 καρδιακές προσβολές. Θα πεθάνει 2 μέρες αργότερα, το βράδυ μεταξύ 4 και 5 μαίου, ύστερα από 66 ημέρες απεργίας πείνας.
Πάνω από εκατό χιλιάδες άνθρωποι θα παραταχθούν στην διαδρομή της κηδείας του, από το σπίτι του στο Twinbrook, West Belfast, στο κοιμητήριο του MillTown όπου είναι θαμμένοι όλοι οι μαχητές του IRA στο Belfast.
Μετά τον θάνατο του Sands άλλοι 9 αιχμάλωτοι θα πεθάνουν μεταξύ μαίου και αυγούστου του ιδίου έτους.
Μιχάλης ‘Μίκε’ Μαυρόπουλος infoaut.org