Από το γραφείο του βουλευτή Καβάλας του ΣΥΡΙΖΑ Δημήτρη Εμμανουηλίδη πήραμε και δημοσιεύουμε την τοποθέτησή του στην Επιτροπή Μορφωτικών Υποθέσεων της Βουλής επί των προτάσεων της επιτροπής στον Εθνικό και Κοινωνικό διάλογο για την Παιδεία.
Κάθε φορά που χρειάζεται να προσεγγίσω το θέμα της παιδείας – κι αυτό δεκαετίες ολόκληρες με απασχολεί – με στοιχειώνει το δίστιχο του Άλκη Αλκαίου «πώς να ημερέψει ο νους μ’ ένα σεντόνι, πώς να δεθεί η Μεσόγειος με σχοινιά». Η «Μεσόγειος» της παιδείας πώς μπορεί να δεθεί με τα σκοινιά ενός ωρολόγιο ή ενός αναλυτικού προγράμματος; Πώς να ημερέψει ο νους του δασκάλου, όταν για χρόνια ζει το «ναυάγιο» της παιδείας και συνειδητοποιεί ότι είναι κοινωνός και μεταφορέας αυτού του αδιεξόδου. Ενός αδιεξόδου που μεταξύ των δύο εννοιών «της συγκλίνουσας σκέψης» και «της αποκλίνουσας» ήταν για χρόνια στοιχισμένο προς την κατεύθυνση της πρώτης, ενώ γνωρίζουμε πολύ καλά ότι η δημιουργία βγαίνει μέσα από τη φαντασία και η φαντασία απαιτεί αποκλίνουσα σκέψη. Αυτό είναι κοπιώδης προσπάθεια για τον εκπαιδευτικό, ενώ η γραφειοκρατικού σχήματος λειτουργία του εκπαιδευτικού συστήματος ήθελε να συμμορφώνεται ο μαθητής προς τις υποδείξεις ενός κεντρικού στόχου που δεν ήταν άλλος από μια ασύμμετρη σχέση παρεχόμενης γνώσης και πληροφορίας σε σχέση με τη δυνατότητα που έχει το άτομο να φιλτράρει αυτό το υλικό και να το αξιοποιήσει σε κάθε περίπτωση στη ζωή του.
Πολλές φορές σκέφτομαι, τι ορισμό να δώσουμε στην έννοια της παιδείας. Κάπου βρήκα ότι «η παιδεία είναι αυτό που μένει στον άνθρωπο, αφού ξεχάσει ό,τι έμαθε». Είναι δηλαδή αυτό το φιλτράρισμα, αυτή η διήθηση που οδηγεί, τελικά, στον εξανθρωπισμό της ύπαρξης, στην ευαισθητοποίηση κάθε λογής: πολιτικής σκέψης, κοινωνικής συμπεριφοράς, ηθικής διάστασης. Αυτό που λέμε, τελικά, «χαριτωμένο άτομο». Αυτά είναι πολύ μακριά από τους στόχους της παιδείας. Γιατί; Γιατί υπηρετούν συνήθως ποσοτικούς δείκτες. Γιατί έτσι εναρμονιζόμαστε με το πνεύμα του διεθνούς ανταγωνισμού. Γίνονται κατά καιρούς και παρουσιάζονται ερευνητικά ευρήματα για τα επίπεδα της παιδείας ανάμεσα στις διάφορες χώρες. Και εκεί, είμαστε δυστυχώς «πολύ πίσω». Γιατί άραγε; Γιατί η τράπουλα σε αυτή τη διαδικασία είναι σημαδεμένη. Γνωρίζουν τα διάφορα ευρωπαϊκά κράτη το μηχανισμό που οδηγεί στην αξιολόγηση, όμως αυτό είναι μια χαλκευμένη σε τελευταία ανάλυση διαδικασία. Εκείνο που μένει, το ουσιαστικό, είναι πώς αντιδρά το άτομο απέναντι σε κύρια και καίρια προβλήματα ατομικά και περισσότερο, συλλογικά. Εκεί οι δείκτες της πραγματικής παιδείας για τη χώρα μας είναι εξαιρετικά αισιόδοξοι.
Έρχομαι τώρα να πω ότι υπάρχουν φυσικά και ελλείμματα, τα οποία κύριε Υπουργέ πρέπει να τα δούμε. Το πρώτο έλλειμμα είναι ότι αρχιτεκτονικά το όλο οικοδόμημα της παιδείας έχει στηθεί με λάθος στόχευση. Αυτό είναι μια παρακαταθήκη αρνητική που έρχεται από όλα τα προηγούμενα χρόνια. Το μεγάλο ενδιαφέρον ξεκινά από τα πανεπιστήμια και από την πόρτα για τα πανεπιστήμια, ακυρώνοντας προφανώς τα χρόνια του λυκείου. Όσο κατεβαίνουμε προς τη στοιχειώδη και προσχολική εκπαίδευση το ενδιαφέρον αδυνατίζει. Αυτό όμως στατικά είναι λάθος, γιατί θεμέλια πρέπει πρώτα να στήσουμε και επάνω σε αυτά να οικοδομήσουμε το τελικό οικοδόμημα. Δεν είναι δυνατόν ο αρχιτέκτονας να σκέπτεται τι είδους κεραμίδια θα βάλει πάνω στο οικοδόμημα και να αδιαφορεί αν τα θεμέλια είναι προβληματικά και σαθρά.
Ο άνθρωπος προσδιορίζεται στο χώρο και στο χρόνο. Ας όμως δούμε ποιος είναι ο χώρος πρώτης εξοικείωσης των παιδιών με την διαδικασία της εκπαίδευσης: τυχάρπαστα νηπιαγωγεία, διαμερίσματα που μετατρέπονται σε νηπιαγωγεία, μια σχέση τραυματική ως προς το χώρο και καθόλου αγαπησιάρικη. Να δούμε τη σχέση με το χρόνο: Ποσότητα παρεχόμενης γνώσης τέτοια που δεν μπορεί να αφομοιωθεί μέσα σε ένα εικοσιτετράωρο. Τραυματίζεται η σχέση του μαθητή με την ποσοτική χρονική διάρκεια, είναι μια σχέση που καταλύει κάθε προσπάθεια συν-λειτουργίας με το χρόνο. Αυτά πρέπει να τα δούμε.
Είμαστε πράγματι προς τη σωστή κατεύθυνση. Εδώ όμως υπάρχει το εξής σχιζοφρενικό. Η αντιπολίτευση, η μείζων αντιπολίτευση αντιδρά καλώς ή κακώς απέναντι σε πολιτικές πρωτοβουλίες που αναλαμβάνουμε, γιατί κρίνει ότι υπάρχει απόσταση μεταξύ των δικών της ζητούμενων και των δικών μας θέσεων. Σε ένα θέμα όμως που συνομολογούμε όλοι, ότι δηλαδή η κατάθεση αυτού του υλικού προς αξιοποίηση είναι κοινός τόπος και εκφράζει μία κοινή αγωνία, ότι αναλαμβάνουμε τις ευθύνες και προχωρούμε σε μια λύση ουσίας για το αύριο, δυστυχώς λάμπει διά της απουσίας της. Ευχαριστώ.