Συνέντευξη στην Τίνα Μανδηλαρά και στο «Πρώτο Θέμα»
Έχει εμφανιστεί σε κορυφαία θέατρα του κόσμου όπως τη Σκάλα του Μιλάνου, έχει συνεργαστεί με τους μεγαλύτερους διευθυντές ορχήστρας-Μούτι, Μπάρεμποεμ, Ντουταμέλ-και στην Ελλάδα την έχουμε δει σε διαφορετικές παραγωγές από την Εθνική Λυρική Σκηνή – Αυτή τη φορά όμως, η Αλεξία Βουλγαρίδου επιστρέφει στη γενέτειρα της την Καβάλα για να συμμετάσχει στην ενότητα Cosmo Classical
Η διεθνούς φήμης Αλεξία Βουλγαρίδου άφησε για λίγο το εξωτερικό και τα διεθνούς φήμης θέατρα όπου εμφανίζεται για να κάνει μια στάση στη γενέτειρά της την πανέμορφη Καβάλα, όπου θα εμφανιστεί στο πολιτιστικό φεστιβάλ του Cosmopolis, το οποίο διευθύνει ως καλλιτεχνικός διευθυντής ο Άλκης Ζοπόγλου, λαμβάνοντας μέρος στο Project Cosmopolis Classical μαζί με τον βετεράνο coach στην όπερα Gary Kudo, που τελικά οδηγεί σε δυο μεγάλες συναυλίες στις 4 και 5 Δεκεμβρίου μαζί με την CosmoClassical Youth Orchestra στο Εκθεσιακό Κέντρο “Απόστολος Μαρδύρης”. Για όλα αυτά αλλά και για τη μεγάλη της πορεία σε μια εντυπωσιακή καριέρα μιλάει στο “Πρώτο Θέμα”.
-Επιτρέψτε μου να σας πω ότι πολλές/πολλοί διατείνονται ότι έχουν κάνει διεθνή καριέρα αλλά ελάχιστοι έχουν τραγουδήσει σε κορυφαία θέατρα/σκηνές του κόσμου όπως εσείς. Πόσο αλήθεια εύκολο ήταν για μια κοπέλα από την Καβάλα να σταθεί-τολμώ να πω με το καλημέρα δίπλα στον κορυφαίο Βιγιασόν-και μάλιστα στον ρόλο της Μιμής στο Φεστιβάλ του Μπρέγκεντζ;
Η αλήθεια είναι ότι δεν ήταν διόλου εύκολο. Στην πρώτη ακρόαση που έκανα για το φεστιβάλ διεκδικούσα το ρόλο της Musetta. Αλλά μετά τις πρώτες νότες ο καλλιτεχνικός διευθυντής Alfred Wopman με σταμάτησε και με ρώτησε αν ξέρω τον ρόλο της Mimi. Ευτυχώς ήξερα τις άριες και έτσι μετά από ένα σύντομο διάλειμμα επέστρεψα στη σκηνή και τραγούδησα τη Mimi. Αυτό ήταν. Πέταξα από τη χαρά μου όταν σχεδόν αμέσως μου ανακοίνωσαν ότι μου έδωσαν τον ρόλο και μάλιστα ότι θα το τραγουδούσα στην πρώτη διανομή. Αυτό αποτέλεσε το ξεκίνημα και την απογείωσή μου στο διεθνές στερέωμα. Επίσης τότε μαζί μου ξεκινούσε και ο Rollando Villazon, που είναι ένας υπέροχος συνάδελφος γεμάτος ταλέντο, αυθορμητισμό και χιούμορ. Είναι χαρακτηριστικό ότι στα διαλείμματα σκιτσάριζε στιγμές από τις πρόβες και τις μοίραζε. Κάναμε μαζί την ίδια παραγωγή, για δυο χρονιές που μάλιστα έγινε dvd. Ήταν εξαιρετικές στιγμές και γεμάτες συγκινήσεις….
-Σας έχουμε συνδέσει με ξεχωριστούς γυναικείους χαρακτήρες όπως τη “Βιολέττα” στην Τραβιάτα, τη θρυλική Μανόν (την οποία ερμηνεύσατε στη Σκάλα του Μιλάνου!), τη Παμίνα στον “Μαγικο Αυλό”-για να αναφέρω απλώς μερικές. Με ποια ταυτίζεστε περισσότερο και γιατί;
Φυσικά και υπάρχουν συνθέτες και όπερες που με απογειώνουν-ερμηνευτικά πάντα μιλώντας. Σίγουρα η Τραβιάτα ήταν ο πρώτος ρόλος που μπήκε βαθιά στις φλέβες μου και ευτυχώς είχα τη χαρά να τραγουδήσω το ρόλο συχνά. Ειδικά το ντεμπούτο μου σε σκηνοθεσία Werner Schroeter ήταν, για μένα, το βάπτισμα του πυρός. Όλη η όπερα ήταν χωρίς διάλειμμα και έπρεπε να αλλάζω κουστούμια επί σκηνής καλυμμένη από ένα σύνολο χορευτών οι οποίοι με τις κινήσεις τους εξέφραζαν την ψυχολογική μου κατάσταση. Όλες οι παραστάσεις ήταν sold out και ο κόσμος περίμενε πραγματικά στην ουρά για να βρει εισιτήριο. Μετά ακολούθησαν και άλλοι δυο ρόλοι που συνεχίζουν να είναι σταθμοί στην καριέρα μου: η Μαντάμα Μπάτερφλαι και η Τόσκα. Μπορώ, μάλιστα, να πω ότι ο Πουτσίνι είναι ο συνθέτης που με εκφράζει περισσότερο. Οι ηρωίδες του είναι όλες γυναίκες με δύναμη, προσωπικότητα και έτοιμες να θυσιαστούν για τα ιδανικά τους, την τιμή την αγάπη τη μητρότητα. Έχω πάντα τεράστια ανάγκη από τη μουσική του.
-Υπάρχει ένας ρόλος που ονειρεύεστε-και δεν έχετε ερμηνεύσει ακόμα;
Ναι υπάρχει ένας ρόλος που πραγματικά θα ήθελα οπωσδήποτε να τραγουδήσω. Τη Σαλόμε του Ρίτσαρντ Στράους. Πάντα προσπαθούσα να επιλέγω το τι θα τραγουδήσω γιατί ποτέ δεν είδα την καριέρα μου ως τρόπο επίδειξης και προβολής. Αν μείνεις μόνο σε αυτά που σε θαμπώνουν, ενδέχεται να προβείς σε λάθος κινήσεις μόνο και μόνο για να ευχαριστήσεις κάποιους ατζέντες και κάποια θέατρα. Κάτι τέτοιο μοιάζει, όμως, με αδιέξοδο και το μόνο που μπορεί να κάνει είναι να σε οδηγήσει σε μια σύντομη διαδρομή στον χώρο, κάτι που τον τελευταίο καιρό έχει γίνει κανόνας. Έχουμε γεμίσει με διάττοντες αστέρες. Για μένα όμως η φωνή μου και η εξέλιξή μου είναι συμβόλαιο ζωής. Χτίζω το οικοδόμημά μου με μυαλό, επιμέλεια και υπομονή. Κάποιες φορές έχω ξεπεράσει τα όρια αλλά πάντοτε τραβούσα το φρένο όταν ένιωθα ένας ρόλος ή μια δεδομένη κατάσταση με έφθειρε. Εννοώ ότι τώρα είναι ο καιρός να τραγουδήσω τη Σαλομέ και όχι πριν.
-Έχετε συνεργαστεί με κορυφαίους συνθέτες και διευθυντές ορχήστρας όπως τον Μούτι ή τον Ντουταμέλ. Υπάρχει κάποιος που σας έχει μείνει αξέχαστος;
Είναι πάντα κάτι πολύ ξεχωριστό να συναντά κανείς και να συνεργάζεται με τέτοιους κολοσσούς. Ήταν για μένα ιδιαίτερη τιμή και χαρά να συνεργάζομαι με τους Maazel, Muti, Meta, Barenboim, Gelmetti, Dudamel, Rizzi (για να αναφέρω μόνο μερικούς από αυτούς). Αγάπησα πολύ τις πρόβες με τον Muti και τον Maazel, κάθε νότα, κάθε φράση και κάθε χρωματισμός έπρεπε να βγει στον απόλυτο βαθμό. Θυμάμαι όταν συνάντησα πρώτη φορά τον Ντουνταμέλ στο Βερολίνο. Τραγουδούσα Μποέμ με τον Jonas Kaufmann και σκεφτόμουν με μικρή, αθώα υπεροψία: τι μπορεί να μας πει ένας τόσο νέος μαέστρος; Είχε τότε μόλις αρχίσει να χτίζει το ρεπερτόριο του στην όπερα και εγώ είχα ερμηνεύσει πολλές φορές το ρόλο της Mimi. Και όμως πήρα πίσω όσα σκεφτόμουν αμέσως μετά την πρώτη μας πρόβα. Ο ενθουσιασμός και η μουσική του προσέγγιση έφερναν ένα νέο φως στην ερμηνεία μου.
-Παρότι έχετε ήδη σημειώσει μια αξιοθαύμαστη καριέρα σε μικρή κιόλας ηλικία έχετε ήδη προλάβει να περάσετε από το Πολιτικό της νομικής και να κάνετε οικογένεια. Πως καταφέρατε να συνδυάσετε όλα αυτά με επιτυχία;
Είμαι απλώς ένας άνθρωπος που θεωρεί ότι όλα είναι δυνατά. Ήξερα από πολύ νωρίς τι ήθελα, το οποίο επεδίωξε με πολύ επιμονή αλλά και με τύχη. Γιατί εκτός από τα χαρίσματα στο χώρο αυτό πρέπει να έχεις ένστικτο, υπομονή, δύναμη και στόχο. Ζούμε κάτω από συνεχή κριτική πρώτα του εαυτού μας και μετά του κάθε καλοπροαίρετου ή κακοπροαίρετου, γνώστη ή μη, του κάθε καινούργιου διευθυντή όπερας, ατζέντη ή του κοινού. Αν δεν έχεις δύναμη να υποστείς όλα αυτά, τότε τσακίζεσαι. Και εγώ ήθελα να είμαι στη σκηνή πιο πολύ από οτιδήποτε άλλο στη ζωή μου, όλα τα άλλα έμοιαζαν περιττά. Μέχρι που ένιωσα ότι η τέχνη είναι η ζωή μου αλλά ότι δεν θέλω να υπάρχω μόνο για αυτήν. Ήθελα να γευτώ και να δω πως είναι η δημιουργία της ζωής που βγαίνει από τα σπλάχνα μου, να εξελιχθώ περισσότερο ως σώμα, ως ψυχή και ως ύπαρξη. Γι αυτό και το αγοράκι μου είναι η καλύτερη “παραγωγή” της ζωής μου, το αστέρι που με οδηγεί και με κάνει να νιώθω πιο δυνατή από ποτέ. Και παρότι είναι δύσκολο πολύ να συνδυαστούν τα ταξίδια, οι βαλίτσες, οι πρόβες και οι αγωνίες με ένα παιδί, τελικά, κατά έναν περίεργο τρόπο, όλα είναι δυνατά. Φαντάζουν να είναι αδύνατα ή αντικρουόμενα αλλά όλα μπορούν να γίνουν αρκεί να υπάρχει οργάνωση και ηρεμία.…
-Είναι συγκινητικό που επιστρέφετε με κάθε τρόπο στη γενέτειρά σας, την Καβάλα. Πώς προέκυψε η συνεργασία με το Cosmopolis;
Την περίοδο της πανδημίας, όλα τα συμβόλαια μου ακυρώθηκαν. Τα θέατρα έκλεισαν και εγώ άδειασα τις βαλίτσες. Τότε είναι που επισκέφθηκα τη μητέρα και τα αδέλφια μου στην Καβάλα και εκεί είχα μια συνάντηση-πρόσκληση του δημάρχου να υποστηρίξω τα πολιτιστικά δρώμενα της πόλης. Φυσικά και δέχτηκα με συγκίνηση να σταθώ δίπλα τους και να συμβάλω εφόσον με χρειαζόντουσαν. Οπότε όταν μετά από κάποιες βδομάδες μου τηλεφώνησε ο διευθυντής του Cosmopolis Festival, κ. Ζοπογλου, όλα άρχισαν να παίρνουν σάρκα και οστά. Και πραγματικά είναι τεράστιο βήμα αυτό που επιχειρούμε με το συγκεκριμένο project: επιλέξαμε άριστους μουσικούς και τραγουδιστές από 6 ευρωπαϊκές χώρες και θα ανεβάσουμε την όπερα Cosi fan tutte με δυο διανομές: πρόκειται για ένα τόλμημα επειδή προσδοκία μας είναι ένα υψηλό επίπεδο οργάνωσης στο επίπεδο των προβών και της μουσικής, τις προετοιμασίες ώστε οι συμμετέχοντες να νιώσουν πραγματικά τι σημαίνει να δουλεύουν σε ένα θέατρο ως επαγγελματίες. Και όλα αυτά σε τόσο δύσκολες εποχές οπότε τέτοιου είδους εγχειρήματα δεν μοιάζουν καθόλου αυτονόητα. Όμως είμαι απόλυτα σίγουρη ότι όλα θα πάνε καλά και έχω μέσα μου ένα υπέροχο συναίσθημα ότι φέτος θα θέσουμε τις βάσεις για έναν θεσμό που θα συνεχιστεί και θα φως και εξέλιξη πρώτα στην πόλη της Καβάλας αλλά και ευρύτερα σε όλο τον ευρωπαϊκό χώρο.
πηγή: protothema.gr