Ο Ανδρέας Παπανδρέου γεννήθηκε στη Χίο, το 1919, στο αρχοντικό της οικογένειας του σημερινού υπουργού Νότη Μηταράκη, και απεβίωσε στις 23 Ιουνίου 1996 από ανακοπή καρδιάς.
Ταλαιπωρημένος από προβλήματα υγείας, δεν έγραψε για τον εαυτό του, για την πρωθυπουργία του, ούτε ανέθεσε σε άλλους να γράψουν για λογαριασμό του.
Του αρκούσε ο θαυμασμός και η λατρεία του μεγάλου κομματιού του Ελληνικού Λαού που τον έφερε τρεις φορές στην πρωθυπουργία. Η άλλη ξεχασμένη Ελλάδα, τα φτωχότερα στρώματα του Ελληνικού Λαού, που επί των ημερών του βγήκανε από την πολιτική, οικονομική και κοινωνική απομόνωση.
Που απόκτησαν φωνή και σταμάτησαν να φοβούνται τη σκιά του χωροφύλακα. Που μπόρεσαν να συμμετέχουνε στα κοινά, να δουλέψουνε, να σπουδάσουνε, χωρίς πιστοποιητικά κοινωνικών φρονημάτων.
Ήτανε ο πολιτικός που οι ηγετικές του ικανότητες τον ξεχώρισαν απ’ όσους τον διαδέχτηκαν και απ’ όσους προσπαθούν να τον μιμηθούν ή να τον αντιγράψουν. Πολλοί από διαφορετικές αφετηρίες και για διαφορετικούς λόγους προσπάθησαν μέχρι και σήμερα, να σπιλώσουν τη μνήμη του και να μειώσουν την πολιτική του παρουσία και την προσφορά του στον τόπο και στην Ελληνική Κοινωνία.
Προσπάθησαν να κοντύνουνε τον Ανδρέα, αντί να προσπαθήσουνε οι ίδιοι να ψηλώσουνε για να τον φτάσουνε. Δυστυχώς για όλους αυτούς αλλά πολύ περισσότερο για τους πολιτικούς του συνεχιστές η σκιά του πέφτει βαριά επάνω τους, τους πλακώνει και αναδεικνύει καθημερινά τη διαχρονική ασημαντότητα τους.
Η σύγκριση της απόστασης που χωρίζει τις περισσότερες μετέπειτα πολιτικές ηγεσίες και κομματικές του ΠΑΣΟΚ, από εκείνον μόνο θλίψη προκαλεί.
Με το θάνατο του έλειψε από την Ελλάδα η πολιτική διορατικότητα του, η γνώση των γεωπολιτικών συνθηκών και των εξελίξεών τους, οι διεθνείς διασυνδέσεις του και το κύρος και αποδοχή του, η ικανότητα του να πείθει και να εμπνέει.
Οι κυβερνήσεις από πολιτικά όργανα, κατάντησαν λογιστικά και μεταφραστικά γραφεία. Θα μπορούσε κανείς να φαντασθεί τον Ανδρέα Παπανδρέου να μας εντάσσει σε μια νομισματική ένωση που άμεση σκοπιμότητα είχε μόνο τη λήψη χαμηλότοκων δανείων;
Να δέχεται, να συζητά και να διαπραγματεύεται μνημονιακές συνθήκες, με προσβλητικούς υπαλλήλους με σκοπό ν’ αποδεχθεί εξευτελιστικούς μνημονιακούς όρους, εκχωρώντας παράλληλα την Εθνική ανεξαρτησία της Χώρας;
Να παραδίδει τη πρωθυπουργία της Χώρας, έχοντας τη δεδηλωμένη, όπως έκανε ο γιός του, ή να εκλιπαρεί τυχάρπαστους πολιτικούς, όπως έκανε ο Βενιζέλος; Να συναινεί σε δύο με τη Τουρκία και μια με τα Σκόπια συμφωνίες αντίθετες με τα συμφέροντα της Ελλάδας;
Και πολλά αναρίθμητα άλλα , που αποδεικνύουνε ότι η μετέπειτα πολιτική ανεπάρκεια είναι ένα χαρακτηριστικό που δεν κρύβεται, όσο και αν φτιασιδώνονται ή προστατεύονται οι κάτοχοι τους.
Λιβύη: Όσα δεν ακούγονται
Όπως είναι γνωστό την 24η Ιουνίου, θα γίνει στο Βερολίνο η δεύτερη διάσκεψη για τη Λιβύη, την οποία διοργανώνει η Γερμανία. Αυτή είναι συνέχεια της πρώτης που είχε γίνει με την ίδια διαδικασία και στη Γερμανία πάλι τον Ιανουάριο του 2020.
Και σε αυτήν όπως και στη προηγούμενη, αν και είχε δηλώσει ενδιαφέρον συμμετοχής η Ελλάδα, εν τούτοις δεν προσκλήθηκε, αν και η είναι η πλέον κοντινή χώρα της Ε.Ε. με τη Λιβύη. Δεν είναι φυσικά η πρώτη φορά που η Γερμανία, συμπεριφέρεται με αυτό τον ελεεινό τρόπο στην Ελλάδα.
Το ίδιο είχε κάνει και όταν μάζευε στο Βερολίνο για να συζητήσει τη προοπτική ένταξης στην Ε.Ε. των χωρών των Δυτικών Βαλκανίων (Αλβανία, Σερβία, Μαυροβούνιο, Σκόπια), αλλά χωρίς και τότε να καλεί την …μακρινή Ελλάδα.
Εκείνο όμως που θα πρέπει να μας αφορά σαν Έλληνες πολίτες, είναι εάν σε αυτό το μεσοδιάστημα του ενάμιση χρόνου 1/2020-6/2021), η Ελλάδα πίεσε και κινήθηκε όπως έπρεπε προκειμένου να επιτύχει τη συμμετοχή της.
Και είχαμε σε αυτό το διάστημα αρκετές ευκαιρίες για θέματα που «καίγανε» τη Γερμανία, και για τα οποία χρειαζότανε και η έγκριση της Ελλάδας. Ή επειδή «οι Γερμανοί είναι φίλοι μας» καταπίνουμε αμάσητα όλα όσα συμφέρουνε τη Γερμανία, παραβλέποντας δικά μας συμφέροντα.
Ή μήπως περιμέναμε από τη Γερμανία, «λόγω Ε.Ε.» να λάβει υπ’ όψιν της τα συμφέροντα της Ελλάδας στη περιοχή, και όταν μάλιστα αυτά έρχονται σε κατάφωρη αντίθεση με τα συμφέροντα της διαχρονικής συμμάχου της Τουρκίας, και μάλιστα μετά από επιθυμία και πίεση του Ερντογάν;
Έτσι λοιπόν στις συγκεκριμένες διασκέψεις αντί η Γερμανία να καταγγείλει σαν κοινή θέση όλης της Ε.Ε ότι το παράνομο τουρκολιβυκό Σύμφωνο είναι “άκυρο και ανυπόστατο”, απέκλεισε την Ελλάδα από τις διασκέψεις αυτές, επειδή αυτή «τόλμησε» να υπογράψει μια αρχική συμφωνία με την Αίγυπτο, χωρίς την έγκριση της Γερμανίας, και ενάντια στα συμφέροντα της Τουρκίας, αποδεικνύοντας ακόμη μια φορά τη μεροληψία της Γερμανίας, που βάζει ξανά πάνω από την εταιρική σχέση με την Ελλάδα τη στρατηγική της συμμαχία με την Τουρκία, η οποία κρατάει από πολύ παλιά.
Το παράδοξο γίνεται εντονότερο, αν αναλογιστεί κανείς ότι στο Βερολίνο συγκεντρώθηκαν για να αποτρέψουν τις έξωθεν παρεμβάσεις στην λιβυκή κρίση οι δυνάμεις που κύρια ευθύνονται για αυτές, και δεν έχουν μέχρι τώρα ισχυρά κίνητρα ή αντικίνητρα για να αλλάξουν στάση.
Βλέποντας λοιπόν αποστασιοποιημένα την εικόνα της περιοχής, έχουμε μια Μεσόγειο γεμάτη αντίπαλους στόλους, μια Μέση Ανατολή υπερεξοπλισμένη από αντίπαλα συμφέροντα, και στα Βαλκάνια μια υποκινούμενη έξαρση ξεχασμένων μειονοτικών και θρησκευτικών ζητημάτων.
Σε όλα αυτά μαζί με Καύκασο, Αιγαίο, Κύπρο είναι αναμεμειγμένη με το χειρότερο τρόπο για τη διαφύλαξη της ειρήνης στις περιοχές αυτές η Τουρκία. Οι καιροί ου μενετοί.
ΘΩΜΑΣ ΚΑΡΑΚΑΣΗΣ