Dark Mode Light Mode

«Αντιγόνη»: Επιτυχημένη και η δεύτερη σεζόν

 

 

Πέρσι τον Αύγουστο γράφαμε ότι ο Θέμης Μουμουλίδης ρισκάρισε και υλοποίησε το πρόγραμμα ολόκληρης της περιοδείας για την παραγωγή της «Αντιγόνης», σε αντίθεση με κάποιους «δειλούς» που ματαίωναν τις παραστάσεις τους επικαλούμενοι την οικονομική κρίση. Το περσινό στοίχημα του σκηνοθέτη βγήκε και φέτος αποφάσισε να ρισκάρει ακόμη περισσότερο, πραγματοποιώντας νέα περιοδεία με την ίδια παραγωγή. Αν κρίνουμε από το κοινό που βρέθηκε το βράδυ της Κυριακής στους Φιλίππους, τότε σοφά έπραξε ο Θέμης Μουμουλίδης. Γιατί και η δεύτερη σεζόν της «Αντιγόνης» τραβάει τους θεατές σα μαγνήτης.

Το πλήθος που συναντήσαμε φτάνοντας στο θέατρο μας εξέπληξε. Μα τόσος κόσμος, βράδυ Κυριακής, για δεύτερη σεζόν και ύστερα από διήμερη φιλοξενία των «Επτά επί Θήβας»; Κι όμως! Τόσο τα ονόματα του θιάσου, όσο και η παρουσία του Νικήτα Τσακίρογλου κόντεψαν να γεμίσουν ασφυκτικά τους βράχους, όπως είχε συμβεί και πέρσι. Προφανώς οι θετικές κριτικές του 2015 ώθησαν εκείνους που είχαν χάσει τότε την ευκαιρία να την εκμεταλλευτούν φέτος. Όσοι επιστρέψαμε στο ραντεβού μας με την «Αντιγόνη» διαπιστώσαμε πως η δεύτερη σεζόν ήταν βελτιωμένη σε αρκετά σημεία. Απαλλαγμένοι από το άγχος της πρώτης φοράς προκειμένου να καλύψουμε όλες τις επιμέρους λεπτομέρειες της παράστασης, φέτος μπορέσαμε να εστιάσουμε την προσοχή μας και να εμβαθύνουμε σε ορισμένους τομείς, όπως η υπέροχη μετάφραση της Παναγιώτας Πανταζή. Ο λόγος του Σοφοκλή έφτασε βαθύτερα εντός μας και μας συνεπήρε με τα θεμελιώδη διδάγματά του.

«Δια χειρός Παναγιώτας Κοκκορού το εικαστικό σκηνικό, σε αποχρώσεις μαύρου – γκρι με μινιμαλιστικό – κυβιστικό χαρακτήρα ταίριαζε απόλυτα με τα κατάμαυρα κοστούμια των ηθοποιών, προσδίδοντας τη νότα της μοντέρνας ανάγνωσης. Η δε μουσική του Σταύρου Γασπαράτου ταίριαζε γάντι με τα τεκταινόμενα επί σκηνής σε σημείο που να την αποζητά η ακοή τις στιγμές παύσης της». Αυτά έγραφα πέρσι και τα ίδια επαναλαμβάνω και φέτος.

ΟΙ ΑΝΤΡΕΣ, ΣΚΑΛΟΠΑΤΙΑ ΨΗΛΟΤΕΡΟΙ!

Σε τίποτε δε διαφοροποιήθηκε και η άποψή μου για τις ερμηνείες των ηθοποιών. Η «Αντιγόνη» ήταν και παρέμεινε μια καθαρά αντρική υπόθεση, αφού οι κυρίες της παράστασης βελτιώθηκαν μεν, δεν κατάφεραν όμως να προσεγγίσουν τη δυναμικότητα των αντρικών ερμηνειών. Ο 78χρονος Νικήτας Τσακίρογλου παρέμεινε ο αναμφισβήτητος ηγέτης του έργου και του συνόλου. Η μακρόχρονη εμπειρία του, η απλή μεν αλλά χαρισματική ερμηνεία του, η χαρακτηριστική φωνή του λειτούργησαν ως ακρογωνιαίος λίθος των πάντων. Ειδικά στη σκηνή της στιχομυθίας του Κρέοντα με τον εξαίρετο Νίκο Αρβανίτη – Τειρεσία αλλά και στη σκηνή του θρήνου του, η απόδοσή του ήταν ονειρική. Ανθρώπινος και γήινος παρέμεινε και ο Αγγελιοφόρος του Σταύρου Ζαλμά. Ξεχωριστή και βελτιωμένη παρουσία εκείνη της Μαρούσκας Παναγιωτοπούλου, είτε τραγουδώντας απόσπασμα του χορικού είτε ερμηνεύοντας την Ευρυδίκη.

Καμία θεαματική βελτίωση δυστυχώς δε διαπίστωσα στο γυναικείο δίδυμο της Αντιγόνης – Ιωάννας Παππά και της Ισμήνης – Ελένης Ζαραφίδου. Αδύναμες ερμηνείες συγκριτικά με τη σημαντικότητα των αντίστοιχων ρόλων. Το βάρος της Αντιγόνης και φέτος αποδείχθηκε τεράστιο για τους λεπτεπίλεπτους ώμους της Ιωάννας Παππά, που αν δε φορούσε μικρόφωνο – ψείρα στην σκηνή του πασίγνωστου θρήνου: «Ω τάφε μου, ω νυφιάτικό μου, ω αιώνια, βαθιά στη γη σκαμμένη κατοικιά μου, για σένα τώρα ξεκινώ να πάω προς τους δικούς μου, που ένα τόσο πλήθος έχει δεχτή απ’ αυτούς η Περσεφόνη· στερνή τους τώρα εγώ και πολύ πιο άθλια πριν να ‘ρθη ακόμα η ώρα μου πηγαίνω…» η φωνή της δε θα έφτανε ψηλότερα από τις πρώτες 3 – 4 σειρές των καθισμάτων. Η Ιωάννα είναι καλή ηθοποιός, της ταιριάζει όμως περισσότερο το σύγχρονο θέατρο σε στεγασμένο χώρο, όπου δεν απαιτείται έκταση φωνής και πληθωρικότητα παρουσίας.

ΤΑ ΔΙΚΑ ΜΑΣ ΠΑΙΔΙΑ

Ομολογώ ότι τα δικά μου κίνητρα για την επανάληψη της «Αντιγόνης» ήταν συγκεκριμένα και αφορούσαν σε δύο πρόσωπα. Στο Μάνο Καρατζογιάννη, το Στέφανο της «Πάχνης» και στο Γιώργο Παπαπαύλου, αφηγητή & δημοσιογράφο του «Γηραιού Πατήρ». Έχοντας επικοινωνήσει μαζί τους τις προηγούμενες ημέρες και έχοντας εισπράξει την επιθυμία τους να βρεθούμε, το λιγότερο που μπορούσα να πράξω ήταν να επιστρέψω στους Φιλίππους, να τους απολαύσω ξανά, να τους χειροκροτήσω ξανά και να μιλήσω μαζί τους στα καμαρίνια. Ο Μάνος κι ο Γιώργος είναι τα δικά μας παιδιά. Τ’ αγαπάμε υπέρμετρα, παρακολουθούμε την πορεία τους έστω και μακρόθεν, φουσκώνουμε δε από περηφάνια όταν διαπιστώνουμε τα άλματα εξέλιξής τους και την αποδοχή τους από το κοινό.

Ο Μάνος κι ο Γιώργος είναι δυο γλυκύτατα πλάσμα, ταλαντούχα αλλά προσγειωμένα, που χαράζουν τη δική τους ανοδική καλλιτεχνική πορεία μέσα από προσεγμένες επιλογές και μακριά από εκπτώσεις και ξεπουλήματα. Σεβόμενοι τον εαυτό τους και το κοινό, αμφότεροι βαδίζουν με πυξίδα το θεώρημα «ηθοποιός = εκείνος που ποιεί ήθος». Δε φτιάχνουν απλά τους ρόλους που αναλαμβάνουν αλλά επενδύουν στην ερμηνεία τους όλη την ικμάδα και τη δύναμη τους.

Ο ΔΙΚΟΣ ΜΟΥ ΜΑΝΟΣ

Ο Μάνος κι ο Γιώργος είναι δυο υπέροχες οπτικά παρουσίες, με μπόλικο όμως «περιεχόμενο». Δανείζομαι απόσπασμα από περσινή συνέντευξη του Μάνου όπου ανέφεραν για εκείνον: «Ηθοποιός πολύτιμης συγκίνησης, ψυχικής συμμετοχής και έξοχης “μπλε μελαγχολίας”. Φιλότιμος, πυρετικός, γοργός, ρεαλιστικός και ουσιώδης. Mε ένστικτο και δραματικό βάθος. Ο Μάνος Καρατζογιάννης είναι ένας καλλιτέχνης ευγενής, σοβαρός, καθάριος, όμορφος, με πλήθος χαρίσματα. Εμπνέεται από τα ιδανικά του και καθοδηγείται από τις αξίες του. Το αδιέξοδο δεν υπάρχει στο λεξιλόγιό του κι ο συμβιβασμός είναι μια λέξη που δεν αναγνωρίζει. Η τέχνη γι’ αυτόν είναι άνοιγμα και δόσιμο. Στην αχανή στέπα που είναι το θέατρο κατέχει σημαίνουσα θέση μεταξύ των νέων ηθοποιών».

Να λοιπόν που δεν είμαι εγώ προκατειλημμένη υπέρ του. Το ήθος του, το ταλέντο του, η διαρκής εκπαίδευση στην οποία επιβάλει τον εαυτό του αναγνωρίζεται από πολλούς. Εκτός όλων των υπολοίπων, ο Μάνος είναι και φανατικός ζωόφιλος. Μάλιστα, όπως ομολογεί και ο ίδιος έχει ταλαιπωρήσει πολύ τη μητέρα του μαζεύοντας στο σπίτι όσα αδέσποτα σκυλιά βρει στο δρόμο του! Παρά τα όσα ξέρω για το Μάνο δε σταματά να με εκπλήσσει, με την διαφορά μεταξύ της παρουσίας του επί σκηνής και επί παρασκηνίου. Ο Μάνος της σκηνής ανεξήγητα «διευρύνεται», αποκτά τέτοιο ανάστημα και τέτοια στιβαρότητα φωνής, ότι δηλαδή απαιτεί ο ρόλος του. Ο Μάνος της φιλικής κουβέντας όμως επανέρχεται στις «διαστάσεις» του ντελικάτου λατρεμένου μας παιδιού, που ξέρει να δείχνει αυθόρμητα την αγάπη του και τη χαρά του.

Ο ΔΙΚΟΣ ΜΟΥ ΓΙΩΡΓΟΣ

Το πανέμορφο αρρενωπό παρουσιαστικό του Γιώργου Παπαπαύλου κρύβει  μια ασυνήθιστη ευγένεια ψυχής. Γεννημένος και μεγαλωμένος στην Πάτρα, ο Γιώργος θεωρεί ότι ένας ηθοποιός χρειάζεται ατελείωτη δουλειά και πίστη στον εαυτό του. Πρέπει ο καθένας να συνειδητοποιήσει και να καλλιεργήσει μέσα του την αίσθηση της μοναδικότητας του. Στη Β’ Λυκείου και ενώ είχε αποφασίσει ότι θα γινόταν δημοσιογράφος – εκφωνητής ειδήσεων, η καθηγήτρια που τον δίδασκε γερμανικά του είπε ξαφνικά μια μέρα ότι θα έπρεπε να γίνει ηθοποιός. Άποψη που ευτυχώς για όλους εμάς την ασπάστηκε. Όταν πέρασε στη Νομική Αθήνας, οι γονείς του δεν ήθελαν να ακούσουν οτιδήποτε για το θέατρο κι έτσι ο Γιώργος σπούδαζε κρυφά τα πρώτα χρόνια. Στο τρίτο έτος όμως το μυστικό αποκαλύφθηκε. Όταν οι γονείς είδαν τις πτυχιακές του οι συνθήκες άλλαξαν κι από τότε τον στηρίζουν συνεχώς.

Για το Γιώργο έχουν γράψει: «Είχα προσέξει ένα νέο άνθρωπο που ήταν πάντα χαμογελαστός και ευγενικός. Δεκτικός, προσηνής, ευπρεπής και ευπρόσωπος. Το πιο ευανάγνωστο όμως στο Γιώργο Παπαπαύλου είναι το ταλέντο του, η ποιότητά του, η φιλοτιμία του, η πειθαρχία του. Ο Γιώργος είναι από εκείνους τους καλλιτέχνες που κάθε βράδυ ανανεώνονται, κάθε βράδυ προοδεύουν, υποδύονται συναισθήματα, φέρνουν στο φως εμπειρίες για να εκτεθούν σε ένα κοινό διαφορετικό από αυτό της προηγούμενης μέρας και κάθε βράδυ μας επιβεβαιώνουν πως η αληθινή ζωή είναι αλλού, δηλαδή στο θέατρο».

Όταν επιστρέφει στο σπίτι του στην Πάτρα τον περιμένουν τα σκυλιά του. Ίσως η πληροφορία να θεωρηθεί περιττή για κάποιους, αλλά για μένα η φιλόζωη πτυχή ενός ανθρώπου προδίδει την ευγένεια της ψυχής του.

ΡΑΝΤΕΒΟΥ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ

Ο Μάνος κι ο Γιώργος το βράδυ της Κυριακής μοιράστηκαν το ίδιο καμαρίνι. Εκεί μας υποδέχθηκαν, μας απέδειξαν την ειλικρινέστατη χαρά τους για τη νέα μας συνάντηση και δέχθηκαν τις ευχές μας για μια λαμπρή συνέχεια της περιοδείας τους. Εμείς ξέρουμε ότι σέβονται την άποψή μας κι εκτιμούν κάθε σχόλιο που έχουμε γράψει για τις ερμηνείες τους. Εκείνοι ξέρουν ότι τους αγαπούμε και απολαμβάνουμε την καλλιτεχνική τους άνοδο.

Μόνο που αυτές οι ετήσιες «κλεφτές» συναντήσεις κάθε καλοκαίρι μοιάζουν και δυσκολότερες. Γιατί απλά ο χρόνος μαζί τους είναι τόσο περιορισμένος που δεν επιτρέπει μια πολύωρη κι εποικοδομητική κουβέντα. Πριν προλάβουμε να τους χορτάσουμε δυστυχώς τους στερούμαστε κι ελπίζουμε ότι η επόμενη συνάντησή μας θα είναι σύντομη ημερολογιακά και μακρύτερη χρονικά. Στο μεσοδιάστημα, ο Μάνος κι ο Γιώργος θα δουλεύουν φιλότιμα για την επόμενη  συμμετοχή τους κι εμείς, με σύμμαχο το διαδίκτυο και τις σελίδες κοινωνικής δικτύωσης, θα παρακολουθούμε την πρόοδο των αγαπημένων μας παιδιών!

 

ΒΟΥΛΑ ΘΑΣΙΤΟΥ ΔΕΛΗΓΙΑΝΝΗ

Προηγούμενο άρθρο

Ακούει το κέντρο ;

Επόμενο άρθρο

Ηρακλής: Πατάει Ελλάδα ο… «Ελβετός» - Βύρων: Το τυπικό για την απόκτηση του Στέλιου Αγγελίδη