Γράφει ο Θόδωρος Θεοδωρίδης
Ο κ. Κωνσταντίνος Χιόνης με μια μικρή σχετικά καθυστέρηση και με ένα τεράστιο σε έκταση κείμενό του, που δημοσιεύσαμε στο φύλλο της «Πρωινής» της Παρασκευής 23 Ιουνίου 2017 (δημοσιεύεται παρακάτω), απάντησε σε ένα δικό μου σχόλιο το οποίο μάλιστα δεν διστάζει να το χαρακτηρίσει «λιβελογράφημα».
Ο κ. Κωνσταντίνος Χιόνης –δεν ξέρω γιατί- νιώθει την ανάγκη να απαντήσει σε ένα κείμενο το οποίο –δηλώνω απερίφραστα και κατηγορηματικά- σε καμιά περίπτωση δεν τον αφορά και δεν τον αγγίζει.
Ωστόσο αναλαμβάνει την πρωτοβουλία και τον ρόλο συνηγόρου της δημοτικής αρχής, αυτοβούλως και μάλιστα με ανεξήγητο φανατισμό να με «στολίσει» με διάφορους χαρακτηρισμούς («λιβελογράφο», «τιμητή σε χώρους που δεν γνωρίζω», ότι «προβαίνω σε πομφόλυγες που διαρρηγνύονται χωρίς να έχω την ανάλογη κατάρτιση» κ.λ.π.).
Ο κ. Κωνσταντίνος Χιόνης εμπλέκει στην απάντησή του και τον αείμνηστο Γιώργο Αστεριάδη, με τον οποίον με συνέδεαν δεσμοί φιλικοί και οικογενειακοί από τις αρχές της δεκαετίας του ‘60 και τον οποίο φυσικά δεν αφορά σε καμιά περίπτωση το αρχικό μου σχόλιο. Πώς θα μπορούσε άλλωστε. Αν μάλιστα το σχόλιό μου δεν αφορά μία φορά τον κ. Κωνσταντίνο Χιόνη τότε δεν αφορά εκατό φορές τον Γιώργο Αστεριάδη και την οικογένειά του.
Επίσης δεν θα αποφύγω τον πειρασμό να πω ότι διακρίνω μια αυταρέσκεια και μια τάση αυτοπροβολής στον κ. Κωνσταντίνο Χιόνη όταν αναφέρει την δουλειά που έκανε με το αρχείο Γιώργου Αστεριάδη. Και μάλιστα η εκτίμησή μου αυτή ενισχύεται και από το γεγονός ότι την απάντησή του στο …«λιβελογράφημά» μου την έκανε φέιγ βολάν και την μοίρασε σε όλες τις τοπικές εφημερίδες, δίκην δελτίου τύπου, παρά το γεγονός ότι το δικό μου σχόλιο δημοσιεύτηκε μόνον στην «Πρωϊνή» και οι αναγνώστες των άλλων εφημερίδων δεν θα έχουν την ευκαιρία να το διαβάσουν ώστε να κρίνουν ακριβοδίκαια την όποια διαφορά μας.
Μιλάμε για στοιχειώδη δεοντολογία την οποία ο κ. Κωνσταντίνος Χιόνης φαίνεται να μη σέβεται. Διότι ούτε την παρούσα απάντησή μου θα έχουν την ευκαιρία να διαβάσουν οι αναγνώστες των άλλων εφημερίδων οι οποίοι όμως κατέληξαν στην όποια τους εκτίμηση για μένα και τις απόψεις μου μόνον από την επιστολή του κ. Κωνσταντίνου Χιόνη.
Ο κ. Κωνσταντίνος Χιόνης προβαίνει και σε άλλες κατηγορίες και αρνητικούς χαρακτηρισμούς σε βάρος μου κατατάσσοντάς με –συν τοις άλλοις- σε εκείνους που «…παρασύρουν μάλιστα και πολιτικά πρόσωπα, τα οποία και εκθέτουν, με το όχι που ψηφίζουν, γιατί δεν θέλουν να έρθουν σε ρήξη με τους αρνητές των πάντων, με τους οποίους συνδέονται».
Η κατηγορία αυτή που εκτοξεύει εναντίον μου ο κ. Κωνσταντίνος Χιόνης στην ουσία προσβάλει βάναυσα όλους τους επικεφαλής των δημοτικών παρατάξεων της αντιπολίτευσης στο δημοτικό συμβούλιο Καβάλας, που ψήφισαν «όχι» στο θέμα του προτεινόμενου από την διοίκηση του Δήμου συνεδρίου τοπικής ιστορίας. Και μάλιστα ότι αυτό έγινε όχι για τους ιδιαίτερους πολιτικούς λόγους που εξήγησε ο κάθε ένας από τους επικεφαλής στην εν λόγω συνεδρίαση αλλά διότι συνδέονται, τάχα, με μένα και δεν θέλουν να έρθουν σε ρήξη. Αυτό αν δεν είναι ένα κακόγουστο αστείο είναι μια βαριά κατηγορία και μια άθλια συκοφαντία που εκτοξεύει ο κ. Κωνσταντίνος Χιόνης εναντίον μου και την οποία θα πρέπει όχι μόνο να διευκρινίσει αλλά και να αποδείξει όταν θα έρθει η ώρα
Τέλος μία φράση πέντε μόλις λέξεων του κ. Κωνσταντίνου Χιόνη προς το τέλος της απάντησής του με λυπεί αφάνταστα και με κάνει να αρχίζω να αμφιβάλω για την εικόνα που είχα διαμορφώσει μέσα μου για τον άνθρωπο αυτό και την μακρόχρονη διαδρομή του και προσφορά του στον τόπο μας.
Γράφει με υπερβάλλοντα κομπασμό ο κ. Κωνσταντίνος Χιόνης, αφού στο μεταξύ με έχει «λούσει» με πολλούς προσβλητικούς χαρακτηρισμούς: «Δε θα συνεχίσω τον εξάψαλμο.» Δηλαδή, ήρθε ο κ. Κωνσταντίνος Χιόνης αυτόκλητος συνήγορος της δημοτικής αρχής, με έπιασε απ’ το αυτί για τα «κακά λόγια» που έγραψα και είπα, μου «έδωσε ένα χέρι ξύλο» με την απάντησή του και εις επήκοον όλων των Καβαλιωτών, με περισσή αλαζονεία και έπαρση κοκορεύεται και λέει: «Είδατε τι το έκανα εγώ το άτακτο και κακομαθημένο αυτό παιδαρέλι; Του έψαλα τον εξάψαλμο. Για να μάθει άλλη φορά να είναι φρόνιμος».
Και τέλος για την ουσία του θέματος:
Πρόκειται να υποβληθούμε σε μια σοβαρότατη εγχείρηση σε μια κλινική που διαθέτει τα πιο σύγχρονα και εξελιγμένα τεχνολογικώς ιατρικά εργαλεία και μηχανήματα χειρουργικής (αρχεία από το 1835, σπάνια βιβλιογραφία, συλλογές πολύτιμων εγγράφων κ.λ.π.). Εσείς θα καθόσασταν κ. Κωνσταντίνε Χιόνη να σας εγχειρήσουν οι νοσοκόμες, όσο ζήλο και αν έχουν και όση όρεξη για δουλειά κι αν διαθέτουν; Εγώ όχι. Σε καμιά περίπτωση. Να με συγχωρείτε αλλά θα προτιμούσα τους γιατρούς…
*************************************************************************************
Η επιστολή Χιόνη
Απάντηση σε λιβελογράφημα δημοσιογράφου της «Πρωϊνής»
του Κωνσταντίνου Χιόνη
Με έκπληξη ανέγνωσα άρθρο του δημοσιογράφου της «Πρωϊνής» κ. Θ. Θεοδωρίδη με τίτλο: «Όχι στους αλμπάνηδες της γλώσσας και της ιστορίας». Από μια απλή ανάγνωση του άρθρου αντιλαμβάνεται ο αναγνώστης την οργή του αρθρογράφου κατά του ανθρώπου που φέρνει «σούρτα-φέρτα στις κάμαρες και τους διαδρόμους του κτιρίου Herzog», ο οποίος παρέσυρε τάχα τη δήμαρχο να συναινέσει «σε μια γελοία φιέστα, χωρίς κανένα απολύτως αξιόπιστο επιστημονικό υπόβαθρο και χωρίς τις αναγκαίες και απαραίτητες σ’ αυτές τις περιπτώσεις εξασφαλίσεις στοιχειώδους σοβαρότητος ώστε να προκύπτει και μια στοιχειώδης εγκυρότητα». Και τελειώνει «Όχι σε σκιτζήδες και καλαμπόρτζηδες».
Η καλόπιστη κριτική και οι αιτιολογημένες αντιρρήσεις πάντα είναι ευπρόσδεκτες και συζητήσιμες. Αλλά οι πικρόχολες ύβρεις κατά προσώπων που πρόσφεραν στην Καβάλα, δεν είναι ανεκτές. Οι προσωπικές διαφορές και οι αντιπαραθέσεις δεν έχουν θέση σε πνευματικές εκδηλώσεις που πρέπει να ενώνουν και όχι να διχάζουν. Το άρθρο του κ. Θεοδωρίδη ξεφεύγει από κάθε ευπρέπεια, γίνεται λίβελος και καταφέρεται κατά πάντων και δια πάντα. Δεν αναφέρονται οι λόγοι της άρνησης της διεξαγωγής του ιστορικού συνεδρίου της Καβάλας. Υποστηρίζει πρέπει να αναζητηθούν ειδικοί επιστήμονες ή αναγνωρισμένοι επιστημονικοί φορείς για να το οργανώσουν, οι οποίοι και θα απευθυνθούν σε επιστήμονες κύρους για να κάνουν τις ανακοινώσεις τους στο Συνέδριο. Διαφεύγει της προσοχής του κ. Θεοδωρίδη ότι πολλοί από τους επιστήμονες αυτούς που επικαλείται, έρχονται ανέτοιμοι να πουν δυο λόγια και να κάνουν την εμφάνισή τους. Η επιτυχία ενός Συμποσίου ή Συνεδρίου εξαρτάται από τους νέους επιστήμονες που θα δουλέψουν ένα θέμα για να το παρουσιάσουν. Η Καβάλα διαθέτει ένα πλούσιο επιστημονικό προσωπικό που μένει ανεκμετάλλευτο. Διαθέτει πανεπιστημιακούς, διαθέτει νεαρούς ερευνητές που διακρίνονται για το ζήλο τους στην ιστορική έρευνα. Αυτούς πρέπει να τους αξιοποιήσουμε. Όχι κινούμενοι από προσωπική έχθρα σε πρόσωπα, να γινόμαστε αρνητές των πάντων. Ο κ. Θεοδωρίδης δεν κατονομάζει το πρόσωπο που υβρίζει αλλά όλοι αντιλαμβάνονται τον άνθρωπο που υπονοεί, τον άνθρωπο που έχει υπηρετήσει σε δημόσιες θέσεις και προβαίνει σε θαυμάσιες ιστορικές εκπομπές για ενημέρωση του κόσμου. Το ίδιο κάνει και ο σχολικός σύμβουλος της Α/θμιας Εκπ/σης Αθαν. Διαλεκτόπουλος. Τα Δημοτικά Συμβούλια πρέπει να είναι ομόφωνα σε πολιτιστικές εκδηλώσεις. Τα επτά Συμπόσια που έγιναν στη Θάσο, ψηφίστηκαν ομόφωνα από το Δημοτικό Συμβούλιο. Το ίδιο ψηφίστηκαν και από τους Δήμους του Παγγαίου και του Νέστου. Και είχαν επιτυχία, αν και στηρίχτηκαν στις δικές τους τοπικές δυνάμεις.
Στην Καβάλα χρόνια είχε να γίνει Συμπόσιο ή Συνέδριο. Το 1977 ανέλαβε την πρωτοβουλία ο νεαρός τότε μητροπολίτης Προκόπιος, ο οποίος και προέβη σε μια εξαιρετική ανακοίνωση με την παρουσίαση του ιστορικού της ίδρυσης του Παρθεναγωγείου Καβάλας. Ακολούθησε το δεύτερο Συνέδριο από τον ίδιο φορέα το 1985. Το 1989 πραγματοποιήθηκε το τρίτο Συνέδριο από το δήμαρχο Καβάλας Λευθέρη Αθανασιάδη. Από το 2001 η σκυτάλη των Συνεδρίων πέρασε στον κ. Νικόλαο Ρουδομέτωφ, ο οποίος πραγματοποίησε τρία επιτυχημένα συνέδρια το 2001, 2005 και 2009. Έκτοτε δεν υλοποιήθηκε κανένα, λόγω οικονομικής αδυναμίας του Ι.Λ.Α.Κ.
Σήμερα θεώρησα κατάλληλη τη στιγμή να αναβιώσουμε τις παλιές εποχές των Συνεδρίων της Καβάλας. Η οικογένεια Αστεριάδη μ’ εμπιστεύτηκε τη μελέτη του Αρχείου του αείμνηστου Γεωργίου Αστεριάδη. Ο ίδιος με παρακάλεσε για την τύχη της βιβλιοθήκης του. Η οικογένειά του, όμως, τα τακτοποίησε όλα. Σκέφθηκα, λοιπόν, για την παρουσίαση του πλούσιου αρχείου του να οργανωθεί ένα συνέδριο από τη Θασιακή Ένωση Καβάλας και τη Θρακική Εστία. Για να προσδώσω όμως περισσότερο κύρος στο Συνέδριο παρακάλεσα την κ. Δήμαρχο να αναλάβει ο Δήμος την όλη οργάνωση. Πρότεινα ως πρόεδρο της Οργανωτικής Επιτροπής τον κ. Νικόλαο Ρουδομέτωφ, λόγω της πολύχρονης προσφοράς του στην πόλη της Καβάλας. Αντιπρότειναν τα άλλα μέλη να μην αναθέσουμε τέτοια ευθύνη στον κ. Ρουδομέτωφ, λόγω ηλικίας, αλλά να τον τιμήσουμε για το όλο έργο του. Από το αρχείο του Γ. Αστεριάδη παρελαύνει όλη η νεότερη ιστορία της Καβάλας. Οι προξενικές εκθέσεις φέρνουν στο φως άγνωστα στοιχεία που διαφωτίζουν τη χρονική περίοδο 1835-1918. Οι τοπικοί ερευνητές, που δεν έχουν θέμα, θα προσφύγουν στην προξενική αλληλογραφία για να παρουσιάσουν άγνωστες πτυχές της ιστορίας της πόλης. Δεν χρειάζεται χρόνος για να εντοπίσεις μερικά ενδιαφέροντα ανέκδοτα έγγραφα, τα οποία και θα παρουσιάσεις. Χρειάζεται μόνο ζήλος για την επίτευξη του σκοπού. Χαίρομαι που η δήμαρχος Καβάλας ασπάστηκε την άποψή μας για να τιμηθεί ο αείμνηστος Γ. Αστεριάδης, ο οποίος υπήρξε και ευεργέτης της πόλης. Παράλληλα θα τιμηθεί και ο Ν. Ρουδομέτωφ για την πολύτιμη προσφορά του. Μερικοί αρέσκονται σε ύβρεις αλλά τους διαφεύγει η ουσία. Προβαίνουν από προσωπική αντιπαράθεση σε πομφόλυγες που διαρρηγνύονται χωρίς να έχουν την ανάλογη κατάρτιση. Γίνονται τιμητές σε χώρους που δε γνωρίζουν. Παρασύρουν μάλιστα και πολιτικά πρόσωπα, τα οποία και εκθέτουν, με το όχι που ψηφίζουν, γιατί δεν θέλουν να έρθουν σε ρήξη με τους αρνητές των πάντων, με τους οποίους συνδέονται. Δε θα συνεχίσω τον εξάψαλμο. Το Συνέδριο γίνεται για να διαφωτισθεί η ιστορία της πόλης κατά την περίοδο 1835-1918. Οι περισσότερες ανακοινώσεις θα στηριχθούν στο αρχείο Αστεριάδη, που δώρισε ένα ακίνητό του στο Δήμο Καβάλας, μεταβίβασε 11.600 βιβλία του στη Δημοτική Βιβλιοθήκη Καβάλας και πλούτισε το Ιστορικό Αρχείο της πόλης με την αλληλογραφία των υποπροξένων της Καβάλας. Και έγραψα αυτή την απάντησή μου στον κ. Θεοδωρίδη χάριν της ιστορίας «του μη λήθης βυθώ, ην ο χρόνος οίδε γεννάν παραδοθήναι τα υπό τινων πεπραγμένα είτε αγαθά είτε φαύλα τυγχάνοιεν».