του Τάσου Βιζικίδη
Σκοτάδι πίσσα, μάλλον θα ακουστεί ξανά η φωνή εκείνη που ζητάει απελπισμένα συγχώρεση. Προσπαθώ να μαντέψω ποιος είναι αυτός που κρυμμένος στο βαθύ σκοτάδι μας αναστατώνει το τελευταίο διάστημα. Την πρώτη φορά που ακούστηκε αυτή η σπαρακτική «Συγγνώμη…» ανατρίχιασε η γειτονιά…
Κακόγουστη φάρσα σκεφτήκαμε, όμως κάτι δεν μας κολλούσε, η απόγνωση που ταξίδευε μαζί με τη συγγνώμη δεν γινόταν να είναι προσποιητή. Το μόνο που καταλάβαμε ήταν πως η φωνή ήταν ηλικιωμένου ανθρώπου.
Κάπου πήγαινε το μυαλό όλων μας, καθώς γνωρίζαμε το ποιόν των περισσοτέρων στη γειτονιά. «Να δεις ο Πανίκας είναι, έδειρε κόσμο στα νιάτα του…», «Μπα, ο Νίκος ο τοκογλύφος φωνάζει, πήρε ανθρώπους στο λαιμό του…», «Βρε, μήπως είναι εκείνος που κάποτε έβαλε φωτιά στο σπίτι της Παναήλας;»…
Ξύνουν παλιές πληγές αυτές οι κραυγές, καθώς άλλος λίγο άλλος πολύ έχει τη δική του αμαρτωλή ιστορία… Από τις συζητήσεις εξαιρούσαμε τον μπάρμπα Σώτο, νομίζαμε πως έχει «λευκό μητρώο». Μέχρι που μάθαμε πως αποκλήρωσε το γιό του για το γάμο του που δεν τον ενέκρινε.
Πήρε και το εγγόνι το όνομα του άλλου παππού, ποιος ξέρει μπορεί αυτό να του έκατσε βαρύ… Μπα, μας φαινόταν τραβηγμένο… Η χήρα του Ευγένη μας είπε πως ψάχνουμε λάθος άνθρωπο «Ο Γιωρίκας της Άννας της κοντής είναι…
Ο άντρας μου και ο λεγάμενος ήταν παιδικοί φίλοι. Πιάστηκε ο Γιωρίκας έκανε παράδες… Κάποια στιγμή ο Ευγένης του ζήτησε βοήθεια για το μικρό του αδελφό που χρειαζόταν νοσηλεία στο εξωτερικό. Δεν του ‘δωσε, το χάσανε το παιδί…» Πέσαμε από τα σύννεφα, δεν μπορούσαμε να το χωνέψουμε…
Ο κυρ Γιώργος έχει το σεβασμό και την εκτίμηση όλων μας. Σοβαρός, μετρημένος, πρώτος σε φιλανθρωπίες, άνθρωπος της εκκλησίας, αποκλείεται να κουβαλάει τέτοιο βαρύ φορτίο…Ήταν υπεράνω πάσης υποψίας…
Συνεννοηθήκαμε οι γείτονες να κοιμόμαστε με βάρδιες τις θεοσκότεινες νύκτες, την επόμενη φορά φορά δεν θα έκρυβε στο σκοτάδι την ταυτότητα του μεταμελημένου. Ήμασταν αποφασισμένοι να βάλουμε ένα τέλος, να κλείσουμε αυτή την πληγή… Δεν γινόταν να συνεχιστεί αυτή η κατάσταση, καθώς όσο σκαλίζαμε στο παρελθόν τόσο βρίσκαμε καρβουνάκια να σιγοκαίνε…
Να, η «Συγγνώμη…» τρυπάει ξανά το σκοτάδι… Αιφνιδιαστήκαμε, δεν είναι η φωνή που περιμέναμε να ακούσουμε, αυτή τη φορά είναι γυναικεία…
Να δεις που είχε δίκιο τελικά ο αλαφροΐσκιωτος γείτονας για τα φτερωτά όντα που παραμονεύουν στο σκοτάδι.
«Οι Ερινύες ψάχνουν…» μας έλεγε …
Κι ως φαίνεται κι αυτό το βράδυ βρήκαν…
Κλείνω το παράθυρο.
Ποιος ξέρει, μπορεί να είμαι ο επόμενος…