Με αφορμή το γνωστό επεισόδιο Μενδώνη – Λυχούνα και όλα όσα ακολούθησαν, ο Αργύρης Μπακιρτζής επιχειρεί μια γενικότερη παρέμβαση στις εξελίξεις που έχουν να κάνουν με το πως μεταχειριστήκαμε και μεταχειριζόμαστε την πόλη μας και πως σιγά – σιγά καταστρέφουμε την εικόνα της αλλά και την ιστορία της.
Περπατώντας στην παραλία, συναντώ συχνά έναν κύριο που πάντα, είτε με λόγια είτε με νοήματα από μακριά, μου εκφράζει την έντονη ενόχλησή του για το χαμηλό επίπεδο πολιτισμού της κοινωνία μας, τις καταστροφές που συντελούνται καθημερινά μπρος στα μάτια μας κι έχουμε τόσο συνηθίσει που φθάσαμε να μην τις προσέχουμε. Σκέφτηκα ότι έτσι κάπως θα αντιδράσει βλέποντας τί ετοιμάζεται να γίνει πίσω απ’ τον Λιμενικό Σταθμό και μπροστά απ’ το Παράλιο τείχος και την Παναγία. Και επειδή δεν μπορούμε όλα να τα περιμένουμε απ’ τον Μιχάλη Λυχούνα που όσο περνά ο καιρός όλο και περισσότερο μου θυμίζει τον στίχο του Καβάφη «ποτέ από το χρέος μη κινούντες», σκέφθηκα να ασχοληθώ με αυτό το θέμα που φαίνεται το έχει καταπιεί αμάσητο η πόλη μας.
Όμως πριν πιάσω το θέμα του Εμπορικού Κέντρου θα ήθελα να εκθέσω μερικές σκέψεις για τις πολυμέτωπες επιθέσεις που δέχεται ο προαναφερθείς αρχαιολόγος. Τα πάθη σβήνουνε, τα λόγια ξεχνιούνται, οι άνθρωποι σε θέσεις κλειδιά αποχωρούν, όμως η Βασιλική Β΄ των Φιλίππων μένει. Η ανάγκη προστασίας της είναι δεδομένη και είναι αυτή, είμαι σίγουρος, που ώθησε τον αρχαιολόγο να αντιδράσει, ομολογουμένως με ακραίες εκφράσεις, και να εκτεθεί στον δαίμονα του Facebook. Όμως δεν ήταν μια δράση αλλά μια αντίδρασή τουσε μια συμπεριφορά που τον προσέβαλε και είναι ένας άνθρωπος που όταν κάτι τον πνίγει δεν μπορεί να καταπνίξει την αντίδρασή του. Συνεργάστηκα μαζί του επί 10ετίες στη 12η ΕΒΑ και μπορώ να πω ότι ήταν αυτός με τον οποίο κατεξοχήν είχα αποτελεσματική και δημιουργική συνεργασία σε αρχαιολογικά θέματα. Γνωρίζει το αντικείμενο της δουλειάς του όσο κανείς ενεργός αρχαιολόγος στην περιοχή μας και είναι ανυποχώρητος όσον αφορά στην προστασία των μνημείων. Να θυμίσω την παρέμβασή του στον εισαγγελέα για την καταστροφική για τις Καμάρες μελέτη φωτισμού που ήταν έτοιμο το ΥΠΠΟ να εφαρμόσει. Επειδή έχει προηγηθεί η θλιβερή για πάρα πολλούς και για μένα απόφαση της καταστροφής μέρους της Βασιλικής οδού στη Θεσσαλονίκη για την κατασκευή του σταθμού του Μετρό της Βενιζέλου, μια βλαπτική επέμβαση χωρίς καμιά αντίδραση σε ένα μνημείο τόσο σημαντικό όπως η Βασιλική Β΄ και μάλιστα απ’ την Υπηρεσία που αρμοδιότητά της είναι η προστασία του, θα ήταν ασυγχώρητη. Οπότε θεωρώ ότι η αντίδραση του Λυχούνα στο θέμα της αναστήλωσης της Βασιλικής Β ΄ έσωσε, έστω την τελευταία στιγμή, την τιμή των όπλων για την Αρχαιολογική Υπηρεσία. Σήμερα, όμως, η συζήτηση όλη γίνεται για το τί είπε ο Λυχούνας και όχι για το τί συμβαίνει με το μνημείο. Οπότε θεωρώ ότι η συζήτηση είναι παραπλανητική. Και φοβάμαι ότι έτσι οδηγούμαστε στο να παρακαμφθεί το ζήτημα στο οποίο οφείλουμε να επικεντρωθούμε, την αναστήλωση της Βασιλικής Β΄. Επειδή ορισμένοι τονίζουν πως υπάρχει φόβος να χάσουμε χρήματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, πρέπει να μην ξεχνάμε ότι οι αναστηλώσεις στην Ε.Ε. γίνονται με κανόνες που έχουν θεσπιστεί ήδη απ’ τα τέλη του 19ου αιώνα και ότι τα χρήματα χορηγούνται για να γίνονται τα έργα σύμφωνα με αυτούς τους κανόνες, κάτι που στην Ελλάδα συχνά τείνουμε να ξεχνούμε, και δεν γίνονται τα έργα για να αποροφηθούν χρήματα.
Σημείωση. Στην Καβάλα κυκλοφορεί ότι υπάρχει πάρα πολύ χρήμα, στις Τράπεζες και στα μπαούλα. Δεν λέω ότι είναι κακό να κάνεις κομπόδεμα. Τί γίνεται όμως όταν παραμεγαλώσει; Παλιά υπήρχαν τουλάχιστον οι εθνικοί ευεργέτες. Τώρα αυτοί που το διαθέτουν το κρατούν σφιχτά κάτω απ’ το μαξιλάρι τους και η μόνη τους έγνοια είναι πώς θα το αυγατίσουν, νομίζοντας πως είναι αθάνατοι. Για τα κοινά καμιά στενοχώρια, μόνο κριτική αφ’ υψηλού. Λένε πως το μαζεύουν για τα παιδιά τους, για να τα καταστρέψει κι αυτά, όπως τους ίδιους. Κι όσοι δεν έχουν παιδιά; Τουλάχιστον ας ορίσουν καμιά υποτροφία μετά θάνατον να τους μνημονεύουν με συμπάθεια.
Λοιπόν, γι’ αυτό που ετοιμάζεται να κτιστεί, πρώτα-πρώτα πήρα μερικά τηλέφωνα και έμαθα ότι έχει περάσει και απ’ την Αρχαιολογική Υπηρεσία και απ’ την Επιτροπή Ενασκήσεως Αρχιτεκτονικού Ελέγχου, δυο φορείς με τόσο βαρύγδουπους τίτλους που σε κάνουν να περιμένεις κάτι απ’ αυτούς. Και πρώτα η Αρχαιολογική Υπηρεσία. Ένα τεράστιο έργο που πραγματοποίησε κατά την πρώτη δεκαετία του αιώνα μας ήταν η καθαρισμός και η συντήρηση του παράλιου τείχους, ένα έργο που έδωσε εντυπωσιακά αποτελέσματα, αλλά όπως όλα τα έργα, αν δεν συντηρούνται επανέρχονται στην πρότερη κατάσταση, τα σίδερα σκουριάζουν, τα ξύλα σαπίζουν, τα αγριόχορτα και οι ακακίες φουντώνουν, οι οχιές επανεμφανίζονται. Σήμερα υπάρχουν επάλξεις που με μηδαμινά χρήματα θα μπορούσαν να συντηρηθούν γιατί είναι ετοιμόρροπες, όπως συμβαίνει αριστερά κατεβαίνοντας, στην έξοδο του τείχους προς τα Πετραδάκια, όπου παίρνει το μπάνιο του πλήθος κόσμου. Μία τουλάχιστον έπαλξη είναι έτοιμη να φύγει και όχι μόνο θα χαθεί ένα ιστορικό κατάλοιπο, αλλά πιθανόν θα σπάσει και κανένα κεφάλι. Ο Δήμος για την ώρα έκανε τη δουλειά του καθαρίζοντας την πυκνή βλάστηση που είχε πνίξει την περιοχή, όμως η δουλειά έχει μείνει στη μέση αφού τα χόρτα, οι κορμοί και τα τσαλιά των δέντρων δεν απομακρύνθηκαν ακόμη και ο κίνδυνος μιας φωτιάς με τρομαχτικές συνέπειες για την Παναγία πάντα παραμονεύει. Πολλές φορές, αν μια δουλειά δεν ολοκληρωθεί φέρνει μεγαλύτερο κακό απ’ αυτό που υποτίθεται πως πήγε να διορθώσει. Ακόμη, η δημιουργία ενός περιμετρικού μονοπατιού που θα ξεκινάει κάτω απ’ τον Φάρο και θα φθάνει στο καρνάγιο και θα αναβαθμίσει τουριστικά, και όχι μόνο, ολόκληρη την πόλη, διευκολύνοντας τη συντήρηση του τείχους και την καθαριότητα της περιοχής, είναι μια ιδέα ακόμη ναρκωμένη στα μυαλά των ιθυνόντων. Αυτοί που διοικούν την πόλη πρέπει να ξέρουν ότι παράλληλα με το νοικοκύρεμα και την καθημερινή φροντίδα οφείλουν να σώσουν την υστεροφημία τους με έστω μικρά έργα που όμως θα καλυτερεύσουν και θα ομορφύνουν τη ζωή των κατοίκων.
Ένα τέτοιο μικρό έργο, που άπτεται των αρμοδιοτήτων του Οργανισμού Λιμένος και του Δήμου, είναι η σκάλα ακριβώς κάτω απ’ το σπίτι του στρατηγού. Η σκάλα αυτή κτίστηκε απ’ τους Γερμανούς στην κατοχή, για να ανεβαίνουν απ’ τη βάση των υδροπλάνων τους στο νερό, στα γραφεία τους που στεγάζονταν στο παραπάνω σπίτι. Η σκάλα οδηγούσε στην Πουλίδου περνώντας από ένα άνοιγμα του τείχους και μια πάροδο στο ύψος του αρ. 50 της οδού, όπου βρίσκονται στη σειρά τα σπίτια των οικογενειών των συμπολιτών μας Μήτρα, Μυτακίδη και Ζέρβα. Η σκάλα είχε μπαζωθεί με χώματα και βλάστηση και ούτε διακρινόταν, ενώ μια παράνομη προσθήκη σπιτιού έκλεισε το πέρασμα. Με το έργο της 12ης Εφορείας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων προ 15ετίας η σκάλα αποκαλύφθηκε, συντηρήθηκε και συμπληρώθηκε μέχρι κάτω. Οι αρμόδιοι του Δήμου κατά το παρελθόν κλήθηκαν, προσήλθαν με κουστωδία, επανειλημμένα, και, αφού ενημερώθηκαν, υποσχέθηκαν να ασχοληθούν τάχιστα με το θέμα της αποκατάστασης της διόδου προς την οδό Θ. Πουλίδου. Όμως, όπως τόσα άλλα κι αυτό ξεχάστηκε. Εδώ, για την παροχή νερού σε μια βρύση παλιά έξω απ’ τη «Μουσική», που αποκαλύφθηκε κατά τις εργασίες αποκατάστασης του μνημείου, γιατί είναι ντροπή σ’ ολόκληρη την Παναγία -και σ’ αυτό πρωτοτυπούμε- να μην μπορεί να πιεί λίγο νερό ένας περαστικός, ήρθαν για να το λύσουν 3-4 φορές, ομάδες τεχνικών της ΔΕΥΑΚ και έχουν περάσει δέκα και βάλε χρόνια που προγραμματίζεται αυτό το «τεράστιο» έργοκαι ακόμη τίποτα.Για να επανέλθω στη σκάλα, είναι μια σκάλα σοφά σχεδιασμένη, πάρα πολύ ξεκούραστη που δεν καταλαβαίνεις πότε την ανέβηκες και θα έδινε ανακούφιση στο κυκλοφοριακό πρόβλημα της Παναγίας. Θα μπορούσαν μάλιστα οι γάμοι και άλλες εκδηλώσεις να ξεκινούν απ’ τον εκτεταμένο χώρο στάθμευσης πίσω απ’ το Τελωνείο και να ανηφορίζουν απ’ τη σκάλα στην Παναγία. Θα μπορούσε ακόμη να φτιαχτεί και μια μικρή μπαντίνα με 3-4 όργανα που να συνοδεύει τους γάμους, να βοηθιούνται οικονομικά μερικές οικογένειες,, να συμβαίνει κάτι ευχάριστο και καλόγουστο, και να γίνει, με την κατάλληλα προβολή -φτάνει σε 2-3 περιοδικά- και πανευρωπαϊκό, και, γιατί όχι, και παγκόσμιο «viral», να ‘ρχονται από παντού να παντρευτούν και να φωτογραφηθούν, όπως είδα να συμβαίνει σε μέρη της Κύπρου (Κούριο κ.λπ.). Παράλληλα, θα μπορούσε να αξιοποιηθεί και η δεξαμενή του νερού για τον ανεφοδιασμό των υδροπλάνων, με τη δημιουργία ενός χώρους προβολής του έργου του παράλιου τείχους με βίντεο, φωτογραφίες και κείμενα, και, ακόμη, ενός καφέ μπαρ που να εκτείνεται ως τον πεζόδρομο και την ταράτσα της δεξαμενής. Η επαναλειτουργία της γερμανικής σκάλας είναι μια πρόταση εύκολα πραγματοποιήσιμη με ελάχιστο κόστος. Έλα όμως που συνήθως οι αρμόδιοι κυνηγούν τα μεγάλα έργα που προφανώς έχουν ψωμί και γι’ αυτούς. Ευελπιστώ στον Δήμαρχο, ευαισθητοποιημένο σε θέματα Πολιτισμού και στα θέματα της Παναγίας όπου έχει το σπίτι του, και στη διευθύνουσα του Ο.Λ. που ενδιαφέρθηκε με ανυπόκριτο ενδιαφέρον για το θέμα.
Η Εφορεία Νεωτέρων Μνημείων έδωσε την άδειά της, όπως έμαθα, για το νέο κτίριο, που χαρακτηρίστηκε αρνητικά απ’ τους περισσότερους συναδέλφους με τους οποίους το κουβέντιασα, ακόμη και μέλη Επιτροπών που το ενέκριναν. Δεν μπορώ βέβαια να πω ότι ο μελετητής δεν προβληματίστηκε. Το αποτέλεσμα όμως δυστυχώς πιστεύω ότι αδικεί την περιοχή. Πρόκειται για οίκημα χωρίς αρχιτεκτονική έμπνευση, προϊόν μιας μάλλον μηχανιστικής σύλληψης που υιοθετεί λύσεις βιομηχανικού κτιρίου και τις αντίστοιχες υποδομές. Ως τέτοιο προσβάλλει την εικόνα της χερσονήσου και ιδιαίτερα του παραλίου τείχους. Η κατασκευή του βιομηχανικού κτιρίου/εμπορικού κέντρου όχι μόνο δεν αναβαθμίζει την παρούσα εικόνα του λιμανιού, αλλά πολύ γρήγορα θα αποδειχθεί μεγάλο βάρος σε όποια προσπάθεια ποιοτικής του αναβάθμισης. Δεν αποτελεί την αρχή μιας νέας πορείας με κτίσματα εξέχοντος αρχιτεκτονικού ενδιαφέροντος, που θα πρόβαλαν την Καβάλα ως μια πολύ σύγχρονη πόλη, κέντρο δημιουργίας, αλλά και χώρο όπου μπορεί να φιλοξενηθεί υψηλή δημιουργία. Μια πόλη αισθητικής φιλοδοξίας, όπου οιαδήποτε επέμβαση δεν πρέπει να γίνεται αποσπασματικά, αλλά να ακολουθεί ένα γενικό σχέδιο ρύθμισης ολόκληρης της περιοχής αυτής του λιμανιού. Η προτεινόμενη κατασκευή στη θέση των παλιών αποθηκών θα αποτελέσει πλήγμα για τη σημερινή εικόνα του λιμανιού και τραύμα για την εικόνα της χερσονήσου της Παναγίας.
Η Εφορεία Νεωτέρων Μνημείων αφήνει να κτίζονται τέρατα γιατί μάλλον δεν έχει την επάρκεια σε προσωπικό για να παρακολουθήσει τί γίνεται στην Παναγία. Επιλεκτικά όμως, όταν τύχει, βρίσκει κάποιο θύμα να το ταλαιπωρεί για χρόνια και να το εξαντλεί οικονομικά και ψυχικά γιατί, π.χ. δεν τηρήθηκαν επακριβώς τα σχέδια και μπήκε πλαίσιο από σοβά σε κάποια παράθυρα ή κάτι τέτοιες λεπτομέρειες. Την ίδια άδεια φαίνεται έδωσε και η Αρχαιολογική Εφορεία της Καβάλας, ενώ θα μπορούσε να αντισταθεί στην πίεση του θεού των επενδύσεων. Εμπορικό κέντρο στην παραλία; Τα εμπορικά κέντρα πια έξω απ’ τις πόλεις δεν γίνονται; Προφανώς κάποιος φωστήρας νους το σκέφθηκε πιστεύοντας ότι θα βοηθήσει οικονομικά την πόλη. Έστω, να το δεχτώ. Γιατί όμως δεν εξετάστηκε πρώτα η σωστή αξιοποίηση του τεράστιου κτιρίου του Τελωνείου με το τόσο μεγάλο μέτωπο προς τη θάλασσα, που στέκει σαν φάντασμα, με ελάχιστη κίνηση και με χρήσεις, πιστεύω, δυσανάλογα λίγες σε σχέση με τον τεράστιο χώρο που καταλαμβάνει; Και για την καταστροφή της Παναγίας που θα κρυφτεί και του παράλιου τείχους, ποιος θα πληρώσει; Τουλάχιστον ας επαναλάμβαναν το σχέδιο των παλιών αποθηκών να δέσει κάπως και με μια παράδοση. Μακροπρόθεσμα, και η οικονομική ζημιά θα είναι μεγαλύτερη απ’ τα προσδοκώμενα κέρδη. Η Καβάλα, αν κρατούσε την υπέροχη εικόνα της που είχε μέχρι το 1969-70, μιας μοναδικής στον κόσμο καπνούπολης, με πλούσια αρχιτεκτονική κληρονομιά του εκλεκτικισμού και της μακεδονικής παράδοσης, και σπουδαία αρχαιολογικά μνημεία, θα μπορούσε να ζει σήμερα πλουσιοπάροχα, πουλώντας μόνο την εικόνα της. Όμως, αυτή θυσιάστηκε στο βωμό του κέρδους λίγων κερδοσκόπων εργολάβων και των δημοσίων λειτουργών που κατά παράδοσιν τους εξυπηρετούν. Εδώ η μεταβυζαντινή εκκλησία της Παναγίας γκρεμίστηκε για να κτιστεί η καινούργια σε «βυζαντινό» στυλ και οι πίνακες του Παρθένη που είχε μέσα εξαφανίστηκαν, γιατί, όπως μου είπαν -όταν πρωτοήλθα στην Καβάλα και ρώτησα γιατί- υπάλληλοι της Νομαρχίας ήταν «τουρκική». Δηλ. και ο Άη Γιάννης είναι «τουρκικός», και ο Άγιος Νικόλαος Πραβίου είναι «τουρκικός»; Και η παλιά Μητρόπολη της Δράμας είναι «τουρκική» και γι’ αυτό ο Μητροπολίτης κατεδάφισε τμήμα της χωρίς καμιά αντίδραση.
Η ΕΕΑΕ υποτίθεται ότι προστατεύει την εικόνα της πόλης, την αισθητική της. Δεν μπορεί αρχιτέκτονες να ενέκριναν αυτό το σχέδιο. Ίσως πιέστηκαν πολύ, πιθανόν ήταν υπόθεση που τραβούσε χρόνια και απηύδησαν. Ο Σύλλογος Αρχιτεκτόνων έχει εκφραστεί; Για τον Λυχούνα να μιλήσουμε πάλι πού μερικές στιγμές φαίνεται να αποτελεί τη συνείδηση μιας πόλης που μοιάζει να κοιμάται;
Αργύρης Μπακιρτζής