Τα πολιτικά κόμματα και οι πολιτικές παρατάξεις χαρακτηρίζονται κατά κύριο λόγο από την ιδεολογία που ασπάζονται, την ποιότητα των στελεχών τους και την απήχηση που έχουν στο εκλογικό σώμα, αναμφίβολα, όμως, μένουν στην Ιστορία για τις πράξεις τους.
Η ανάγκη των «επάρατων» Μνημονίων είχε ως αποτέλεσμα την κατηγοριοποίηση των πολιτικών κομμάτων σε «μνημονιακά» και «αντιμνημονιακά». Η Νέα Δημοκρατία και ο Συ.Ριζ.Α., παρουσίασαν, μεταξύ άλλων, την εξής σημαντική ομοιότητα, ενώ αναδείχθηκαν έστω και παροδικά σε πλειοψηφικές πολιτικές δυνάμεις με όχημα μια ακραία αντιμνημονιακή ρητορική, καταδικάστηκαν σε συντριπτική ήττα από τους εκλογείς, εφαρμόζοντας αμιγώς μνημονιακή πολιτική.
Είναι πλέον δεδομένο πως σε κρίσιμες στιγμές για την υπόσταση και την επιβίωση της χώρας, τόσο το 2012 όσο και το 2015, Νέα Δημοκρατία και Συ.Ριζ.Α. επέλεξαν τον λαϊκισμό, τα συνειδητά ψέματα και την εξαπάτηση, με μοναδικό στόχο να γευτούν τα οφέλη της εξουσίας.
Είναι αδιανόητο ο Συ.Ριζ.Α. που εργαλειοποίησε το μίσος, εξέθρεψε την διχόνοια και σπίλωσε το όποιο ηθικό πλεονέκτημα της Αριστεράς, ο Συ.Ριζ.Α. του πιο σκληρού Μνημονίου, της συγκυβέρνησης με την λαϊκή ακροδεξιά των Αν.Ελ., να μην καταδικαστεί πολιτικά από όσους πίστεψαν πως θα μπορούσε να εκφράσει κάτι διαφορετικό. Είναι, πλέον, προφανές πως ο Σύριζα δεν μπορεί να προσφέρει τίποτα στην χώρα καθώς η κυβερνητική του πολιτική έχει ήδη αποδοκιμαστεί από την κοινωνία.
Είναι αδιανόητο η Νέα Δημοκρατία των υπέρογκων ελλειμμάτων, ελέω της ανεύθυνης πολιτικής της κυβέρνησης Καραμανλή, που μας οδήγησε στο χείλος της καταστροφής το 2009, των Ζαππείων του αντιμνημονιακού Σαμαρά το 2012, η Νέα Δημοκρατία των εγκληματικών λαθών και σκανδάλων, για τα οποία δεν τιμωρήθηκε ποτέ, να παρουσιάζεται ως η ιδανική επόμενη κυβέρνηση. Σε μια κοινωνία της οποίας η μεσαία τάξη έχει υποστεί μια άνευ προηγουμένου εξαντλητική υπερφορολήγηση με υπογραφή Αλέξη Τσίπρα, που την οδήγησε στα όρια της φτωχοποίησης, μια αυτοδύναμη νεοφιλελεύθερη κυβέρνηση, όπως την φαντάζεται ο Κυριάκος Μητσοτάκης, που θα ενδιαφέρεται μόνο για την προνομιακή ικανοποίηση των συμφερόντων της οικονομικής «ελίτ», θα αποτελέσει το κύκνειο άσμα για τους «μη προνομιούχους Έλληνες», όπως τους χαρακτήρισε εύστοχα ο Ανδρέας Παπανδρέου.
Στη διαφαινόμενη συντηρητική λαίλαπα της Νέας Δημοκρατίας, η απάντηση πρέπει να είναι η προοδευτική πολιτική της Κεντροαριστεράς, η οποία διαχρονικά εκφράζεται από το Κίνημα Αλλαγής- Πα.Σο.Κ.. Δεν πρέπει να λησμονούμε αφενός πως η ελληνική οικονομία δεν κατέρρευσε το 2010 χάρη στις δύσκολες επιλογές που χρειάστηκε να κάνει η κυβέρνηση του Πα.Σο.Κ., η οποία ανέλαβε ευθύνη που δεν της αναλογούσε, παραλαμβάνοντας έλλειμμα ύψους 15,4% από την Νέα Δημοκρατία και αφετέρου πως και το 2012 και τον Αύγουστο του 2015 η συμβολή της πολιτικής ηγεσίας του Πα.Σο.Κ. ήταν καθοριστική, ώστε να «ενηλικιωθούν» και να μην οδηγήσουν την χώρα στα βράχια ο Αντώνης Σαμαράς και ο Αλέξης Τσίπρας, κατά την μετατροπή τους από «Κομαντάντε» του αντιμνημονιακού αγώνα, στους πιο πρόθυμους εφαρμοστές σκληρής μνημονιακής λιτότητας.
Γίνεται, συνεπώς, αντιληπτό πως στο κρίσιμο σταυροδρόμι που βρισκόμαστε, δεν μας επιτρέπεται να επαναλάβουμε τα ίδια λάθη. Κάθε ανεύθυνη κυβέρνηση, χρειάζεται μια υπεύθυνη και σοβαρή αντιπολίτευση. Μετά από κάθε λάθος επιλογή, χρειάζεται γενναία αυτοκριτική και επιστροφή στην κανονικότητα. Ευτυχώς, έχουμε μία ακόμη ευκαιρία στις 7 Ιουλίου.
Παναγιώτης Μαμτσαδέλης
Δικηγόρος