Γράφει ο Γιώργος Τσακίρης
Στις 23 Ιουνίου του 2012 το περιοδικό «The Economist» δημοσίευσε ένα άρθρο με τίτλο «Ποτέ η μεγάλη Βρετανία δεν ήταν τόσο κοντά στην έξοδο από την Ευρώπη».
Ανέφερε δε, ότι πολλοί συντηρητικοί βουλευτές εύχονται η χώρα τους να ξεμπερδέψει επιτέλους με την ΕΕ, σχολιάζοντας παράλληλα με … σιγουριά πως «Στοιχηματίζουμε ότι οι άλλες χώρες-μέλη της ΕΕ θα μας εγκρίνουν μεγάλες παραχωρήσεις ξέροντας τι θα διακινδυνεύσουν αν πούμε «Όχι» στο δημοψήφισμα».
Λίγες μόνο ημέρες αργότερα, εκατό εκ των συντηρητικών βουλευτών έστειλαν επιστολή στον Ντ. Κάμερον ζητώντας αναδιαπραγμάτευση των όρων παραμονής της Βρετανίας στην Ευρώπη, μία κίνηση που προκάλεσε τον τίτλο «Κάτι τρέχει στο βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας» της γαλλικής εφημερίδας “Le Monde”.
Ένα άρθρο που κατέληγε με το ερώτημα «Πότε θα δούμε το Brixit ;»
Αφορμή για όλ’ αυτά, ήταν ένας νόμος που ψηφίστηκε λίγους μήνες πριν, τον χειμώνα του 2011. Ένας νόμος που υποχρέωνε τον πρωθυπουργό της χώρας να ζητήσει δημοψήφισμα, αν τεθεί θέμα εκχώρησης εθνικής κυριαρχίας στις Βρυξέλλες.
Λίγα χρόνια αργότερα, τον Μάϊο του 2015, ο Ντ. Κάμερον αδιαφιλονίκητος ηγέτης των Τόρυς και νικητής με απόλυτη αυτοδυναμία στις πρόσφατες εκλογές, μιλώντας στα γραφεία των Συντηρητικών, είχε δηλώσει ότι «αυτή είναι η πιο γλυκιά νίκη απ’ όλες», γνωρίζοντας πως, αν και η επικράτηση των Τόρυς πιστωνόταν σε μεγάλο βαθμό στον ίδιο, σύντομα θα βρισκόταν αντιμέτωπος με τους ευρωσκεπτικιστές και τις πιέσεις τους για μεγαλύτερη ανεξαρτησία από την ΕΕ.
Ο ίδιος δεν άργησε, έξω από το νούμερο 10 της Ντάουνινγκ Στριτ, να επαναλάβει ότι σκοπεύει να προχωρήσει με το δημοψήφισμα για παραμονή ή έξοδο από την ΕΕ, τηρώντας την υπόσχεση που είχε δώσει τον Ιανουάριο του 2013 για τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος, με την προϋπόθεση ότι θα κερδίσει τις εκλογές το 2015. Τότε μάλιστα είχε διευκρινίσει ότι θα κάνει εκστρατεία «με όλη του την καρδιά και την ψυχή» ώστε η Βρετανία να παραμείνει στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Ακόμη και ο αρθρογράφος της “Le Monde” όμως, μ’εκείνο το «Πότε θα δούμε το Brixit ;» του 2012, περισσότερο μάλλον επιθυμούσε να … εξορκίσει αυτή την εξέλιξη, η οποία θα ερχόταν να συγκλονίσει συθέμελα την ΕΕ με το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος στις 23 Ιουνίου του 2016, τέσσερα ακριβώς χρόνια μετά το άρθρο του “TheEconomist”.
Ένα αποτέλεσμα που προκάλεσε μία από τις πιο μακροσκελείς δηλώσεις που έχει ποτέ κάνει η Γερμανίδα Καγκελάριος Ανγκελα Μέρκελ, στην εμφάνισή της για να σχολιάσει το βρετανικό δημοψήφισμα, την αμέσως επόμενη ημέρα.
«Να θυμόμαστε ότι η ιδέα της ευρωπαϊκής ενοποίησης ήταν αρχικά μια ιδέα ειρήνης», είπε η Καγκελάριος της Γερμανίας και εξέφρασε τη λύπη της για την απόφαση των Βρετανών, ενώ αναφερόμενη στη διαδικασία εξόδου μιας χώρας από την ΕΕ, επισήμανε ότι θα διαρκέσει χρόνια και ότι μέχρι την ολοκλήρωσή της η Βρετανία παραμένει μέλος της ΕΕ.
Και κάπου εδώ, ξεκινούν οι λάθος δηλώσεις αλλά και χειρισμοί του ζητήματος.
Στο ίδιο εκείνο μήνυμά της, η Α. Μέρκελ, «κατάφερε» να συμπεριλάβει και την εξόχως αρνητική πρόταση «Η ειρήνη που έχουμε στην Ευρώπη εδώ και πολλά χρόνια, δεν είναι αυτονόητη» (!!)
Με τους ευρωπαίους ηγέτες των υπόλοιπων 27 κρατών μελών της ΕΕ να εμφανίζονται ήδη διχασμένοι, όσον αφορά τον τρόπο με τον οποίο θα πρέπει η Ένωση να χειρισθεί το αποτέλεσμα του βρετανικού δημοψηφίσματος, κάποιοι από τους «ισχυρούς» της Ευρώπης δείχνουν πλέον (σχεδόν φανερά ; ) την διάθεσή τους να χρησιμοποιήσουν ακριβώς αυτή την δύσκολη κατάσταση, ως «παράδειγμα προς αποφυγή» για οποιαδήποτε άλλη χώρα σκεφτεί ένα ανάλογου περιεχομένου δημοψήφισμα.
Τις πρώτες ημέρες, διαρροές από κύκλους του Ελιζέ στο Γαλλικό Πρακτορείο Ειδήσεων, έκαναν λόγο για «πλήρη συμφωνία» μεταξύ του Γάλλου προέδρου Φρανσουά Ολάντ και της Γερμανίδας καγκελαρίου Άνγκελα Μέρκελ, όσον αφορά το πώς θα χειριστούν το αποτέλεσμα του βρετανικού δημοψηφίσματος. Μία «πλήρης συμφωνία»όμως που θα βασιζόταν σε αυτό που η κα Μέρκελ είχε ήδη καταστήσει σαφές. Ότι (δηλαδή) δεν βιάζεται να διακόψει τις σχέσεις με έναν από τους μεγαλύτερους εμπορικούς και οικονομικούς εταίρους που στηρίζουν την εξαγωγική γερμανική οικονομία, ενώ είχε μάλιστα δηλώσει αντίθετη σε τιμωρητική στάση των Βρυξελλών απέναντι στις διαπραγματεύσεις με το Ηνωμένο Βασίλειο.
Ο Φρ. Ολάντ, επιβεβαιώνοντας τη συμφωνία του γαλλο-γερμανικού άξονα, δήλωσε ότι «Είναι ευθύνη της Γαλλίας και της Γερμανίας να πάρουν την πρωτοβουλία, επειδή δείξαμε πως από τη δυστυχία, από τη φρίκη και από τον πόλεμο είμαστε ικανοί να οικοδομήσουμε μια ισχυρή φιλία» για να προσθέσει καταλήγοντας ότι «Χωριστά, αναλαμβάνουμε τον κίνδυνο να είμαστε διασπασμένοι, σε διαφωνία και σε διενέξεις (…) Μαζί, μπορούμε να κερδίσουμε όχι απλώς την ειρήνη, αλλά και την εκτίμηση των ανδρών και των γυναικών αυτής της ωραίας ένωσης που ονομάζεται Ευρώπη».
Νάτο πάλι το ζήτημα μεταξύ «ειρήνης –πολέμου» που πρώτη «άνοιξε» η γερμανίδα καγκελάριος (!)
Από την άλλη, ο πρόεδρος της Κομισιόν Ζαν Κλοντ Γιούνκερ, ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου Μάρτιν Σουλτς και οι υπουργοί Εξωτερικών των έξι ιδρυτικών χωρών της Ε.Ε. ζητούσαν ταχύτατη έναρξη των διαπραγματεύσεων για υλοποίηση του Brexit !
Εν τω μεταξύ, στην αντίπερα όχθη του Ατλαντικού, η υποψήφια του Δημοκρατικού Κόμματος για τις προεδρικές εκλογές του Νοεμβρίου Χίλαρι Κλίντον, υιοθετώντας μία … άκρως μετριοπαθή στάση, δήλωσε ότι σέβεται το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος στη Βρετανία για την αποχώρησή της από την Ευρωπαϊκή Ένωση και δεσμεύεται να διατηρήσει τις σχέσεις των ΗΠΑ τόσο με το Λονδίνο όσο και με τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες.
Σε πλήρη αντίθεση, όπως ήταν αναμενόμενο, με τον … έτερο διεκδικητή της Προεδρίας των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, ο ο ποίος μιλώντας σε δημοσιογράφους στο θέρετρο γκολφ που έχει στη Σκωτία, τόνισε πως η είδηση ότι οι Βρετανοί επέλεξαν να ψηφίσουν για την έξοδο της χώρας τους από την Ευρωπαϊκή Ένωση, είναι «κάτι σπουδαίο». «Πήραν πίσω τη χώρα τους», δήλωσε ο υποψήφιος των Ρεπουμπλικάνων προσπαθώντας μάλιστα να συνδέσει το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος με το θέμα της μετανάστευσης και στις ΗΠΑ.
«Λαοί είναι θυμωμένοι παντού, είναι θυμωμένοι για σύνορα, είναι θυμωμένοι επειδή άλλοι έρχονται στη χώρα και παίρνουν τον έλεγχο και κανείς δεν γνωρίζει ποιοι είναι», είπε.
Παράλληλα, και με αρκετές ημέρες καθυστέρηση, ο Αμερικανός (και απερχόμενος σε μερικούς μήνες) πρόεδρος των ΗΠΑ Μπαράκ Ομπάμα, αν και θεωρεί ότι η διεθνής οικονομία θα σταθεροποιηθεί βραχυπρόθεσμα μετά το Brexit, σημείωσε ταυτόχρονα την ανησυχία του για τις μακροπρόθεσμες προοπτικές της παγκόσμιας ανάπτυξης.
Δήλωσε πεπεισμένος πως το διαζύγιο Βρετανίας και ΕΕ θα γίνει «συνετά», ενώ, όσον αφορά γενικότερα το πεδίο του διεθνούς εμπορίου, υπογράμμισε την ανάγκη να μην υπάρξει υποχώρηση από τις διεθνείς συμφωνίες – με φόντο (και) την TTIP (σιγά μην την ξεχνούσε !).
Εν τω μεταξύ, ο Βλαδίμηρος Πούτιν λίγες ημέρες πριν την διεξαγωγή του δημοψηφίσματος, υιοθετώντας την πάγια τακτική της ρωσικής διπλωματίας, επέλεξε να «σταθεί κάπου στη μέση» μέχρι ν’ αξιολογήσει όσο το δυνατόν περισσότερους παράγοντες, πριν την τελική του απόφαση. «Δεν είναι δική μας υπόθεση, είναι υπόθεση του βρετανικού λαού. Έχω τη γνώμη μου για το θέμα αλλά δεν θέλω να μιλήσω εκ των προτέρων» δήλωσε. «Γιατί (ο Ντέιβιντ Κάμερον) διοργάνωσε αυτό το δημοψήφισμα ; Για να εκβιάσει την Ευρώπη ; Ή για να την τρομάξει ; Ποιος είναι ο αντικειμενικός σκοπός αν ο ίδιος τάσσεται κατά της εξόδου της Βρετανίας από την Ευρωπαϊκή Ένωση», αναρωτήθηκε ο Ρώσος πρόεδρος στη διάρκεια μιας συνάντησης με εκπροσώπους πρακτορείων ειδήσεων, ανάμεσα στα οποία και το Γαλλικό Πρακτορείο .
Ακόμη και μετά το δημοψήφισμα, ο ίδιος επέλεξε (πάλι) να κρατήσει τις «πρέπουσες» αποστάσεις. Δεν ξέχασε όμως την δήλωση του Ντ. Κάμερον ο οποίος είχε πει «Πρέπει να πω ότι από όλους τους ηγέτες και πολιτικούς που ξέρω κανείς δεν θέλει να βγούμε από την ΕΕ. Ούτε η Αυστραλία, ούτε η Νέα Ζηλανδία, ούτε ο Καναδάς και οι ΗΠΑ.Ο μόνος που σκέφτομαι ότι μπορεί να θέλει να φύγουμε είναι ο Βλαντιμιρ Πούτιν. Ποιος θα ήταν χαρούμενος εάν φεύγαμε. Ο Πούτιν ίσως να ήταν».
Ο Β. Πούτιν χαρακτήρισε «ιστορική» την απόφαση των Βρετανών πολιτών υπέρ της αποχώρησης της χώρας τους από την Ευρωπαϊκή Ένωση, ενώ «απαντώντας» στον Ντ. Κάμερον, ανέφερε ότι η απόφαση αυτή «οφείλεται στην επιφανειακή και αλαζονική στάση που κράτησε η βρετανική κυβέρνηση η οποία διοργάνωσε το δημοψήφισμα». Με άλλα λόγια … «κ. Κάμερον, εσείς φταίτε» !
Οι «πρέπουσες» αποστάσεις όμως έπρεπε να κρατηθούν.
Έτσι, ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου Ντμίτρι Πεσκόφ και στενός συνεργάτης του Βλ. Πούτιν, έσπευσε να δηλώσει ότι «Η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι ένας σημαντικός οικονομικός εταίρος της Ρωσίας, για αυτό ακριβώς η Μόσχα έχει συμφέρον η Ευρωπαϊκή Ένωση να παραμείνει μια ακμάζουσα, σταθερή και προβλέψιμη οικονομία», συμπληρώνοντας πως «η Μόσχα ελπίζει ότι η έξοδος της Βρετανίας από την ΕΕ θα επιτρέψει τη βελτίωση των σχέσεων μεταξύ της Βρετανίας και της Ρωσίας», εκφράζοντας μάλλον μία ευχή, παρά την πραγματικότητα.
Την ίδια ώρα, ο πρωθυπουργός της Ρωσίας Ντμίτρι Μεντβέντεφ εμφανίστηκε λιγότερο αισιόδοξος κάνοντας λόγος για «πρόσθετους κινδύνους για την παγκόσμια οικονομία περιλαμβανομένης της ρωσικής οικονομίας», για να συμπληρώσει «Σίγουρα, αυτό δεν με ευχαριστεί» επιβεβαιώνοντας (ίσως) την φήμη για μία υποβόσκουσα «κόντρα»μεταξύ των δύο ισχυρών ανδρών της Ρωσίας.
Τι γίνεται όμως στην (παρά τα προβλήματα) ταχύτερα αναπτυσσόμενη και μεγαλύτερη αγορά του κόσμου ; Ποια ήταν η αντίδραση της Κίνας ;
Εκεί, ο εκπρόσωπος του υπουργείο των Οικονομικών, επισήμανε ότι «το Πεκίνο σέβεται την επιλογή των Βρετανών και ελπίζει ότι η Βρετανία και η Ευρωπαϊκή Ένωση θα μπορέσουν να καταλήξουν σε μια συμφωνία το συντομότερο δυνατόν» προσθέτοντας ότι «Η Κίνα βλέπει τις σχέσεις με τη Βρετανία και την ΕΕ από μια στρατηγική και μακροπρόθεσμη προοπτική και στηρίζει την ανεξάρτητη επιλογή της αναπτυξιακής πορείας της ΕΕ».
Σε αντίθεση μάλλον με τις δηλώσεις του Χουάνγκ Γιπίνγκ, μέλους της επιτροπής νομισματικής πολιτικής της κεντρικής τράπεζας της Κίνας, ο οποίος είχε δηλώσει ότι «το Brexit θα μπορούσε να σηματοδοτήσει μια αντιστροφή της παγκοσμιοποίησης», για να συμπληρώσει με έμφαση ότι μια τέτοια εξέλιξη «θα είναι πολύ κακή, τόσο για τον κόσμο όσο και για την Κίνα» (!)
Η τακτική των ίσων αποστάσεων κι εδώ ; Ίσως.
Γεγονός πάντως είναι ότι το 2015 η Κίνα έκανε άμεσες επενδύσεις στην Βρετανία αξίας 3,3 δισεκατομμυρίων δολαρίων, σύμφωνα με το δικηγορικό γραφείο Baker & McKenzie, ενώ μεταξύ 2005 και 2015, έχει επενδύσει σχεδόν 30 δισεκατομμύρια δολάρια στην Βρετανία.
Άλλωστε, Ο Ντ. Κάμερον είχε ήδη ανακοινώσει συναλλαγές αξίας 40 δισεκατομμυρίων λιρών (!) μεταξύ Βρετανίας και Κίνας μετά από μια επίσκεψη στο Ηνωμένο Βασίλειο από τον Πρόεδρο Ζι Τζινπίνγκ τον Οκτώβριο του περασμένου έτους.
Και στην Ευρώπη ;
Εδώ, οι ευρωπαίοι ηγέτες δείχνουν (ακόμη) να τα «έχουν χαμένα» !
Οι τέσσερις μεγαλύτερες πολιτικές ομάδες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, αμέσως μετά την ανακοίνωση του αποτελέσματος του δημοψηφίσματος, συνέταξαν ένα κείμενο με το οποίο καλούσαν τον Βρετανό πρωθυπουργό να αρχίσει τη διαδικασία εξόδου της χώρας του από την Ευρωπαϊκή Ένωση ήδη από την επερχόμενη εκείνες τις ημέρες σύνοδο κορυφής της ΕΕ, όπως ανέφερε δημοσίευμα της γερμανικής εφημερίδας Frankfurter Allgemeine Sonntagszeitung.
«Είναι επιτακτικό», έγραφαν οι βουλευτές, «να αποφευχθεί μια αβεβαιότητα που θα βλάψει όλους και να διαφυλαχθεί η ενότητα της Ένωσης» για να προσθέσουν ότι «Καμιά νέα σχέση, οποιουδήποτε είδους, ανάμεσα στο Ηνωμένο Βασίλειο και την ΕΕ δεν θα μπορέσει να επικυρωθεί όσο δεν έχει ολοκληρωθεί η συμφωνία εξόδου».
Ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου Μάρτιν Σουλτς κάλεσε κι εκείνος τον Ντ. Κάμερον να αρχίσει άμεσα την διαδικασία εξόδου από την ΕΕ. Σύμφωνα με συνέντευξή του στην εφημερίδα Bild, ο κ. Σουλτς εκτίμησε πως μια περίοδος αοριστίας «θα οδηγούσε σε επιπλέον ανασφάλεια και θα κινδύνευε η απασχόληση» για να συμπληρώσει εμφατικά ότι «Αυτή η διστακτική στάση, μόνο και μόνο για να γίνει το παιγνίδι τακτικής των Βρετανών συντηρητικών, μας βλάπτει όλους».
Στα τέλη Ιουνίου ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής κ. Γιουνγκέρ, ο κ. Σουλτς, ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου κ. Τουσκ και ο πρόεδρος της εναλλασσόμενης προεδρίας του Συμβουλίου της ΕΕ κ. Ρούτε, συναντήθηκαν στις Βρυξέλλες για να συζητήσουν το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος στο Ηνωμένο Βασίλειο, καταλήγοντας σε μία κοινή δήλωση η οποία (μεταξύ άλλων) ανέφερε ότι «Με μια ελεύθερη και δημοκρατική διαδικασία, ο βρετανικός λαός εξέφρασε την επιθυμία του να αποχωρήσει από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Λυπούμαστε για αυτή την απόφαση αλλά τη σεβόμαστε… Αναμένουμε τώρα την κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου να υλοποιήσει στην πράξη, το ταχύτερο δυνατόν, αυτήν την απόφαση του βρετανικού λαού, όσο οδυνηρή και αν είναι η σχετική διαδικασία. Κάθε καθυστέρηση θα παρατείνει χωρίς λόγο την αβεβαιότητα»
Σε πλήρη συμφωνία μαζί τους, ο Γερμανός υπουργός οικονομικών κ. Σόϊμπλε, διαβεβαίωσε ότι θα κάνει ό,τι είναι δυνατόν για να περιορίσει τη «ζημιά» από το Brexit και δεν απέκλεισε το ενδεχόμενο να ξεκινήσει ένα «φαινόμενο του ντόμινο» στην ΕΕ μετά την αποχώρηση της Βρετανίας, υπογραμμίζοντας ότι η μακροχρόνια αβεβαιότητα σχετικά με το Brexit είναι πιθανότατα «δηλητήριο για την οικονομία». Σε συνάντησή του δε με τον υπουργό Εξωτερικών του Λουξεμβούργου, ο κ. Σόιμπλε είπε ότι εμμένει στη δήλωση του ότι «το μέσα (στην ΕΕ) σημαίνει μέσα και το έξω σημαίνει έξω», προσθέτοντας ότι «η Βρετανία δεν έχει στη διάθεσή της απεριόριστο χρόνο για να αποφασίσει το πότε θα υποβάλει το αίτημά της για αποχώρηση».
Τι έλεγε όμως η (επτά σημείων) κοινή δήλωση των 27 Ευρωπαίων ηγετών, μετά τη σύνοδο κορυφής των Βρυξελλών ;
Μεταξύ άλλων ότι σαφώς λυπούνται «βαθιά για το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος στο Ηνωμένο Βασίλειο», αλλά σέβονται «τη βούληση που εκφράζεται από την πλειοψηφία του βρετανικού λαού», αλλά και ότι «Υπάρχει ανάγκη να οργανωθεί η αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου από την ΕΕ με μεθοδευμένο τρόπο. Το άρθρο 50 της ΕΕ προβλέπει τη νομική βάση για τη διαδικασία αυτή. Εναπόκειται στη βρετανική κυβέρνηση, αμέσως μόλις είναι έτοιμη να το ενεργοποιήσει και να ενημερώσει σχετικά το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο σχετικά με την πρόθεση του Ηνωμένου Βασιλείου να αποχωρήσει από την Ένωση. Θα ήταν προτιμότερο να το κάνει το συντομότερο δυνατό. Δεν μπορεί να υπάρξει καμία διαπραγμάτευση πριν να λάβει χώρα η εν λόγω κοινοποίηση».
Εμφανής διάσταση απόψεων ; Μάλλον ναι.
Δεν ξέχασαν πάντως οι 27 να τονίσουν και πάλι ότι «Η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι ένα ιστορικό επίτευγμα ειρήνης, ευημερίας και ασφάλειας στην ευρωπαϊκή ήπειρο και παραμένει το κοινό μας πλαίσιο. Την ίδια στιγμή πολλοί άνθρωποι εκφράζουν δυσαρέσκεια με την τρέχουσα κατάσταση των πραγμάτων, είτε είναι σε ευρωπαϊκό είτε σε εθνικό επίπεδο. Οι Ευρωπαίοι περιμένουν από εμάς να κάνουμε κάτι καλύτερο, όταν πρόκειται για την παροχή ασφάλειας, ευημερίας και ελπίδας για ένα καλύτερο μέλλον».
Το δίπτυχο «ειρήνη & ασφάλεια έναντι του ευημερία & ελπίδα» είναι το φλέγον ζήτημα που (ήδη απασχολεί αλλά) πρόκειται να απασχολήσει έντονα το σύνολο της ευρωπαϊκής πολιτικής, τους αμέσως επόμενους μήνες. Δεν αποτελεί όμως αντικείμενο αυτού του κειμένου.
Γιατί όμως αυτή η διάσταση απόψεων μεταξύ των εκλεγμένων από τους λαούς τους Ευρωπαίους ηγέτες και των εκλεγμένων εκπροσώπων των θεσμικών οργάνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (συνεπικουρούμενων από τον κ. Σόϊμπλε ; )
Μία αυθόρμητη σκέψη είναι γιατί σε περίπτωση (πχ) διάλυσης της ΕΕ, οι δεύτεροι (εκτός ίσως του κ. Σόϊμπλε) απλά … θα χάσουν την αδρότατα αμειβόμενη εργασία τους, με αποτέλεσμα να «εξαφανισθούν» από το προσκήνιο της ευρωπαϊκής πολιτικής σκηνής (ίσως δε και από εκείνο των χωρών καταγωγής τους). Κι αυτό (ίσως) να μην απασχολεί μόνον τους ίδιους.
Έχουν όμως βάσιμους λόγους για να υποψιάζονται ένα «φαινόμενο του ντόμινο» στην ΕΕ μετά την αποχώρηση της Βρετανίας ;
Η (σχετικά) αποτυχημένη εκστρατεία των Podemos στις πρόσφατες Ισπανικές εκλογές, δε θα δικαιολογούσε κάτι τέτοιο.
Από την άλλη όμως μεριά, είναι κι εκείνο το «Κίνημα Πέντε Αστέρων» (M5S) του Ιταλού ευρωσκεπτικιστή Μπέπε Γκρίλο το οποίο, μετά τις επιτυχίες του στις τοπικές εκλογές τον περασμένο μήνα (όταν κέρδισε τις 19 από τις 20 αναμετρήσεις που διεκδικούσε στον δεύτερο γύρο των δημοτικών εκλογών, συμπεριλαμβανομένης αυτής για την πρωτεύουσα Ρώμη), είναι πλέον το δημοφιλέστερο κόμμα της Ιταλίας και θα κέρδιζε εύκολα την εξουσία αν διεξάγονταν τώρα εθνικές εκλογές. Σύμφωνα με τρεις δημοσκοπήσεις που διεξήχθησαν πρόσφατα, το M5S ξεπέρασε το Δημοκρατικό Κόμμα (PD) του πρωθυπουργού Ματέο Ρέντσι στις προτιμήσεις των ψηφοφόρων, συνεχίζοντας την τάση που έχει εδώ και καιρό να αυξάνει την υποστήριξή του, την ώρα που η δημοτικότητα του κ. Ρέντσι μειώνεται.
Θα πρέπει βέβαια εδώ να σημειωθεί ότι οι επόμενες εθνικές εκλογές στην Ιταλία, είναι προγραμματισμένες για το 2018. Εκτός βέβαια ενός απρόοπτου και σοβαρού … οικονομικού (ή άλλου) γεγονότος (!)
Έπειτα, είναι και η επανάληψη των αυστριακών εκλογών, που ορίστηκε για τις 2 Οκτωβρίου, σύμφωνα με απόφαση του Συνταγματικού Δικαστηρίου της χώρας. Εκεί, ο αυστριακός Νόρμπερτ Χόφερ, υπαρχηγός του εθνικιστικού Κόμματος των Ελευθέρων και υποψήφιός του στις αυστριακές προεδρικές εκλογές, είχε ζητήσει την διεξαγωγή δημοψηφίσματος για την έξοδο της Αυστρίας από την Ε.Ε.
Ο ίδιος βέβαια, κατανοώντας προφανώς το σαφές μήνυμα που δίνεται από πρόσφατη δημοσκόπηση, ότι μόλις το 30% των Αυστριακών επιθυμούν μία έξοδο της χώρας τους από την Ευρωπαϊκή Ένωση, έκανε στροφή 180 μοιρών, εκτιμώντας τώρα πως μία έξοδος της Αυστρίας θα αποτελούσε «λάθος». Έχει πάντως ταχθεί υπέρ ενός δημοψηφίσματος σε περίπτωση ένταξης της Τουρκίας στην ΕΕ, την οποία ένταξη, όπως λέει, η Ευρώπη δεν μπορεί να διαχειριστεί και σε αυτή την περίπτωση υπάρχει ένας καλός λόγος για να ερωτηθούν οι Αυστριακοί ως προς την παραμονή τους στην ΕΕ.
Και τα «προβλήματα» δεν σταματούν εδώ.
Ο πρόεδρος της Τσεχίας Μίλος Ζέμαν πρότεινε η χώρα του να διεξαγάγει ένα δημοψήφισμα σχετικά με την παραμονή της στους κόλπους της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του ΝΑΤΟ (!) μετά την απόφαση της Βρετανίας υπέρ της αποχώρησής της από την ΕΕ, για να πάρει άμεσα την απάντηση από τον εκπρόσωπο τύπου του πρωθυπουργού Μποχούσλαβ Σομπότκα «Η συμμετοχή σε αυτούς τους οργανισμούς αποτελεί μια εγγύηση σταθερότητας και ασφάλειας. Η κυβέρνηση δεν εξετάζει το ενδεχόμενο να προβεί σε οποιαδήποτε ενέργεια που θα έθετε υπό αμφισβήτηση με οποιοδήποτε τρόπο τη συμμετοχή της και τον μακροπρόθεσμο προσανατολισμό της εξωτερικής πολιτικής της Τσεχίας. Επομένως δεν εξετάζει το ενδεχόμενο κανενός δημοψηφίσματος».
Ο κ. Ζέμαν βέβαια, σε μια συνάντηση που είχε με πολίτες στην πόλη Βέλκε Μεζίριτζι στο ανατολικό τμήμα της χώρας, δήλωσε ότι διαφωνεί «με εκείνους που τάσσονται υπέρ της αποχώρησης από την Ευρωπαϊκή Ένωση … ωστόσο» συνέχισε «θα κάνω ό,τι μπορώ για εκείνους προκειμένου να κάνουν ένα δημοψηφίσμα και να έχουν την ευκαιρία να εκφράσουν τις απόψεις τους». Ο ίδιος δεν έχει την εξουσία να προκηρύξει ένα δημοψήφισμα, ωστόσο θεωρείται ένας ηγέτης με επιρροή σε μια χώρα όπου ο ευρωσκεπτικισμός είναι διάχυτος».
Είναι βέβαια και η Ουγγαρία.
«Θέλετε η Ευρώπη να μεταφέρει υποχρεωτικά μη Ούγγρους πολίτες στην Ουγγαρία, χωρίς να ερωτηθεί το κοινοβούλιο;» Αυτό θα είναι το ερώτημα στο οποίο θα κληθούν να απαντήσουν οι πολίτες της χώρας στις 2 Οκτωβρίου. Αποτελεί αίτημα του ίδιου του πρωθυπουργού Β. Όρμπαν, ηγέτη του δεξιού κόμματος Fidesz και αποτελεί το νέο του χτύπημα στους ευρωπαϊκούς θεσμούς.
Ο Μάρτιν Σουλτς βέβαια, δεν άργησε να απαντήσει σε αυτή την ιδέα:
«Ο Βίκτορ Όρμπαν δεν θα πάρει μετανάστες στη χώρα του, με ή χωρίς δημοψήφισμα. Πρόκειται για ενέργεια που σκοπό έχει να δικαιολογήσει μια πολιτική την οποία εφαρμόζει για πάνω από έναν χρόνο».
Ο κ. Όρμπαν όμως προσπαθεί να κινητοποιήσει τους συμμάχους του, όπως τη γειτονική Σλοβακία, η οποία επίσης εναντιώνεται στο σχέδιο μετεγκατάστασης και έχει ήδη ενταχθεί σε μια ομάδα ανατολικοευρωπαϊκών χωρών μελών της ΕΕ που καλούν να περιοριστούν οι εξουσίες της Κομισιόν, μετά την ψήφο υπέρ του Brexit. Οποία σύμπτωσις με τις θέσεις του Β. Σόϊμπλε !
«Έχουμε μεγάλο πρόβλημα με την προτεινόμενη μεταρρύθμιση του συστήματος του Δουβλίνου», δήλωσε ο Σλοβάκος πρωθυπουργός Ρόμπερτ Φίτσο. «Θεωρούμε ότι είναι βλακώδης, διότι αυτό ακριβώς θα συνεχίσει να διχάζει την Ευρώπη, το ότι (οι χώρες μέλη) θα αναγκάζονται να πληρώνουν 250.000 ευρώ για κάθε μετανάστη που θα αρνούνται να υποδεχθούν», πρόσθεσε.
Αρκετοί βέβαια διπλωμάτες, εντάσσουν τις θέσεις του κ. Όρμπαν στο «ρεύμα» του ευρωσκεπτικισμού στην Ευρώπη, στο πλαίσιο του οποίου ευρωσκεπτικιστές στη Γαλλία και στην Ολλανδία, μεταξύ άλλων, ζητούν να γίνουν δημοψηφίσματα για να αποφασιστεί αν οι χώρες τους θα παραμείνουν στην ΕΕ. Η τακτική της διοργάνωσης δημοψηφισμάτων, προσθέτουν, ενδέχεται να δηλητηριάσει συνολικά το κλίμα του διαλόγου.
Τι υποχρεώνει όμως τον γάλλο πρόεδρο κ. Ολάντ να σπεύδει να αποκλείσει κατηγορηματικά το ενδεχόμενο ενός δημοψηφίσματος σχετικά με την ΕΕ στην Γαλλία ;
Όπως είπε ο κ. Ολάντ οι προεδρικές εκλογές του ερχόμενου έτους θα δώσουν στους ψηφοφόρους την ευκαιρία να αποφασίσουν για την ευρωπαϊκή πολιτική που επιθυμούν.
«Γιατί να οργανώσουμε έναν τέτοιο αναβρασμό και μια πολεμική αναμέτρηση αν δεν είναι να φύγουμε από την ΕΕ ; Τα ψέματα, οι εκλαϊκεύσεις, οι υπερβολές ακόμη και η βία που είδαμε στην εκστρατεία για το δημοψήφισμα στη Βρετανία δεν αρκούν γι’ αυτούς τους μαθητευόμενους μάγους ;”, σημείωσε σε συνέντευξή του στη Les Echos, απαντώντας σε ερώτηση σχετικά με το αν θα πρέπει να διοργανωθεί ένα γαλλικό δημοψήφισμα.
Είναι όμως και εξέχοντες πολιτικοί, μεταξύ των οποίων ο υπουργός Οικονομίας Μανουέλ Μακρόν και ο επικρατέστερος υποψήφιος για τις προεδρικές εκλογές του 2017 Αλέν Ζιπέ, οι οποίοι έχουν ζητήσει τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος όσον αφορά ένα νέο σχέδιο της ΕΕ.
Ίσως η εμπειρία από το 2005, όταν ένα προτεινόμενο νέο Σύνταγμα της ΕΕ αποκλείστηκε από δημοψηφίσματα που έγιναν στη Γαλλία και την Ολλανδία, να ελπίζουν ότι αποτελεί μία μακρινή ανάμνηση.
Μόνον το Εθνικό Μέτωπο της Μ. Λεπέν ζητεί ψηφοφορία σχετικά με την παραμονή ή όχι στην ΕΕ, με τον γάλλο πρόεδρο να επιμένει ότι η ψηφοφορία για την Ευρώπη στη Γαλλία θα γίνει στις προεδρικές εκλογές, για να καταλήξει «Η βρετανική εμπειρία θα αποτελέσει τότε ένα παράδειγμα, ή μάλλον ένα παράδειγμα προς αποφυγήν».
Νάτο λοιπόν το «παράδειγμα προς αποφυγήν» !
Κι έρχεται μάλιστα από … το Φρ. Ολάντ !
Αυτόν που, μαζί με την καγκελάριο της Γερμανίας κα Μέρκελ, βρίσκονται σε «πλήρη συμφωνία» και έχουν υιοθετήσει την … μετριοπαθή στάση του κοινού ανακοινωθέντος των 27 ηγετών των κρατών μελών της Ε.Ε., το οποίο περιλαμβάνει τις φράσεις «αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου από την ΕΕ με μεθοδευμένο τρόπο», «Εναπόκειται στη βρετανική κυβέρνηση, αμέσως μόλις είναι έτοιμη» και «Θα ήταν προτιμότερο να το κάνει το συντομότερο δυνατό» και όχι από τους … «σκληρούς» κ.κ. Γιουνγκέρ, Σουλτς, Τουσκ και Σόϊμπλε, των εκφράσεων «να αρχίσει άμεσα την διαδικασία εξόδου», , «το ταχύτερο δυνατόν» και «η Βρετανία δεν έχει στη διάθεσή της απεριόριστο χρόνο». !!
Κάπου την έχουμε ξανασυναντήσει αυτή την τακτική του «good cop-bad cop» ώστε να επιτευχθεί το κοινά επιθυμητό αποτέλεσμα. Έτσι δεν είναι ;
Για να συμπληρωθεί βέβαια το παζλ των αντιδράσεων-δηλώσεων, δε θα πρέπει να λησμονήσουμε τους … καθαρά οικονομικούς παράγοντες. Ειδικά αυτούς που εκπροσωπούν ευρωπαϊκούς θεσμούς ή … καταστάσεις.
Σύμφωνα λοιπόν με το Reuters, τo City στο Λονδίνο«βρίσκεται σε συζητήσεις με κυβερνητικούς αξιωματούχους για να διατηρήσει μία σχέση ανάλογη με αυτή που έχει η Νορβηγία με την ΕΕ και οι χρηματοοικονομικοί του όμιλοι να συνεχίσουν να έχουν πρόσβαση στις αγορές της Ευρώπης».
Οι ίδιοι βέβαια γνωρίζουν ότι η Βρετανία θα πρέπει να πληρώνει στα ταμεία της ΕΕ και να υιοθετεί τους νόμους της, χωρίς δικαίωμα στη διαμόρφωσή τους, για να λάβει ειδική άδεια να πουλά τις χρηματοοικονομικές υπηρεσίες της στην κοινή αγορά των 27 χωρών.
Ο Chris Cummings, επικεφαλής του «TheCityUK», που προωθεί τον χρηματοοικονομικό κλάδο της Βρετανίας, είπε ότι «όργανα του κλάδου προσπαθούν να δημιουργήσουν ένα πλαίσιο και να κερδίσουν την στήριξη αξιωματούχων στη Βρετανία», κάτι που ίσως δε θα πρέπει να θεωρούμε εκ των προτέρων απίθανο.
Ο επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας Κλ. Ρέγκλινγκ, δεν πιστεύει πως η Μ. Βρετανία θα αποχωρήσει από την ΕΕ (!)
«Bρισκόμαστε στην αρχή μιας μεγάλης διαδικασίας, πολλά μπορούν να συμβούν. Το βρετανικό δημοψήφισμα καθορίστηκε ιδιαίτερα από τα συναισθήματα, δεν βρίσκονταν στο επίκεντρο οι οικονομικές συνέπειες της αποχώρησης. Γι αυτό πρέπει να περιμένουμε εάν πράγματι θα έρθει η έξοδος», είπε ο ίδιος στο γερμανικό οικονομικό περιοδικό Wirtschaftswoche. Πάντως, εάν η Μ. Βρετανία παραμείνει στην ΕΕ, ο κ. Ρέγκλινγκ αναμένει την παγίωση μιας Ευρώπης των δύο ταχυτήτων και στα νομίσματα. «Η Μ. Βρετανία μαζί με τη Δανία, τη Σουηδία και άλλες χώρες θα βρίσκονται στον εξωτερικό κύκλο. Η Ευρωζώνη θα αποτελείται από χώρες ισχυρά ενσωματωμένες».
Ο Κλάους Ρέγκλινγκ θεωρεί επίσης ότι σχέδιο του προέδρου της Κομισιόν Ζαν Κλοντ Γιούνκερ για ταχεία διεύρυνση της ευρωζώνης δεν είναι ρεαλιστικό. «Αυτή τη στιγμή καμιά χώρα που δεν βρίσκεται στην ευρωζώνη δεν εκπληρώνει όλα τα κριτήρια ένταξης». Ο επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας αναμένει μεν ότι όλες οι χώρες της ΕΕ θα προσχωρήσουν στο ευρώ εάν η Μ. Βρετανία εγκαταλείψει την ΕΕ, αλλά ο ρυθμός θα είναι διαφορετικός από χώρα σε χώρα, διότι υπάρχουν διαφορετικά προβλήματα και προτεραιότητες.
Ευσεβείς πόθοι ή πραγματικότητα ;
Όπως κι αν έχει, ο … φόβος υπάρχει.
Ο επίτροπος Οικονομικών Υποθέσεων Πιέρ Μοσκοβισί, δήλωσε πως «Η ευρωζώνη πρέπει να επιταχύνει την οικονομική και πολιτική ολοκλήρωσή της, διαφορετικά άλλες χώρες μπορεί να δελεασθούν να ακολουθήσουν το παράδειγμα της Βρετανίας και να εγκαταλείψουν την ΕΕ». «Δεν πρέπει να ανεχθούμε απλώς το Brexit, πρέπει να προχωρήσουμε μπροστά μέσω αυτού, μπορεί να είναι μια καλή ευκαιρία», ανέφερε ο Μοσκοβισί, προσθέτοντας πως είναι ανάγκη η ευρωζώνη να ολοκληρώσει την τραπεζική ένωσή της. «Αν το status quo είναι η μοναδική απάντησή μας, αυτή δεν θα είναι η μοναδική έξοδος από την ΕΕ» συμπλήρωσε.
Η μόνη αλήθεια είναι ότι, με την Ευρώπη να διέρχεται άλλη μια κρίση, αυτήν τη φορά υπαρξιακή, Γαλλία και Γερμανία διαγκωνίζονται για τον ηγεμονικό ρόλο που θέλουν να αναλάβουν την επόμενη ημέρα του Brexit.
Πρώτος και καλύτερος ο Β. Σόιμπλε, ο οποίος έχει αφήσει να διαρρεύσει μια πλειάδα σχεδίων για τη μορφή που πιστεύει ότι πρέπει να λάβει η ΕΕ, με κεντρικό άξονα την αποδυνάμωση της Κομισιόν. Την … «ακύρωση» δηλαδή των ίδιων του των «συμμάχων», όσον αφορά τον τρόπο αντιμετώπισης και χειρισμού του Brexit, κ.κ. Γιουνγκέρ, Σουλτς και Τουσκ !
Ο διακαής πόθος βέβαια του κ. Σόϊμπλε, είναι μια Ευρώπη -τουλάχιστον- δύο ταχυτήτων, με έναν σκληρό πυρήνα που θα λαμβάνει τις αποφάσεις και μια ευρωπαϊκή περιφέρεια που θα ακολουθεί.
Και ποιο ρόλο μπορεί να έχει η Γαλλία, της «πλήρους συμφωνίας» με την Α. Μέρκελ σήμερα ;
Πουθενά. Εκτός εάν ακολουθήσει απόλυτα τις επιταγές του Βερολίνου !
Το θέμα που προκύπτει λόγω των εξελίξεων είναι ότι, κατά πάσα πιθανότητα, δεν θα είναι ο Φρ. Ολάντ εκείνος που θα ηγηθεί την γαλλικής πλευράς κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων για την έξοδο του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ε.Ε.
Εάν λοιπόν η προεδρία της χώρας στις εκλογές του 2017 περάσει στα χέρια της Δεξιάς και ενός από τους διεκδικητές του χρίσματος των Ρεπουμπλικάνων (Ν. Σαρκοζί, Α. Ζιπέ, Φρ. Φιγιόν και Μπ. Λε Μερ), οι σημερινές καταστάσεις μπορεί να αλλάξουν … άρδην.
Το σχέδιο πέντε σημείων που επεξεργάστηκε ο νυν επικεφαλής του συντηρητικού LR (Les Republicains), Νικολά Σαρκοζί, συμφωνεί με τον Σόιμπλε σε ό,τι αφορά την Κομισιόν. Κατά τη γνώμη της γαλλικής Δεξιάς, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα πρέπει να λαμβάνει λιγότερες πολιτικές αποφάσεις και επιπλέον κάθε κράτος-μέλος θα πρέπει να έχει τη δυνατότητα άσκησης βέτο σε αυτές.
Προσέξτε όμως. Ποιο κράτος-μέλος ; Του σκληρού πυρήνα ή της … ευρωπαϊκής περιφέρειας της Ε.Ε. των δύο ταχυτήτων ;!
Το σίγουρο είναι ότι, γνωρίζοντας ολ’ αυτά, η Μ. Λεπέν του Εθνικού Μετώπου, θα πρέπει είτε να χαμογελά, είτε ν’ ανησυχεί για την … υιοθέτηση αρκετών εκ των θέσεων της δικής της ατζέντας για την επόμενη ημέρα στην ΕΕ, από τους συντηρητικούς, όπως το ότι θα πρέπει να γίνει αναθεώρηση της Σένγκεν, ώστε κάθε χώρα να διατηρεί μεγαλύτερο έλεγχο των συνόρων της και επίσης να σταματήσει η διεύρυνση της Ευρώπης.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχουν και οι δηλώσεις του Νικολά Σαρκοζί, ο οποίος βλέπει πρωταγωνιστικό ρόλο για τη Γαλλία, με την εναλλαγή Παρισιού και Βερολίνου στην προεδρία της Ευρωζώνης. Όσο για τις μικρότερες χώρες ; «Κρίμα, αλλά αυτά έχει η ζωή», ήταν η απάντησή του …
«Επιστρέφοντας» στον υπουργό των Οικονομικών της Γερμανίας, θα πρέπει να επισημάνουμε ότι ο κ. Σόιμπλε, προέτρεψε τα 27 κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης που θα παραμείνουν σε αυτήν μετά την αποχώρηση της Βρετανίας, να υιοθετήσουν μια «προσέγγιση διακυβερνητικής συνεργασίας» για την αντιμετώπιση προβλημάτων, όταν βλέπουν την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να μην αναλαμβάνει πρωτοβουλία.
Ο κ. Σόιμπλε εξέφρασε την άποψη ότι αυτή τη στιγμή απαιτείται πραγματισμός : «Εάν η Κομισιόν δεν εμπλέκεται, πρέπει να παίρνουμε τα πράγματα στα χέρια μας και να επιλύουμε τα προβλήματα (με συνεργασία) μεταξύ κυβερνήσεων», ανέφερε, προσθέτοντας ότι πρέπει να αναληφθεί δράση επειγόντως τονίζοντας : «τα συνήθη χρονοδιαγράμματα των Βρυξελλών είναι υπερβολικά μακρά. Σύντομα αντιλαμβάνεσαι εάν η Κομισιόν δεν διαχειρίζεται κάτι ή ότι βρισκόμαστε σε τέλμα στο (Ευρωπαϊκό) Συμβούλιο. Και τότε οι κυβερνήσεις έχουν μια ευθύνη»
Ποιες κυβερνήσεις;
Μα … αυτές του «σκληρού πυρήνα» των χωρών της Ε.Ε., φυσικά.
Ή μήπως πιστεύει κανείς ότι τα «περιφερειακά κράτη» θα … λαμβάνονται καν υπ’ όψιν ;
Με σχεδόν σίγουρο λοιπόν ότι η Ε.Ε., με τον έναν ή άλλο τρόπο, πρόκειται πολύ σύντομα, ίσως το αργότερο μέσα στα επόμενα 2-3 χρόνια, ν’ αλλάξει «μορφή», θα πρέπει σήμερα να θέσουμε άμεσα τις βάσεις για την επόμενη μέρα.
Είναι επιτακτική ανάγκη η αναμόρφωση του παραγωγικού μοντέλου της χώρας, με στροφή στην πρωτογενή και μεταποιητική παραγωγή, με την ανάπτυξη παραγωγικών τομέων στην έρευνα και την καινοτομία, με την περαιτέρω έμφαση στην ανάπτυξη του ποιοτικού και πολυθεματικού τουριστικού προϊόντος, χωρίς να παραβλέπεται η, σε βάθος χρόνου, εκμετάλλευση των ήδη εντοπισμένων κοιτασμάτων του ορυκτού πλούτου της χώρας.
Εάν μείνουμε προσηλωμένοι στην ανάπτυξη αποκλειστικά και μόνον εξαρτώμενων από τρίτους παράγοντες, όπως οι ενεργειακές οδοί και το διαμετακομιστικό εμπόριο, η «μοίρα»μας θ’ ανήκει στους «Μοιραίους» του Βάρναλη.
Δειλοί, μοιραίοι κι άβουλοι αντάμα,
(να) προσμένουμε, ίσως, κάποιο θάμα !