Πριν λίγες ημέρες αποχαιρετίσαμε έναν εξαιρετικό συμπολίτη μας. Ένα σπάνιο άνθρωπο, άψογο οικογενειάρχη, κορυφαίο επιστήμονα, συνεπή επαγγελματία ιατρό στην υπηρεσία του κοινού, των συνανθρώπων του.
Ήταν άνθρωπος ακέραιος, δραστήριος, δίκαιος, δυναμικός, έντιμος, σεμνός και φιλάνθρωπος.
Είχα την τύχη και την χαρά να γνωρίζω τον Δαυίδ από πολύ κοντά, για πολλά χρόνια και αισθάνομαι την υποχρέωση να τον αποχαιρετίσω με τον δημόσιο αυτό λόγο.
Οι πολλοί και πολυαγαπημένοι του συγγενείς, οι εκατοντάδες φίλοι του και οι χιλιάδες πολίτες-ασθενείς του από την Καβάλα και την ευρύτερη περιοχή θα επιθυμούσαν, ίσως, να τον αποχαιρετίσουν διαφορετικά και ίσως πιο μαζικά για να δείξουν την αγάπη, το σεβασμό, την εκτίμηση και τις ευχαριστίες τους για την απέραντη προσφορά του. Εγώ νομίζω όμως ότι η σεμνή και λίγο σιωπηλή τελετή της κηδείας να ταίριαζε στην σεμνότητα του χαρακτήρα του.
Έτυχε να τον γνωρίσω, στο Πανεπιστήμιο της Τεργέστης (Ιταλίας) όπου φοιτούσα ήδη εγώ, από τα πρώτα φοιτητικά του χρόνια με τις έντονες φοιτητικές διεκδικήσεις εκείνου του καιρού: το Σεπτέμβρη του 1975 υποδέχθηκα, στο κεντρικό σταθμό της πόλης, έναν καβαλιώτη νεαρό 18 ετών τότε, σεμνό και ντροπαλό, αλλά με έξυπνο και σπινθηροβόλο βλέμμα, που έδειξε αμέσως την αγωγή που έχε πάρει από το σπίτι του, από τους γονείς του: τον Σίμο και την αείμνηστη κυρά Μαρίκα. Τον βοήθησα, τον συμπαραστάθηκα στα πρώτα του βήματα σε εκείνο το καινούριο περιβάλλον, όπως μπορούσα να βοηθήσω έναν μικρότερο αδελφό. Για ένα χρόνο ήμασταν αχώριστοι σχεδόν. Τον επόμενο χρόνο ήρθε στην Τεργέστη και ο αδελφός του Δημήτρης και, τότε, τον ανέλαβε αυτός στα πρώτα του βήματα: “Να βοηθήσω το “μικρό”, όπως του άρεσε να τον αποκαλεί, με στοργή”.
Δεθήκαμε πολύ, εκτίμησα τον ακέραιο χαρακτήρα του, το ήθος, την εργατικότητα τη συνέπεια στο διάβασμα και στις σχέσεις του. Θυμάμαι ότι για κανένα λόγο δεν παρέκλινε από το πρόγραμμα μελέτης που είχε κατά νου,παρότι συμμετείχε ενεργά και σταθερά από την αρχή στις συνελεύσεις, στις εκδηλώσεις, στις φοιτητικές διαδηλώσεις και την συμμετοχή του αυτή την θεωρούσε ως δημοκρατικό κοινωνικό καθήκον. Το πρόγραμμα μελέτης, το ημερήσιο το τηρούσε με ιερή ευλάβεια. Για αυτό και ολοκλήρωσε τις σπουδές στη Ιατρική σχολή του Πανεπιστημίου της Τεργέστης, χωρίς να καθυστερήσει, χωρίς να χάσει κανένα μάθημα σε καμία περίοδο. Ήταν παράδειγμα προς μίμηση και για τους Ιταλούς συμφοιτητές του.
Το 1977, ενώ εγώ αποφοίτησα και επέστρεψα στην Καβάλα από την Ιταλία, ο Δαυίδ είχε κερδίσει ήδη την εκτίμηση όλων των υπολοίπων Ελλήνων φοιτητών της Τεργέστης (700 φοιτητές Έλληνες τότε) μέλη του Σ.Ε.Φ.Τ.-Συλλόγου Ελλήνων φοιτητών Τεργέστης και εκλέχτηκε πρόεδρος του Δ.Σ. του Συλλόγου αυτού με τεράστια προσφορά στα ελληνικά πράγματα τότε και με σαφή δημοκρατικό, αντιφασιστικό προσανατολισμό. Αμέσως μετά εκλέχτηκε και γραμματέας της Τοπικής Οργάνωσης ΠΑΣΟΚ Τεργέστης.
Αυτή του τη δράση την αναφέρω έτσι απλά, γιατί οι περισσότεροι εδώ δεν την γνωρίζουν και γιατί και ο ίδιος – όντας σεμνός και ουσιαστικός – δεν θα επιθυμούσε περισσότερα.
Δίκαιος και ευαίσθητος όμως στα φοιτητικά του χρόνια, με αυτή του την δράση έβαλε τις βάσεις για να γαλουχηθεί ο χαρακτήρας με κοινωνικά χρώματα και δημοκρατικά ιδεώδη, για να εξελιχθεί αργότερα, στη γενέτειρά του την Καβάλα, στον άριστο επιστήμονα, στον γιατρό που πίστη του είχε τον όρκο του Ιπποκράτη. Έτσι, για χρόνια, υπηρέτησε – κυριολεκτικά – το Ε.Σ.Υ με γνώση, εργατικότητα και σεμνότητα. Διετέλεσε, με αποτελεσματικότητα, διευθυντής της Καρδιολογικής Κλινικής του νοσοκομείου Καβάλας και οδήγησε την κλινική του σε υψηλά επίπεδα απόδοσης του βασικού αγαθού της υγειονομικής περίθαλψης.
Οι συνάδελφοί του και όλοι οι πολίτες το καταμαρτυρούν αβίαστα. Την τελευταία περίοδο, έλεγε, πως έκανε και τον ψυχολόγο με τις τηλεφωνικές συμβουλές του και ανακούφιζε τους ασθενείς του αυτή την κρίσιμη περίοδο για όλους.
Ως γιατρός είχε το χάρισμα, από την πρώτη επικοινωνία–συνάντηση με τον ασθενή, να τον προσεγγίσει με υπομονή και σπάνια πραότητα, να τον κάνει να αισθανθεί άνετα , με τις επιστημονικές του γνώσεις και να αποσπάσει αμέσως την εμπιστοσύνη του. Διέκρινε κανείς μια ανακούφιση στους ασθενείς του όταν έφευγαν από το ιατρείο του.
Θυμάμαι κάθε φορά που συνόδευα κάποιο φίλο ασθενή στο ιατρείο του με έκδηλη ικανοποίηση και σεβασμό ανέφερε ότι, για πολλούς λόγους με θεωρούσε ως Μέντορά του. Αυτό έκανε και εμένα περήφανο και τον ευχαριστώ. Είναι σπάνιο συναίσθημα σήμερα.
Κλασσικός, παραδοσιακός οικογενειάρχης, με το γλυκό γεμάτο σιγουριά και ικανοποίηση χαμόγελό του, μιλούσε για την οικογένειά του, για τη σύζυγο Κατερίνα και τα τέσσερα παιδιά του: τη Μαριλένα, το Σίμο, την Βασιλεία και την Ιουλία και χαιρόταν πραγματικά. Από όλους ήταν ικανοποιημένος, αλλά υπογράμμιζε για τον μικρό Δαυίδ τον εγγονό του: “Συμεωνίδης Δαυίδ του Συμεών, όπως και εγώ!” μου έλεγε και γέμιζε το μέτωπό του φως, έλαμπε. Εύχομαι και ελπίζω να έχει κληρονομήσει ο μικρός Δαυίδ λίγα έστω, καθαρά γονίδια, από τον παππού του, φίλο μας.
Την ενασχόληση με την πολιτική τη θεωρούσε σημαντικό καθήκον. Θυμάμαι ότι με συμβουλεύτηκε για να συμμετάσχει στις νομαρχιακές εκλογές το 2000, με το ψηφοδέλτιο του Γιάννη του Καρατζιώτη όπου και εκλέχθηκε. Μαζί, πάλι εκτιμήσαμε, μετά από αυτή την θητεία του, ότι θα ήταν πιο χρήσιμος και αποτελεσματικός για την κοινωνία και τους συμπολίτες να αφιερωθεί, αποκλειστικά, στην ιατρική προσφορά και δεν ασχολήθηκε ξανά ενεργά, σε πρώτο πρόσωπο, με την πολιτική. Συνέχισε όμως, με τον τρόπο του, να ενδιαφέρεται και να συμβάλει στη σωστή κατεύθυνση που πίστευε πάντα. Παρέμεινε πιστός στις αρχές της δημοκρατίας, του σεβασμού των άλλων, της κοινωνικής δικαιοσύνης , ήθελε και προωθούσε την αξιοκρατία στην πράξη και όχι στα λόγια.
Έρχεται αυτόματη η σκέψη να τον χαρακτηρίσει κανείς σαν τον Κρεμαστινό της Καβάλας.
Έδειχνε έμπρακτα την αλληλεγγύη του σε ασθενείς και φίλους που είχαν ανάγκη. Ως ειλικρινής και γνήσιος χριστιανός, δεν ήθελε την προβολή, γιατί ήταν άνθρωπος των έργων και όχι των λόγων, χάρισμα σπάνιο σήμερα. Είμαι σε θέση να γνωρίζω περιπτώσεις που, για χρόνια πολλά και σε σταθερή βάση, ενίσχυε άτομα, περιπτώσεις που ίσως δεν γνώριζε ούτε η οικογένειά του. Αυτό ήταν ίσως ένα άλλο μάθημα που δίδαξε στα αγαπημένα του παιδιά, δηλαδή να κάνεις το καλό χωρίς να το διακηρύττεις.
Ήταν άνθρωπος χαμηλών τόνων, άνθρωπος του είναι και όχι του θεαθήναι.
Τα 45 χρόνια που σε γνωρίζω, φίλε Davide, δεν μπορώ να βρω κάτι αρνητικό να σου προσάψω. Ίσως λόγω της φιλίας μας να είμαι μεροληπτικός.
Έτυχε και εγώ να χάσω, ξαφνικά και απότομα, τον πατέρα μου στα 62 του και γνωρίζω καλά πόσο πόνο δίνει μια τέτοια πρόωρη απώλεια στους συγγενείς. Έχω να πω, όμως, στους αγαπημένους σου, ότι, η αγάπη και η στοργή με την οποία τους αγκάλιαζες πάντα, θα τους συντροφεύει και η απέραντη εκτίμηση που τρέφουμε όλοι οι συμπολίτες σου θα απαλύνει σιγά-σιγά τον πόνο και θα τους κάνει να νοιώθουν υπερήφανοι για τον δικό τους άνθρωπο.
Αισθάνομαι τυχερός και πλήρης για την φιλία μας.
Στο καλό, φίλε μας, θα είσαι πάντα κοντά μας, ανάμεσά μας.
Νίκος Κούτρας
Βιολόγος εκπαιδευτικός
Καβάλα, 11.6.2020