Εννοείται πως η κατάκτηση ενός μεταλλίου αποτελεί τον υπέρτατο στόχο και την ύψιστη τιμή για έναν αθλητή. όμως, υπάρχουν και άλλα παιδιά που προσπαθούν εξίσου σκληρά, κάνουν τη δική τους κατάθεση ψυχής, φτάνουν στην πηγή του τελικού στο αγώνισμά τους και για τον ένα ή τον άλλον λόγο δεν καταφέρνουν να πιουν το… νερό του βάθρου και του μεταλλίου.
Κάποια άλλα ούτε αυτό. Σε αυτές τις περιπτώσεις δυστυχώς υπάρχει η τάση να μη δίνουμε την προσοχή και τα εύσημα που απαιτούνται, γράφει ο Γιώργος Ξανθόπουλος.
Πόσες… ζωές, αλήθεια, θα χρειαζόμασταν όλοι οι υπόλοιποι για να πλησιάσουμε αυτό που κάποια παιδιά πετυχαίνουν με μερικά χρόνια σκληρής δουλειάς και έμφυτου ταλέντου;
Πράγματι, η αίγλη ενός μεταλλίου είναι ασύγκριτη, όμως η παρουσία και μόνο σε έναν τελικό της κορυφαίας διοργάνωσης του πλανήτη αποτελεί εξίσου μοναδικό επίτευγμα, ή και μόνο η παρουσία στη διοργάνωση, τα προκριματικά, και πάει λέγοντας.
Γι’ αυτό ακριβώς οφείλουμε να κάνουμε μια ιδιαίτερη μνεία στις προσπάθειες αυτών των παιδιών. αθλητών και αθλητριών που βρίσκονται σταθερά στην παγκόσμια ελίτ, όμως, επειδή νιώθουν ότι… κουβαλούν μια ολόκληρη χώρα στις πλάτες τους, έχουν την ανάγκη να ζητήσουν συγγνώμη επειδή δεν κατάφεραν να πάρουν το πολυπόθητο μετάλλιο, ενώ έφτασαν τόσο κοντά.
Αυτό που είναι ξεκάθαρο είναι πως τα συγκεκριμένα παιδιά δεν χρωστούν καμία συγγνώμη, σε κανέναν. Συγγνώμη θα έπρεπε να τους ζητήσουν μόνο όσοι τους ξεχνούν ύστερα από λίγες μέρες, όσοι θεσμικά δεν κάνουν ό,τι περνάει από το χέρι τους και ακόμα παραπάνω για να τους στηρίξουν και όσοι τους βάζουν σε δεύτερο πλάνο επειδή έχουν μάθει να πανηγυρίζουν μόνο πρωτιές και μετάλλια.
Μετά την τεράστια επιτυχία του Απόστολου Χρήστου με τη δεύτερη θέση στο 200άρι ύπτιο, πολλοί Έλληνες -και δικαίως- έστειλαν το μήνυμα «σε ευχαριστούμε Απόστολε». Είναι όμως κρίμα, άδικο και μεγάλη αχαριστία να μην ευχαριστούμε εξίσου και όσους έχασαν το μετάλλιο για κλάσματα του δευτερολέπτου ή για λίγα εκατοστά του μέτρου.
Ευχαριστούμε λοιπόν και τον Κριστιάν και τη Χριστίνα και την Ευαγγελία και τον Στέφανο, την Τατιάνα και την Πολυνίκη. Κι ας μην πήραν μετάλλιο, κι ας αποκλείστηκαν.
Άλλωστε, η Δώρα Γκουντούρα το είπε πολύ σωστά μετά την ήττα της στα προημιτελικά της σπάθης γυναικών: «Εμένα το μετάλλιό μου δεν βρίσκεται εδώ, βρίσκεται κάθε μέρα στην προπόνηση.
Εκεί όπου πρέπει να μπαίνεις, να ξαναμπαίνεις και να παλεύεις με θεούς και δαίμονες». Τι άλλο να προσθέσεις σε αυτό, πέρα από το ότι η Δώρα και τα άλλα παιδιά που δεν πέτυχαν τον υπέρτατο στόχο του μεταλλίου αξίζουν την ίδια δόξα και αγάπη απ’ όλους μας.
Όλοι οι αθλητές χρωστούν μοναχά στον εαυτό τους και σε αυτούς που τους στηρίζουν καθημερινά. Εμείς όλοι είμαστε οι μεγάλοι απόντες, σε αυτή την τεράστια πολυετή προσπάθεια. Η Γκούσιν χρειάζεται να δουλεύει για να βιοπορίζεται την ώρα που ο Ντουπλάντις και ο Λαβιλενί έχουν τον στίβο στην αυλή του σπιτιού τους.
Λέμε λοιπόν πως δεν έχουμε την απαίτηση από κάποιον να φέρει μετάλλιο. Είμαστε ήδη υπερήφανοι για τους αθλητές μας, από τον πρώτο μέχρι και τον τελευταίο, που βρίσκονται στο Παρίσι. Άνθρωποι είναι.
Μόνο δυο λόγια για να κλείσουμε, από την χειρότερη Ολυμπιάδα ever, για αναρίθμητους λόγους, από αυτά που είπε ο Εμμανουήλ: »Τώρα που ηρέμησα, σκέφτομαι όλα αυτά που έχω περάσει ως αθλητής, ως άνθρωπος.
Τις δυσκολίες, την κατάθλιψη, τον ρατσισμό, τους τραυματισμούς. Μπορώ να πω ότι όλα αυτά με έκαναν τον άνθρωπο που είμαι τώρα. Δυνατό, με αυτοπεποίθηση, ένας τρίτος ολυμπιονίκης.
Δεν είμαι ειδικός, ξεπερνάω στιγμές, θα έχω κι άλλες καλές και κακές. Είμαι 24. Αυτό που θέλω να πω στα νέα παιδιά, είναι να πιστεύουν στα όνειρά τους. Είναι πάρα πολύ δύσκολος αυτός ο κόσμος, αλλά με επιμονή και με υπομονή, με πίστη στον εαυτό σου, θα κάνεις πράγματα.
Θέλω να ευχαριστιέμαι τον αγώνα, θέλω να μπαίνω με την καρδιά μου και με την ψυχή μου. Ήθελα ένα μετάλλιο, το είχα πει στην οικογένειά μου. Το πίστευα και όταν βλέπεις γύρω σου τους ανθρώπους σου να πιστεύουν σε εσένα, όλα γίνονται αληθινά. Τα κατάφερα, έβαλα τα κλάματα με τους γονείς μου, τους ευχαρίστησα για την πίστη και για την ενέργεια που μου έχουν δώσει όλα αυτά τα χρόνια».
Μόνο σε αυτούς χρωστά ο Καραλής, σε κανέναν από εμάς. Ο μέσος έλληνας ‘βαριέεεται’, απεριόριστα, αρέσκεται να κουνάει σημαιάκια και αναρωτιέται γιατί τα τρόφιμα στα ράφια έχουν καταστεί απλησίαστα, κάνει πως δεν βλέπει πως οι πλούσιοι καθημερινά γίνονται πλουσιότεροι την ώρα που ο ίδιος φτωχαίνει με ταχύτητα. Ξέχασα όμως, αυτό σηκώνει σκέψη, απαιτεί προσπάθεια την ώρα που ο ίδιος »βαριέται»!
Μιχάλης ‘Μίκης’ Μαυρόπουλος αέναη κίνηση