Πόσες φορές έχουμε πει στον εαυτό μας, ίσως για να μη το ζορίζουμε, ότι η αποποίηση της ελευθερίας είναι στην πραγματικότητα ασυμβίβαστη με την ανθρώπινη φύση;
Δεν πρέπει να είναι πολλοί, ωστόσο, είμαστε βέβαιοι, εκείνοι στους οποίους αργότερα θα έρθει στο μυαλό πως η επιβεβαίωση τόσο ευγενών σκοπών περιέχει τουλάχιστον μερικά υπονοούμενα, που δεν είναι δευτερεύουσας σημασίας, επάνω στα οποία αξίζει να αναλογιστούμε ανακτώντας λίγη από εκείνη την κριτική σκέψη της οποίας έχουμε χάσει από καιρό τα ίχνη.
Αυτά τα υπονοούμενα αφορούν το δόγμα της «Φύσης» που υποστηρίζει, μεταξύ άλλων, τα θεμέλια του σπισισμού και την ιδεολογία της κεντρικότητας και της υπεροχής του ανθρώπινου είδους έναντι των άλλων, όπως υπογραμμίζει στην αρχή το νέο κείμενο της Annamaria Rivera.
Και σε αυτήν την περίπτωση, η Annamaria επαναλαμβάνει πόσο σημαντικό είναι να θυμόμαστε ότι τα στερεότυπα που συνήθως αναλαμβάνονται για να νομιμοποιήσουν την αδιαφορία για τα δεινά που προκαλούνται στα ζώα, ή για να δικαιολογήσουν τη σκληρότητά απέναντι τους, συνδέονται στενά με τη ρατσιστική και σεξιστική σκέψη.
Ένα κρίσιμο στοιχείο όχι μόνο για να ευνοήσουμε την ανάλυση του λεξιλογίου, των συμπεριφορών και διαδικασιών σε εξέλιξη, αλλά και για να προσπαθήσουμε να διευρύνουμε και να συνδέσουμε τους αγώνες για το δικαίωμα στην ευτυχία και την αξιοπρέπεια για κάθε ζωή ενός πλανήτη που χάνει καθημερινά ποτάμια από αυτές.
Οι πρακτικές εξόντωσης της εποχής μας, ειδικά εκείνες που είναι αόρατες σε όσους είναι τόσο κοντόφθαλμοι ώστε να έχουν μάτια μόνο για τη δική τους ήπειρο, σήμερα θα πρέπει να μας παρακινήσουν περισσότερο από ποτέ να μην κοιτάζουμε αλλού, να μην τραβήξουμε το βλέμμα μας. Να θυμόμαστε, λοιπόν, μαζί με τον Theodor Adorno, πως ο καπνός του Άουσβιτς δεν ξαναζωντανεύει μόνο από τη δυσωδία της φρίκης που αποπνέουν ορισμένες κάλπες, αλλά κάθε φορά που περνάμε με το αυτοκίνητο, αφηρημένοι, κοντά σε ένα σφαγείο νομίζοντας ότι τελικά είναι μόνο ζώα.
Η λέξη σπισισμός βασίζεται στην έννοια των ειδών, κατ’ αναλογία με τις λέξεις ρατσισμός και σεξισμός: είναι το σύστημα κυριαρχίας, αντικειμενοποίησης, ιδιοποίησης των ζώων, με βάση το άκαμπτο και αυθαίρετο κριτήριο του ανήκειν σε είδη ατόμων.
Ένα τέτοιο σύστημα υποστηρίζεται και δικαιολογείται από το δόγμα της Φύσης και την ιδεολογία της κεντρικότητας και της υπεροχής του ανθρώπινου είδους έναντι όλων των άλλων. Η σύγχρονη δυτική σκέψη, – πάνω από όλα πολιτισμικά και ηθικά διαχώρισε όχι μόνο το σώμα από το πνεύμα, την ευθύνη από την ψυχή, αλλά και τον άνθρωπο από τους μη-ανθρώπους.
Σαν αποτέλεσμα έχει λειτουργήσει συχνά μια σαφή διάκριση μεταξύ ανθρώπινων υποκειμένων και ζωικών αντικειμένων, αντικειμενοποιώντας αυτά τα τελευταία και αρνούμενη όχι μόνο το γεγονός ότι έχουν έναν «κόσμο», πολιτισμούς, μια «ιστορία», αλλά και την ποιότητά τους ως υποκείμενα με ευαίσθητη ζωή, συναισθηματική και γνωστική.
Οι πεποιθήσεις, οι προκαταλήψεις και τα στερεότυπα, που χρησιμοποιούνται για να νομιμοποιήσουν την αδιαφορία προς τα δεινά που προκαλούνται στα ζώα ή για να δικαιολογήσουν τη συνήθη σκληρότητα απέναντί τους, συνδέονται στενά με τις ρατσιστικές και σεξιστικές μορφές σκέψης.
Το κίνημα κατά των ειδών-αντισπισιστικό (ή κίνημα για την απελευθέρωση των ζώων) δηλώνει ότι η απόδοση των ατόμων σε βιολογικές κατηγορίες (των ειδών, αλλά και της «φυλής», του φύλου, της ηλικίας) δεν έχει σημασία, δεν είναι σχετικό στο να αποφασίσει ποια θεώρηση πρέπει να παραχωρηθεί στις ανάγκες, τις επιθυμίες, τα δικαιώματά τους. και χρησιμεύει απλώς ως ιδεολογικό πρόσχημα για διακρίσεις, μέχρι την πραγμάτωση.
Όσον αφορά αυτή την τελευταία, αρκεί να αναφέρουμε το γεγονός πως, μέχρι το 2015, για τον γαλλικό αστικό Κώδικα το νομικό καθεστώς του ζώου ήταν αυτό του κινητού αγαθού [περιουσιακού στοιχείου]: μόνο αργότερα θα γίνει «ένα ζωντανό ον προικισμένο με ευαισθησία.
Κατά τη γνώμη μου, ένας από τους σοβαρότερους κινδύνους είναι η διείσδυση στο αντισπισιστικό κίνημα ή η οικειοποίηση του «ζωικού ζητήματος» από δεξιά ή ακροδεξιά ρεύματα. Επομένως είναι επίσης απαραίτητο -και όχι μόνο για λόγους τακτικής- να ξετυλίξουμε, να σχεδιάσουμε τον αντισπισισμό με τον αντισεξισμό και τον αντιρατσισμό.
Τα στερεότυπα που χρησιμοποιούνται για να νομιμοποιήσουν την αδιαφορία προς τα δεινά που προκαλούνται στα ζώα ή να δικαιολογήσουν τη συνήθη σκληρότητα απέναντί τους συνδέονται στενά με ρατσιστικούς και σεξιστικούς τρόπους σκέψης.
Και μέρος της πολιτικής αριστεράς διατρέχει επίσης τέτοιους κινδύνους, αδυνατώντας, όπως συχνά συμβαίνει, να κατανοήσει τη στρατηγική σημασία του αντισπισισμού. Για ένα μέρος της αριστερής σκέψης, το «ζωικό ζήτημα» είναι μια πολυτέλεια για τους προνομιούχους, που θα αδιαφορούσαν για ζητήματα ταξικής, κοινωνικής δικαιοσύνης και ισότητας.
Ωστόσο, παρόλο που η αριστερή παράδοση έχει συχνά σημαδέψει την απόστασή της σε σχέση με το «ζωικό ζήτημα», υπάρχουν σημαντικές ιστορικές εξαιρέσεις στις οποίες θα μπορούσε κανείς να αναφερθεί: από τη ΡόζαΛούξεμπουργκ μέχρι τον Χορκχάιμερ και τον Αντόρνο.…
Όσον αφορά το φεμινιστικό κίνημα, σίγουρα έχει αναπτύξει έναν βαθύ προβληματισμό για το τι διακηρύσσεται, προτείνεται και επιβάλλεται ως καθολικό ουδέτερο. Αλλά, μέχρι σήμερα, τουλάχιστον στις ιταλικές και γαλλικές παραλλαγές, δεν μπόρεσε, δεν κατάφερε να αναλογιστεί αρκετά τον «καταραμένο κύκλο του αποκλεισμού των άλλων», που εγκαινίασε ο σπισισμός (η έκφραση είναι του Claude Lévi-Strauss).
Πράγματι, η δήλωση ότι τα ζώα δεν είναι πράγματα, αγαθά ή εμπορεύματα, αλλά υποκείμενα ευαίσθητης, μοναδικής, συναισθηματικής και γνωστικής ζωής (και ενεργώντας ανάλογα) σημαίνει ότι πηγαίνεις προς την κατεύθυνση ενός οικονομικού, κοινωνικού και πολιτιστικού έργου-σχεδίου που έχει ως βάση την αναδιανομή των πόρων σε παγκόσμια κλίμακα, την οικονομική και κοινωνική ισότητα, τελικά την υπέρβαση του καπιταλιστικού συστήματος.
Τόσο πολύ που, ειδικά στη νεοφιλελεύθερη και παγκοσμιοποιημένη φάση του, ο καπιταλισμός βασίζεται στην εντατική εκμετάλλευση τόσο των μη ανθρώπινων όντων όσο και των ανθρώπων.
Και οι οικολόγοι άργησαν όχι μόνο να ανησυχήσουν για την καλή διαβίωση των ζώων, αλλά και να εξετάσουν την τεράστια περιβαλλοντική ζημιά που προκαλεί η βιομηχανία κρέατος. Στην πραγματικότητα, τουλάχιστον 142 δισεκατομμύρια ζώα σκοτώνονται κάθε χρόνο στον κόσμο.
Πριν σκοτωθούν, συχνά οδυνηρά και φρικτά, τα ζώα που εκτρέφονται δεν έχουν καμία ύπαρξη. Οι χοίροι είναι φυλακισμένοι σε κλουβιά που συμπιέζουν το σώμα τους και τους εμποδίζουν να κινηθούν. Τα μοσχάρια αρπάζονται από τις νεογέννητες μητέρες τους. οι αρσενικοί νεοσσοί συνθλίβονται ζωντανοί…
Αυτή η βιομηχανία είναι η πρώτη υπεύθυνη για τις διαδικασίες αποψίλωσης των δασών, την κατανάλωση και τη ρύπανση των υδάτων, την παραγωγή αερίων του θερμοκηπίου, την πλανητική χρήση των γαιών, την κατανάλωση γεωργικών προϊόντων.
Επιπλέον, είναι από τις πρώτες όσον αφορά την κατανάλωση ενέργειας. Όλα αυτά προς αποκλειστικό σχεδόν πλεονέκτημα των πλούσιων και βιομηχανοποιημένων δυτικών χωρών, που είναι οι μεγαλύτεροι καταναλωτές κρέατος σε σχέση με τους κατοίκους.
Εν ολίγοις, σήμερα έχουμε όλα τα στοιχεία για να επιβεβαιώσουμε ότι η κρεατική διατροφή προκαλεί μια αυθεντική οικολογική καταστροφή (χρειάζονται δέκα χιλιάδες λίτρα νερό για ένα κιλό βοοειδή) καθώς και σημαντικό υποσιτισμό του ανθρώπου: τέσσερα δισεκατομμύρια περισσότερα ανθρώπινα όντα θα μπορούσαν να τραφούν εάν οι καλλιέργειες που προορίζονταν για τα ζώα χρησιμοποιούνταν απευθείας για την διατροφή τους.
Στην πραγματικότητα, οι βιομηχανικές φάρμες-εκτροφές και τα σφαγεία, με την αλυσίδα αποσυναρμολόγησης των σωμάτων ζώων, παραμένουν τα ακραία παραδείγματα τυπικά φορντιστικών «εργοστασίων».
Εδώ μια αγελάδα σκοτώνεται και ανατέμνεται κάθε λεπτό, ένα γουρούνι κάθε είκοσι δευτερόλεπτα και ένα κοτόπουλο κάθε δύο δευτερόλεπτα. Αλλά οι πληγές τους επηρεάζουν όχι μόνο τη ζωή των ζώων, φυσικά, και το περιβάλλον, αλλά και τους εργάτες που εργάζονται εκεί. Στη Γαλλία, μεταξύ άλλων, έχουν πραγματοποιηθεί έρευνες πεδίου για τις αλυσίδες σφαγής, οι οποίες περιγράφουν την κόλαση τόσο των ζώων όσο και των εργατών.
Ο τεχνικός ορθολογισμός της αναπαραγωγής και της σφαγής των ζώων περιέχει μέσα της μια λογική που παραπέμπει σε αυτή που καθοδήγησε τις τεχνικές συγκέντρωσης σε στρατόπεδα εγκλεισμού και εξόντωσης.
Ακολουθώντας τη σημασιολογία του ανθρωποκτόνου ευφημισμού, η εξόντωση που σχεδιάστηκε σύμφωνα με μια αυστηρή βιομηχανική λογική ορίστηκε με την έκφραση «να δώσεις έναν συμπονετικό θάνατο» για να αποφευχθεί η «άσκοπη ταλαιπωρία». Έτσι η κατά συρροή θανάτωση ζώων για σφαγή σε ασηπτικά και αυτοματοποιημένα σφαγεία, όπως ορίζεται από τους νόμους των «πιο προηγμένων» δυτικών χωρών, ονομάζεται και δικαιολογείται ως «ανθρωπιστική σφαγή».
Ο αντισπισισμός έρχεται σε αντίθεση με το νατουραλιστικό όραμα των ζωντανών όντων και ενδιαφέρεται όχι για το τι αντιπροσωπεύουν τα άτομα, αλλά κυρίως για αυτό που αισθάνονται και βιώνουν.
Σημασία δεν έχει ο λόγος, ο ορθολογισμός ή η ικανότητα αφαίρεσης, αλλά, καταρχήν, η απλή ύπαρξη του πόνου του ζώου, αυτού και πόσο υποφέρει, που είναι η απόδειξη της συνείδησής του και της υποκειμενικότητάς του. Η ευαισθησία και η συναισθηματική οξύτητα των χοίρων είναι πλέον γνωστές ως από τις πιο ανεπτυγμένες. Και όμως αυτό δεν εμποδίζει να σκοτώνονται τουλάχιστον δύο δισεκατομμύρια κάθε χρόνο, αφού τους έχουν υποβάλει σε φρικτές συνθήκες εκτροφής και αναπαραγωγής.
Ο δυτικός-σύγχρονος άνθρωπος είναι αυτός που εγκαινίασε τη ρητορική σύμφωνα με την οποία η ετερότητα δεν μπορεί να οριστεί παρά μόνο μέσω ενός στερητικού κριτηρίου. Το μη ανθρώπινο ζώο θα χαρακτηριζόταν από αυτό που του λείπει: λογική, ψυχή, συνείδηση, γλώσσα, πολιτισμός…
Ποτέ για τη μοναδικότητά του. Από αυτή την άποψη, οι πολυάριθμες και καινοτόμες ανακαλύψεις στον τομέα της ηθολογίας και της γνωστικής ψυχολογίας μας οδήγησαν να εγκαταλείψουμε σταδιακά τα παλιά στερητικά κριτήρια.
Παρόλα αυτά, η δογματική σκέψη της απόλυτης υπεροχής των ανθρώπων πάντα επινοεί νέες ριζικές διαφορές, αβάσιμες ή μέχρι και γελοίες. Κάποτε λεγόταν ότι η χρήση εργαλείων ήταν «κατάλληλη για τον Άνθρωπο», μέχρι που ανακαλύφθηκε ότι ορισμένα είδη ζώων τα χρησιμοποιούν.
Μετά υποστηρίχθηκε ότι μόνο οι άνθρωποι είναι ικανοί να τα φτιάξουν, ενώ στην πραγματικότητα ακόμη και οι χιμπατζήδες και άλλα ζώα είναι ικανά γι’ αυτό. Αργότερα υποστηρίχθηκε ότι τα ζώα δεν έχουν μια διαρθρωμένη γλώσσα. Και αντιθέτως, ήταν δυνατό να διδαχθεί σε ορισμένα πρωτεύοντα τη χειρονομιακή γλώσσα των κωφάλαλων ανθρώπων, με τη σύνταξη και άλλους κανόνες.
Εν ολίγοις, σήμερα έχουμε όλα τα επιστημονικά στοιχεία για να επιβεβαιώσουμε ότι τα ζώα είναι ευαίσθητα όντα, σε πολλές περιπτώσεις προικισμένα με συνείδηση, με την ισχυρότερη έννοια του όρου.
Ορισμένοι ανθρωπολόγοι, πρώτα απ’ όλα ο Claude Lévi-Strauss, έχουν προωθήσει την υπόθεση ότι η καθυπόταξη, ο αποκλεισμός και η εκμετάλλευση των ζώων ήταν το πρωταρχικό μοντέλο που επέτρεψε την κυριαρχία, την πραγμάτωση και την ιεραρχοποίηση ορισμένων κατηγοριών ανθρώπινων όντων.
Από την πλευρά του, ο Theodor W. Adorno, σε έναν αξιομνημόνευτο αφορισμό της Minima Moralia, γράφει ότι το ενδεχόμενο του πογκρόμ αποφασίζεται «την στιγμή κατά την οποίαν το βλέμμα ενός θανάσιμα τραυματισμένου ζώου συναντά έναν άνθρωπο. Το πείσμα με το οποίο απορρίπτει το βλέμμα του – «είναι μόνο ένα ζώο» επανεμφανίζεται ακαταμάχητα στις σκληρότητες που διαπράττονται εναντίον των ανθρώπων, των οποίων οι δράστες πρέπει να πείθουν συνεχώς τους εαυτούς τους πως «δεν είναι παρά ένα ζώο»”.
Μιχάλης ‘Μίκης’ Μαυρόπουλος comune-info