Στις υπερκινητικές και αγχωμένες κοινωνίες μας, όλο και περισσότεροι είναι εκείνοι που όταν φτάνει η στιγμή να πάνε στο κρεβάτι δυσκολεύονται να κοιμηθούν.
Είναι μια κατάσταση που συνδέεται άμεσα με την υποτίμηση του ύπνου που η νεωτερικότητα, με την μανία της να παράγει, εγκαινίασε μαζί με την προοδευτική διάβρωση του σκοταδιού, όλο και πιο φωτισμένου.
Στο παρελθόν, η νυχτερινή επαγρύπνηση δεν είχε μια επικρατούσα χροιά θλιβερής ανικανότητας, αδυναμίας, αγχωτικής αναμονής. ο πιο αρχαίος από τους ήρωες, ο Gilgamesh, υπέφερε από αϋπνία λόγω υπερβολικής ενέργειας και επιθυμίας να δράσει, και πόσοι είναι οι πρωταθλητές των αρχαίων μαχών που τη νύχτα προγεύονταν τη χαρά της πρωινής σύγκρουσης;
Χαρακτήρα προς χαρακτήρα, παράδειγμα μετά το παράδειγμα, ο Eluned Summers-Bremner υφαίνει τις πολλές μορφές αϋπνίας για τις οποίες μας μιλά η λογοτεχνία κάθε εποχής και πολιτισμού σε ένα ενιαίο, πολύ ποικίλο κουβάρι, patchwork.
Από την αρχαία Μεσοποταμία στην Ιλιάδα και την Οδύσσεια, από την Κίνα στην Ινδία, από την Ευρώπη στην Ιαπωνία. Μέσα από μια πολύ ευχάριστη ανάγνωση, πηγαίνουμε στις ρίζες της αϋπνίας και ανακαλύπτουμε πως η τέχνη, όχι λιγότερο από την επιστήμη, υπήρξε το εργαλείο με το οποίο ο άνθρωπος έψαξε κατά τη διάρκεια των αιώνων να την κατανοήσει, να την περιγράψει και να την ξεπεράσει..
Οι γιατροί και οι φιλόσοφοι του Μεσαίωνα και της Αναγέννησης, για παράδειγμα, την θεωρούσαν ένα σύμπτωμα της αγάπης, της μελαγχολίας, ακόμη και της δαιμονικής κατοχής. Η σύγχρονη ιατρική αντιθέτως τείνει συχνά να τη συσχετίζει με καταστάσεις ψυχολογικού βασάνου, εξ ου και η ολοένα και πιο διαδεδομένη χρήση φαρμάκων. Αλλά πώς τα πήγαιναν οι πρόγονοί μας; πως την αντιμετώπιζαν;
Και τι σκέφτονται άλλοι πολιτισμοί, διαφορετικοί, εκτός από τον δυτικό, υιό του Διαφωτισμού, για την αγρυπνία και το σκοτάδι; Συναρπαστικές σελίδες, γεμάτες απαντήσεις
(από το κάλυμμα του βιβλίου : Eluned Summers-Bremner, «Insonnia«. Donzelli.) »Αϋπνία»
Χάνουμε τον ύπνο μας – Ci stiamo perdendo il sonno
Τρυφερή ήταν η νύχτα – Tenera era la notte –
– του Marco Belpoliti –
Ακόμα και ο ύπνος δεν είναι πια όπως ήταν κάποτε. Οι συχνές διαφημίσεις αφιερωμένες σε θεραπείες, μέτρα για την καταπολέμηση της αϋπνίας δείχνουν ότι σήμερα οι άνθρωποι δυσκολεύονται όλο και περισσότερο να κοιμηθούν.
Από διαταραχή που συνδέεται με την αύξηση της ηλικίας – καθώς οι ηλικιωμένοι κοιμούνται όλο και λιγότερο – η αϋπνία μετακινείται στον ενήλικο πληθυσμό όπως επίσης στον νεότερο. Αναμφίβολα, μια από τις συνέπειες του Covid 19 υπήρξε η αύξηση του επιπέδου άγχους των ανθρώπων επηρεάζοντας την ικανότητά τους να κοιμούνται με ευκολία.
Κάτι παρόμοιο συνέβη στην Αμερική μετά την επίθεση στους Δίδυμους Πύργους το 2001: ο αριθμός των ανθρώπων που έπασχαν από αυτή τη διαταραχή διπλασιάστηκε μετά το συμβάν.
Εκτιμάται ότι περνάμε περίπου το ένα τρίτο της ζωής μας στον ύπνο, αλλά αυτό το ποσό μειώνεται προοδευτικά. Εκτός από την εγρήγορση και τον ύπνο, στην πραγματικότητα υπάρχει μια τρίτη κατάσταση ύπαρξης: η αϋπνία, ένας μοναδικά άγνωστος χρόνος, χρόνος αναμονής.
Αλλά τι ακριβώς είναι η αϋπνία;
Οι γιατροί την χαρακτηρίζουν ως τη συνήθη αδυναμία να κοιμηθούμε ή να συνεχίσουμε να κοιμόμαστε όταν το επιθυμούμε ή το έχουμε ανάγκη, γράφει ο Eluned Summers-Bremmer στην «Αϋπνία» – «Insonnia» (Donzelli), πολιτιστική ιστορία αυτής της κατάστασης αγρυπνίας.
Όταν πέφτει η νύχτα, η ηρεμιστική ορμόνη της μελατονίνης, χαμηλή κατά τη διάρκεια της ημέρας, αυξάνεται επειδή η σύνθεσή της λαμβάνει χώρα αργά το βράδυ, μεταξύ 21 και 22, ενώ μειώνεται ξαφνικά περίπου στις 7-8 το πρωί, προετοιμάζοντας μας να ξυπνήσουμε.
Ο χρόνος ξεκούρασης και του αναζωογονητικού ύπνου έχει αλλάξει σίγουρα τη σημασία του.
Για τους αρχαίους ήταν ένα ενεργό μέρος της ανθρώπινης ζωής, του οποίου η μόνη διαφορά σε σχέση με την εγρήγορση ήταν δοσμένη από το σκοτάδι. Οι θεοί μπορούσαν να επισκεφθούν τους θνητούς με προφητικά όνειρα, και αυτή η στιγμή λήθης, κενού βρίσκονταν σε στενή σχέση με το ενεργό μέρος της ύπαρξης.
Η υποτίμηση του ύπνου είναι ένα αποτέλεσμα της νεωτερικότητας, των μοντέρνων καιρών γράφει ο Summers-Bremner στο δοκίμιο του, το οποίο ερμηνεύει την παγκόσμια λογοτεχνία μέσω αϋπνίων χαρακτήρων.
Αυτή η αλλαγή πραγματοποιήθηκε προς το τέλος του Μεσαίωνα για να γίνει εκ των πραγμάτων αμετάκλητη με την έλευση της σύγχρονης καπιταλιστικής οικονομίας. Ένας αγγλοσαξονικός ψυχίατρος, ο William Dement, το συνοψίζει το 1997: «Το μυαλό δεν κοιμάται ποτέ!»
Ο ισραηλινός επιστήμονας Peretz Lavie στο «Ο υπέροχος κόσμος του ύπνου» (Einaudi) υπογραμμίζει αυτό που συμβαίνει στον εγκέφαλό μας κατά τη διάρκεια του ύπνου: ο νους εργάζεται για εμάς.
Εργασία: αυτό είναι ο ύπνος τώρα. Αλλά όλα ετούτα δεν φαίνεται να είναι αρκετά, όπως επεσήμανε ο Jonhatan Crary στο «24/7» (Einaudi). Σύμφωνα με τον καθηγητή του Πανεπιστημίου της Κολούμπια, ο ύπνος θα παραμείνει το τελευταίο έδαφος το οποίο η οικονομία δεν έχει ακόμη κατακτήσει και αποικίσει οριστικά.
Πώς προέκυψε η τρέχουσα αϋπνία, η οποία επηρεάζει πολλούς ανθρώπους σε όλο τον κόσμο;
Εμείς δουλεύουμε πολύ μακρύτερες ημέρες από τους γονείς μας και αυτό μας προσφέρει όλο και λιγότερο ελεύθερο χρόνο. Επιπλέον, οι διαδικασίες της παγκοσμιοποίησης έχουν καταστήσει τη εργασία όλων συνεχώς αναδιαμορφώσιμη, καθιστώντας δυνατή την είσοδο των ανησυχιών στην οικιακή ζωή.
Η χρήση της τεχνολογίας των πληροφοριών και των κοινωνικών μέσων έχει γίνει επεμβατική σε βάρος των ελεύθερων στιγμών, εισβάλλοντας σε αυτές, εκεί όπου αντιθέτως είναι δυνατή η προσωπική σκέψη, ο στοχασμός, ο προβληματισμός, οπότε ο ύπνος ανοίγει τον δρόμο του πιο εύκολα.
Τα τεχνητά φώτα έχουν επεκτείνει την κυριαρχία της ημέρας σε σχέση με τη νύχτα, όπως εξήγησε ο Wolfgang Schivelbusch στο «Light» – Φως-«Luce» (Pratiche).
Η φωτισμένη νύχτα όχι μόνο παρατείνει το έργο, αλλά τονίζει επίσης τις καταστάσεις έξαψης και άγχους που προηγουμένως κατοικούσαν την ημέρα. Τώρα η αϋπνία είναι μια νευρωτική διαταραχή, λένε οι ψυχολόγοι. Γιατί δεν υπήρχε η αϋπνία όπως τη γνωρίζουμε σήμερα στον αρχαίο κόσμο;
Επειδή οι πρόγονοί μας δεν είχαν την αίσθηση της ατομικής ιδιοκτησίας του χρόνου και του χρέους που δημιουργεί. Ο χρόνος είναι χρήμα, εξήγησε ο Jacques Le Goff, ανακατασκευάζοντας τη γενεαλογία του κατά τον Μεσαίωνα.
Ο νέος εμπορικός χρόνος έχει μετακινήσει το άγχος, που επιφυλάσσεται για το πεπρωμένο στη μεταθανάτια ζωή, στην καθημερινή σφαίρα της εδώ πλευράς: η επίγνωση του άγχους του χρόνου είναι μια σημαντική πτυχή της αϋπνίας, γράφει ο Summers-Bremner.
Αυτή η κατάσταση αναστολής εμφανίζεται ως «το μέρος όπου δύο ανεξερεύνητοι πράκτορες, ο ύπνος και η νύχτα, βρίσκονται σε μια συνοριακή σύγκρουση, στην οποία ένα ευτυχισμένο αποτέλεσμα είναι δυνατό μόνο αν και οι δύο χάσουν έδαφος».
Για τους αρχαίους, έχοντας κάνει τις απαραίτητες διακρίσεις μεταξύ των διαφορετικών πολιτισμών, η αϋπνία είναι «το σύνολο των σκούρων και διακαών ονείρων μέσα σε άλλες σκοτεινές συνθήκες: ο ύπνος, η νύχτα και o θάνατος, ο βαθύτερος».
Η προσδοκία να ζούμε όλο και περισσότερο συνδέεται με την αϋπνία, όπως φαίνεται από τη φιγούρα που δημιούργησε ο Bram Stoker, Dracula, τον Δράκουλα (1897) στο κατώφλι του εικοστού αιώνα.
Πράγματι, μεταξύ 1740 και 1900 τα παγκόσμια γεγονότα άρχισαν να επιταχύνονται όλο και περισσότερο. Στη συνέχεια, υπήρξε η άφιξη ουσιών που αύξαναν την κατάσταση εγρήγορσης, όπως το τσάι και ο καφές, εκτός από τη ζάχαρη, η οποία από μόνη της κατέστησε δυνατή σε ενεργειακό επίπεδο, γράφει ο Sidney W. Mintz στο η «Ιστορία της ζάχαρης» (Einaudi), την έκρηξη της βιομηχανικής επανάστασης.
Και σήμερα;
Η αϋπνία είναι αναμφίβολα ένα προϊόν της εντατικοποίησης της νευρικής ζωής των νέων εργαζομένων στον τομέα της πληροφορικής, δηλαδή όλων μας.
Το κλείδωμα–lockdown που προκαλείται από τον ιό έχει σπάσει τα εμπόδια μεταξύ εργασίας και ανάπαυσης, μεταξύ γραφείου και κατοικίας, αυξάνοντας το άγχος και ταυτόχρονα διευρύνοντας αυτό τον αβέβαιο και αόριστο χώρο τον οποίο παραβιάζει η αϋπνία.
Μιχάλης ‘Μίκης’ Μαυρόπουλος