Το κτήριο που στεγάζει τη Δημόσια Βιβλιοθήκη Φλώρινας, απέναντι από το ιστορικό ξενοδοχείο «Διεθνές» που επέλεξε σαν σκηνικό για δύο ταινίες του ο Θόδωρος Αγγελόπουλος, ανήκει στην ίδια κατηγορία με το κτήριο Μπάτση, που αποτελεί την ιστορική έδρα του ΣΦΓΤ.
Πρόκειται για κτήρια κατασκευασμένα στα μέσα του 20ου αιώνα, κυρίως μεταπολεμικά, που σηματοδοτούν τη μετάβαση από την αρχιτεκτονική του εκλεκτικισμού των τελευταίων δεκαετιών του 19ου και των πρώτων του 20ου αιώνα, στη μοντέρνα, αφαιρετική αισθητική.
Η αφαίρεση διακοσμητικών στοιχείων από τις όψεις γίνεται σταδιακά, δηλώνοντας την ηλικία του κτηρίου και την λιγότερο ή περισσότερο μοντερνιστική τάση του αρχιτέκτονα.
Στην περίπτωση της Φλώρινας, το κυκλικό στοιχείο, άριστη επίλυση της γωνίας στη συμβολή κάθετων δρόμων, μεταφράζεται σαν αρχιτεκτονική προεξοχή, ενώ στην Καβάλα εμφανίζεται ως εξώστης, με παράλληλη κοίλη υποχώρηση της τοιχοποιίας.
Το παραδοσιακό κορνίζωμα στην απόληξη πριν το στηθαίο, καθώς και στα πλαίσια των ανοιγμάτων υπάρχει και στα δύο κτήρια, που παρουσιάζουν αναλογίες στη διαμόρφωση των όγκων, με τη διαφορά ότι στο παλαιότερο κτήριο της Φλώρινας η τάση προς το μοντέρνο διακρίνεται πολύ αχνά, ενώ σ’ αυτό της Καβάλας η απλοποίηση της φόρμας είναι ιδιαίτερα εμφανής.
Η αλλαγή τέλος στις αναλογίες των κουφωμάτων, από κατακόρυφα ορθογώνια σε τετράγωνα, σε συνδυασμό με τη χρήση ρολών, που έρχονται να αντικαταστήσουν τα παραδοσιακά, περσιδωτά φύλλα σκιασμού, δηλώνουν την προτίμηση του αρχιτέκτονα στην λειτουργικότητα και τις νέες τεχνολογίες.
Το κτήριο της Δημόσιας Βιβλιοθήκης Φλώρινας, που χρήζει συντήρησης, προστατεύεται από τον Δήμο και αναφέρεται στον τουριστικό οδηγό του, ως «ένα αληθινό στολίδι για την πόλη».
Σε μια εποχή που εδραιώνονται πλέον τα μοντέρνα ρεύματα στην τέχνη και η λειτουργική αρχιτεκτονική έρχεται να δώσει λύσεις κατά την ανοικοδόμηση της κατεστραμμένης Ευρώπης από τον 2ο παγκόσμιο πόλεμο, στην Ελλάδα είναι εμφανής ο απόηχος της παράδοσης με μια παράλληλη διάθεση να ακολουθήσει τα ευρωπαϊκά πρότυπα.
Η συνύπαρξη ετερόκλιτων στοιχείων χαρακτηρίζει και τα κτήρια του Καβαλιώτη αρχιτέκτονα Χρήστου Μπάτση και αντικατοπτρίζει την εποχή τους, αποτελώντας τη μετάβαση από τον ιστορικό πυρήνα στη σύγχρονη πόλη.
Αυτή η μετάβαση, η λεγόμενη «Ενδιάμεση ζώνη», το πέρασμα δηλαδή από το ιστορικό κέντρο στη νέα εποχή, στις ευρωπαϊκές χώρες δεν παρατηρείται μόνο σε μεμονωμένα κτήρια, αλλά εκτείνεται σε μεγάλη κλίμακα και προστατεύεται από την πολιτεία και τα θεσμικά της όργανα.
Στην Ιταλία σώζονται ολόκληρες περιοχές με πολυώροφα κτηριακά συγκροτήματα από λιθοδομή ή σύμμικτες κατασκευές του δεύτερου μισού του 19ου αιώνα έως τις αρχές του εικοστού, που σε αρκετές περιπτώσεις περικλείουν όλη την Παλιά πόλη.
Στην ακόμα ασθενέστερη οικονομικά Πορτογαλία διατηρούνται, επίσης σε άριστη κατάσταση, κτήρια πανομοιότυπα με το διώροφο της οδού Κύπρου. Εκεί, συντηρούν και αξιοποιούν τα κτήρια, δίνοντάς τους νέες χρήσεις. Η κρατική προστασία λειτουργεί και σε αντίθεση με τη χώρα μας οι νόμοι εφαρμόζονται.
Το πιο σημαντικό, όμως, είναι η παιδεία. Ο απλός πολίτης έχει συνείδηση της αξίας της πολιτιστικής του κληρονομιάς και δεν χρειάζονται κατασταλτικοί μηχανισμοί για να το επιβάλλουν.
Αντίθετα, στην περίπτωση της χώρας μας, ακόμη και το επιστημονικό δυναμικό δεν έχει αποκτήσει στοιχειωδώς ανάλογη συνείδηση, πλην κάποιων εξαιρέσεων. Στην Ιταλία και όχι μόνο, η τέχνη της αναστήλωσης, συντήρησης και αποκατάστασης των παλαιών κτηρίων, κληροδοτείται από γενιά σε γενιά και σε αρκετές περιπτώσεις ξεπερνάει την επιστήμη, γιατί βασίζεται στην εμπειρία που διαμορφώθηκε ανά τους αιώνες.
Γι’ αυτό και τα ιστορικά κέντρα αποτελούν ζωντανά μουσεία. Στη χώρα μας, δυστυχώς, η έλλειψη παιδείας και το εύκολο κέρδος, έχουν οδηγήσει σε καταστροφική μανία για οτιδήποτε σχετίζεται με το παρελθόν, με αποτέλεσμα να έχουμε κατασκευάσει ένα υποβαθμισμένο δομημένο περιβάλλον, κινδυνεύοντας να χάσουμε οριστικά τη συλλογική μας μνήμη.
Θαυμάζουμε την τεχνολογία των ανεπτυγμένων χωρών, χωρίς να είμαστε σε θέση να αφομοιώσουμε τα θετικά στοιχεία αυτών των πολιτισμών. Οι κρατικές Υπηρεσίες ως πλέον αρμόδιες για την ενημέρωση και ευαισθητοποίηση των πολιτών, καθώς και για την καταγραφή και προστασία όχι μόνο των μνημείων, αλλά και όλων των ανώνυμων κτηρίων αστικής, βιομηχανικής και λαϊκής αρχιτεκτονικής του παρελθόντος, περιορίζονται στην επιβολή προστίμων για αυθαίρετες επεμβάσεις σε ήδη κηρυγμένα διατηρητέα.
Η διάσωση των υπόλοιπων, που δεν έχουν κηρυχτεί και ούτε προβλέπεται από πλευράς θεσμών, έγκειται στην καλή θέληση των πολιτών, που αντί χρηματικής βοήθειας, έχουν να αντιμετωπίσουν τις εξαντλητικά σχολαστικές και απίστευτα χρονοβόρες γραφειοκρατικές διαδικασίες αδειοδοτήσεων.
Αυτή η έλλειψη κρατικής μέριμνας, οδηγεί στην αυθαιρεσία, την κατεδάφιση και την αντικατάσταση των παραδοσιακών με ψυχρά και απρόσωπα κτήρια κακοσχεδιασμένα, παρόμοια με αυτά των εξαθλιωμένων τριτοκοσμικών χωρών.
Στην Καβάλα, όπου η καταστροφή έχει ξεπεράσει κάθε όριο, υπάρχουν παρ’ όλ΄ αυτά φωτεινά παραδείγματα, όπως ο χαρακτηρισμός των προσφυγικών κτηριακών συνόλων ως διατηρητέων, η μεταβίβαση στην ιδιοκτησία του Δήμου, προκειμένου να αναστηλωθούν και να αποκτήσουν νέα χρήση, ορισμένων καπναποθηκών και κάποιων κτηρίων, καθώς και μεμονωμένες περιπτώσεις ιδιωτών, που παρ’ όλες τις αντίξοες συνθήκες, συντηρούν παλιές οικογενειακές κατοικίες.
Όταν το κράτος δεν μεριμνά, οφείλουμε ως ενεργοί πολίτες, σεβόμενοι την ιστορία και τον πολιτισμό μας, να μην επιτρέψουμε την περαιτέρω κατεδάφιση των υπόλοιπων κτηρίων που έχουν απομείνει και που αποτελούν μαρτυρίες του παρελθόντος, όπως του κτηρίου, όπου είχε τα γραφεία του ο πρώην Σύλλογος Καπνεμπόρων και που επί 63 χρόνια στεγάζει τον ιστορικό Σύνδεσμο Φίλων Γραμμάτων και Τεχνών .
Σωτήρης Παναγόπουλος
Αρχιτέκτων-Μηχανικός