Εισαγωγή
Είναι γενικώς αποδεκτό ότι ο Σωκράτης είναι ο μεγαλύτερος φιλόσοφος του 5ου αιώνα. Ο Κάρλ Πόππερ στον πρόλογο στην ελληνική έκδοση του βιβλίου του «Η Ανοιχτή Κοινωνία και οι εχθροί της» (εκδόσεις ΔΩΔΩΝΗ, 1980) γράφει ότι «η φιλοσοφία μου για την πολιτική, το ίδιο όπως και η θεωρία μου για τον υποθετικό χαρακτήρα όλης της επιστημονικής γνώσης, είναι εμπνευσμένη από τον Σωκράτη – ή απ’ αυτό που θεωρώ ως διδασκαλία του Σωκράτη, του Σωκράτη της πλατωνικής Απολογίας» (8 Οκτωβρίου 1979).
Ποιος είναι, όμως, ο ιστορικός Σωκράτης; Μπορούμε να αποφανθούμε με σιγουριά για τα γεγονότα της ζωής ή τις ιδέες του Σωκράτη; Και αν ναι, σε ποιες πηγές θα πρέπει να στηριχθούμε; Οι απόψεις είναι πολλές. Ο Γρηγόρης Βλαστός θεωρεί ότι τα πρώιμα έργα του Πλάτωνα μπορούν να μας δώσουν κατά μεγάλη προσέγγιση τις απόψεις του Σωκράτη (“The Philosophy of Socrates”, Palgrave Macmillan, 1971). Εμείς θα αποδεχθούμε την άποψη του Βλαστού και θα προσπαθήσουμε να παρουσιάσουμε τον Σωκράτη μέσα από τα πρώιμα έργα του Πλάτωνα. Για κάθε έργο θα αναφέρουμε τον βασικό σκοπό της συζήτησης, την αφορμή που πραγματοποιήθηκε, καθώς και τα κυριότερα σημεία του διαλόγου. Επειδή πολλοί διάλογοι, αν και σύντομοι, περιέχουν πολλά σημαντικά σημεία θα τα παρουσιάσουμε σε συνέχειες, ώστε να είναι «εύπεπτα» για τον αναγνώστη.
Ο βαθύτερος λόγος αυτής της παρουσίασης έγκειται στα λόγια του Πόππερ, ότι «η πλατιά αποδοχή του σωκρατικού ήθους της πνευματικής μετριοφροσύνης είναι η μεγαλύτερη ελπίδα μας», διότι, εξηγεί, «δεν είναι λίγοι οι διανοητές που με τις αλαζονικές και υπέρμετρες αξιώσεις τους για κατοχή γνώσης, συνέβαλαν στη δημιουργία της ατμόσφαιρας που έκανε δυνατούς δύο παγκοσμίους πολέμους. Η αποδοχή τους σωκρατικού ήθους, μπορεί ίσως να βοηθήσει να αποφύγουμε έναν τρίτο», λόγια που θεωρώ ότι είναι πολύ επίκαιρα. Υπάρχουν σήμερα πολιτικοί ηγέτες που ωθούν τους λαούς τους σε ακραίες πολιτικές επιλογές, διότι έχουν ξεφύγει από το μέτρο, χωρίς να αντιλαμβάνονται ότι θα έχουν την τύχη ηγετών του πρόσφατου παρελθόντος.
Θα ξεκινήσω με τον διάλογο «Χαρμίδης», ο οποίος πραγματεύεται μία από τις σημαντικές αρετές, την σωφροσύνη, την οποία φαίνεται, δυστυχώς, ότι δεν διαθέτουν πολλοί διεθνείς ηγέτες. Από την άλλη πλευρά, η σωφροσύνη είναι μία αρετή που χρειαζόμαστε όλοι οι έλληνες, πολίτες και πολιτικοί, ιδιαίτερα την περίοδο που διανύουμε με την πίεση από την επιδημία του κορονοϊού, τις οικονομικές επιπτώσεις, αλλά και την μακροχρόνια οικονομική κρίση, που έχει δοκιμάσει τις αντοχές μας. Έτσι, πιστεύω ότι η γνωριμία μας με την φιλοσοφία του Σωκράτη, τον τρόπο σκέψης του και την «μέθοδό» του, θα μας βοηθήσει ώστε να βελτιώσουμε τους εαυτούς μας. Το τελευταίο, θα έχει ως αποτέλεσμα την βελτίωση της συμπεριφοράς μας ως πολίτες, και αυτό με την σειρά του θα βοηθήσει γενικότερα στην ωριμότερη αντιμετώπιση των προβλημάτων που αντιμετωπίζει η χώρα μας. Τέλος, η σωφροσύνη δεν είναι αρετή «κατ’ αποκοπήν», αλλά μία αρετή που είτε την διαθέτουμε, είτε όχι. Άρα, δεν μπορεί να ενεργεί κάποιος με σωφροσύνη σε μερικά θέματα και στα υπόλοιπα όχι. Επομένως, έργο των πολιτικών θα πρέπει να είναι η πολιτική αρετή, μέρος της οποίας είναι και η σωφροσύνη.
«Χαρμίδης» (Μέρος πρώτο)
Ο διάλογος «Χαρμίδης» ανήκει στους πρώιμους διαλόγους του Πλάτωνα, και πιο συγκεκριμένα στους πειραστικούς (δοκιμαστικούς), όπως ο Ευθύφρων, ο Θεαίτητος, ο Ίων, ο Μένων και άλλοι. Ο διάλογος πραγματοποιείται μεταξύ του Σωκράτη, του Χαιρεφώντα, φίλου και πιστού μαθητή του Σωκράτη, του Κριτία, ενός εκ των μετέπειτα τριάκοντα τυράννων, και του Χαρμίδη, ξαδέλφου του Κριτία. Πρόκειται για μία αφήγηση σε πλάγιο λόγο του Σωκράτη σε φίλο του, ο οποίος δεν κατονομάζεται. Το θέμα του διαλόγου είναι η σωφροσύνη, μία εκ των αρετών.
Ας περάσουμε, όμως, στην παρουσίαση του διαλόγου. Ο Σωκράτης επιστρέφει από το στρατόπεδο της Ποτίδαιας, όπου είχε μεταβεί ως στρατιώτης. Η Ποτίδαια ανήκε στην Δηλιακή Συμμαχία και πλήρωνε φόρους στην Αθήνα. Η Αθήνα απαίτησε από την Ποτίδαια, μετά την ναυμαχία στα Σύβοτα το 433 π.Χ., να γκρεμίσει μέρος των τειχών και να στείλει ομήρους στην Αθήνα. Φοβούμενη, όμως, η Αθήνα την επιρροή της Κορίνθου στην Ποτίδαια έστειλε 30 τριήρεις και 1.000 οπλίτες υπό τον Αρχέστρατο. Οι Αθηναίοι έπλευσαν για την Ποτίδαια, αλλά επιτέθηκαν ενώ ήδη η εξέγερση είχε ξεκινήσει και οι Μακεδόνες ήταν σύμμαχοι των επαναστατών. Η Αθήνα έστειλε ακόμα 2.000 οπλίτες και 40 πλοία με αρχηγό τον στρατηγό Καλλία. Κατά την μάχη που επακολούθησε το 432 π.Χ. ο Σωκράτης έσωσε την ζωή στον Αλκιβιάδη. Ο Σωκράτης επιστρέφει στην Αθήνα και την επόμενη ημέρα επισκέπτεται την παλαίστρα του Ταυρέα, στις όχθες του Ιλισού. Εκεί συναντά τον Χαιρεφώντα, που μόλις τον βλέπει «τρέχει σαν τρελός που είναι» να του πιάσει το χέρι, λέγοντάς του πώς τα κατάφερε και σώθηκε, γιατί μαθεύτηκε ότι η μάχη ήταν σκληρή και ότι πολλοί γνωστοί Αθηναίοι σκοτώθηκαν, όπως ο στρατηγός Καλλίας (Θουκυδίδης, «Ιστορία», Βιβλίο Α΄, 63).
Αφού ο Σωκράτης εξιστόρησε τα γεγονότα της μάχης στην Ποτίδαια, ρώτησε για τα πράγματα στην Αθήνα και μάλιστα «για την φιλοσοφία, σε ποια κατάσταση βρίσκεται» («περί φιλοσοφίας όπως έχει τα νυν»). Ρωτάει, πιο συγκεκριμένα, υπάρχουν νέοι που διακρίθηκαν για την σοφία τους; Τότε, ο Κριτίας του απαντά ότι υπάρχει ο Χαρμίδης, ο οποίος είναι ο ομορφότερος εκ των νέων. Ο Σωκράτης του ανταπαντά ότι δεν είναι καλός στην κρίση των ωραίων νέων, διότι όλοι οι νέοι του φαίνονται ωραίοι. Τα εγκώμια για την ομορφιά του Χαρμίδη συνεχίζονται από όλους, του Χαιρεφώντα συμπεριλαμβανομένου, οπότε ο Σωκράτης λέει,
«ΣΩ: Ω Ηρακλή πόσο ακαταμάχητο περιγράφετε τον άνδρα, αν συμβεί να έχει ακόμα κι ένα μόνο μικρό προσόν.»
«ΚΡ: Τί;»
«ΣΩ: Αν τυχαίνει να έχει γεννηθεί με καλή ψυχή.»
Έτσι, ο Σωκράτης μεταφέρει την συζήτηση στο γνώριμο πεδίο του, την φιλοσοφία, για την οποία ο Κριτίας τον διαβεβαιώνει ότι ο Χαρμίδης ενδιαφέρεται πολύ.
Βλέπουμε, δηλαδή, τον Σωκράτη να επιστρέφει από την εκστρατεία, να ξεκουράζεται και την επόμενη ημέρα να πηγαίνει στο γυμναστήριο, όχι στην καφετέρια, και αφού εξιστορεί τα της μάχης μεταφέρει την συζήτηση στην φιλοσοφία, η οποία για εκείνον ήταν συνυφασμένη με την ζωή του. Μάλιστα, προσπαθεί να μεταδώσει την αγάπη του αυτή στον νεαρό Χαρμίδη. Δεν κρατάει, δηλαδή, για το εαυτό του την γνώση του, ούτε απομονώνεται σε κανένα ησυχαστήριο, όπως έκαναν πολλοί φιλόσοφοι της «Νέας Φιλοσοφίας», τον 17ο αιώνα.
Βασίλης Τσιάντος
Καθηγητής Διεθνούς Πανεπιστημίου Ελλάδος- Πρόεδρος Δ.Ε. Παραρτήματος Καβάλας Ε.Μ.Ε.
π. Αντιπρόεδρος της ΑΔΙΠ