Dark Mode Light Mode

Ελευθέριος Βενιζέλος: Ο ηγέτης που σφράγισε την ιστορία της Ελλάδας

Στις 19 Μαρτίου του 1936 ο μεγάλος ηγέτης της Ελλάδας, ο Ελευθέριος Βενιζέλος άφηνε την τελευταία του πνοή στο Παρίσι, διωγμένος από τη χώρα που αγάπησε και μεγαλούργησε γι’ αυτήν.

Τη χώρα που την έκανε των πέντε θαλασσών και των δύο ηπείρων με την συνθήκη των Σεβρών, που πέτυχε και ήταν το μεγάλο του έργο προσφοράς στην Ελλάδα. Όλα αυτά τα πέτυχε με μπούσουλα τους απέραντους ορίζοντές του και τους τεράστιους αγώνες του.

Η μεγάλη αυτή προσωπικότητα της Νεότερης Ιστορίας της Πατρίδας μας έφυγε την 19η Μαρτίου του 1936 και σφράγισε η σιωπή το στόμα του. Παρακάτω παραθέτω αυτούσιο το Κύριο Άρθρο του «ΕΛΕΥΘΕΡΟΥ ΒΗΜΑΤΟΣ » της εποχής που είχε γράψει ο γνωστός Συγγραφέας και Ακαδημαϊκός ο Μεγάλος ΣΠΥΡΟΣ ΜΕΛΑΣ
« Ελευθέριος Βενιζέλος: Δάκρυ πικρό μετανοίας πάνω στ’ ανοιχτό μνήμα του».

Πάνω σ’ αυτό το μνήμα δε μπορεί άξια να σταθεί, τούτη την ώρα, παρά μόνον η Ελλάς του λαού, η Ελλάς των μαζών, η ανώνυμη Ελλάς του πλήθους: ξεμαλλιασμένη, ξεστηθιασμένη, χιλιοπληγωμένη, θα καθίσει κατάχαμα με τα κουρέλια της• και θα χτυπήσει τα στήθη της• κι’ η φωνή της θα γίνει απέραντος λυγμός και σπαραγμός και θρήνος, από τις χιονισμένες κορφές του Μπέλες ως τις πλαγιές των Λευκών ορέων.

Η αιώνια σιωπή σφράγισε τα χείλη του με το γνωστό και τόσο αινιγματικό χαμόγελο ,αυτό το χαμόγελο πού χε νικήσει στρατούς και στόλους και διπλωματίες με ιστορία. Το σκοτάδι του θανάτου έσβησε τους δυο γιορτινούς ελληνικούς ουρανούς — αυτά τα πάμφωτα μάτια, πού έβγαιναν έξω από τα γυαλιά κι’ έκαναν τη μορφή του ν’ αστράφτει γεμάτη νόηση…

Και τώρα; Θα προσέλθουν τ’ ανθρωπάκια με τα ύποπτα φρασίδια, τα σάλια, τα δηλητήρια και τους δικολαβικούς «απολογισμούς»; Να κάμουν τι; Αυτό το μνήμα, π’ άνοιξε η Μοίρα με το ραγδαίο ρυθμό των τραγικών καθάρσεων, είναι μνήμα ήρωος.

Τι θα ζητούσαν κοντά του όσοι έζησαν και ζουν με την ιερή τρομάρα της προσωπικότητος κι’ όσοι κάμανε καθημερινή επιχείρηση τον πόλεμο εναντίον της; Να ρίξουν μήπως, αντί για χώμα, την απερίγραπτη σκόνη που ξεσήκωναν γύρω του οι μνησικακίες και οι φθόνοι της απέραντης συντεχνίας των μετριοτήτων; «ΕΛΕΥΘΕΡΟΝ ΒΗΜΑ», 19.3.1936, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ».

Μόνον η Ελλάς του μεγάλου, του ανώνυμου πλήθους, η αληθινή, η αιώνια και μία —κι’ ας την ξεσχίζουν όσο θέλουν τα κόμματα— αυτή που εικονίζει εδώ κάτω την ιδανική μορφή, που ο Βενιζέλος λάτρευσε και υπηρέτησε ένα τρίτον αιώνος, μόνον αυτή μπορεί άξια να τον θρηνήσει σήμερα.

Γιατί θα κλάψει το εκπληκτικό παραμύθι πού ζήσε μαζί του, σαν άλλη Σταχτοπούτα με τ’ όμορφο βασιλόπουλο — ένα όνειρο γοητευτικό, που στο ξύπνιο της διαλύθηκε πιο γλήγορα κι’ από την πιο λεπτή ανοιξιάτικη τέχνη.

Θα κλάψει, πάνω σ’ αυτό το απρόοπτο μνήμα, η Ελλάς τα χαμένα κι’ αγύριστα νιάτα της — τ’ απίστευτα νιάτα που της χάρισε ο καταπληκτικός αυτός μάγος, μόλις έφθασε από το τραχύ του νησί και την άγγιξε με την άκρη του δακτύλου του.

Θα θρηνήσει τ’ αλησμόνητα οράματα της αλκής, πιο φευγαλέα κι’ από το πέταγμα της αλκυόνος, όταν ο μέγας αυτός φακίρης, εμψυχωτής, υπνωτιστής και οδηγός μαζών, ξεσήκωνε τα παλληκάρια, απ’ όλες τις γωνιές της χώρας, για να φέρουν τους πολεμικούς αετούς μας στους παλιούς δοξασμένους δρόμους του Μεγάλου Αλεξάνδρου ή να δέσουν τ’ άλογά τους σ’ αυτές τις πύλες της Βασιλίδος.

Με βαρύ αναφιλητό και με δάκρυ πικρό μετανοίας θα εξομολογηθεί, αυτή η Ελλάς του λαού και του πλήθους, πάνω στ’ ανοιχτό μνήμα, την πρώτη φοβερή της προδοσία, όταν, δειλιασμένη, παγιδευμένη από τα κηρύγματα της φιλοζωίας και του μικροελλαδισμού, έπαυσε να πιστεύει σ’ αυτόν και στάθηκε λιπόψυχη στη μέση του δρόμου.

Θα θρηνήσει, από τα φυλλοκάρδια της μέσα, η Ελλάς αυτή τον απίθανο ήρωα, που την έδραξε τότε με χέρι στιβαρό και μ’ αδάμαστη θέληση την έσπρωξε πάλι στους μεγάλους αγώνες και τους μεγάλους ορίζοντες με τον επιγραμματικό τούτο λόγο:

— Αν Εσύ δεν πιστεύεις σε μένα, εγώ όμως πιστεύω σε Σένα• κι’ είναι το ίδιο! Η Ελλάς αυτή θα κλάψει τ’ αφάνταστα μεγαλεία που γνώρισε, όταν, συντροφευμένη από τον ήρωα της, κάθισε, ισότιμη, στα τραπέζια βασιλιάδων και δυνατών της γης, να γυρέψει περήφανα το δίκιο της και, στην ανάγκη, να χτυπήσει τη γροθιά της.

Τρίβανε τα μάτια τους όσοι την ξέρανε παλαιότερα, που γύριζε το δίσκο της ζητιανιάς στην Ευρώπη, κατά τον γραβαρίτικο ιμπεριαλισμό των Θεοτόκηδων και των Ράλληδων: «Δώστε μας κανένα χωραφάκι, να μεγαλώσουμε κι’ εμείς κομμάτι, έτσι να συχωρεθούν τα πεθαμένα σας!».

Με σπαραγμούς και γόους θα φωνάξει, χτυπώντας τα στήθη της, τη δεύτερη φοβερή προδοσία της, όταν στο μεγαλούργημα των Σεβρών τού απεκρίθη: — Μαύρο, κάτω, έξω από την Ελλάδα!

Θα χύσει δάκρυα πικρά για τις ασιατικές κτήσεις που χάθηκαν για πάντα, για το κολόβωμα της Θράκης, για τις τρομερές εκατόμβες του πληθυσμού, για τη συμφορά που εξαπολύθηκε κατά της χώρας.

Θα χύσει δάκρυα μετανοίας κι’ ευγνωμοσύνης για την προθυμία πούδειξε, αυτός, ο εξόριστος, ο αποδιωγμένος, να τρέξει στη Λωζάννη και μαρτυρικά ν’ αγωνιστεί για να περιμαζέψη τα αιμόφυρτα ράκη, στα οποία η ομαδική παραφροσύνη είχε μεταβάλη το μεγάλο του έργο.

Θα κλάψη, η Ελλάς αυτή, για όλες τις προδοσίες του εαυτού της —του πολυτιμοτέρου της εαυτού μάλιστα!— για τις σφαίρες των δολοφόνων, τα μίση, τις βρισιές, τ’ αναθέματα.

Και θα θρηνήση από τα βάθη της καρδιάς της επάνω απ’ όλα τον άνδρα που, μέσα στη φοβερή θύελλα των παθών που σήκωσεν η απροσμέτρητη προσωπικότης του, μπόρεσε να μείνη σταθερός στο χρέος του: πιστός προς τους απίστους, έτοιμος να τους υπηρετήση σε κάθε στιγμή και με κάθε θυσία.

Η ατσαλένια του θέλησις, η απίστευτη ευκαμψία του, η αφάνταστη διορατικότης, η καταπληκτική ευκολία προσαρμογής, αυτό το πολιτικό του δαιμόνιο, όλα του τα σπάνια και μεγάλα προτερήματα, φαίνονται σα δευτερεύουσα υπόθεσις μπροστά στην ανωτερότητα του χαρακτήρος του: αυτήν την ανωτερότητα πούσβυσε για πάντα θρηνεί σήμερα η Ελλάς• και μ’ αγωνία βλέπει να διαγράφεται στον ορίζοντα η απειλητική επέλασις της μετριότητος και της ολιγοπιστίας.


Κείμενο του δημοσιογράφου, λογοτέχνη, θεατρικού συγγραφέα και ακαδημαϊκού Σπύρου Μελά (1882-1966), που έφερε τον τίτλο «Ιδού τι θα κλάψη η Ελλάς» και είχε δημοσιευτεί στην εφημερίδα «Ελεύθερον Βήμα» την επαύριον του θανάτου του Ελευθερίου Βενιζέλου, την Πέμπτη 19 Μαρτίου 1936.

Ο Ελευθέριος Βενιζέλος, ένας από τους επιφανέστερους πολιτικούς άνδρες της νεότερης ελληνικής ιστορίας, γεννήθηκε στις Μουρνιές Χανίων στις 23 (11 με το παλαιό ημερολόγιο) Αυγούστου 1864 και απεβίωσε στο Παρίσι στις 18 Μαρτίου 1936.

Για την αντιγραφή: Παναγιώτης Φώτου

Προηγούμενο άρθρο

Η Γειτονιά μου, ο Παράδεισός μου: Γράφει ο Παναγιώτης Φώτου

Επόμενο άρθρο

ΑΟΚ: Ξεκίνησε η προπώληση των εισιτηρίων ενόψει Διαγόρα