Ενώ το θολό και άγνωστο μέλλον των λεγόμενων «διερευνητικών» δεν έχει ξεκαθαρισθεί, και αμφισβητείται καθημερινά, από κάθε είδους ενέργειες και απειλές της Τουρκίας, που δεν επιτρέπουνε αισιοδοξία, και ενώ έχουνε γίνει πρόσφατα μόνο δυο διερευνητικές συναντήσεις, ξαφνικά συμφωνήθηκε και δημοσιοποιήθηκε μετάβαση και συνάντηση του κ. Δένδια στην Άγκυρα για την 14 Απριλίου, εφ’ όσον υπάρξουν οι κατάλληλες συνθήκες.
Βέβαια δεν γνωρίζουμε πως προσδιορίζονται οι… «κατάλληλες συνθήκες» .
Δεν ξέρουμε π.χ. εάν οι πρόσφατες επιθετικές ενέργειες και αποφάσεις εναντίον της Ελλάδας , οι προκλήσεις των τουρκικών πολεμικών και ακταιωρών στο Αιγαίο, η απόφαση της επανάληψης της δραστηριότητας των ORUC REIS και YAVOUZ στην ανατολική Μεσόγειο και το Αιγαίο, δείχνουνε ότι οι «συνθήκες είναι κατάλληλες».
Η συνάντηση αυτή και σε αυτό το επίπεδο θα είχε λόγο και αντικείμενο, εφ’ όσον υπήρχε μια σαφής βελτίωση του κλίματος στα Ελληνοτουρκικά, και εφ’ όσον υπήρχανε κάποιες αν όχι θετικές, τουλάχιστον λογικές εξελίξεις.
Ακόμη όμως και στη συνάντηση τος Ερντογάν με την Ε.Ε. στις 6/4/2021, εκείνος έθεσε ζητήματα, αποστρατιωτικοποίησης νησιών, διαμοιρασμού Αιγαίου, κατάργησης συνθηκών, μουσουλμανικής μειονότητας στην Ελλάδα, επέμενε στη παράνομη θέση του ότι τα νησιά δεν δικαιούνται υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ. κλπ, γνωστά, που αποδεικνύουνε ότι το κλίμα δεν έχει καθόλου βελτιωθεί.
Και η συνάντηση αυτή θα γίνει, ενώ η τουρκική οικονομία διέρχεται μια τρομερή κρίση, η δημοφιλία του Ερντογάν βρίσκεται στα κατώτερα σημεία, η πολιτική κατάσταση είναι τρικυμιώδης, δημοσιοποιούνται αντιδράσεις αντικαθεστωτικές, εναντίον μιας καλυμμένης δικτατορίας, που έχει κυνηγήσει τουλάχιστον 200.000 πολίτες της, έχει καταργήσει δημοκρατικά δικαιώματα, δέρνει και φυλακίζει δημοσιογράφους, επιτρέπει την ενδοοικογενειακή βία κατά των γυναικών, θέτει εκτός νόμου κόμματα της Βουλής και συλλαμβάνει τα μέλη τους.
Μία πολυεπίπεδη κρίση από την οποία ο Ερντογάν προσπαθεί να αποστρέψει το βλέμμα της κοινής γνώμης, μέσα από ακραίες και επιθετικές ενέργειες στις γειτονικές χώρες.
Ενός Ερντογάν, ο οποίος αν και φυσικά δεν είχε αυτό το σκοπό, με τις απειλές, επεμβάσεις και εκβιασμούς σε βάρος γειτονικών με τη Τουρκία χωρών, κατόρθωσε τα τελευταία δέκα χρόνια, να συσπειρώσει αυτές εναντίον τους, να τις σπρώξει σε συνεργασία με την Ελλάδα, αναγκάζοντας την τελευταία να δει τη διαχρονική πραγματικότητα. Πριν με τους κεμαλιστές, τώρα με τους ισλαμιστές. Αλλά εδώ πρέπει να γίνει ένας διαχωρισμός.
Ενώ το πρόβλημα με την Ελλάδα είναι η Τουρκία, με τις περισσότερες γύρω χώρες (Ισραήλ, Η.Α.Ε. Σαουδική Αραβία, Αίγυπτος κλπ) και τις ΗΠΑ, Γαλλία είναι ο Ερντογάν. Με δυο λόγια, οι επιλογές του Τούρκου προέδρου Ερντογάν ενίσχυσαν, τη θέση της Ελλάδος στη Μεσόγειο, καθώς και τον ρόλο της σαν αξιόπιστου συνομιλητή. Αυτό φυσικά για τις άλλες χώρες κάποτε ενδεχόμενα θα αλλάξει.
Αλλά για την Ελλάδα ακόμη και όταν φύγει ο Ερντογάν η τουρκική προκλητικότητα και επιθετικότητα δεν θ’ αλλάξει. Αποδεικνύεται λοιπόν ότι είναι πολύ σημαντικό για την Ελλάδα, αντί να επιζητά πρόσκαιρες και με αμφίβολα αποτελέσματα συναντήσεις με τούρκους ηγέτες, προκειμένου ν’ αποδεικνύει στους ευρωπαίους πόσο λογική, μεγαλόκαρδη και φιλοευρωπαία είναι, και που αυτές ωφελούν μόνο τη Τουρκία και τη φιλοτουρκική προπαγάνδα της Γερμανίας, να αναπτύξει και να εμβαθύνει σε αυτό το διάστημα και να δυναμώσει με όλα τα μέσα που έχει στην διάθεσή της τις σχέσεις με τις χώρες με τις οποίες συνδεθήκαμε τα τελευταία χρόνια, ώστε ακόμα και αν τα κράτη αυτά ξαναρχίσουνε τις σχέσεις τους με την Τουρκία, μετά τον Ερντογάν, αυτό να μην επηρεάζει τις σχέσεις τους με την Ελλάδα, και να την υπολογίζουνε σαν μια αξιόπιστη δύναμη.
ΘΩΜΑΣ ΚΑΡΑΚΑΣΗΣ