Dark Mode Light Mode

Erfahrung — Εμπειρία

Ha de ser buen testigo aquel por cuya credibilidad atraviesan otros literalmente el fuegoΚαλός μάρτυρας πρέπει να είναι αυτός του οποίου η αξιοπιστία περνά μέσα από άλλους κυριολεκτικά στη φωτιά. Franz Rosenzweig, La estrella de la redenciónΤο αστέρι της λύτρωσης.

Azufre rojo. El retorno de la Autonomía como estrategia 23 Marcello Tarì 

Το πρόβλημα με την ιστορία της Αυτονομίας —και με τις ιστορίες του κάθε επαναστατικoού κινήματος—είναι πώς να το πεις μεταδίδοντας κάτι από την εμπειρία του. Στην πραγματικότητα, το πώς της αφήγησης ταυτίζεται με την ίδια την εμπειρία, και σε αυτό συνίσταται η ηθική ποιότητα της επιχείρησης.

Αλλά, γνωρίζουμε, τουλάχιστον από τον Walter Benjamin, ότι το πρόβλημα της νεωτερικότητας μας βρίσκεται σωστά εκεί: στη σχέση, ή καλύτερα μέσα στη μη σχέση, της αφήγησης με την εμπειρία. Και, αφού δεν υπάρχει αληθινή εμπειρία αν δεν είναι δυνατόν να την αφηγηθούμε, το ρήγμα μεταξύ αυτών των δύο διαστάσεων δείχνει το δράμα που είναι κοινό στη σύγχρονη υποκειμενικότητα, η οποία είναι εξ ορισμού φτωχή σε εμπειρία.

Το ίδιο το Κίνημα του ιταλικού ’77 ήταν η εξέγερση μιας γενιάς ήδη δραματικά στερημένης εμπειρίας, αλλά που ξεκίνησε πάλι ακριβώς από αυτή την έλλειψη, ξεχωρίζοντας τον εαυτό της ως μια μορφή εκείνης της «θετικής βαρβαρότητας», για την οποία μιλούσε ο Μπέντζαμιν, ο οποίος υποστήριξε ότι αυτή η σκέψη δεν είχε παρά να γίνει η ίδια ικανή για μια θετική φτώχεια μπροστά σε αυτή την, καταστροφική, που παράγεται από την τεχνοπολιτική του κεφαλαίου.

Οι νεαροί επαναστάτες της δεκαετίας του εβδομήντα, όπου κι αν βρίσκονταν, ήταν έτσι: φτωχοί, ευφυείς, βίαιοι και απελπιστικά αληθινοί. Η εμπειρία είναι επίσης η γνώση που μεταδόθηκε από γενιά σε γενιά, ο αφηγηματικός δεσμός με τους μεγαλύτερους μας.

Ένας σύνδεσμος που απαιτούσε από την κοινότητα, τη συλλογικότητα να γιορτάσει τη μνήμη της. Εκεί και η παρανόηση και η φτώχεια εμπειρίας. Λίγους μήνες πριν που φώναζαν στις διαδηλώσεις του 1973 «Grecia, Chile, mai piu senza fucile» (Ελλάδα, Χιλή, ποτέ ξανά χωρίς τουφέκι), δημοσίευε ο Παζολίνι το πρώτο από τα άρθρα της προκλητικής σειράς Escritos corsarios, Γραπτά κουρσάρων. Σε αυτό επισημαίνει ένα από τα ερμηνευτικά κλειδιά για να καταλάβει κανείς το αντίτιμο που θα έπρεπε να πληρώσει.

Οι νέοι μακρυμάλληδες νεαροί, είπε, τα έχουν σπάσει με μια τόσο ριζική αρνητικότητα με τους γονείς τους, που δεν θα μπορούν να ενσωματωθούν ως μια νέα φράξια της ιστορίας των καταπιεσμένων, με αποτέλεσμα να απομονωθούν από τα υπόλοιπα τμήματα της ζωής, παραμένοντας άρα στο έλεος των κυρίαρχων δυνάμεων.

Πέρα από την εγελιανή γλώσσα, διαλεκτική, στην οποία εκφράζεται, ο Παζολίνι έχει δίκιο όταν επισημαίνει την ευθραυστότητα που συνεπαγόταν η αδύνατη διαμεσολάβηση με την παράδοση, τόσο του εργατικού κινήματος όσο και των παλαιότερων γενεών, μια διαμεσολάβηση που μπορεί πάντα να είναι βίαιη και υπερβολική, αλλά της οποίας η απουσία μας χωρίζει από την απάντηση στην ερώτηση για το πώς θέλουμε να ζήσουμε. Όχι μόνο τα νιάτα, αλλά και τα παιδικά χρόνια και τα γηρατειά.

Οι νέοι αυτόνομοι δεν θα μπορούσαν να πουν αυτό που είπαν οι νεαροί κανταβριανοί στην γηραιά Αυτοκρατορία

24 Un comunismo más fuerte que la metrópoli

Romano: «Οι πατέρες μας μας κληροδότησαν σίδηρο για να υπερασπιστούμε την ελευθερία μας, όχι χρυσάφι για να την αγοράσουμε». Ωστόσο, δεν μπορεί να αμφισβητηθεί, βλέποντας επίσης τη διαδρομή που κάνει αυτό το βιβλίο – επιμένοντας στη σύντομη περίοδο μεταξύ 1973 και 1977, όταν είναι αδιαμφισβήτητη η μετατόπιση της εργατικής Αυτονομίας σε διάχυτη Αυτονομία — ότι ακόμη και μέσα σε αυτή τη δυσκολία η μάχη φυτεύτηκε άγρια.

Ο καπιταλισμός δεν πλήρωσετα πάντα, αλλά πλήρωσε ακριβά. Η τρέχουσα επιστροφή της ιδέας της Αυτονομίας στα πιο διαφορετικά πλαίσια και συγκυρίες μας λέει ότι ο λογαριασμός, επιπλέον, εξακολουθεί να είναι ανοικτός.

Κάποια βασικά ερωτήματα είχαν ήδη τεθεί στη διάσημη φράση: «Το να ξέρεις πώς να στήσεις ένα οδόφραγμα δεν σημαίνει πολλά αν στο ίδιο διάστημα δεν ξέρεις πώς να ζήσεις πίσω του». Τρία ή τέσσερα χρόνια αργότερα όλα θα είναι διαφορετικά: στο τέλος της μακράς μάχης η καταστροφή της εμπειρίας και εκείνων που προσπάθησαν να της δώσουν μια νέα μορφή, μια νέα γλώσσα, γίνεται πιο ριζοσπαστική και η βαρβαρότητα παίρνει το πρόσωπο του Ράμπο και του προέδρου του Ρίγκαν.

Η αλήθεια υποχωρούσε από την εποχή στο ρυθμό των εκατομμυρίων bit που εξακοντίζονταν στην πληροφορική σφαίρα, και η φτώχεια θα ξαναγίνονταν δυστυχία, μιζέρια. Οι επιζώντες του Μεγάλου Πολέμου επέστρεψαν από το μέτωπο βουβοί, ακρωτηριασμένοι σε σώμα και ψυχή, μπουκωμένοι και βραχνοί από την αποκαλυπτική μηχανή του χαλύβδινου καπιταλισμού των αρχών του 20ου αιώνα.

Με τον ίδιο τρόπο, τα απομεινάρια του Κινήματος της δεκαετίας του εβδομήντα επαναπορροφήθηκαν μέσα στην άμορφη ροή της δημοκρατικής μετανεωτερικότητας, χωρίς δυνατότητα ή ικανότητα μετάδοσης μιας επαναστατικής εμπειρίας απαράμιλλης έντασης στο ευρωπαϊκό πλαίσιο εκείνων των χρόνων: η αποκάλυψη είναι μια εποχή που δεν τελειώνει ποτέ για να καταλήξει στον καπιταλισμό, αλλά πάντα ξεκινάει πάλι από την αρχή, ακριβώς όπως οι «κρίσεις» του.

Μόνο σκόρπια θραύσματα, φτιαγμένα περισσότερο από εικόνες παρά από λέξεις, που κατάφεραν να ξεπεράσουν τον μακρύ χειμώνα της δεκαετίας του ’80. Αυτή η απουσία αφήγησης, μεταδιδόμενης εμπειρίας, δεν οφειλόταν μόνο στην «καταστολή» – που στα κινήματα φαίνεται συχνά να δικαιολογεί όλη την απροσεξία, όλη την ήττα, όλη τη κακία — αλλά στη γενικότερη διαδικασία της αποπολιτικοποίησης που κατέκλυσε τη Δύση λίγο νωρίτερα, και αμέσως μετά την πτώση του Τείχους.

Το παραμορφωμένο σώμα του Κρατικού κομμουνισμού θάφτηκε κάτω από τους νέους ουρανοξύστες του χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου, ενώ ο «νεαρός και νέος» κομμουνισμός που διεκδικούσε η Αυτονομία
στεκόταν φυτεμένος, σαν ένα άγαλμα από πάγο, στη μέση του κήπου γοητευμένος από τον υπαρξιακό νεοφιλελευθερισμό.

Ένας υπαρξιακός νεοφιλελευθερισμός που έπαιρνε δύναμη από παντού με τα μυθιστορήματά του για το τίποτα, τους δικούς του πορνογραφικούς έρωτες και αυτή την περίεργη αίσθηση κενού που διαποτίστηκε, διαχέεται μέσα από τις ντίσκο, στα μοδάτα μέρη, στους εμπορικούς δρόμους και σιγά σιγά ακόμα και στα «κοινωνικά κέντρα».

Azufre rojo. El retorno de la Autonomía como estrategia 25

Έναν συναισθηματικό τόνο που όλος ο κόσμος επέμενε να αποκαλεί «διασκέδαση»: να μείνεις ζωντανός! staying alive! Ο επικός-επαναστατικός μηδενισμός από τις αυτόνομες μπάντες αντικαταστάθηκε από αυτόν τον άλλο, πεζό και ατομικιστικό, που πήρε ως σύνθημά του το θατσερικό «δεν υπάρχει εναλλακτική», «there is no alternative».

Μια ενδιαφέρουσα ερώτηση θα ήταν να μάθουμε αν η Αυτονομία ήταν το όνομα εμπειρία μιας εξέγερσης ή μιας επανάστασης. Να το πω με τον Furio Jesi: Ήταν, όπως η επανάσταση, κάτι που ποντάρει στο αύριο ή, όπως η εξέγερση, στο μεθαύριο; Ετοίμαζε το μέλλον ή διέκοπτε το ιστορικό παρόν;

Όπως συμβαίνει πάντα με τις ηττημένες επαναστάσεις και με τις ταραχές που διαρκούν ακριβώς το χρόνο που χρειάζεται για να παραμείνουν στο φαντασιακό, η απάντηση τρέχει πάνω από την άκρη του ανείπωτου.

Από την άλλη πλευρά, ακριβώς λόγω της ιστορικής της μοίρας, η Αυτονομία έχει καταστεί με τον καιρό ένας μύθος, αντιληπτός θετικά. Γι’ αυτό, τα τελευταία χρόνια, με όλες τις συζητήσεις που διαχέονται γύρω από αυτή την ιστορία στο υπόγειο των σύγχρονων κινημάτων, έχει σημάνει τη δυνατότητα προώθησης ενός είδους «γνήσιας προπαγάνδας» – για να εκφραστεί με τα λόγια του ιταλού μυθολόγου — ότι είναι απαραίτητο να καταλάβουμε τη σύμπτωση μιας αφήγησης με μια ηθική αλήθεια, και συγκεκριμένα, κάτι που βάζει στο παιχνίδι όλη μας τη ζωή.

Σε αυτό το παιχνίδι η επανάσταση είναι η τακτική και η εξέγερση η στρατηγική. Η νίκη είναι να ταιριάξουν. Ωστόσο, για να επιστρέψουμε στο ζήτημα της εμπειρίας, ποιος ήταν ο τρόπος για να απαντήσουμε στην ερώτηση σχετικά με το πώς να το κάνουμε;

Όπως και στα παραμύθια, η μαγεία μπορούσε να σπάσει μόνο με ένα παιδικό άγγιγμα, ένα άγγιγμα τόσο ντελικάτο και δυνατό που να λιώνει τον πάγο, και να ανακαλύψουμε ξανά ένα τοπίο που τα ερείπια της σύγχρονης εποχής είχαν κρύψει τόσο καλά, που έκανε τους πάντες να πιστεύουν ότι ποτέ δεν θα υπήρχε, μόλις λίγα χρόνια πριν, κάτι σαν εξέγερση ή απλά η ζωή στην πληρότητά της.

Ήταν κορίτσια και αγόρια χωρίς πατέρα, παραδομένα στην αυτοκρατορική μητρότητα, χαμένα στα δάση της μητρόπολης, γεννημένα ήδη με τη ναυτία του δυτικού τρόπου ζωής, de la way of life occidental, αλλά προικισμένα μιας καταπληκτικής μορφής θάρρους, σαν να σπάνε το ξόρκι και να επιστρέφουν εκ νέου στην αναζήτηση της εμπειρίας. ανακαλύπτοντας ότι αν ήθελαν πραγματικά να το κάνουν, θα έπρεπε να ανοίξουν νέα μονοπάτια και περπατήσουν παλιές λεωφόρους, να διαβάσουν παλιά βιβλία και να γράψουν καινούργια, που ανοίγουν το δρόμο τους μέσα από την κόλαση αυτού του κόσμου χωρίς κανένας Βιργίλιος να μπορεί πια να τους καθοδηγήσει. εγκαταλείποντας έτσι τον εαυτό τους στο βάρβαρο γίγνεσθαι-αυτόνομος και μαχόμενος, πάλι.

26 Ένας κομμουνισμός ισχυρότερος από τη μητρόπολη

Δεν είναι τυχαίο ότι μόνο πρόσφατα, αφού αυτά τα αγόρια και τα κορίτσια είχαν ανοίξει ένα νέο μονοπάτι με το κόστος πολλών μαχών, μερικοί από τους παλιούς αυτόνομους έχουν θεωρήσει σωστό να εξηγήσουν κάποια πράγματα της ζωής τους με αποτελέσματα μερικές φορές αξιοσημείωτα και, άλλες, ειλικρινά απογοητευτικά.

Όμως, προσοχή, όπως είπαμε, δεν είναι ασκήσεις μνήμης αυτό που χρειαζόμαστε, αλλά μάλλον εμπειρία. Το να καθίστασαι-αυτόνομος είναι μια εμπειρία που χρειάζεται χρόνο και υπομονή για να μάθεις και να διδάξεις, να καταστρέψεις και να χτίσεις, να αγαπάς και να μισείς.

Μαθαίνοντας ότι Αυτονομία σημαίνει να καθιερώνουμε στη ζωή μας την «πραγματική κατάσταση εξαίρεσης» που είναι, με τη σειρά της, η εσωτερική έννοια της λέξης κομμουνισμός. Πάρτε θέση εκατό φορές την ημέρα, φτιάξτε το κόμμα, αγαπήστε ο ένας τον άλλον τρελά και εφορμήστε στον ουρανό.

Μιχάλης ‘Μίκης’ Μαυρόπουλος

Προηγούμενο άρθρο

Ο «Τόνι Σφήνος» για πρώτη φορά στην Καβάλα

Επόμενο άρθρο

Γιάννης Εριφυλλίδης: «Οι βιαστές πρέπει να είναι στη φυλακή»