Ειλημμένη θεωρείται η απόφαση της κυβέρνησης, και ειδικά του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, για την αξιοποίηση της φυσικής αποθήκης που έχει προκύψει μετά την εξάντληση του υποθαλάσσιου κοιτάσματος αερίου στην περιοχή Νότια Καβάλα του κόλπου της Καβάλας.
Το έργο έχει αξιολογηθεί όχι μόνον ως χρήσιμο αλλά και ως απαραίτητο, τόσο για την ενίσχυση της ασφάλειας εφοδιασμού της χώρας, όσο και για την εδραίωση του ρόλου που φιλοδοξεί να παίξει η χώρα ως ενεργειακός κόμβος της ευρύτερης περιοχής.
Στο πλαίσιο αυτό το ΥΠΕΝ, όπως άλλωστε αποκάλυψε ο γενικός γραμματέας του Μιχάλης Βερροιόπουλος σε πρόσφατο συνέδριο, εξετάζει τρία σενάρια για τη δημιουργία της υπόγειας αποθήκης, χωρίς να έχει καταλήξει ακόμα.
Το πρώτο είναι να ανατεθεί στον υφιστάμενο εκμεταλλευτή, την Energean Oil, της οποίας μάλιστα η άδεια εκμετάλλευσης ανανεώθηκε πριν λίγες μέρες, «υποχρεωτικά» κατά κάποιον τρόπο, δεδομένου ότι έτσι διασφαλίζεται η διατήρηση της υποδομής σε λειτουργική κατάσταση.
Το δεύτερο σενάριο είναι να ενταχθεί η υπόγεια αποθήκη στο Εθνικό Σύστημα Φυσικού Αερίου και συνεπώς να αναλάβει ο ΔΕΣΦΑ ως διαχειριστής την επένδυση και την αξιοποίησή του.
Το τρίτο είναι να χαρακτηριστεί ως Αυτόνομο Σύστημα Φυσικού Αερίου (μια ιδιωτική υποδομή αποθήκευσης) και να πραγματοποιηθεί διαγωνισμός για την παραχώρησή του προς εκμετάλλευση.
Σύμφωνα με τον κ. Βερροιόπουλο, τις επόμενες εβδομάδες το ΤΑΙΠΕΔ στο οποίο έχει περάσει το συγκεκριμένο asset, το ΥΠΕΝ και η ΡΑΕ θα καταλήξουν σε απόφαση για τον τρόπο με τον οποίο θα κινηθούν στη συνέχεια.
«Ο ρόλος του ΤΑΙΠΕΔ είναι καθοριστικός, ωστόσο εμάς ως ΥΠΕΝ εκείνο που μας ενδιαφέρει είναι να γίνει η αποθήκη γιατί χρειάζεται» είπε χαρακτηριστικά ο κ. Βερροιόπουλος.
Τούτων δοθέντων αποκτά ιδιαίτερη αξία η διασταυρωμένη πληροφορία του energypress ότι ενδιαφέρον για το έργο έχει εκφράσει ο Γαλλικός ενεργειακός όμιλος Engie που είναι ο «διάδοχος» της παλαιότερης εταιρείας ενέργειας της Ευρώπης GdF Suez.
Στελέχη της εταιρείας βρέθηκαν στην Αθήνα το Σεπτέμβριο στο πλαίσιο της γαλλικής επιχειρηματικής αποστολής που συνόδευε τον πρόεδρο Μακρόν. Σκοπός των Γάλλων ήταν να εξετάσουν πιθανά project για επενδύσεις στην Ελλάδα. Οι άνθρωποι της Engie γνωρίζουν την ελληνική αγορά αφού συμμετέχουν στην εταιρεία Ήρων που δραστηριοποιείται στην παραγωγή και προμήθεια ηλεκτρισμού αλλά και στην αγορά του φυσικού αερίου. Μεταξύ των προτάσεων που έγιναν στην Engie οι γάλλοι μάνατζερ ξεχώρισαν το έργο της υπόγειας αποθήκης της Νότιας Καβάλας για το οποίο ζήτησαν περισσότερες λεπτομέρειες και επανήλθαν πρόσφατα εκδηλώνοντας το ενδιαφέρον τους.
Η υπόγεια αποθήκη φυσικού αερίου βρίσκεται όπως προαναφέρθηκε στο υπό εξάντληση κοίτασμα στο θαλάσσιο πεδίο της Νότιας Καβάλας, το οποίο εκμεταλλεύεται η ελληνική εταιρεία Energean. Η ίδια η ελληνική πετρελαϊκή το 2010 πρότεινε στο ελληνικό δημόσιο τη μετατροπή του κοιτάσματος (το οποίο ακόμη παράγει μικρές ποσότητες φυσικού αερίου εκ περιτροπής και το οποίο καλύπτει ανάγκες της εταιρείας), σε αποθήκη αερίου. Το 2011 μάλιστα κατατέθηκε αίτηση για μετατροπή της άδειας, ωστόσο την ίδια χρονιά η υποδομή πέρασε στο ΤΑΙΠΕΔ προς αξιοποίηση.
Ακολούθησε μια περίοδος αδράνειας και αναποφασιστικότητας από πλευράς του Δημοσίου, η οποία μάλιστα είχε ως αποτέλεσμα η αποθήκη να απενταχθεί από τα επιλέξιμα προς χρηματοδότηση από την Ε.Ε. Έργα Κοινού Ενδιαφερόντος (PCIs). Ωστόσο φέτος το έργο επανεντάχθηκε στη λίστα των PCIs καθώς θεωρείται ως μια σημαντική υποδομή ενεργειακής ασφάλειας όχι μόνο για την ελληνική αγορά αλλά και για την ευρύτερη περιοχή των δυτικών Βαλκανίων, που θα μπορούσε να λειτουργήσει υποστηρικτικά στον αγωγό TAP αλλά και να διευκολύνει τις εισαγωγές φυσικού αερίου για την ελληνική και τη βαλκανική αγορά. Με τις τρέχουσες τιμές η εκτίμηση για το κόστος του project κυμαίνεται στα 250 – 300 εκ. ευρώ.
Το επενδυτικό αυτό στόρι, που υποστηρίζεται και από την κατασκευή του ελληνοβουλγαρικού αγωγού IGB και τις προεκτάσεις προς Σερβία και Ρουμανία, ήταν εκείνο που όπως αποδεικνύεται εκ των υστέρων τράβηξε την προσοχή της Engie, η οποία ενδιαφέρεται για πιο ενεργό ανάμειξη στην αγορά αερίου της ευρύτερης περιοχής της νοτιανατολικής Ευρώπης.
Εδώ θα πρέπει να σημειωθεί ότι η Engie ως μετεξέλιξη της GdF Suez έχει ηγετική παρουσία στην αγορά του φυσικού αερίου της Ευρώπης, καθώς διαθέτει το μεγαλύτερο ευρωπαϊκό δίκτυο διανομής φυσικού αερίου, είναι ο μεγαλύτερος ευρωπαίος εισαγωγέας αερίου, διαθέτει τις μεγαλύτερες εγκαταστάσεις αποθήκευσης και προμηθεύεται ετησίως 105 δις κυβικά μέτρα φυσικού αερίου. Καθώς λοιπόν ο αγωγός TAP αλλάζει πλήρως το σκηνικό ξεκλειδώνοντας την αγορά στην ευρύτερη περιοχή της νοτιοανατολικής Ευρώπης, ανοίγουν ευκαιρίες. Σημειώνεται ότι η Engie εκτός από την Ελλάδα έχει παρουσία και σε άλλες αγορές όπως η Ρουμανία και η Τουρκία. Πέρυσι, μάλιστα εγκαινίασε τη λειτουργία του πρώτου πλωτού τερματικού σταθμού υγροποιημένου αερίου (FLNG) στη Σμύρνη, ενώ ταυτόχρονα έχει δείξει ενδιαφέρον και για την εξαγορά αγωγών και αποθηκών αερίου στην Ουκρανία. Το 2016 ο όμιλος Engie εμφάνισε κύκλο εργασιών 66,6 δις ευρώ και λειτουργικά κέρδη 10,7 δις ενώ πέρυσι επενδύθηκαν 800 εκατ. ευρώ σε υποδομές δικτύων φυσικού αερίου και LNG. (πηγή energypress.gr)