Γράφει η Αθηνά Βολτέα
Μια προσφιλής ιντερνετική συνήθεια πολλών από εμάς είναι να κοινοποιούμε αναρτήσεις που συναντάμε στο διαδίκτυο.
Αναρτούμε, κοινοποιούμε από τον προσωπικό μας λογαριασμό στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης άρθρα, κείμενα, φωτογραφίες άλλων ατόμων, είτε γιατί αντανακλούν εύστοχα και λυτρωτικά τη δεδομένη στιγμή και τις δικές μας απόψεις ( μα πόσο ωραία καταφέρνει να αποτυπώσει ο αρθρογράφος αυτά ακριβώς που σκεφτόμαστε και θέλουμε να εκφράσουμε και εμείς !!!) , ή πάλι επειδή διεγείρουν, αναμοχλεύουν, αναθερμαίνουν αναμνήσεις και συναισθήματα. Καθώς είμαστε κοινωνικά όντα επιθυμούμε να μοιραστούμε αυτό το κάτι, που στιγμιαία τουλάχιστον σημαίνει κάτι σημαντικό για μας.
Μπροστά στην οθόνη του υπολογιστή μας λοιπόν, αναζητούμε συχνά γνωστούς ή άγνωστους συνομιλητές , εκούσιους ή ακούσιους συνοδοιπόρους σκέψεων και συναισθημάτων. Αποζητούμε νοερές συζητήσεις έχοντας την αυταπάτη ενός ζωντανού διαλόγου, επιβεβαιώσεις της πολιτικής μας σκέψης και στάσης, άλλοθι στα πεπραγμένα μας και άλλοθι στα πεπραγμένα αυτών που χειροκροτούμε.
Σε μια τέτοια διαδικτυακή περιδιάβαση κοντοστάθηκα σε μια ανάρτηση. Μια ανάρτηση που προέτρεπε : «φυλάξτε και σε κάθε περίπτωση διαδώστε» και είχε τον χιλιοειπωμένο μεν αλλά δελεαστικό και ερωτεύσιμο τίτλο « όλα τα σκάνδαλα του ΠΑΣΟΚ-ΝΔ από το 1981 έως σήμερα».
Αυτό το κατά συρροή εμφανιζόμενο άρθρο, που φανερώθηκε για ακόμη μια φορά εκφοβιστικό, όπως ο Φρέντυ Κρούγκερ στον “ Εφιάλτη στο δρόμο με τις Λεύκες”, αποτέλεσε το ερέθισμα για μια εσωτερική μου αντίδραση.
Το έντονο και πιεστικό σκούντημα που με πάγωσε δεν είχε το αίτιό του στο περιεχόμενο. Υπαίτια ήταν η αισθητική του αρχικού δημοσιεύματος , η οποία αναπαράχθηκε εις πολλαπλούν με την κοινοποίησή του από τον ενδιαφερόμενο θαυμαστή και πολλαπλασιαστή του.
Κάτω από τον τίτλο του άρθρου μια εικόνα. Μια φωτογραφία τριπλού κολάζ. Η ελληνική Βουλή , 8 αγχόνες με 8, πολιτικούς προφανώς στους βρόχους κρεμασμένους και από κάτω οι 300 του Λεωνίδα. Τον σκοτεινό ουρανό τον έσκιζαν αστραπές. Η εικόνα παρέπεμπε στο σκοταδιστικό μεσαίωνα με εσάνς αρχαίας ελληνικής ρώμης. Έμεινα αποσβολωμένη για αρκετή ώρα κοιτώντας την.
Η πρόθεση του δημιουργού σίγουρα θα ήταν, να σκαλίσει βαθειά , να χαράξει ανεξίτηλα το θυμικό των αναγνωστών για να προκαλέσει όσο το δυνατόν περισσότερο θυμό, οργή, μίσος πριν καν προκάμουν να ασχοληθούν με το περιεχόμενο. Θα είχε προφανώς τους λόγους του. Ίσως υπηρετούσε κάποια σκοπιμότητα και την εκτελούσε με όσο το δυνατόν αποτελεσματικότερο τρόπο.
Ο πιστός αναμεταδότης όμως τι ανάγκες κάλυπτε;
Οι χρήστες του διαδικτύου όταν επιθυμούν να μοιραστούν λέξεις, ιδεολογίες, ιδεολογήματα, εικόνες, στιγμές, συμπάθειες, αντιπάθειες τις μεταδίδουν με απλές κινήσεις στο πληκτρολόγιο του υπολογιστή τους.
Αυτονόητο είναι βέβαια, πως εμείς οι ενήλικοι χρήστες, αποδεχόμαστε αυτοβούλως και πλήρως την ποιότητα , την ουσία και την αλήθεια του περιεχομένου που κοινοποιούμε . Όταν δεν διαφοροποιούμαστε ούτε κατ΄ ελάχιστο, τότε ταυτιζόμαστε πλήρως με το δημιουργό του εκάστοτε πονήματος.
Θαρρούσα πάντα λογική την προσέγγιση πως η συστηματική οργάνωση του μίσους ήταν μια ικανή και αναγκαία συνθήκη για την επιβίωση ατόμων και ομάδων που δεν έχουν το ανάστημα να διακριθούν με άλλο τρόπο στον μάταιο τούτο κόσμο . Όπως επίσης, πως αυτή η πρακτική χαρακτήριζε κυρίως ακραίους, αδιάλλακτους σχηματισμούς .
Κόντρα σε αυτή την θεώρηση , η πρακτική : μίσος-διχασμός –διχόνοια- διαίρεση , αποδείχθηκε τα τελευταία χρόνια εξαιρετικά δημοφιλής . Και απέφερε σε ορισμένους περισσά οφέλη και αθεμελίωτη χαρά, επιτυχία και εξουσία.
Κοιτάζοντας ολόγυρα τον κόσμο βλέπω την παράλογα καθαρή συνείδηση του μίσους ολοένα και περισσότερο να γιγαντώνεται .Ένα τεράστιο απόθεμα δυνάμεων σπαταλιέται άδικα για να προπαγαντιστεί και να θρονιαστεί σε ψυχή και σε μυαλό .
Εμάς όμως, προφανώς δε μας σκιάζει το πληθωρικό εισαγόμενο μίσος που προσπαθεί να ριζώσει παντού. Ούτε διακρίνουμε το δικό μας , ακόμη και όταν το προκαλούμε και το θωπεύουμε. Το δικό μας είναι διαφορετικό . Έχει φωτοστέφανο, είναι light και προασπίζεται ηθικά προτάγματα.
Οπότε με αυτές τις αντιλήψεις να λικνίζονται στη σημερινή ελληνική καθημερινότητα, ο ήχος της φωνής που αρθρώνεται: Μπολιάζετε με μίσος τα παιδιά μας για να έχετε μετά την ευχαρίστηση να τα δείτε περήφανους δήμιους … μάλλον θα μπει σε σίγαση , θα αγνοηθεί , θα χλευαστεί.
Όταν διακινούμε έστω άθελά μας τη βία, ο μανδύας της μη-βίας που φοράμε ίσως καλύπτει αδυναμίες, ελλείψεις ή αναξιότητες;
Τελικά το “κρίναι σεαυτόν” αποδεικνύεται στις μέρες μας δυσκολότερο από το “γνώθι σεαυτόν”.