Dark Mode Light Mode

Γροθιές και σοσιαλισμός: Ένα ταξίδι στην κουβανική πυγμαχία

Felix Savon, ο πιο νικηφόρος Κουβανός πυγμάχος της ιστορίας.

23/05/2018

“Η κυριαρχία του ρίνγκ είναι η έννοια της δέσμευσης, η έννοια των χορδών, η έννοια του χώρου, ποια είναι η θέση μου, ποια είναι η θέση σου, τι πρέπει να κάνω εγώ, τι πρέπει να κάνεις εσύ, ποια είναι η τακτική σου, ποια θέλω να ακολουθήσεις εσύ, και ποια τακτική αποφασίζω εγώ, και όποιος κάνει αυτό κερδίζει.” Guillermo Vinent, καθηγητής του karate του Eide στο Santiago de Cuba.

Πολύ συχνά ο αθλητισμόςη λογοτεχνία και η πολιτική έχουν ανακατευτεί στην παραγωγή καλλιτεχνικών και πολιτιστικών αριστουργημάτων, πολλές φορές αυτό συνέβη στο πλαίσιο του Κέντρου και του Νότου της αμερικανικής ηπείρου, δημιουργώντας αξέχαστες σελίδες ικανές να δώσουν πίσω στον αθλητισμό την αρχική του ουσία, εκείνη την ονειρική και μαγική που βρίσκεται μέσα σε κάθε μορφή τέχνης και που στη σημερινή εποχή δυστυχώς βιάζεται μέσα στην λατρεία του χρήματος, στην εμπορευματοποίησή της.

Ο πρόσφατα αποθανών Eduardo Galeano εξέφραζε τον εαυτό του με αυτό τον τρόπο σχετικά με το Παγκόσμιο Κύπελλο του 1998 στη Γαλλία: «ένα άθλημα που μετατρέπεται σε πρόταση συλλογικής αλλοτρίωσης σε πλανητική κλίμακα, βασισμένης στην αντίθεση μεταξύ Βορρά και Νότου του κόσμου, μεταξύ Χωρών που εισάγουν παίκτες και άλλων που τους εξάγουν. »

Στο βιβλίο του «Ομορφιές και μιζέριες του παιχνιδιού του ποδοσφαίρου», ο Galeano αντιθέτως σκιτσάρει ένα διαφορετικό είδος ποδοσφαίρου, μέσα από ιστορίες που φέρνουν πίσω την ομορφιά του παιχνιδιού για το παιχνίδι, αρνούμενος, απορρίπτοντας το γεγονός μια τέχνη να γίνεται βιομηχανία και σχεδιάζει, παραδείγματος χάριν σελίδες όπως εκείνες που αφορούν το Παγκόσμιο Κύπελλο του 1978, που παίχτηκαν στη στρατιωτική δικτατορία της Αργεντινής, όπου μέσα στις θάλασσες λίγα χιλιόμετρα μακριά από τις αθλητικές εγκαταστάσεις ρίχνονταν τα σώματα των εξαφανισμένων, των desaparecidos.

Ο Galeano ήταν ουρουγουανός, όπου το futbol είναι το εθνικό σπόρ. Στην Κούβα, σε μία από τις σημαντικότερες, αν όχι την πιο σημαντική χώρα της πρόσφατης αμερικανικής πολιτικής ιστορίας, είναι ένα άλλο άθλημα που κυριαρχεί και εμπνέει πολυάριθμα έργα, ντοκιμαντέρ, σκέψεις και προβληματισμούς μεταξύ του ρίνγκ και των δρόμων: η πυγμαχία.

Και είναι ακριβώς για την κουβανική πυγμαχία που μας μιλάει το βιβλίο «Pugni e Socialismo, Γροθιές και σοσιαλισμός – Λαϊκή ιστορία του μποξ στην Κούβα, Storia popolare della boxe a Cuba», κείμενο που γράφτηκε από τους Giuni Ligabue και Chiara Gregoris, εκδόθηκε από την RedStar Press και συνοδεύεται από το «Gancho Swing», ένα docufilm αφιερωμένο στην πρακτική του μποξ στην Κούβα.

Η αθλητική δραστηριότητα στην Κούβα είναι εγγυημένη σε όλους, και είναι ελεύθερη, δωρεάν, όπως η εκπαίδευση και η υγεία, όπως στο ντοκιμαντέρ μας υπενθυμίζει ο τρεις φορές ολυμπιονίκης Felix Savon ο οποίος, με γνώμονα τις διδασκαλίες άλλων πρωταθλητών της Κούβας που προηγήθηκαν όπως ο Teofilo Stevenson και ο Alcide Sagarra, έβαλε μπροστά την αγάπη για τη χώρα του, τον λαό του και την επανάσταση στην επιτυχία και τα χρήματα που του προσφέρθηκαν επανειλημμένα από τις Ηνωμένες Πολιτείες στη διαβόητη, πρόστυχη αντι-κομμουνιστική δραστηριότητα της «αγοράς» των κουβανών πυγμάχων .

Αν είχαμε γεννηθεί στην Κούβα, όπως εξηγούν οι συγγραφείς μας, ακόμα κι αν δεν μας άρεσε η πυγμαχία, θα μπορούσαμε να μιλήσουμε γι ‘αυτή και να την συζητήσουμε με τον οποιονδήποτε. Στην πραγματικότητα, όλοι και όλες οι κάτοικοι του νησιού γνωρίζουν τις δόξες της κουβανικής πυγμαχίας, και όλες και όλοι γνωρίζουν πού να βρουν το γυμναστήριο της γειτονιάς.

Το ντοκιμαντέρ των Chiara και Giuni μας κάνει να γνωρίσουμε έναν διαφορετικό κόσμο του αθλητισμού, στον οποίο αντιλαμβανόμαστε ότι δεν είμαστε συνηθισμένοι: φτιαγμένο όχι από ανταγωνισμό, χρήματα, επιθυμία για ταπείνωση και καταστροφή του αντιπάλου, αλλά πάθος, χαμόγελα και κοινότητα.

Στη χώρα μας μόνο τα τελευταία χρόνια ο κόσμος της πυγμαχίας ανακτά το χώρο του κάτω από τους προβολείς και στις καρδιές των ανθρώπων: θα προτιμούσαμε να το κάνει αυτό μέσω της γέννησης και της ανάπτυξης των λαϊκών γυμναστηρίων, παρά με τις συναντήσεις εκατομμυρίων που προβάλλονται στο ItaliaUno.

Θα προτιμούσαμε «την κουβανέζικη σχολή» της πυγμαχίας από ένα ακόμη μέσο μαζικής αποσπάσεως της προσοχής που θα ήθελαν να μας προτείνουν οι ηγέτες μας της μοναδικής σκέψης, της φιλελεύθερης-καπιταλιστικής σκέψης.

Στο βιβλίο και στο docufilm περιγράφεται η κοινωνική σημασία της πυγμαχίας, με την έννοια όχι της πυγμαχίας προς την κοινωνία, αλλά της κοινωνίας προς την πυγμαχία: δηλαδή μαθαίνουμε το πόσο η πυγμαχία και ο αθλητισμός εν γένει στην Κούβα είναι ένα απαραίτητο τούβλο της ατομικής και συλλογικής πορείας ζωής των κουβανών, δίπλα και εντελώς συνυφασμένο με την εκπαίδευση.

Οι αθλητές παρακολουθούνται από υπερ-εκπαιδευμένους τεχνικούς από πολύ νεαρή ηλικία, τόσο αθλητικά όσο και ψυχολογικά και σχολαστικά, κάθε δάσκαλος γνωρίζει και μελετά τόσο τα φυσικά όσο και τα σχεσιακά χαρακτηριστικά, όπως ο χαρακτήρας, η οικογενειακή και οικονομική κατάσταση κάθε αθλητή του.

Επιπλέον, ο δάσκαλος ανησυχεί για την σχολική και ακαδημαϊκή του επίδοση, επειδή στην Κούβα μπορείς να έχεις όσο ταλέντο θέλεις αλλά δεν θα ανέβεις εκείνη που οι κουβανοί αποκαλούν «πυραμίδα», δηλαδή πρώτα το μονοπάτι της διδασκαλίας και στη συνέχεια της προπόνησης των κουβανών αστεριών, αν δεν έχεις αποδεκτά αποτελέσματα στο σχολείο.

Στην προσέγγιση αυτή γίνεται ορατό, στον αθλητισμό, το χέρι της κουβανικής Επανάστασης, που θέλησε να είναι η αθλητική δραστηριότητα μια διαδρομή βελτίωσης για όλα τα άτομα, το έπραξε για παράδειγμα μέσω της έννοιας της «προστασίας του αθλητή» που εκφράζεται, στην πυγμαχία, στην επιλογή της ερασιτεχνικής δραστηριότητας, κυρίως, παρά σε εκείνη την επαγγελματική.

Αυτή η τελευταία στην πραγματικότητα θέτει σε κίνδυνο την υγεία των πυγμάχων σε αγώνες με εξαντλητικούς γύρους και χωρίς προστασία του κεφαλιού, και αποτελεί έκφραση του καπιταλιστικού αθλητισμού και συνδέεται αποκλειστικά με την αξία και το κέρδος.

Η «κουβανική σχολή» επικεντρώνει όλη τη διδασκαλία στην τεχνική και στην τακτική, σε ίσια και μακρά χτυπήματα, όχι στη δύναμη και το σκοπό της βλάβης του αντιπάλου. Δεν ανεβαίνει ο αθλητής στο ρινγκ μέχρι να μάθει να χτυπάει ευθεία, gancho και swing (uppercut και crochet) με μια καλή τεχνική.

Ενώ παρακολουθούμε το «Gancho Swing» αισθανόμαστε φωτισμένοι από τη διαφορετική προσέγγιση στο άθλημα που περιγράφουν οι μαθητές, οι δάσκαλοι, οι νέοι και οι παλιοί πρωταθλητές, αλλά και άνθρωποι που δεν το ασκούν αλλά το καθιστούν θέμα προβληματισμού και κουβέντας της καθημερινής ζωής.

Εντυπωσιασμένοι από τις εικόνες που απεικονίζουν προπονήσεις και sparring, εικόνες που απλώνονται για να μοιραστούμε απλά πλάνα στα οποία οι αθλητές ζουν άλλες στιγμές που δεν σχετίζονται με την πυγμαχία ή μιλούν για στιγμές ζωής των «χαρακτήρων» που δεν πρωταγωνιστούν στο ρινγκ, όπως των οικογενειών των αθλητών, των οπαδών, κοινών ανθρώπων που είναι σε θέση να δώσουν μια βαθιά συμβολή στην περιγραφή αυτής της πραγματικότητας.

Σε αυτό το σημείο φαίνεται λογικό να αναρωτηθούμε γιατί στο στερέωμα του αθλητισμού γνωρίζουμε τους αμερικανούς μπασκετμπολίστες, τους ποδοσφαιριστές της Βραζιλίας, αλλά κανέναν από τους Κουβανούς πυγμάχους.

Θα είναι ένα είδος αντικομουνιστικής λογοκρισίας ακόμη και στον τομέα του αθλητισμού; Ίσως επειδή είναι μέρος ενός μη επαγγελματικού κυκλώματος και επομένως λιγότερο «επιρρεπείς στο κέρδος»;

Το γεγονός είναι ότι οι κουβανοί πυγμάχοι είναι εκείνοι που έχουν κερδίσει περισσότερο στον κόσμο και, τόσο για όσους γνωρίζουν ήδη τις πράξεις τους, όσο για εκείνους που αγνοούν, που βρίσκονται στο σκοτάδι, σίγουρα δεν είναι σπαταλημένος χρόνος εκείνος που προορίζεται στην ανάγνωση του «Pugni e Socialismo, Γροθιές και Σοσιαλισμός «και στην προβολή του» Gancho Swing, Άπερκατ Κροσέ «!

Μιχάλης ‘Μίκης’ Μαυρόπουλος infoaut.org

Προηγούμενο άρθρο

Εντός του 2025 ολοκληρώνεται το έργο κατασκευής δικτύου φυσικού αερίου στην Καβάλα

Επόμενο άρθρο

Αίτημα του ΣΕΜΜΘ για την προώθηση και προβολή του Ελληνικού Μαρμάρου στην Περιφέρεια και στο εξωτερικό