20 Δεκεμβρίου 2010, όμως επίκαιρο σήμερα όσο ποτέ!
οι πυροβολισμοί του Gasparri συνεχίστηκαν : πρώτα το αίτημα μιας νέας 7ης απριλίου, μετά ακόμη και η συμβουλή στους γονείς να κρατούν τα παιδιά τους στο σπίτι διότι θα υπήρχαν εν δυνάμει δολοφόνοι ανάμεσα σε αυτούς που παίρνουν μέρος στις διαδηλώσεις της πλατείας.
πράγμα που γνωρίζουμε όλοι και όλες πολύ καλά, εμείς οι γονείς και όχι μόνο, κάθε φορά που κοιτάζουμε τις εκφράσεις των ανθρώπων με την στολή στις πλευρές της πορείας.
έχουμε επίγνωση αυτού, και επιτέλους υπάρχουν πλατείες που δείχνουν πως θέλουν να προστατευτούν από τόσους επικίνδυνους επίδοξους μακελάρηδες.
ο Gasparri δεν γνωρίζει πιθανότατα πολλά για την 7η του απρίλη, βλέποντας το βιβλίο που κρατούσε στα χέρια και βλέποντας πως ούτε θυμόταν την χρονιά εκείνης της τεράστιας στην ατιμία της επιχείρησης, όπως επίσης στο ότι υπήρξε μια πελώρια σκευωρία και φάρσα που περιγελούσε από μόνη τον εαυτό της.
όμως για τις σκευωρίες και τις φάρσες κόσμος πλήρωσε έχοντας κλειστεί μέσα για αρκετό διάστημα……
όλα θέματα που εμείς γνωρίζουμε πολύ καλά και σε βάθος και που όπως φαίνεται ο αραδιάζων ανοησίες του δημοκρατικού φιλελεύθερου κόμματος αγνοεί ξεδιάντροπα.
έτσι, στην αναζήτηση κάποιας ενδιαφέρουσας ανάγνωσης σε σχέση με αυτήν, σας αναφέρω, αντιγράφοντας ολόκληρο, ένα άρθρο του Pino Nicotri: ενός ακόμη από εκείνους που την 7η του απρίλη την έζησαν στο πετσί τους.
και το δημοκρατικό κόμμα να συνεχίσει να σιωπεί σας παρακαλώ….μιας και
‘οι πατεράδες τους’ ( είναι στην μόδα έτσι;) είναι εκείνοι που δημιούργησαν την 7η του απρίλη, βλέποντας το ΚΚΙ πολύ ευχαριστημένο να βοηθά τον αγαπητό Calogero παρέχοντάς του πολλά ονόματα.
7 απριλίου 1979: το μάθημα είναι πάντα επίκαιρο, κανείς όμως δεν μαθαίνει. υπάρχει επιμονή στα ίδια συντριπτικά λάθη, σχεδόν κάθε φορά ανέντιμα.
από τον Pino Nicotri
έχουν περάσει ήδη πάνω από 30 χρόνια από την 7η απριλίου του 1979, όταν νωρίς το απόγευμα βρέθηκα με χειροπέδες μαζί με μια δωδεκάδα φίλων μου και γνωστών διάσημων, από τον Toni Negri στον Franco Piperno, από τον Oreste Scalzone στον Luciano Ferrari Bravo και τον Emilio Vesce, κατηγορούμενοι όλοι μαζί από τον αντεισαγγελέα της Padova Pietro Calogero πως ήμασταν υπεύθυνοι για την απαγωγή και τον θάνατο του αξιότιμου Aldo Moro, ανθρώπου σημείου αναφοράς της Democrazia cristiana, της χριστιανικής Δημοκρατίας και πολλών κυβερνήσεων, και στελέχη της στρατηγικής διεύθυνσης όλης της τρομοκρατίας της ιταλικής αριστεράς : από τις Brigate Rosse, Ερυθρές Ταξιαρχίες στην αποκαλούμενη Οργανωμένη Αυτονομία, cosiddetta Autonomia Organizzata (“cosiddetta”, ‘αποκαλούμενη’ διότι δεν είδα ποτέ κάτι πιο αποδιοργανωμένο) περνώντας από την Prima Linea, την Πρώτη Γραμμή. λυπάμαι πολύ που στις 7 αυτού του μήνα δεν θα μπορέσω να βρεθώ στην Padova να θυμηθούμε εκείνες τις ημέρες με τους επιζώντες – πράγματι κάποιοι δυστυχώς δεν υπάρχουν πλέον – εκείνης της εκπληκτικής εμπειρίας όχι μόνο δικαστικής, αλλά και ανθρώπινης και – σε βάρος πολλών – απάνθρωπης επίσης. οι τραγωδίες όταν βασίζονται στην άγνοια και στην αλαζονεία έχουν επίσης πάντα και μια πλευρά γελοία.
και πράγματι : στην ρωμαϊκή φυλακή της Regina Coeli, όπου με βρόντηξαν ύστερα από μια βδομάδα που πέρασα στις φυλακές του Bassano και της Venezia, μπόρεσα επιτέλους να διαβάσω το τερατώδες και ογκώδες ένταλμα σύλληψης (στις 80 σελίδες, διάβασα μόνο λίγες, μου φαίνονταν όλα τόσο εξωπραγματικά, παράλογα, έργα ψυχιατρείου) και ανακάλυψα έτσι πως ήμουν κατηγορούμενος όχι μόνο για μια βιομηχανική ποσότητα δολοφονιών, αλλά ακόμη και διότι δεν είχα πληρώσει τα τέλη για την κόκκινη Renault στην οποία είχε βρεθεί το πτώμα του Aldo Moro.
η δίκη υπήρξε το ξεκίνημα της κατεδάφισης του αποκαλούμενου κοινωνικού ανταγωνισμού, ένας τρόπος για να βγουν από την μέση οι ανεπιθύμητοι, οι ‘αρχηγοί’ ή αυτοί που υποτίθεται πως είναι αρχηγοί έτσι κι αλλιώς ύποπτοι, που δεν τιθασεύονται. όχι τυχαία ο κοινωνιολόγος Francesco Alberoni έγραψε πως το φαινόμενο της ιταλικής μόδας εκτινάχθηκε ξεκινώντας από το ’79, όταν »επιτέλους εισπνέονταν φρέσκος αέρας». η έκρηξη της 7ης απριλίου 1979 πυροδοτήθηκε, σύμφωνα με τα λεγόμενα του πρώην προέδρου της Δημοκρατίας Francesco Cossiga, όταν ερωτήθηκε από εμένα το 2004, από το Κκι που είχε περάσει στα χέρια της αστυνομίας καταλόγους με όλους αυτούς που μετά τα τέλη της δεκαετίας του εξήντα για τον ένα λόγο ή τον άλλον δεν είχαν ανανεώσει την κομματική τους ταυτότητα.
εγώ δεν την είχα ανανεώσει από το ‘66 ή το ’67, και ήμουν έτσι κι αλλιώς πολύ ύποπτος : ήμουν πράγματι σταθερός ανταποκριτής και συνεργάτης του περιοδικού L’Espresso και της εφημερίδας Repubblica, όπως επίσης και προϊστάμενος στην εφημερίδα Mattino της Padova, που συνετέλεσα στην ίδρυσή της για λογαριασμό του Giorgio Mondadori βρίσκοντας σχεδόν όλους τους δημοσιογράφους που θα προσληφθούν και κάποιους τοπικούς εταίρους για την νεοϊδρυθείσα εκδοτική εταιρία Giorgio Mondatori και Συνεργάτες. και δεν είχα στην τσέπη μου καμία κομματική ταυτότητα.
σαν να μην έφταναν όλα αυτά, ασχολήθηκα κατά κύριο λόγο με την τρομοκρατία, κυρίως στο L’Espresso, πρώτα με αυτήν της δεξιάς και μετά επίσης και με αυτήν της αριστεράς. επί πλέον, στα καυτά χρόνια από το 1968 μέχρι το ξεκίνημα της στρατιωτικής μου θητείας το ’70 ή ’71 ήμουν πρόεδρος της συνέλευσης των σχολών του Πανεπιστημίου, ero stato il presidente dell’intera Assemblea d’Ateneo (εκτός από αυτήν της σχολής Φυσικής, όπου ήμουν γραμμένος) και κατοικούσα στην Φοιτητική Εστία Fusinato με απόφαση της γενικής φοιτητικής συνέλευσης που διαχειρίζονταν την μακρά της κατάληψη, φιλοξενούμενος στον ξενώνα που βρίσκονταν στην διάθεση των καθηγητών που επισκέπτονταν τις σχολές,
τον φεβρουάριο του 1973 είχα δημοσιεύσει το πρώτο μου βιβλίο, ‘η Κρατική σιωπή’, “Il silenzio di Stato” (Sapere Edizioni]. πρόσφατα έμαθα πως το ’78 υπήρξε και νέα του έκδοση χωρίς εγώ να το γνωρίζω), και λίγο νωρίτερα είχα βοηθήσει το L’Espresso και διαμέσω αυτού την μιλανέζικη δικαστική εξουσία να ανακαλύψει τις βαλίτσες που είχαν χρησιμοποιηθεί στην σφαγή της Piazza Fontana της 12ης δεκεμβρίου 69, οι οποίες είχαν αγοραστεί από το κατάστημα, valigeria της Piazza Duomo στην Padova, που βρίσκεται κοντά στην Bettola Dal Capo όπου συνήθιζα να τρώω και δίπλα στο bar Duomo όπου πάντα έπινα τον καφέ μου. οι εφημερίδες και η κρατική τηλεόραση Rai, δηλαδή οι ερευνητές είχαν αντιθέτως υποστηρίξει, ψευδόμενοι ανοικτά, πως επρόκειτο για τσάντες που δεν επωλούντο στην Ιταλία.
πραγματικά η καριέρα μου σαν δημοσιογράφου ξεκινά με εκείνο το βιβλίο, από την προετοιμασία του οποίου έμαθαν στο L’Espresso στη Ρώμη, διότι τους έδωσα κάποιες εξελίξεις και προόδους, κι έτσι οι φωνές και τα νέα ξεκίνησαν να κάνουν τον γύρο τους. όπως μπορείτε να διαβάσετε κάνοντας κλικ κάτω από την εικόνα μου στην home page του blog. το περιοδικό L’Espresso έστειλε τον περίφημο απεσταλμένο “pistarolo” Mario Scialoja, δημοσιογράφο ράτσας από αυτούς που υπάρχουν λίγοι και στον οποίον χρωστάω πολλά, για να μου μιλήσει και να πάρει κάποια προεπισκόπηση.
διηγήθηκα στον Scialoja πως ένας φοιτητής μηχανικών που το ’69 κατοικούσε μαζί μου στην via Oberdan 2 είχε στην κατοχή του μια τσάντα σαν κι αυτές που χρησιμοποιήθηκαν στις επιθέσεις της 12ης δεκεμβρίου, που είχαν το χαρακτηριστικό ενός ιδιαίτερου μεταλλικού κλεισίματος : το προφίλ της κεφαλής κόκορα, λογότυπου της γερμανικής εταιρείας Mossbach&Grueber. του είπα επίσης πως άδικα εκείνος ο φίλος μου τρεις μέρες μετά την επίθεση – επιστρέφοντας από την επίσκεψη του σαββατοκύριακου στους γονείς του από το Treviso – προσπάθησε κατόπιν συμβουλής μου να πάει να την δείξει στην ασφάλεια και να τους πει που την είχε αγοράσει.
βγαίνοντας από το σπίτι του στις 11 το πρωί, λίγα μέτρα απόσταση συναντά μπροστά στο κτίριο της Bo έναν γνωστό commissario της πολιτικής ομάδας και του έδειξε την τσάντα, όμως εκκαθαρίστηκε με ένα γέλιο και την αποστροφή : »δεν μας ενδιαφέρει, γνωρίζουμε ήδη τον ένοχο». ένα από τα πράγματα που μου έκαναν εντύπωση σε σχέση με εκείνο το συμβάν ήταν πως ο φερόμενος ως δράστης, ο αναρχικός Pietro Valpreda, συνελήφθη στο Μιλάνο στις 12, δηλαδή μια ώρα μετά εκείνα τα λόγια του κομισάριου, που γνώριζε προφανώς για την σκευωρία που βρίσκονταν σε ισχύ.
υποσχέθηκα ξανά στον εαυτό μου πως θα καταστήσω γνωστή εκείνη την παράξενη ιστορία, όμως εκείνη την εποχή δημοσιογραφία δεν γνώριζα περί τίνος επρόκειτο, ήμουν μονάχα ένας φοιτητής εργαζόμενος και πολύ πίσω στην σειρά των μαθημάτων μου, επίσης δεν είχα ακόμη εκτίσει τις στρατιωτικές μου υποχρεώσεις και σίγουρα βρισκόμουν στην ‘μαύρη λίστα’ των κρατικών μηχανισμών, λιγότερο ή περισσότερο ‘εμπιστευτικών’. μια ημέρα μετά την σφαγή στην piazza Fontana όντως η αστυνομία και οι καραμπινιέροι ήρθαν να ερευνήσουν το διαμέρισμά μου στην via Oberdan και μάλιστα με τρεις διαταγές έρευνας: μια για εμένα, μια για τον συγκάτοικό μου και μια για την κοπέλα του, που κατοικούσε μαζί μας. ο φόβος μου λοιπόν ήταν δικαιολογημένος, στην περίπτωση που επέμενα για την υπόθεση με τις τσάντες και τα παρελκόμενα, να γιατί το βιβλίο ξεκίνησα να το γράφω αφού τελείωσα τις στρατιωτικές μου υποχρεώσεις.
ο Scialoja μετέφερε στον μιλανέζο δικαστικό Gerardo D’Ambrosio την τσάντα που ανακτήσαμε από τον πρώην συγκάτοικό μου και πυροβολεί στο L’Espresso την είδηση πως εκείνες οι τσάντες επωλούντο και στην Ιταλία, μάλιστα στην περιοχή του Veneto όπου βρίσκονταν ο νεοναζιστικός πυρήνας του παντοβάνου Giorgio Franco Freda….
η αναρχική πίστα καταρρέει σαν ταγγισμένη σαντιγί και έρχεται στην επιφάνεια εντυπωσιακά η πραγματικότητα των ‘υπηρεσιών’ που έχουν εκτραπεί, και η συνενοχή του Κράτους εκείνη την περίοδο σε επιθέσεις με αποκορύφωμα της 12η δεκεμβρίου ’69. ήταν η στρατηγική της έντασης, με βάση τις βόμβες, για να ωθηθεί το κομουνιστικό Κόμμα όλο και περισσότερο κοντύτερα στο να αποδεχτεί το »σύστημα» και τα βίτσια του, στρατηγική για να σχηματιστεί επίσης ανάχωμα στις κατακτήσεις των εργαζομένων και για να απομακρυνθεί προς τα πίσω το μακρύ κύμα αυτής που ήταν τότε η εργατική τάξη.
η ‘αιφνιδιαστική επίθεση’ της 7ης απριλίου εξυπηρέτησε εκ των πραγμάτων κάποιους μηχανισμούς επίσης για να εκδικηθούν εμένα για εκείνα τα δημοσιογραφικά μου ‘χτυπήματα’. όταν με συνέλαβαν, η εφημερίδα Repubblica πρόσεξε να μην της ξεφύγει και γράψει πως ήμουν ο ανταποκριτής της από την Πάντοβα, και κατ’ επέκτασιν από τις Tre Venezie: αρκέστηκε να πει πως ήμουν αρχισυντάκτης της Mattino και συνεργάτης του L’Espresso. όμως το L’Espresso μου έδωσε τον καλύτερο δικηγόρο της Ιταλίας, τον Adolfo Gatti, και με την Repubblica ανέλαβε όλα τα δικαστικά έξοδα.
δυστυχώς όμως όταν αποφυλακίστηκα και δεν σεβάστηκα την πρόσκληση του Scalfari να μην υπερασπιστώ εκείνους με τους οποίους είχα συλληφθεί, στην Repubblica δεν με άφησαν να ξαναγράψω. ο Scalfari, δεν συνηθίζω να παρακούω, θύμωσε πολύ διότι το πρώτο πράγμα που έκανα μόλις επέστρεψα στην Πάντοβα ήταν να δώσω μια συνέντευξη τύπου στις Πολιτικές Επιστήμες στη διάρκεια της οποίας υποστήριξα πως κάποιοι παντοβάνοι δικαστικοί ήταν ‘βλάκες’, έκφραση που η Ansa και οι εφημερίδες την αναπαρήγαγαν με το γράμμα. μόλις βγήκα από την Rebibbia, ο Scalfari έστειλε να με πάρουν με ένα αυτοκίνητο της Repubblica και να με μεταφέρουν ενώπιόν του στην σύνταξη στην Ρώμη. με προσκάλεσε να φύγω »για κανένα μήνα σε διακοπές και να σιωπήσω διότι η υπόθεση της 7ης απριλίου ήταν μια ιστορία πολύ πάνω από τα κεφάλια μας”. του απάντησα πως δεν μπορούσα να δεχτώ διότι ακριβώς από την δική του δημοσιογραφική σχολή είχα μάθει πως όταν δαγκώνουμε ένα μοσχάρι δεν πρέπει με τίποτα να χαλαρώνουμε τα δόντια για κανέναν λόγο : “στην Repubblica γράψατε πως εμείς οι κατηγορούμενοι της 7 aprile είμαστε ή όλοι ένοχοι ή όλοι αθώοι.
La censura! η λογοκρισία!
ωραία : στην διαταγή αποφυλάκισής μου είναι γραμμένο πως οι ρωμαίοι δικαστές ήδη εγνώριζαν πως εγώ, σταλμένος δεμένος με χειροπέδες σε αυτούς από το γραφείο του εισαγγελέα της Πάντοβα, με την υπόθεση Moro, τις Br, ecc, κλπ, δεν έχω καμία σχέση. από αυτά συνάγεται, ακριβώς σύμφωνα με την λογική της εφημερίδας, πως είναι αθώοι και όλοι οι υπόλοιποι συγκατηγορούμενοι”.
να γιατί μόλις απελευθερώθηκα δεν μπορούσα παρά να συνεχίσω να κάνω όπως και πρώτα την δουλειά μου σαν δημοσιογράφος, να αποφεύγω δηλαδή να δίνω αξία σε κατηγορίες ηλίθιες και να αγωνίζομαι αντιθέτως για να χυθεί άπλετο φως, να αναγνωρισθεί δηλαδή πλήρως η αθωώτητα ανθρώπων που βρίσκονται στην φυλακή, κάποιους από τους οποίους γνώριζα από χρόνια, ήταν φίλοι μου και δεν θα πρόδιδα ποτέ την φιλία μας. να γιατί οι Repubblica/Scalfari με έδιωξαν. άνθρωποι σαν τους Emilio Vesce και Luciano Ferrrari Bravo έκαναν μέχρι επτά χρόνια φυλακή δωρεάν : θα τα είχα κάνει κι εγώ εάν η L’Espresso με είχε παρατήσει. σήμερα είναι αδύνατο μια εφημερίδα να συμπεριφερθεί όπως η L’Espresso του τότε :
το δημοσιογραφικό πανόραμα παρουσιάζει κυρίως χαλάσματα και κυρτές πλάτες, χάρη στην εξαφάνιση του ‘καθαρού’ εκδότη, που σαν επάγγελμά του δηλαδή κάνει μοναχά αυτό του εκδότη, όπως ήταν η περίπτωση του Carlo Caracciolo, και η εξάπλωση της γενιάς των εκδοτών που χρησιμοποιούν τις εφημερίδες και τις tv σαν ταξί για να μεταφέρουν τους πολιτικούς από τους οποίους στη συνέχεια θα έχουν χάρες, όχι σαν σκάλες για το σκαρφάλωμα στην εξουσία (βλέπε “Berlusconi Silvio”…..).
είναι νόμιμη η υποψία πως το “blitz” del 7 aprile χρησίμευσε στην πραγματικότητα για να κατευθύνει σε λάθος δρόμο τις έρευνες της υπόθεσης Moro όταν η πίστα ήταν ακόμη ζεστή. επικεφαλής των διαφόρων μυστικών υπηρεσιών και στις πιο ευαίσθητες θέσεις του υπουργείου Εσωτερικών υπήρχαν όντως εκείνοι της στοάς P2, που η επιτροπή έρευνας της Βουλής η οποία στήθηκε ειδικά γι’ αυτή την περίπτωση και προεδρεύονταν από την Tina Anselmi ξεκαθάρισε πως είχαν αφιερωθεί σε συνεχείς αλλαγές κατευθύνσεων. το »θεώρημα» της ενότητας “Brigate Rosse/Prima Linea/ Autonomia Operaia Organizzata” ήταν ένα θεώρημα βασισμένο στο απόλυτο τίποτα, και γι’ αυτό κατέρρευσε κακήν κακώς ήδη πριν τη δίκη.
αλλά όμως το ‘θεώρημα’ χρησίμευσε για να συνθλίψει και την εχθρική αντίθεση στην τρομοκρατία, αλλά αυτήν την εξωκοινοβουλευτική και επικίνδυνα έξυπνη διότι σε θέση να αντιληφθεί το καινούργιο και να το εξηγήσει. μια οργανωμένη αντίθεση στην οποία εγώ δεν ανήκα σαν αγωνιστής, όμως έκανα τον δημοσιογράφο όπως πιστεύω πως πρέπει να γίνεται, δηλαδή δίχως υποκλίσεις, δίχως να γλείφω τα πόδια ούτε να κάνω εκπτώσεις σε κανέναν.
ο τότε υπουργός Βιομηχανίας Toni Bisaglia, από την περιοχή του Βένετο, πρώην αγαπημένος του πρώην μεγάλου δημοκριστιάνου ηγέτη Mariano Rumor, βρέθηκε ένα βήμα πριν την παραίτηση διότι ανακάλυψα μια διαμάχη συμφερόντων του που σήμερα προκαλεί γέλια, βλέποντας τις τεράστιες ατασθαλίες του Berlusconi, τότε όμως δημιούργησε σκάνδαλο : αυτός, που είχε υπογράψει την αύξηση των ‘πριμοδοτήσεων’, δηλαδή των τιμών, των ασφαλειών, ήταν συνέταιρος στο πρακτορείο της Πάντοβα της ασφαλιστικής εταιρείας Assicurazioni Generali! το έγραψα στην Repubblica και ο Bisaglia, που απέφυγε την τελευταία στιγμή την παραίτηση, εκδικήθηκε αξιώνοντας και πετυχαίνοντας από τον Mondadori τον δεκέμβρη του ’78 την απόλυσή μου από την Mattino, απόλυση που ακύρωσε ο υπεύθυνος Εργασίας Luciano Jauch.
επίσημα ενεπλάκην στο “blitz” της 7ης απριλίου διότι σύμφωνα με δυο πρόσωπα – Renato Troilo και Severino Galante – η φωνή μου έμοιαζε με εκείνη του ταξιαρχίτη που τηλεφωνούσε στο σπίτι των Moro στη διάρκεια της ομηρίας του απηγμένου. ο Negri κατηγορούνταν πως ήταν ο δράστης ενός ταξιαρχίτικου τηλεφωνήματος, εγώ αντιθέτως – ξέρετε πολύ καλά πως ήμουν από πάντα logorroico – για πέντε! η φωνή των δυο τηλεφωνητών, που χρόνια αργότερα μάθαμε πως ήταν των Valerio Morucci και Mario Moretti, η πρώτη χρεώθηκε σε εμένα και η δεύτερη στον Negri, είχαν δοθεί προς διάδοση από το υπουργείο Εσωτερικών δίδοντας σε ραδιόφωνα και τηλεοράσεις κάποιες τηλεφωνικές παρακολουθήσεις.
παρά το ότι βρέθηκα στην φυλακή με κατηγορίες τρελής βαρύτητας, το L’Espresso δεν με εγκατέλειψε, δεν έβγαλε το όνομά μου από τον κατάλογο των δημοσιογράφων με τους οποίους συνεργάζονταν και μου δημοσίευσε δυο άρθρα που κατάφερα να τους παραδώσω από την φυλακή. ο δικηγόρος Gatti υπήρξε καταπληκτικός : μετά τρεις μήνες, δυο εκ των οποίων σε απόλυτη απομόνωση με μόνο 30 λεπτά προαυλισμού την ημέρα ολομόναχος, ήμουν έξω. κατά τα άλλα, στην Ρώμη ακόμη και οι πέτρες, όπως φυσικά πρόσωπα στα υψηλά επίπεδα όχι μόνο του Pci, γνώριζαν πως η φωνή που διαδόθηκε από το υπουργείο από τα ραδιόφωνα και την tv ήταν εκείνη του Morucci:
το ήξεραν από απευθείας γνώση, για τον απλό λόγο πως ο Morucci, που είχε ζήσει στην Ρώμη, είχε σπουδάσει και πάρει το δίπλωμά του, είχε φιλίες και συναναστροφές και υψηλών επιπέδων.
ας έρθουμε τώρα στο αληθινό πρόβλημα, που πάντα επαναλαμβάνεται : η υπόθεση 7 απριλίου ήταν στην πραγματικότητα μια μαζική απαγωγή και δίκη με την σφραγίδα του Τύπου. κράτησε τους κατηγορούμενους στην φυλακή ο θόρυβος των μέσων, dei mass media, που έδιναν σιγά-σιγά βάση στις πιο κολοσσιαίες βλακείες σταλμένες από τους ερευνητές, που δεν ήξεραν πλέον πως να στηρίξουν και να κρατήσουν όρθιο ένα κατασκεύασμα τόσο τερατώδες όσο κενό περιεχομένου.
πυροβολήσανε την »είδηση» πως ο Toni Negri είχε μιλήσει με έναν μιλανέζο δικαστή για να οργανώσει την δολοφονία του δικαστή Emilio Alessandrini. διαλαλούσαν από εδώ κι από εκεί πως στο σπίτι μου είχε βρεθεί το πρωτότυπο σχέδιο των »στρατηγικών αποφάσεων» των Ερυθρών Ταξιαρχιών γύρω από την υπόθεση Moro. ο συνάδελφός μου από το περιοδικό L’Europeo Roberto Chiodi έφτασε να γράψει πως “από τα ισόβια τον Nicotri δεν μπορεί να τον σώσει κανένας διότι μια έρευνα στη φωνή του που έγινε πριν τη σύλληψή αποδεικνύει δίχως αμφιβολίες πως η φωνή του τηλεφωνητή των εΤ είναι η δική του”. αυτή η έρευνα φυσικά δεν έγινε ποτέ. βρωμιά στην βρωμιά, δεν έμαθα ποτέ τι έγινε με την καταγγελία μου για δυσφήμηση εναντίον του Chiodi και οι υπόλοιπες καταγγελίες εναντίον άλλων εφημερίδων με άρθρα αχρεία και απατεωνιές : το υπουργείο Δικαιοσύνης ήταν ικανό για εκείνο και το άλλο, όχι τυχαία είχε κερδίσει το ψευδώνυμο του “λιμανιού μες την ομίχλη”.
κατά τα άλλα ο Chiodi, όταν προσλήφθηκε από το Εσπρέσσο το ’88, στην σύνταξη της Ρώμης όπου εκείνο το διάστημα εργαζόμουν κι εγώ, δεν είχε ποτέ την αξιοπρέπεια να μου ζητήσει συγνώμη. “είναι η δημοσιογραφία, ομορφιά”, θα μπορούσαμε να πούμε παραφράζοντας το ‘Όσα παίρνει ο άνεμος’…. η χειρότερη δημοσιογραφία όμως, όχι εκείνη που αξίζει αυτό το όνομα. τέλος πάντων, δεν βρίσκονται όλοι στο ύψος του Scialoja.
μόλις τέσσερα χρόνια μετά την 7η απριλίου, η ίδια ντροπιαστική χρήση των mass media επεκτάθηκε με την εξαφάνιση της βατικανής υπηκόου Emanuele Orlandi, που ακόμη και σήμερα, 25 χρόνια αργότερα, επιμένουν πως πρόκειται για απαγωγή, όταν ακόμη και ο δικαστής Severino Santiapichi, ο ίδιος που στην Ρώμη προήδρευσε το πάνελ των δικαστών της υπόθεσης 7 aprile και μετά και για την υπόθεση Moro, δήλωσε ξανά και ξανά πως πρόκειται για »απαγωγή των μέσων». δηλαδή για βλακείες στολισμένες από τα mass media και από αυτά επιβεβαιωμένες για να κρυφτούν οι πραγματικές αιτίες της εξαφάνισης της κοπέλας.
ο Gasparazzo και οι κενές φιάλες!
λόγοι που δεν έχουν τίποτα το πολιτικό, έχουν όμως πολλά να δείξουν για το όνειδος του Βατικανού εάν κρίνουμε από την επίμονη και καλά τεκμηριωμένη θέληση της ‘Αγίας Έδρας’ να σιωπήσει και να σαμποτάρει την έρευνα των ιταλών δικαστών.
το αποκορύφωμα της βίαιης χρήσης και πολιτικά στοχευμένης των mass media υπήρξε δίχως αμφιβολία η εισβολή στο Iraq, που συνέβη χάρη στην εκστρατεία του Τύπου με βάση τις απίθανες ιστορίες γύρω από ‘τις ατομικές βόμβες’ και άλλα όπλα μαζικής καταστροφής που θέλησαν να κάνουν σε όλους να πιστέψουν με οποιοδήποτε κόστος πως βρίσκονταν σε ιρακινά χέρια.
σήμερα το να σπέρνουν τον φόβο και το μίσος προς τους »διαφορετικούς» έχει γίνει φυσικό : οι εξω-κοινοτικοί, ο rom και οι άλλοι κολασμένοι της γης βρίσκονται μονίμως υπό κατηγορία. στην Ιταλία από την στρατηγική της έντασης διαμέσου των βομβών του ’69 περάσαμε στην στρατηγική του φόβου και της ανασφάλειας διαμέσου των mass media που είναι όλο και πιο ανεύθυνα, λες και οι βιαστές, οι απαγωγείς μωρών, οι τρομοκράτες που δεν είναι πλέον »κόκκινοι» αλλά ισλαμιστές, οι ληστές καπνοπωλείων και κοσμηματοπωλείων και άλλοι βάρβαροι διαφόρων ειδών βρίσκονται σε ενέδρα πίσω από κάθε γωνία μόλις κάνουμε ένα βήμα από την πόρτα του σπιτιού μας.
πρόκειται για μια τραχιά παραλλαγή του κλασικού ‘διαίρει και βασίλευε’ , “Divide et impera”. τώρα δεν είναι άλλο οι κοζάκοι, αλλά οι μουσουλμάνοι, οι παλαιστίνιοι, οι άραβες, οι ρουμάνοι και οι ρομ που είναι έτοιμοι να ποτίσουν τα άλογά τους στην πλατεία του Αγίου Πέτρου, in piazza S. Pietro….
είναι ο νέος μας τρόπος να εκτρέπουμε προς αποδιοπομπαίους τράγους ευκαιρίας και ευκολίας ανίκανους να υπερασπιστούν τους εαυτούς τους από τον φόβο και την ανασφάλεια που γεννιούνται από την έλλειψη, από την απώλεια και την αβεβαιότητα της θέσης εργασίας, από την κρίση του παραγωγικού συστήματος που είναι πιο δυνατή και επικίνδυνη απ’ ότι συνήθως, από τον κίνδυνο »να γίνει Αργεντινή η Ιταλία».
όταν κάτι πήγαινε άσχημα οι αρχαίοι ρωμαίοι έτρεχαν να ελέγξουν εάν οι ιέρειες ήταν ακόμη παρθένες ή όχι, και εάν δεν ήταν έριχναν σε αυτές το φταίξιμο για την ατυχία και τις έθαβαν ζωντανές. η στρατηγική και η χρήση του αποδιοπομπαίου τράγου είναι παλαιότερη από τον κούκο, όμως ακόμα αποδίδει. η διαχείριση της κατεστημένης εξουσίας και εκείνης που έχει σκοπό να διαιωνιστεί, για να μπορεί να πραγματοποιεί και να δικαιολογεί τους πολέμους, έχει ανάγκη να δημιουργεί κοινωνίες που τις διαπερνά ο φόβος και οι φοβίες. που οδηγούν σταθερά στην κατασκευή αποδιοπομπαίων τράγων με βάρδιες, για να ανακαλύψουν μόνο αργότερα πως επρόκειτο για ψεύτικο εχθρό.
πρόκειται για μια στρατηγική που χρησιμοποίησε ο Berlusconi – dominus των τηλεοράσεων των δικών του και της Rai, όπως και κάποιων εφημερίδων – για να εκτρέψει την προσοχή από την κοσμοϊστορική κρίση που βρίσκεται εν δράση, να κρύψει την οικονομική πτώχευση των κυβερνήσεών του και των υπουργών του και ενδεχομένως να μπορέσει να καταστείλει καλύτερα τις πιθανές μελλοντικές αναταράξεις : εάν στην Γαλλία έχουν ξεκινήσει να τρέμουν μπροστά στο ενδεχόμενο εξεγέρσεων στις πλατείες, στην Ιταλία χλωμιάζουν με την σκέψη εκείνου που θα μπορούσε να συμβεί τον σεπτέμβρη, όταν πολλοί επιστρέφοντας απ’ τις διακοπές τους για να πάνε στη δουλειά τους, δεν θα την βρούνε πλέον εκεί. γι’ αυτό και κυκλοφορεί η φήμη πως ο Berlsuconi θα παραδώσει το palazzo Chigi στον Gianfranco Fini, για να εμποδίσει το ενδεχόμενο η σκληρή καταστολή που θα χρειαστεί να χρησιμοποιήσει στην πλατεία να απομακρύνει και να εξαφανίσει μεγάλο μέρος από το κοινό που παρακολουθεί τα κανάλια του στέλνοντας την εταιρεία Mediaset και τους παρατρεχάμενούς του στην κακιά ώρα.
πρόκειται όμως και για μια στρατηγική που χρησιμεύει και στα απομεινάρια της αριστεράς για να μπορέσει με κάποιον τρόπο να δώσει κάτι εκεί όπου της λείπει τελείως ένα πρόγραμμα, ανάλυση και ιδέες επαρκείς για τους καιρούς. όταν δεν γνωρίζει πλέον που να κατευθύνει το κοπάδι και σε ποια βοσκοτόπια να συνεχίσει να του αυξάνει το λίπος, είναι σίγουρο πως το κοπάδι ξεκινά να καταρρέει : τίποτα το καλύτερο, για να το ανασυντάξει και να το κυβερνήσει, μέσα από τον φόβο των τσομπανόσκυλων που γαυγίζουν, γρυλίζουν, επιδεικνύουν τα δόντια τους και εάν κριθεί απαραίτητο δαγκώνουν….
αφού η αριστερά φώναζε “στον κλέφτη, στον κλέφτη!” για όλη την εποχή του κυρίου Καθαρά Χέρια, να που με την κυβέρνηση Berlusconi περάσαμε στην κραυγή »στον λύκο, στον λύκο» : οι λύκοι είναι οι μετανάστες που δεν ανήκουν στην ενωμένη ευρώπη, οι ρομά και εκ των πραγμάτων και οι ισλαμιστές γενικότερα, που σύμφωνα με τις προκαταλήψεις μας και τις φοβίες μας κατέλαβαν ένα μέρος τουλάχιστον από αυτό που άφησαν κενό μετά τον πόλεμο οι εβραίοι. φτάσαμε στο σημείο η νευρική ανορεξία να γίνει μαζική ασθένεια γιατί με μαεστρία σπέρνεται στις νεαρές ο φόβος να μην είναι αρκετά ‘καλίγραμμες’, ψηλές, αδύνατες, ξανθιές, άνετες και, φυσικά, πάμπλουτες.
το Mιλάνο είναι η πρωτεύουσα της μόδας όπως και της Λίγκας του Βορρά και του μπερολουσκονισμού (να παραβλέψουμε πως υπήρξε και το λίκνο του φασισμού). μπορεί να φαίνεται παράλογο που θέλουν να επιβάλουν κυρίως στις νεαρές ένα φυσικό μοντέλο σκανδιναβικό, βόρειο, μάλιστα μιας βορείου Ευρώπης νοητής, όπως και να έχει αδύνατο για τις ιταλίδες και τις μεσογειακές γενικότερα, όμως δεν είναι καθόλου παράλογο : αντιθέτως, είναι μια ακριβής στρατηγική χρήσιμη στο να σπείρει τον φόβο για να υπάρχει κυριαρχία και, σε αυτή την περίπτωση, να πουλιέται ευκολότερα οποιαδήποτε βλακεία φτάνει να είναι ‘επώνυμη’ και σε τιμές κλοπής.
το μάθημα της 7ης απριλίου πως δεν πρέπει σχεδόν ποτέ να πιστεύεις τα mass media, ειδικότερα στην tv. πρέπει να παραμένουμε κριτικοί και να έχουμε την δική μας κριτική άποψη για τον κόσμο, να ξέρουμε να την φτιάχνουμε : σήμερα διαμέσου του Internet και των δορυφορικών τηλεοράσεων μπορούμε να θέτουμε σε σύγκριση και αντιπαράθεση τις ειδήσεις και την ειδησιογραφία, τις δημοσιογραφίες, ο online κόσμος επιτρέπει να προσφέρεις και να μεταφέρεις πληροφορίες και δημοσιογραφίες διαφορετικές από την φωνή του αφεντικού και των αφεντικών. δυστυχώς οι ψεύτες και οι ανόητοι υπηρέτες που είναι και υψηλόμισθοι δεν πληρώνουν ποτέ το πρόστιμο, την τιμωρία των ψευδών τους.
η Corriere della Sera και η Repubblica έδωσαν με σιγουριά την είδηση πως στο Iράκ του Saddam Hussein “συνεχίζεται η κατασκευή ατομικών βομβών”, και το περιοδικό Panorama, ιδιοκτησίας Berlusconi, μπόρεσε να επικυρώσει την τεράστια βλακεία »του ουρανίου από το Νίγηρα που αγόρασε το Ιράκ για να φτιάξει ατομικές βόμβες», γιγάντια ηλιθιότητα χρήσιμη όμως για να στηρίξει την δουλική πολιτική του αφεντικού του Πανοράματος στη σχέση με τον ψεύτη άτιμο και αποτυχημένο George W. Bush. εάν τα mass media του can can στην περίπτωση της 7ης απριλίου είχαν τα χέρια λερωμένα »μοναχά» για την φυλάκιση πολλών αθώων ανθρώπων, εκείνοι που προετοίμασαν τον δρόμο στον πόλεμο του Ιράκ έχουν τα χέρια λερωμένα με αίμα, πολύ αίμα : κι όμως ούτε η Ένωση των δημοσιογράφων ούτε το δικαστικό σώμα φροντίζει να τους προκαλέσει την παραμικρή δυσφορία. η πληροφόρηση, ή καλύτερα ο έλεγχος της πληροφόρησης, είναι ένα εμπόρευμα μεγαλύτερης αξίας από τον χρυσό, τόσο εκείνου του κίτρινου όσο και του μαύρου, δηλαδή του πετρελαίου στο όνομα του οποίου έγιναν, γίνονται και θα γίνονται ξανά πόλεμοι καταστροφικοί.
Μιχάλης ‘Μίκης’ Μαυρόπουλος baruda.net