Dark Mode Light Mode

Η Αλεξία Βουλγαρίδου μας μιλά για την όπερα

Η αριστουργηματική όπερα La Bohème του Giacomo Puccini, καταφθάνει στην Καβάλα για να συγκινήσει το κοινό με την καθηλωτική μουσική και την σπαρακτική της ιστορία.

Μια ιστορία γεμάτη τέχνη, πάθος και δοκιμασίες, αφηγείται τον τραγικό έρωτα του ποιητή Rodolfo και της ράφτρας Mimi με φόντο το Χριστουγεννιάτικο Παρίσι του 19ου αιώνα.

Με περισσότερους από 120 μουσικούς και συντελεστές από όλο τον κόσμο, η παραγωγή είναι μια διοργάνωση του Φεστιβάλ Cosmopolis του Δήμου Καβάλας, σε συνεργασία με τον Δήμο Νυρεμβέργης, το Δημόσιο Μουσικό Πανεπιστήμιο της Νυρεμβέργης, το Επιμελητήριο Καβάλας, και της αστικής μη κερδοσκοπικής εταιρείας FIXinArt. Η όπερα θα παρουσιαστεί το διήμερο 6 & 7 Δεκεμβρίου 2024, στις 20:00, στο Μουσικό Σχολείο Καβάλας.

Σε μία ανάπαυλα μεταξύ πρόβας και επόπτευσης του χώρου, όπου δημιουργούνται οι υποδομές για την παρουσίαση της όπερας LaBohème, η Καβαλιώτισσα σοπράνο Αλεξία Βουλγαρίδου μίλησε στο ραδιόφωνο της ΠΡΩΙΝΗΣ για το μεγάλο εγχείρημα που προετοιμάζεται στην πόλη μας.

Ειδικότερα, η Αλεξία Βουλγαρίδου έκανε λόγο για μία πάρα πολύ μεγάλη παραγωγή οι συντελεστές της οποίας θα πρέπει να υπολογίζονται περίπου σε 150 άτομα. Ο συντονισμός ενός τόσο υψηλού αριθμού συμμετεχόντων μόνο εύκολο δεν είναι και σίγουρα προϋποθέτει γνώσεις, καλή διάθεση συνεργασίας και φυσικά τα απαραίτητα μέσα.

Οι γνώσεις και η καλή διάθεση υπάρχουν σε αφθονία. Σε επίπεδο μέσων, καταβάλλεται κάθε δυνατή προσπάθεια προκειμένου να επιλύονται όσα προβλήματα προκύπτουν. Η Αλεξία Βουλγαρίδου είδε για πρώτη φορά στη ζωή της όπερα όταν ήταν 18 ετών.

Όταν δηλαδή πέρασε στο πολιτικό τμήμα της νομικής σχολής Αθηνών για τις σπουδές της και παράλληλα συνέχισε τις μουσικές της σπουδές. Το πρώτο πράγμα λοιπόν που έκανε, όπως μας εξήγησε, ήταν να κόψει ένα εισιτήριο για την Λυρική Σκηνή.

Δεν υπάρχει ηλικιακό όριο ώστε να ανακαλύψει ένας άνθρωπος το μουσικό είδος της όπερας. Η κ. Βουλγαρίδου όμως επιθυμεί τα νεαρά παιδιά της Καβάλας να έχουν περισσότερες ευκαιρίες επαφής με την όπερα συγκριτικά με εκείνες που είχε η ίδια στην ηλικία τους.

Σε σημαντικό ποσοστό αυτές οι ευκαιρίες καλύπτονται σήμερα μέσω του διαδικτύου. Αλλά η ύπαρξη μιας βάσης σε κάθε επαρχιακή πόλης ώστε να παρουσιάζονται παραστάσεις κλασικής μουσικής, μπαλέτου, ή κάποιου ορχηστρικού έργου, είναι μια απαραίτητη προϋπόθεση για τη μόρφωση των ντόπιων κατοίκων.

Η όπερα κέρδισε εξαρχής την Αλεξία Βουλγαρίδου. Αρχικά είχε ξεκινήσει με σπουδές πιάνου, αφού αυτή η δυνατότητα της δινόταν τότε στην Καβάλα. Όταν ο κ. Μάντακας δημιούργησε και τη χορωδία, τότε η κ. Βουλγαρίδου εκμεταλλεύτηκε την ευκαιρία να ενταχθεί κι εκεί.

Ακόλουθα και όταν δημιουργήθηκε το τμήμα μονωδίας μπόρεσε να κάνει και τα πρώτα μαθήματα, περίπου στα 15 χρόνια της. Εκείνη την εποχή, το είδος της κλασικής μουσικής φάνταζε ένα πολύ περίεργο «φρούτο», για το οποίο έλειπαν τα σχετικά ακούσματα και ήταν μεγάλη υπόθεση για τους ενδιαφερόμενους να αποκτήσουν δίσκους βινυλίου με οπερετικές ηχογραφήσεις.

Στα δύο – τρία δισκοπωλεία της Καβάλας, εκείνη την εποχή, ελάχιστες ήταν οι ανάλογες ηχογραφήσεις που διατίθονταν. Η αδελφή της κ. Βουλγαρίδου της είχε φέρει από το εξωτερικό την ηχογράφηση της «Κάρμεν» με την Μαρία Κάλλας σε δίσκο βινυλίου.

Ήταν ζήτημα εάν υπήρχαν δυο –τρεις ακόμη ηχογραφήσεις μεγάλων καλλιτεχνών της όπερας όπως της Μονσεράτ Καμπαγιέ, του Πλάθιντο Ντομίνγκο και του Χοσέ Καρέρας.

Τους ορίζοντες των παιδιών κατάφερε να τους ανοίξει ο κ. Μάντακας, που ερχόταν με ένα σακίδιο γεμάτο κασέτες, τις οποίες τα παιδιά κυριολεκτικά χυμούσαν να διαλέξουν, ώστε στη συνέχεια να τις ανταλλάξουν μεταξύ τους.

Στην Ελλάδα, ενδεχομένως κάποιοι να θεωρούν την όπερα ως ένα είδος «ελιτίστικο», κάτι που δεν ισχύει για το εξωτερικό όπου το συγκεκριμένο είδος θεωρείται πιο «φυσιολογικό».

Δεν απαιτείται απαραιτήτως ακαδημαϊκή γνώση και πλούτος προκειμένου ένα άτομο να παρακολουθήσει μια παράσταση όπερας, ένα κονσέρτο καλσικής μουικής, ή μια βραδιά μπαλέτου.

Κατά την άποψη της κ. Βουλγαρίδου, οποιαδήποτε οικογένεια ανεξάρτητα από την οικονομική της ευρωστεία, θα μπορέσει να προμηθευτεί εισιτήρια ανάλογων θεαμάτων, έστω κι αν αυτά δε θα κοστίζουν υψηλότατες τιμές λόγω προνομιακών θέσεων.

Η όπερα είναι γραμμένη με τέτοιο τρόπο ώστε να αγγίζει την ψυχή όσων την ακούν. Πάντα, κάποιος κλασικός συνθέτης θα καταφέρνει ν’ αγγίξει την ψυχή κάποιου. Για παράδειγμα, η όπερα La Bohème του Giacomo Puccini που θα παρουσιαστεί στην Καβάλα, δεν υπάρχει περίπτωση να μην αγγίξει τις καρδιές των θεατών, ακόμη κι αν δεν έρχονται τακτικά σε επαφή με το συγκεκριμένο είδος.

Στο ερώτημα για ποιο λόγο επιλέχθηκε συγκεκριμένα η όπερα La Bohème του Giacomo Puccini, η Αλεξία Βουλγαρίδου εξήγησε: «Ή όπερα μπορεί να διαδραματίζεται κάλλιστα σε οποιαδήποτε εποχή, είτε στο 1800, είτε στο 1900, είτε στο 2024.

Επιπλέον αφορά στους νέους ανθρώπους που δεν έχουν οικονομική ευχέρεια, έχουν παρόλα αυτά την άνεση να ζήσουν και να ερωτευθούν. Κοντολογίς, το θέμα είναι σύγχρονο κι άρα θ’ αγγίξει όλους τους θεατές».

Η υπόθεση είναι κάπως έτσι… Παρίσι, Χριστούγεννα 1830… περίπου… Τέσσερις νεαροί καλλιτέχνες ζούνε όλοι μαζί σε μία σοφίτα στο Παρίσι, αναζητώντας την εκπλήρωση των καλλιτεχνικών τους ανησυχιών… και ερχόμενοι αντιμέτωποι με το κρύο και το ενοίκιο βρίσκουν ευρηματικούς τρόπους να ξεπεράσουν όλες τις δυσκολίες.

Περνάνε τις ώρες τους μεταξύ τέχνης και του αγαπημένου τους Καφέ Μομούς. Και μέσα σε όλα αυτά, εμφανίζεται ένα βράδυ η νεαρή Μιμή, η οποία ερωτεύεται τον ποιητή εκ των τεσσάρων, τον Ροδόλφο.

Μαζί συναντούν και τους υπόλοιπους στο Καφέ Μομούς όπου όλοι γίνονται μάρτυρες του έρωτα της Μουζέτα, της πανέμορφης Παριζιάνας τραγουδίστριας, που προκαλεί ερωτικά τον πρώην εραστή της, τον ζωγράφο Μαρτσέλλο και τον ξανακερδίζει.

Δυστυχώς, όμως, όσο γοητευτική και αν είναι η ζωή ενός Μποέμ καλλιτέχνη, η υγεία της Μιμή και οι ορέξεις της Μουζέτα ίσως δεν αντέχουν αρκετά για ένα αίσιο τέλος… Η Αλεξία Βουλγαρίδου ευχαρίστησε θερμά τον κ. Κακάρα, διευθυντή του Μουσικού Σχολείου Καβάλας, για την παραχώρηση του χώρου.

Ευχαρίστησε επίσης την κ. Σγουρίδου, τη μαέστρο της χορωδίας των Φίλων Μουσικής και του Πολιτιστικού Συλλόγου Ν. Περάμου, καθώς και την παιδική χορωδία του Μουσικού Σχολείου με την κ. Κύπρου.

Απευθυνόμενη στους γονείς που μεγαλώνουν παιδιά, η Αλεξία Βουλγαρίδου σημείωσε: «Θα τους έλεγα να κάνουν ότι κάνω κι εγώ με το δικό μου παιδί που είναι 7 χρονών. Εάν ο γιος μου Αλέξανδρος δε θελήσει βαθιά μέσα του να γίνει μουσικός δε θα τον πιέσω.

Παρόλα αυτά, δικό μου χρέος είναι να τον φέρω σε επαφή με τη μουσική. Είναι ήδη μέλος μιας παιδικής χορωδίας ενώ θα αρχίσει να μελετά και κάποιο όργανο. Όχι όμως για να γίνει μουσικός.

Απλά επειδή πιστεύω πως οφείλουμε να προσφέρουμε διεξόδους στα παιδιά μας προκειμένου να καλλιεργηθούν, να συνεργαστούν και να καταπολεμήσουν τον φόβο τους να βρεθούν μπροστά σε κοινό ή ακόμη και να κάνουν λάθη στους κόλπους ενός συνόλου».

**Το κείμενο βασίστηκε στη συνέντευξη που παραχώρησε η Αλεξία Βουλγαρίδου στη ραδιοφωνική εκπομπή «Σαν παλιό ραδιόφωνο» και στον Βαγγέλη Ευαγγελίδη, τη Δευτέρα 25/11/2024 από τη συχνότητα του Ράδιο ΠΡΩΙΝΗ.

Προηγούμενο άρθρο

11 συλλήψεις για ναρκωτικά σε περιοχές της Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης

Επόμενο άρθρο

Το 7ο Γυμνάσιο Καβάλας υποδέχεται σχολείο από την Αυστρία στο πλαίσιο προγράμματος Erasmus+ (φωτογραφίες)