Dark Mode Light Mode

Η απολυταρχία νίκησε τον νεοφιλελευθερισμό. Και τώρα; τρίτο μέρος

Koshu Kunii/Unsplash

14/12/2024

Η ουσία του ζητήματος είναι η εξής: οι δημοκρατικοί εξακολουθούν να προσπαθούν να διεξάγουν μια νεοφιλελεύθερη εκστρατεία σε μια μετα-νεοφιλελεύθερη εποχή. Η νεοφιλελεύθερη ιδεολογία, που εισήχθη διστακτικά από τον Τζίμι Κάρτερ, που ασπάστηκε πλήρως ο Ρόναλντ Ρίγκαν, και στη συνέχεια παγιώθηκε και στα δύο κόμματα με τον Μπιλ Κλίντον, υιοθετούσε μια λογική laissez-faire [αφήστε το να γίνει], σύμφωνα με την οποία η βούληση της αγοράς θα υποκαθιστούσε την εθνική βούληση ή τα ανθρώπινα δικαιώματα, μα που από την άλλη πλευρά θα είχε επιφέρει μια γενική αύξηση των εισοδημάτων και θα δημιουργούσε τέτοιο δυναμισμό που αυτή η ανταλλαγή θα ήταν τελικά αποδεκτή.

Ο Κλίντον, άλλωστε, στήριξε την κυβερνητική του δράση στα θεμέλια που έθεσε η εποχή του Ρίγκαν: περικοπές στους φόρους και στο σύστημα κοινωνικής προστασίας, και ριζοσπαστισμός της ελεύθερης αγοράς (του οποίου η NAFTA ήταν το κύριο παράδειγμα). Τελικά, φυσικά, αυτή η στρατηγική έχει τροφοδοτήσει την ακραία ανισότητα πλούτου.

Ο Ball υπογραμμίζει επίσης πώς το κατεστημένο Κλίντον τροφοδότησε τον διχασμό στον αγώνα για να νικηθεί η προεδρική εκστρατεία του Σάντερς το 2016: η Hillary Clinton και οι σύμμαχοί της ξεκίνησαν μια εκστρατεία προπαγάνδας για να παρουσιαστούν ως πιο αριστεροί από τον Μπέρνι, χαρακτηρίζοντας τον ίδιο και τους υποστηρικτές του ως σεξιστές και ρατσιστές επειδή έθεσαν στο επίκεντρο της ατζέντας τους την ταξική πολιτική και όχι ταυτότητας.

Αυτό με τη σειρά του εξαπέλυσε έναν κολασμένο κύκλο χρήσης της πολιτικής ορθότητας woke, κατασκευής κατακερματισμένων δημογραφικών κατηγοριών και ανταγωνισμού απέναντι στους λευκούς της εργατικής τάξηςworking class που δεν έκαναν άλλο από το να καθιστούν το δημοκρατικό Κόμμα πιο απεχθή σχεδόν για όλους.

Όταν σε αυτούς τους ψηφοφόρους δόθηκε η επιλογή μεταξύ Τραμπ και Μπέρνι, επέλεξαν τον Μπέρνι. Για πολλούς από αυτούς, τώρα που η επιλογή είναι μεταξύ του Τραμπ και του αδειασμένου πλέον κελύφους του νεοφιλελευθερισμού, η προτίμησή τους πηγαίνει στον Τραμπ… με αυτή τη νίκη του Τραμπ, η πολιτική της αυταρχικής δεξιάς κέρδισε την ιδεολογική μάχη για το ποιος θα πάρει τη θέση της νεοφιλελεύθερης τάξης στην Αμερική.

Έτσι, οι αμερικανοί ψηφοφόροι ηπα ψήφισαν υπέρ της απολυταρχίας, για αυτήν την παράξενη αμερικανική εκδοχή Μπερλουσκόνι, αλλά σαφώς με πολύ μεγαλύτερη παγκόσμια δύναμη από ό,τι είχε ποτέ ο ανόητος ιταλός.

Όμως η νεοφιλελεύθερη εποχή δεν έχει τελειώσει μόνο για τις Ηνωμένες Πολιτείες. Στη Γερμανία το Alternative fur Deutschland κερδίζει σταθερά υποστήριξη και ορισμένοι προβλέπουν ότι, καθώς το κεντρώο status quo διαλύεται, μπορεί να πάρει την εξουσία στο όχι και τόσο μακρινό μέλλον.

Το ίδιο συμβαίνει στη Γαλλία, αφού ο ακροδεξιός εθνικισμός της Λεπέν κέρδισε την πλειοψηφία σε πρόσφατες εκλογές, μόνο για να χάσει από μια απίθανη εκλογική συμμαχία που κυμαίνεται από τον μακρονιστικό κορπορατισμό έως μια ακροαριστερή εκδοχή του «κομμουνισμού».

Στο Ηνωμένο Βασίλειο οι συντηρητικοί μετά Brexit έχουν γίνει κομμάτια, αλλά η νεοεκλεγείσα κυβέρνηση των εργατικών δεν φαίνεται σε καμία περίπτωση ικανή να προχωρήσει πέρα ​​από έναν τριμμένο και ξανά τριμμένο νεοφιλελευθερισμό.

Πιστεύω ότι το κινεζικό μοντέλο κερδίζει. Ένα μοντέλο που δεν έχει καμία σχέση με τον κομμουνισμό ο οποίος στοιχειώνει τους εφιάλτες των παλιών μαχόμενων του Ψυχρού Πολέμου. Ένα μοντέλο που συνιστάται σε έναν πελατειακό καπιταλισμό που διοικείται από ένα μονοκομματικό κράτος, με έναν τεράστιο μηχανισμό παρακολούθησης για την επιτήρηση των διαφωνιών και των πολιτικών απόψεων χρησιμοποιώντας τις πιο πρωτοποριακές τεχνικές.

Οι ρεπουμπλικάνοι, με την κατάκτηση της προεδρίας, της Βουλής και της Γερουσίας και με την κραυγαλέα πολιτικοποιημένη υποστήριξη του ανωτάτου Δικαστηρίου και πολλών κατώτερων δικαστηρίων, μπαίνουν σε μια τροχιά που – αν παίξουν τα σωστά χαρτιά – θα μπορούσε να τους επιτρέψει να εδραιώσουν ένα μονοκομματικό καθεστώς.

Δεδομένης της άμεσης εισόδου του Μασκ στην κυβέρνηση (αν και σε έναν ρόλο που θα μπορούσε να καταστεί τελετουργικός και βραχυπρόθεσμος) και της στενής σχέσης μεταξύ του JD Vance, του Peter Thiel (ιδρυτή μεταξύ άλλων της εταιρείας τεχνολογιών κατασκοπείας Palantir) και του τεράστιου καπιταλιστικού τομέα τεχνολογιών παρακολούθησης, αναμένεται μια ολοένα και πιο ισχυρή ενσωμάτωση των πανοπτικών δυνατοτήτων των ιδιωτικών εταιρειών στις πολιτικές λειτουργίες του κράτους.

Ταυτόχρονα, η τεράστια επένδυση σε μεγάλα γλωσσικά μοντέλα (LLM) και η τεράστια επέκταση των κέντρων δεδομένων-data center (τα οποία έχουν τρελές ανάγκες σε ενέργεια και νερό) συνεπάγεται ότι ο τεχνολογικός τομέας θα εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τη βοήθεια του Πενταγώνου.

Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο όλες οι μεγάλες εταιρείες τεχνολογίας στράφηκαν πρόσφατα στις προμήθειες του αμυντικού τομέα, από drones προικισμένων με τεχνητή νοημοσύνη έως το ρομποτικό πεζικό, και όχι μόνο.

Η λογική τροχιά αυτών των διαδικασιών είναι ένα στρατιωτικοποιημένο μονοκομματικό κράτος που προσπαθεί να ελέγξει τον εγχώριο πληθυσμό του μέσω της παρακολούθησης, λογοκρισίας και φυλάκισης. Αλλά αυτά τα πράγματα δεν λειτουργούν!

Η πιθανότητα καταστροφικών στρατιωτικών αποτυχιών, παρόμοιων με αυτές που έχουμε δει να συμβαίνουν από τους καιρούς του Βιετνάμ, και ακόμη πιο έντονα στο Αφγανιστάν και το Ιράκ, είναι υπερκείμενη σε όλους μας.

Πόσο καιρό μπορεί ο Big Brother, ο Μεγάλος Αδελφός να μας πείθει ότι ο πόλεμος εναντίον της Ωκεανίας ή της Ανασίας πηγαίνει υπέροχα; Και τότε ο εχθρός θα αλλάξει ξαφνικά, και ο παλιός αντίπαλος θα είναι ένας εχθρός… σας ακούγεται γνωστό;

Και δεν λειτουργεί ούτε εσωτερικά. Η επιτήρηση υψηλής τεχνολογίας, η αγορά και η χειραγώγηση των μυαλών μπορούν να φτάσουν μόνο μέχρι κάποιο σημείο. Στο τέλος η ανθρώπινη ικανότητα αυτονομίας και αντίστασης (και πλήξης) θα νικήσει τις προσπάθειες των αδέξιων αυταρχικών που δεν αντιλαμβάνονται την κοινωνική πολυπλοκότητα και πιστεύουν ότι μπορούν να επιβάλλουν την υπακοή στην κοινωνία, σαν αυστηρός πατέρας, μέσω της καταστολής και της τιμωρίας.

Αυτό το πράγμα δεν λειτουργεί! Αλλά δεν είμαστε σε θέση να πούμε πού θα προκύψει μια αποτελεσματική αντίσταση, πόσες φορές θα ηττηθεί πριν νικήσει και ποιο όραμα ζωής θα ενθουσιάσει τους ανθρώπους αρκετά ώστε να τους σπρώξει να ανατρέψουν την κυριαρχία αυτής της τόσο κραυγαλέα τρελής ελίτ. 

Και για να διαλύσουμε κάθε αμφιβολία για το γεγονός ότι αυτοί οι άνθρωποι πρέπει να θεωρούνται τρελοί, στο υπόλοιπο αυτού του άρθρου αλλάζουμε κατεύθυνση και μιλάμε για το νέο βιβλίο των Andreas Malm και Wim Carton, Overshoot: How the World Surrendered to Climate Breakdown (Overshoot: Πώς ο κόσμος παραδόθηκε στην κλιματική κατάρρευση), που μόλις δημοσίευσε το Verso.

Chris Carlsson

Μιχάλης ‘Μίκε’ Μαυρόπουλος Comune-info

Προηγούμενο άρθρο

Πλήθος Τούρκων επισκεπτών στην Καβάλα (φωτογραφίες)

Επόμενο άρθρο

Ομιλία Γ. Πασχαλίδη για τον Προϋπολογισμό του 2025