Dark Mode Light Mode

Η επιθυμία για ελευθερία και η αντιστραμμένη της τάση (επιθυμία) για ανελευθερία

20/05/2014

Σε έναν κόσμο που παλαντζάρει, καθώς τα θεμέλιά του τρίζουν επικίνδυνα και υποχωρούν (καταρρέουν), δύο αντίθετες τάσεις του ανθρώπου φαίνεται να συγκρούονται αμείλικτα: η επιθυμία για ελευθερία και η επιθυμία για ανελευθερία (ως αντεστραμμένες ή κατοπτρικές εικόνες η μια της άλλης).

Η δεύτερη φαίνεται μάλιστα να κυριαρχεί, προς το παρόν. Ίσως τελικά ο άνθρωπος νιώθει περισσότερο ασφάλεια και άνεση όταν είναι περιορισμένος ή δεμένος με αλυσίδες και φραγμούς κάθε είδους.

Δεν είναι τυχαίο ότι, ιστορικά, «εύκολα» η επιθυμία του ανθρώπου για ελευθερία και δικαιοσύνη (μέσα από μεγαλειώδεις αγώνες, που συχνά συντάρασσαν την ιστορία και άλλαζαν τον ρου της) μεταστρεφόταν σε επιθυμία για ανελευθερία, για υποταγή στον ολοκληρωτισμό.

Με πιο πρόσφατα παραδείγματα τον ιταλικό και γερμανικό λαό, που μετά από ένα ισχυρό κομμουνιστικό-επαναστατικό κίνημα, με πρωτοπόρες ιδέες και επιτεύγματα, ασπάστηκε και υποστήριξε με φανατισμό και μαζικά τον φασισμό και τον ναζισμό, αντίστοιχα.

Είναι σαν η ματαίωση του αγώνα για ελευθερία και ανθρωπιά, για αξιοπρέπεια, αδελφοσύνη, ισότητα και δικαιοσύνη να έχει ως αντίθετο ισοδύναμό της την επιθυμία για σκλαβιά, δογματισμό, μίσος, φανατισμό, φόβο, ηθική κατάπτωση, απανθρωπιά.

Λες και η ιστορία εκδικείται τους ανθρώπους που για άλλη μια φορά δεν κατάφεραν να καταλάβουν και να πραγματώσουν το βαθύτερο νόημά της: την ελευθερία και την πανανθρώπινη-οικουμενική ισότητα-ενότητα.

Μήπως όμως και η ματαίωση της ελευθερίας, η επιθυμία της ανελευθερίας, είναι τελικά καλυμμένος πόθος και νοσταλγία για ελευθερία, ως άρνηση της τελευταίας, που όμως μέσα της σιγοκαίει και προετοιμάζεται και πάλι να θεριέψει η επιθυμία για πραγματική ελευθερία;

Αυτό εξάλλου δείχνει και το γεγονός ότι σε σκοτεινές περιόδους ανελευθερίας και δουλείας της ανθρωπότητας, τόσο στο απώτατο παρελθόν όσο και στη σύγχρονη ιστορία, πάντα αναπτυσσόταν και το αντίπαλο δέος, η επαναστατική και απελευθερωτική δράση ανθρώπων με ελεύθερο μυαλό και συνειδήσεις. Δράση που γιγαντωνόταν, αγκάλιαζε μεγάλο μέρος της κοινωνίας και τελικά άλλαζε την ιστορία.

Πώς όμως διατηρείται η εξουσία στις διάφορες εκδοχές της; Γιατί τα διάφορα εξουσιαστικά, ακόμη και αυταρχικά, καθεστώτα είναι ανθεκτικά στον χρόνο, παρόλο που είναι μισητά από τον περισσότερο κόσμο;

Ένας βασικός λόγος είναι ότι η εξουσία έχει αποκτήσει τεράστια εμπειρία μετά από χιλιάδες χρόνια παράδοσης ιεραρχικών, καταπιεστικών και εκμεταλλευτικών συστημάτων. Επίσης έχει συσσωρεύσει τεράστια γνώση, αφού ελέγχει την επιστήμη αλλά και τη λαϊκή σοφία προς όφελός της.

Πολύ περισσότερο σήμερα που ελέγχει την τεχνολογία, η οποία έχει πάρει μεταφυσικές σχεδόν διαστάσεις και ιδιότητες. Έχοντας αυτήν την γνώση και εμπειρία στο να ελέγχει και να χειραγωγεί τις μάζες, η εξουσία διαχρονικά εκσυγχρονίζεται και αλλάζει προσωπεία: αυταρχικά και συντηρητικά ή προοδευτικά και φιλελεύθερα-δημοκρατικά, παλιά και νέα.

Στην ουσία όμως παραμένει το ίδιο ψυχρή, απάνθρωπη και καταπιεστική. Καταφέρνει όμως να ξεγελά τους ανθρώπους, ακριβώς με το να αλλάζει προσωπείο, όταν το παλιό έχει πια γίνει παρωχημένο, έχει ξεφτίσει, και όχι μόνο δεν πείθει κανένα αλλά γίνεται συνάμα αποκρουστικό και μισητό. Γι’ αυτό και πρέπει να αλλαχτεί.

Και ενώ ο κόσμος βρίζει τους ηγέτες και τους πολιτικούς ή οικονομικούς παράγοντες, τους γνωρίζει καλά και ξέρει τα παιχνίδια τους, εντούτοις, κάθε φορά που η εξουσία ρετουσάρεται και προβάλλεται ανανεωμένη, οι άνθρωποι στέργουν τους νέους ηγέτες, τα «νέα πρόσωπα», εναποθέτουν τις ελπίδες τους σε αυτούς.

Είναι φαίνεται εγγενής στους ανθρώπους η τάση να δείχνουν εμπιστοσύνη, να εξαρτώνται από τους εκάστοτε ηγέτες. Και αυτοί από τη μεριά τους κατέχουν πολύ καλά την τεχνική χειραγώγησης και εξαπάτησης.

Ολοένα λοιπόν εμφανίζονται νέα πρόσωπα στην πολιτική σκηνή και εναλλάσσονται στην κυβέρνηση μιας χώρας: άλλοτε με ιδιότητα φιλολαϊκή, παιδιά του λαού, λαοπλάνοι, άλλοτε ως τεχνοκράτες, ψυχροί, χωρίς ιδεολογία, άλλοτε σαν αυταρχικοί πατερούληδες ή στυγνοί δικτάτορες.

Έτσι λοιπόν, κάθε φορά που οι άνθρωποι κάνουν ένα θαρραλέο βήμα, εξεγείρονται, ανατρέπουν εξουσίες, την επόμενη ακριβώς στιγμή σταματούν και πισωγυρίζουν: ένα δυνατό αίσθημα τους κυριεύει.

Και το αίσθημα αυτό δεν είναι άλλο από τον φόβο μπροστά στην ελευθερία. Πώς θα συνεχίσουν το άλμα τους, πώς θα κάνουν και άλλα άλματα να ζήσουν συνειδητά ελεύθερα, χωρίς καταπίεση, εκμετάλλευση, αρχηγούς, ιεραρχία;

Και μπροστά στον τρόμο του αβέβαιου και του καινούριου ψάχνουν ξανά απεγνωσμένα για ένα στήριγμα. Θα υποκλιθούν στους νέους ηγέτες, στους «αγωνιστές» που αναδείχθηκαν στην προηγούμενη φάση της εξέγερσης. Θα υποστηρίξουν τη νέα εξουσία, κυβέρνηση κλπ.

Ως πότε άραγε οι άνθρωποι θα είναι τόσο αφελείς και ευκολόπιστοι; Και πόσα πρόσωπα έχει άραγε η εξουσία ως εφεδρεία; Θα εξαντληθούν κάποτε οι καβάντζες της; Μήπως τελειώνουν οσονούπω οι εναλλακτικές της, τα κρυφά χαρτιά της;

Πάντως τα παραδείγματα πληθαίνουν όπου οι άνθρωποι θέλουν να απελευθερωθούν, να απαλλαγούν από τους εξουσιαστές που τους στερούν τη ζωή και το μέλλον, το δικό τους και των παιδιών τους. Το προσωπείο της εξουσίας έχει φθαρεί ανεπανόρθωτα και έχει χάσει σε σημαντικό βαθμό την ικανότητά του να ξεγελά και να πείθει.

Έτσι, στην Ουκρανία και στη Βενεζουέλα, πιο πριν στην Τουρκία, στη Βραζιλία, στην Ταϋλάνδη, σε όλη τη γη, οι άνθρωποι αγωνίζονται για την αξιοπρέπεια και τα δικαιώματά τους, για την ελευθερία τους, για δικαιοσύνη, επιτέλους.

Λένε ότι δεν πάει άλλο με τους εξουσιαστές, τους πλούσιους, τους πολιτικούς που το μόνο που τους νοιάζει είναι η εξουσία, η περιουσία και τα προνόμιά τους. Ολόκληρος ο πλανήτης βρίσκεται σε αναταραχή, κοινωνική και φυσική (κλιματική αλλαγή, φυσικές καταστροφές, ασυνήθιστα καιρικά φαινόμενα).

Η ιστορία βρυχάται και ξερνάει από τα σωθικά της τη φωτιά και το πνεύμα της ελευθερίας, της αυτοπραγμάτωσης, της μη αλλοτρίωσης του ανθρώπου, της ακέραιης, ουσιαστικής και όχι ακυρωμένης ύπαρξης.

Φυσικά κι εδώ παραμονεύουν «νέοι» και παλιότεροι ηγέτες και κόμματα που σφετερίζονται την έννοια του καινούριου, του ριζοσπαστικού, της ανανέωσης. Οι δε φασίστες παραμονεύουν διεθνώς, παρεμβαίνουν και προσπαθούν να εκμεταλλευτούν τέτοιες ρευστές καταστάσεις, για να καταλάβουν την εξουσία σε παγκόσμιο επίπεδο, πραγματοποιώντας έτσι το προσεχτικά οργανωμένο σχέδιό τους.

Οι άνθρωποι λοιπόν πρέπει να γυρίσουν την πλάτη στο παλιό, στα σκουπίδια του εξουσιαστικού πολιτισμού της υποκρισίας και να πιστέψουν στον εαυτό τους, στις ικανότητές τους. Να φανταστούν ότι μπορούν να αυτό-κυβερνηθούν, να αυτό-οργανωθούν και να αυτό-διευθυνθούν, να φανταστούν (και να πιστέψουν) ότι μπορούν να ζήσουν ελεύθερα χωρίς καταναγκασμούς, εξουσία, καταπίεση, ιεραρχία, διαχωρισμούς κάθε είδους[1].

Αυτή η φαντασία, εμπεριέχει κάτι το «μαγικό», που όμως οι άνθρωποι κατέχουν και ασκούν από την προϊστορία κιόλας, ως στοιχείο της καθημερινότητάς τους. Αυτό υποστηρίζει ο Έρνστ Φίσερ, αναλύοντας τη μαγεία ως συλλογική διαδικασία και ως προϊόν της κοινωνικής εργασίας.

Την ικανότητα δηλαδή του ανθρώπου να φαντάζεται μια μορφή, και έπειτα να παρεμβαίνει στη φύση, να την αλλάζει σύμφωνα με την ατομική και συλλογική βούλησή του και πνευματική του δύναμη, με βάση αυτό που έχει σχεδιάσει εκ των προτέρων.

Αυτή τη δημιουργική δύναμη πρέπει να συνειδητοποιήσουν ότι κατέχουν οι άνθρωποι, να την ξαναβρούν μέσα τους, να την ανασύρουν και να την κάνουν πράξη και επαναστατική δύναμη.

[1] Αυτήν τη νέα επαναστατική κατάσταση, τον πολιτισμό της απόλυτης, και άρα οικουμενικής, ελευθερίας, ισότητας, ενότητας, δικαιοσύνης, αλληλεγγύης, ο Χέγκελ, κατά τη γνώμη μου, την περιγράφει ως εδραίωση του λόγου, της αλήθειας, του πνεύματος και ως ταύτισή αυτών με την πραγματικότητα, σε μια άρρηκτη ενότητα.

Ώστε να προκύψει έτσι ένας πανανθρώπινος οικουμενικός πολιτισμός του πνεύματος. Υποστηρίζει λοιπόν ότι για να συστοιχηθεί η θεωρία με την πράξη, το πνεύμα με την ύλη, να εδραιωθεί με άλλα λόγια η ελευθερία που ουσιαστικά είναι ένα υποκείμενο λογικό και άπειρο, μια ενιαία ολότητα και όχι αλλοτριωμένο και πεπερασμένο-κατακερματισμένο, είναι αναγκαία η βία.

Διότι πρόκειται για μια εντελώς πρωτόγνωρη και ανοίκεια (παράδοξη) διαδικασία: είναι η πράξη που συντονίζει τη λογική και το πνεύμα με την πραγματικότητα. Όπου η λογική προσδιορίζει και καθορίζει την πραγματικότητα, δηλαδή η πραγματικότητα λογικοποιείται, και ταυτόχρονα η λογική και το πνεύμα πραγματώνεται μέσω της ύλης, της φύσης και της κοινωνικής πραγματικότητας, γράφει ο Δημήτρης Φασόλης.

Μιχάλης ‘Μίκης’ Μαυρόπουλος αέναη κίνηση

Προηγούμενο άρθρο

Ανακοίνωση θανάτου του Αλέξανδρου Μπεζά

Επόμενο άρθρο

Ο Γιάννης Κανάκης μας προετοιμάζει για ένα ιδιαίτερο αφιέρωμα-συναυλία στους Beatles (audio)