Του ιστορικού Κωνσταντίνου Χιόνη
Είναι γεγονός αναμφισβήτητο ότι η ιστορία πάντα διδάσκει. Γι’ αυτό και βασικός στόχος των συλλόγων θα πρέπει να είναι η γνώση της ιστορίας και η διάσωση της πολιτιστικής κληρονομιάς του τόπου τους. Η μελέτη της ιστορίας δίνει τη δυνατότητα στον άνθρωπο να γνωρίζει το ιστορικό παρελθόν του, να διαφυλάττει τα ήθη και τα έθιμά του, να διασώζει τις ιστορικές πηγές του.
Η έρευνα των πηγών καθιστά τον άνθρωπο γνώστη των πολιτισμών που χάθηκαν και που καθόρισαν το μέλλον της ανθρωπότητας, τον οδηγεί στη γνώση της ιστορίας του τόπου του, των προγόνων του, της φυλής του, του έθνους του.
Από το 1971, που παντρεύτηκα κι εγκαταστάθηκα στην Καβάλα, κύριο μέλημά μου υπήρξε η διάσωση αρχείων που ανήκαν σε παλιές πατριαρχικές οικογένειες της Θάσου. Ως μέλος του Δ.Σ. του Λαογραφικού Μουσείου και Έργων Βαγή συμμετείχα και στην Επιτροπή, που συστήθηκε στις 6-9-1973, για την εκτίμηση και την αγορά λαογραφικού υλικού.
Το άφθονο λαογραφικό υλικό που συγκεντρώσαμε τότε, το παρέδωσα στις 4-10-1973 και 4-11-1973 στον τότε γραμματέα του Δημοτικού Μουσείου Καβάλας Ευάγγελο Καρφαρίδη. Κατά τη δεύτερη επίσκεψή μας στη Θάσο έπεισα την Επιτροπή να αγοράζουμε και αρχεία οικογενειών για να μπορέσουμε να τα διασώσουμε.
Έτσι αγόρασα τα αρχεία των οικογενειών Μαθιαντώνη, Γιαξή, Φυλαχτάκη, Λασκαρίδη, Κλημάτου, Σαρούχου, ενώ ο γραμματέας της κοινότητας Σωτήρος μας πρόσφερε δωρεάν 15 έγγραφα, που φυλάσσονταν στην κοινότητά του.
Άλλα δύο αρχεία του Μόσχοβα και του Κωνσταντινίδη αγοράσθηκαν και παραδόθηκαν στις 29-11-1973, ενώ το 1975, ύστερα από οικονομική ενίσχυση 100.000 δρχ., που μου χορήγησε ο υπουργός Πολιτισμού και Επιστημών Κ. Τρυπάνης, προέβη στην αγορά των αρχείων του Γεωργίου Καρκαλέμη και της οικογένειας του οπλαρχηγού Χατζηγιώργη, που περιελάμβανε 322 έγγραφα, άλλα γραμμένα στα τουρκικά και άλλα στα ελληνικά, που άρχιζαν από το 1731 τα ελληνικά, και τα οποία παρέδωσα στις 19-12-1975 στο νέο γραμματέα του Δημοτικού Μουσείου Καβάλας Λάζαρο Σπυρίδη.
Τα υπόλοιπα αρχεία που εντόπισα και δεν ήθελαν να τα πωλήσουν οι ιδιοκτήτες τους, τα φωτοτύπησα και οι φωτοτυπίες αυτές βρίσκονται στο αρχείο μου. Το άγνωστο αρχειακό υλικό που συγκέντρωσα έπρεπε να έλθει στο φως.
Πρότεινα την έκδοση του περιοδικού «ΘΑΣΙΑΚΑ», όπου θα δημοσιεύονταν τα πιο ενδιαφέροντα έγγραφα απ’ αυτά που είχα συγκεντρώσει. Η πρότασή μου συζητήθηκε από το Δ.Σ. της Θασιακής Ένωσης Καβάλας, το οποίο και αποφάσισε την κυκλοφορία των «ΘΑΣΙΑΚΩΝ» με την υπ’ αριθ. 5/6-6-1980 απόφασή του.
Η απόφαση όμως εκείνη δεν ενεργοποιήθηκε. Το νέο Δ.Σ. της Θασιακής Ένωσης Καβάλας με πρόεδρο τον Παναγιώτη Προέδρου ανέλαβε το 1983 το έργο της υλοποίησης της παλιάς απόφασης και έτσι ο πρώτος τόμος των «Θασιακών» κυκλοφόρησε το 1984. Ακολούθησαν άλλοι πέντε τόμοι μέχρι το 1989, ενώ το 1992 κυκλοφορεί ο 7ος τόμος, όπου δημοσιεύονται τα Πρακτικά του Α΄ Συμποσίου Θασιακών Μελετών.
Η οργάνωση των Θασιακών Συμποσίων υπήρξε ένας βασικός σταθμός στην ιστορική πορεία της Θασιακής Ένωσης Καβάλας. Στις σελίδες των «ΘΑΣΙΑΚΩΝ» φιλοξενήθηκαν οι ανακοινώσεις που έγιναν στα εννέα Θασιακά Συμπόσια, τα οποία πραγματοποιήθηκαν ανά τετραετία μέχρι τώρα, γνωστών πανεπιστημιακών δασκάλων, ανώτατων δικαστικών λειτουργών, εκπαιδευτικών και διαφόρων άλλων φιλιστόρων και ερευνητών, που έφεραν νέα στοιχεία, τα οποία συμπληρώνουν και διαφωτίζουν την ιστορική συνέχεια του νησιού μας.
Τα «Θασιακά» σήμερα κατέχουν δεσπόζουσα θέση στον βορειοελλαδικό χώρο και είναι ισάξια των γνωστών περιοδικών, που κυκλοφόρησαν ανά το πανελλήνιο. Η πανελλήνια αυτή προβολή του οφείλεται στις εκδόσεις των Πρακτικών των Συμποσίων που άρχισαν από τον 7ο τόμο των «Θασιακών».
Για την αξιοποίηση των αρχείων που συλλέχτηκαν, και για την έκδοση αυτών που παρουσίαζαν ενδιαφέρον, η Θασιακή Ένωση Καβάλας σύστησε την Εταιρεία Θασιακών Μελετών, η οποία και ανέλαβε στη συνέχεια την ευθύνη της έκδοσης των «Θασιακών» και της οργάνωσης των Επιστημονικών Συμποσίων, στα οποία συμμετείχαν προσωπικότητες από τον επιστημονικό κόσμο.
Από τις προσωπικότητες αυτές, που προέβησαν σ’ ανακοινώσεις, ήταν και ο γνωστός Θάσιος συγγραφέας Βασίλης Βασιλικός. Συμμετείχε στο Β΄ Συμπόσιο Θασιακών Μελετών με θέμα που είχε ως τίτλο: «Η μάχη του Σαγγάριου μέσα από μια ανέκδοτη επιστολή του Ν. Βασιλικού».
Είχα εντοπίσει την επιστολή αυτή στο αρχείο του ιατρού Αυγουστή Αναστασιάδη και φωτοτυπία αυτής παραχώρησα στον παιδικό μου φίλο Βασίλη Βασιλικό, ο οποίος, αφού αναφέρει βιογραφικά στοιχεία της οικογένειάς του και ειδικά του πατέρα του, δημοσιεύει την ενδιαφέρουσα αυτή επιστολή, την οποία έγραψε ο πατέρας του στις 27-8-1921 σε μια ανάπαυλα της μάχης του Σαγγαρίου και την απηύθυνε στο θείο του Αυγουστή Αναστασιάδη.
Στην επιστολή αυτή διεκτραγωδείται η όλη κατάσταση που αντιμετώπισε ο ελληνικός στρατός στον Σαγγάριο ποταμό. Περιγράφεται η μάχη αυτή και αναφέρει ο Νίκος Βασιλικός ότι μάχεται επί 15 συνεχείς ημέρες «εναντίον εχθρού αμυνομένου με πείσμα και επιμονήν από των χαρακωμένων θέσεών του διεκδικούντος σπιθαμήν προς σπιθαμήν το έδαφός του».
Και συνεχίζοντας σημειώνει: «Αι αλλεπάλληλοι επιθέσεις αποδεκάτισαν τας καλυτέρας δυνάμεις. Εις 800 υπολογίζονται οι νεκροί και τραυματίαι του συντάγματός μου. Έκλαυσα τον θάνατον των καλυτέρων φίλων και συναδέλφων μου… Η κατά μέτωπον επίθεσις μας εστοίχισε πολλάς απωλείας χωρίς και τα ανάλογα αποτελέσματα.
Η στρατιά ολόκληρος αντίκρυσε από του Σαγγαρίου μέχρι της Αγκύρας ένα συνεχές χαράκωμα, το οποίον παρ’ όλας τας επιθέσεις αδύνατον να υπερβώμεν έστω και εις ένα σημείον… Πείνα, δίψα, αϋπνία, υπερκοπώσεις μας έχουν εξαντλήσει εις σημείον απελπιστικόν…».
Ο Βασίλης Βασιλικός υπήρξε θερμός υποστηρικτής και συμπαραστάτης της Θασιακής Ένωσης Καβάλας. Με παρέμβασή του στο Υπουργείο Πολιτισμού και Επιστημών επιχορηγήθηκε ο σύλλογός μας με το χρηματικό ποσό των τριών εκατομμυρίων δραχμών, ποσό που επέτρεψε, με άλλες επιχορηγήσεις που λάβαμε, να αγοράσουμε τα δύο γραφεία, τα οποία και ενώσαμε για τη στέγαση των γραφείων της Θασιακής Ένωσης Καβάλας.
Μια δεκαετία αργότερα ομόφωνα εκλέχτηκε ο Βασίλης Βασιλικός πρόεδρος της νεοσύστατης Εταιρείας Θασιακών Μελετών. Συμμετείχε στο ΣΤ΄ Συμπόσιο, που πραγματοποίησε η Εταιρεία Θασιακών Μελετών στη Θάσο από 17 έως 19 Σεπτεμβρίου 2011.
Ο ίδιος βέβαια δεν μπόρεσε να παρευρεθεί στο τριήμερο των εργασιών του Συμποσίου, γιατί έπρεπε τις ημέρες της διεξαγωγής του να βρίσκεται στο Στρασβούργο, όπου θα τον τιμούσαν. Διάβασα όμως την ανακοίνωσή του, που δημοσιεύτηκε στον 16ο τόμο των Θασιακών, που έχει ως τίτλο: «Ο Θάσιος πρακτικός ιατρός Νικόλαος Βασιλείου ή Βασιλικού (1841-1911)».
Αναφέρθηκε στον προπάππο του Νικόλαο και παραθέτει βιογραφικά στοιχεία αυτού, τα οποία του έθεσα υπόψη του. Ο Βασίλης Βασιλικός αγάπησε τη Θάσο, όπου έζησε τα παιδικά του χρόνια στο μεγάλο κτήμα που δημιούργησε ο πατέρας του στον Ποτό, δέθηκε με το νησί, το οποίο ύμνησε και τραγούδησε στα περισσότερα έργα του.
Ο ίδιος εκφράζει αυτά που νιώθει και για τη Θάσο στο έργο του «Ημερολόγιο Θάσου», που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Gutenberg το 2015. Εκδηλώνει τη χαρά και την ευτυχία του, όταν βρίσκεται στο νησί του αναφέροντας: «Νιώθω μια παράξενη ηρεμία κι ευδαιμονία, καθώς πρωτοκατοικώ το πατρικό μου σπίτι στη Θάσο. Τα πνεύματα των προγόνων σαν να με ευχαριστούν που το αποκατέστησα στις παλιές του δόξες…
Είμαι ευτυχής που επέστρεψα απ’ εκεί που ξεκίνησε ο πατέρας μου. Αυτό αποτελεί και την κρυφή πηγή της τωρινής μου ευδαιμονίας… Κατά τ’ άλλα διαβιώ εν Θάσω, πένης μεν, πλην ευτυχισμένος, με τον αέρα, με το βουνό, με τη θάλασσα, με τους εδώ φίλους… ένας Οδυσσέας κι εγώ, που επιστρέφει στη δική του Ιθάκη».