Dark Mode Light Mode

Η γειτονιά μου, ο παράδεισος μου, την Καθαρή Δευτέρα

Είχα την τύχη τα πρώτα χρόνια της ζωής μου να τα ζήσω σε μια γειτονιά που ήταν μια μικρή κοινωνία της Ελληνικής πραγματικότητας.

Ήταν προσφυγική η γειτονιά μου και το ευτύχημα ήταν ότι αποτελούνταν από όλα τα φύλα και τις φυλές των προσφύγων που ήρθαν στην Ελλάδα σ’ εκείνον τον φοβερό διωγμό του 1922. Ήταν Πόντιοι, Μικρασιάτες, Καραμαλήδες, Θρακιώτες.

Κάθε ομάδα προσπαθούσε να εμβολιάσει στους άλλους τα δικά της ήθη και έθιμα. Ο εμβολιασμός αυτό πετύχαινε καταπληκτικά γιατί το υποκείμενο δέχονταν αμέσως το μόσχευμα που του δίνονταν επειδή ήταν κοινό το γένος που έδενε όλους εκείνους τους ανθρώπους μεταξύ τους.

Τέτοιες μέρες και ιδιαίτερα την Καθαρή Δευτέρα επικρατούσαν τα έθιμα των Κωσταντινοπολιτών, των Ανατολικοθρακιωτών και ιδιαίτερα των Μοσχονησιωτών και των προσφύγων από το Αϊβαλή. Αυτοί είχαν στις θάλασσες τους σε αφθονία τα όστρακα και τα μαλάκια τα οποία είναι και τα εδέσματα της ημέρας αυτής μαζί με τα άλλα νηστίσιμα.

Οι Πόντιοι και οι Πρόσφυγες από το εσωτερικό της Μικράς Ασίας δεν τα γνώριζαν, για αυτούς ήταν όλα αυτά Tabula Rasa. Τύχη Αγαθή έφερε η συνοικία μας να βρέχεται από θάλασσα και όλα αυτά τα δώρα να τα βρίσκουμε με άνεση στις ακρογιαλιές της.

Έτσι η δική μας δουλειά, των πιτσιρικάδων ήταν να κατεβαίνουμε στη θάλασσα και να εκτελούμε παραγγελίες. Η κυρία Σοφία η Κωνσταντινοπολίτισσα είχε αδυναμία στο μυδοπίλαφο. Η Ζαχαρώ από το Αϊβαλή πάλι προτιμούσε αχιβάδες και στρείδια που βρίσκαμε, στα δυτικά από την Πλάκα βράχια.

Η κυρά Σταυρούλα του Μπάρμπα Χαράλαμπου τρελαίνονταν με όλα τα παραπάνω και ιδιαίτερα για φούσκες πού τις λάτρευε. Τα χταπόδια, τις πορφύρες μαζί με τις κολωχτύπες τις βρίσκαμε στις διαδρομές μας από την Πλάκα μέχρι τα σφαγεία όπου ήταν και το τέρμα μας.

Εκεί με τα υλικά από τα σφαγεία που έπεφταν στη θάλασσα έβρισκαν τη χαρά τους τα χταπόδια η οποία ταυτίζονταν με τη δική μας χαρά και αγαλλίαση γιατί εκεί τελείωνε και το δικό μας μαρτύριο με την παγωμένη θάλασσα.

Όλα αυτά τα ωραία φρούτα της θάλασσας τα αλιεύαμε ξεβράκωτοι και πολλές φορές ολόγυμνοι γιατί για να βρει κανείς τις φούσκες θα έπρεπε να βουτήξει τουλάχιστον δύο μέτρα κάτω από το νερό.

Αυτό το έκανε μόνο ένας και αυτός ήταν ο Λάζαρος που είχε την δυνατότητα πρώτα να αντέχει περισσότερο το κρύο και μετά να μπορεί να τις εντοπίζει εύκολα στα παγωμένα νερά εκεί κάτω. Η αμοιβή μας ήταν για την δουλειά που είχαμε κάνει να συμμετέχουμε στο κοινό τραπέζι που στήνονταν στην μέση της γειτονιάς και μάλιστα η ευχή που δίνονταν με πρώτο ποτήρι που σηκώνονταν ήταν ένα ευχαριστώ για εμάς και στην υγειά μας για να είμαστε γεροί και του χρόνου.

Το γλέντι της Καθαρής Δευτέρας στην γειτονιά μου είχε απ’ όλα. Είχε τη μουσική του Μπάρμπα Αλέκου του Μαέστρου από την Κων/πολη με την Λατέρνα του, για να θυμηθούν οι παλιοί τις δόξες και τις χαρές που άφησαν στις αξέχαστες Πατρίδες.

Το ακορντεόν του Γιώργου του Τάτσου με τους καινούργιους Ευρωπαϊκούς χορούς για τη Νεολαία που έπαιρνε πια τη σκυτάλη για να χτίσει τις Νέες Ζωές και την καινούργια Πατρίδα. Αυτήν την χαρά μου επιφύλαξε η τύχη να έχω στην ζωή μου και όλα αυτά τα αναπολώ με νοσταλγία και αγάπη.

Παναγιώτης Φώτου

Προηγούμενο άρθρο

Διακοπή ρεύματος σε τμήμα της Ομόνοιας και της Εθνάρχου Μακαρίου

Επόμενο άρθρο

Νεκρή θαλάσσια χελώνα στο Περιγιάλι