Είχα την τύχη να ζήσω τη γιορτή αυτή, της Ημέρας των Ευχαριστιών στις ΗΠΑ, και να γνωρίσω από κοντά τα έθιμα και τις δοξασίες που τα ακολουθούν. Για την ιστορία, τη γιορτή αυτήν, την επέβαλε ο πρόεδρος Αβραάμ Λίνκολν, τη στιγμή που ο αδελφοκτόνος Εμφύλιος Πόλεμος στις ΗΠΑ ήταν στο φόρτε του.
Εποχή που το τοπίο ήταν απογοητευτικό, με τα ερείπια των συγκρούσεων διάσπαρτα σ’ όλη την χώρα, οι νεκροί και οι τραυματίες πολλοί και στα δύο στρατόπεδα και η ενότητα του έθνους να κινδυνεύει.
Τότε ο πρόεδρος Αβραάμ Λίνκολν εξέδωσε τη σχετική διακήρυξη στις 3 Οκτωβρίου 1863, που καθιέρωνε η γιορτή αυτή να γιορτάζεται την τελευταία Πέμπτη του μήνα Νοεμβρίου κάθε χρόνο και πρωτογιορτάστηκε στις 26 Νοεμβρίου του 1863.
Η γιορτή τότε σχεδιάστηκε για να υπάρξει μια ανάπαυλα στις πολεμικές συγκρούσεις. Οι ιστορικές πληροφορίες αναφέρουν ότι γιορτάστηκε σ’ όλη τη χώρα και από τις δύο αντιμαχόμενες πλευρές και διαπίστωσαν οι αντιμαχόμενοι, παρά τα τεράστια δεινά που δημιούργησε ο πόλεμος, ότι υπήρχαν πολλά κοινά που τους ένωναν.
Θα έπρεπε να ευχαριστήσουν τον Θεό που τους τα προσέφερε με τη Νέα Συγκομιδή της χρονιάς όλα αυτά τα αγαθά που απολάμβαναν. Έτσι η ημέρα αυτή έγινε πιο πολύ μια ημέρα ενότητας, ελπίδας για το καλύτερο και μια αφετηρία για την επούλωση των πληγών του αδελφοκτόνου πολέμου και τον τερματισμό του.
Υπάρχει όμως και η άποψη που εκφράζουν οι Ινδιάνοι για την ημέρα αυτή και περιγράφεται αναλυτικά στο Εθνικό Μουσείο Ινδιάνων της Νέας Υόρκης. Εκεί αναφέρεται ότι η γιορτή αυτή έχει τις ρίζες της πολύ πιο παλιά, στο μακρινό 1621.
Οι πρώτοι άποικοι που αποβιβάστηκαν τότε στο Πλύμουθ δεν είχαν μαζί τους αρκετές προμήθειες για να ξεπεράσουν τις δυσκολίες του επερχόμενου χειμώνα και η μισή αποικία είχε εξολοθρευθεί από το λιμό.
Σε βοήθεια τους προσέτρεξαν οι Ινδιάνοι της περιοχής και τους έσωσαν. Έζησαν μαζί κατόπιν ειρηνικά -Ινδιάνοι και Άποικοι- και διδάχθηκαν οι άποικοι από τους γηγενείς, την καλλιέργεια του καλαμποκιού, καθώς και το κυνήγι και το ψάρεμα.
Σήμερα η γιορτή αυτή είναι μια από τις σπουδαιότερες γιορτές της χώρας, καθαρά οικογενειακή. Είχα την τύχη να παραβρεθώ σε μια τέτοια συνάντηση και κατάλαβα από πρώτο χέρι ποιο είναι το κύτταρο που συγκροτεί το Αμερικάνικό Έθνος.
Στην οικογένεια που παραβρέθηκα οι πρώτοι που μετανάστευσαν ήταν μια οικογένεια από την Καλαβρία της Ιταλίας και έκαναν το μεγάλο ταξίδι πριν από διακόσια χρόνια περίπου.
Εκεί στο νέο κόσμο ζήτησαν την καλύτερη ζωή, φτωχοί και κατατρεγμένοι άνθρωποι στον τόπο τους. Τα κατάφεραν επέζησαν και την ημέρα εκείνη της μεγάλης γιορτής μαζευτήκαμε στο σπίτι του γηραιότερου απογόνου των πρώτων, σαράντα πέντε άτομα.
Οι οικογένειες όλων που παρευρίσκονταν εκεί είχαν κάποιο μέλος τους που η καταγωγή του είχε σχέση αίματος από εκείνη την φτωχή οικογένεια που ξεκίνησε από την Ιταλία.
Στα ευρύχωρα διαμερίσματα του φιλόξενου σπιτιού συναντήθηκαν άνθρωποι που κατάγονταν από διάφορα έθνη και διάφορα χρώματα που είχαν όμως την πεποίθηση ότι αποτελούν μέλη της ίδιας οικογένειας και το δείχνουν και στην πράξη.
Χαίρονται το ίδιο με τις επιτυχίες ενός μέλους της μεγάλης οικογένειας και λυπούνται με τις αναποδιές του. Βοηθούν εκεί που χρειάζεται και συμμετέχουν αγόγγυστα στις κακουχίες του άλλου.
Άκουσα εκεί τον Εβραίο να συμβουλεύει τον Έλληνα, πώς θα πρέπει να αντιμετωπίσει τα προβλήματα συμπεριφοράς κατά τη διοίκηση του και τον Λιθουανό να ακούει με προσοχή τον μαύρο για τα λάθη του στο παιχνίδι του Μπέιζμπολ που είναι αθλητής.
Όλα αυτά με αδελφική σύμπνοια και αγάπη. Πριν από το παραδοσιακό γεύμα με τη γαλοπούλα, στάθηκαν όλοι όρθιοι γύρω από το μεγάλο τραπέζι, έβαλαν το δεξί χέρι στο μέρος της καρδιάς και τραγούδησαν φανερά συγκινημένοι «ο Θεός να ευλογεί την Αμερική».
Τότε κατάλαβα ξάστερα τι είναι η Αμερική και ποιο πραγματικά είναι το κύτταρο του Έθνους τους. Είναι η πολυεθνική, η πολύχρωμη οικογένεια που την έδεσαν οι κοινές προσπάθειες για το καλύτερο που προσφέρει η πλούσια αυτή χώρα.
Παναγιώτης Φώτου