Μερικοί άνθρωποι σημαδεύουν τη ζωή μας, απλώς και μόνο γιατί διασταυρώθηκαν οι δρόμοι μας. Αναπάντεχο και οδυνηρό το άκουσμα της απώλειας της Γεωργίας Γιαννακοπούλου.
Της ευγενικής, πάντα πρόσχαρης και πρόθυμης, της Γιούλας της Προσφοράς. Της κοπέλας που αναγκάσθηκε να διακόψει τις σπουδές της στη Νομική για να δουλέψει – και το ‘χε καημό, γι’ αυτό και σκόπευε να χρηματοδοτήσει ένα ταμείο αρωγής προς οικονομικά αδύναμους νέους Καβαλιώτες, για να μη βρεθούν σε παρόμοια θέση.
Της ευαίσθητης αστής αργότερα, με το αθόρυβο κοινωνικό της έργο, με τη ακούραστη συμμετοχή σε κοινωνικούς φορείς, πολιτιστικά και φιλανθρωπικά ιδρύματα, πάντα υπό τους όρους της αξιοπρέπειας και της διαφάνειας. Όταν έλειπαν, έφευγε κι αυτή.
Της συντηρητικής κυρίας που κόσμησε το ψηφοδέλτιο της ΔΑΣ τρεις φορές, γιατί πίστευε στους ανθρώπους, εμπνέοντας έτσι κι άλλους συμπολίτες, πολλούς τότε, που κι αυτοί δεν ήταν του χώρου μας, ονειρεύονταν όμως μια Καβάλα της προόδου και της ανθρωπιάς.
Κι ας μην την ψήφιζε για το λόγο αυτόν ο κύκλος της. Της αγνής συναγωνίστριάς μας σ’ όλους τους κοινωνικούς αγώνες, που μας εκπροσώπησε επάξια την τετραετία 2007-2010 στο Κέντρο Πρόνοιας του Δήμου.
Της καλλιεργημένης κυρίας που ήταν πάντα παρούσα στα καλέσματα της Στέγης του ΣΦΓΤ, ιδιαίτερα στις δύσκολες στιγμές της, όπως και τώρα, ήταν παρούσα. Που θέλησε να προσφέρει τα έργα τέχνης του σπιτιού της στην Πινακοθήκη του Δήμου, αλλά δεν πρόλαβε. Μια πεινασμένη ψυχή που για μοναδική τροφή είχε τον εαυτό της και αποθαρρυνόταν με το παραμικρό.
Το 2007 η ΔΑΣ εξέδοσε μια εφημεριδούλα, ένα βήμα προσανατολισμένο στην κοινωνία και τις ανάγκες της, ανοιχτό σε όλες τις φωνές, διαμαρτυρίας, διεκδίκησης, συσπείρωσης και κριτικής. Μαζί με τους πολύτιμους συνεργάτες αυτής της έκδοσης, τον Τάκη, την Ντίνα και την Γιούλα, την Ανθή, τη Φιλιώ, το Θόδωρο, την Τζιοβάνα και την Ελσα, τον Φάνη, την Εύη και το Νίκο, που πλούτισαν με τον τρόπο τους την εκδοτική αυτή προσπάθεια και την κατέστησαν χρήσιμο εργαλείο διεκδίκησης της πόλης μας, απευθυνθήκαμε σ’ όλους τους ενεργούς δημότες της πόλης, στους δημοσιογράφους και τους πολίτες και τους καλέσαμε να στηρίξουν τον «Δημόφιλο».
Αφιέρωμα σαν ένα κερί στη μνήμη της το παρακάτω κείμενο, γραμμένο από την ίδια στις 14 Νοεμβρίου του μακρινού 2007, για τον «Δημόφιλο»:
«ΑΝ ΥΠΑΡΧΕΙ ΜΟΙΡΑ, Η ΕΙΜΑΡΜΕΝΗ ΤΩΝ ΠΡΟΓΟΝΩΝ ΜΑΣ, ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΙ ΕΙΔΙΚΑ ΟΙ ΚΑΒΑΛΙΩΤΕΣ ΕΙΜΑΣΤΕ ΤΥΧΕΡΟΙ.
Η όμορφη πόλη μας. Βγάζει υπουργούς, αλλάζει τοπικούς άρχοντες, αλλά πάντα στην ίδια μακαριότητα.
Φύλλο δεν κουνιέται. Οι ίδιες φάτσες, τα πρωινά στα πολυάριθμα “Καφέ”, συνταξιούχοι και νεολαίοι, μπρός στά νες, εσπρέσο, καπουτσίνο και λοιπά, επιβεβαιώνουν τό παληό τραγουδάκι του Χατζή, και μείς οι τρεις στόν καφενέ, τσιγάρο, πρέφα και καφέ, βρέ δε βαριέσαι αδελφέ”.
Αυτοί όλοι ανήκουν στους προνομιούχους Νεοέλληνες. Οι πρώτοι γιατί το Κράτος τους έστειλε νωρίς στα σπίτια τους για να βολέψει στη θέση τους «δικά του παιδιά», ο δε νεότερος πληθυσμός, προτιμά τά λίγα καί από οποιαδήποτε πηγή, αντί νά κουράζεται σε καθημερινή απασχόληση.
Αθάνατη Ελλάδα. Βέβαια, δυό στενά παρακάτω, η οδός Βενιζέλου πνίγεται από την κυκλοφοριακή συμφόρηση, οι ηλικιωμένοι φοβούνται να κυκλοφορήσουν μην τους πατήσει αυτοκίνητο και η Πόλη ανασαίνει βαριά καί μέ δυσκολία από τη μόλυνση. Τά μεγάλα λεωφορεία για τους στενούς δρόμους, χωρίς ράμπες γιά τους ανάπηρους και τα καροτσάκια, παλεύουν νά προχωρήσουν ανάμεσα στα σταθμευμένα αυτοκίνητα. Καί πιό κάτω, δίπλα στο γκρεμισμένο τόσο ασυλλόγιστα σύμβολο της πόλης, τους Μύλους, αποπερατούται οσονούπω το «Δικαστικό ΜΈΓΑΡΟ». Ο Ναός τής Δικαιοσύνης δίπλα σ’ έναν δρόμο πυκνής κυκλοφορίας, χωρίς προαύλιο χώρο, χωρίς χώρο στάθμευσης, όπου συναισθηματικά φορτισμένοι άνθρωποι θα διακινούνται καθημερινά μέσα σ’ αυτό το αλαλούμ, καθώς επίσης και πεζοί και περιπατητές και παιδιά κλπ.
Πώς θα προστατευθούμε; Τα τελευταία χρόνια η χώρα πληρώνει βαρύ φόρο αίματος από την ανευθυνότητα και προχειρότητα των κρατικών αποφάσεων. Οι αποζημιώσεις κλείνουν κάποια στόματα, δεν θεραπεύουν όμως τις ανθρώπινες πληγές.
Οι πολίτες καλούμαστε να διεκδικήσουμε μόνοι μας την ασφάλεια της ζωής μας, την ποιότητα της ζωής μας, το αύριο των παιδιών μας. Ας μην αφήσουμε άλλους να αποφασίζουν για μας χωρίς εμάς. Αυτό είναι ένα νόημα και μια ουσία ζωής, που δικαιώνει την παρουσία μας σ’ αυτόν τον όμορφο κόσμο που μας χαρίστηκε και που κάποιοι εν ονόματι των συμφερόντων τους έχουν βαλθεί να καταστρέψουν».
(για την αντιγραφή)
Βασίλης Λιόγκας, 5.6.2024