Η μη αναστρέψιμη κρίση των Ηνωμένων Πολιτειών
Η θέση του Todd είναι ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες υποφέρουν από «την εξαφάνιση μιας εθνικής κουλτούρας που μοιράζονται οι μάζες και οι άρχουσες τάξεις» (σελ. 45). Η συνέπεια της κατάρρευσης της κουλτούρας WASP – Λευκός Αγγλοσάξονας Προτεστάντης, ήτοι White Anglo-Saxon Protestant 6 – ξεκινώντας από τη δεκαετία του 1960, με μια επιτάχυνση μετά το 1980, που οδήγησε στον «θρίαμβο της αδικίας» 7 (με την προοδευτική διάλυση του New Deal του Ρούσβελτ) και «δημιούργησε μια αυτοκρατορία χωρίς ένα κέντρο και ένα σχέδιο, έναν ουσιαστικά στρατιωτικό οργανισμό με επικεφαλής μια ομάδα στερούμενη κουλτούρας (με την ανθρωπολογική έννοια), της οποίας οι μόνες θεμελιώδεις αξίες είναι η εξουσία, η βία και ένας απόλυτος ατομικισμός ικανός να εφαρμόσει μόνο άμεσα προσωπικά οικονομικά και εξουσίας συμφέροντα 8. Αυτή η ομάδα ορίζεται γενικά μέσα από την έκφραση «νεοσυντηρητικοί», ‘neocons’ [την οποία ο Τοντ θεωρεί «τους θριαμβευτικούς κληρονόμους του μακαρθισμού» (σελ. 74)]. Πρόκειται για μια μάλλον μικρή ομάδα, αλλά η οποία κινείται μέσα σε μια εξατομικευμένη και ανομική ανώτερη τάξη, και που κατέχει μια αξιοσημείωτη ικανότητα να προκαλεί γεωπολιτικές και ιστορικές ζημιές». Η ελίτ WASP έχει αντικατασταθεί από συμμορίες μυημένων, insiders, έμπιστων της Ουάσιγκτον, των οποίων ο μόνος δεσμός είναι η εξάρτησή τους από τον στρατιωτικό πρωταγωνισμό και τα κέρδη που προέρχονται από τα έσοδα της αυτοκρατορίας.
Σύμφωνα με τον Τοντ, η κρίση στις Ηνωμένες Πολιτείες καθορίζεται από την «πλήρη εξαφάνιση του χριστιανικού υποστρώματος» που έχει προκαλέσει «την κονιορτοποίηση των αμερικανικών κυρίαρχων τάξεων» (σελ. 47). Γεγονός είναι ότι ο προτεσταντισμός, η θρησκευτική πεποίθηση που σύμφωνα με τον Τοντ, ακολουθώντας τον Μαξ Βέμπερ, είχε υποστηρίξει την οικονομική δύναμη της Δύσης και, κυρίως, των Ηνωμένων Πολιτειών, «είναι πλέον νεκρός» (σελ. 47). Για τον Τοντ, αυτό είναι «το αποφασιστικό επεξηγηματικό κλειδί για τις αναταράξεις που ταρακουνούν τον κόσμο σήμερα”.
Η τελική αποσύνθεση της χριστιανικής μήτρας (στην προτεσταντική εκδοχή) στις Ηνωμένες Πολιτείες οδήγησε σε έναν «μηδενισμό», που καρυκεύεται από την εμμονή για το χρήμα και μια τάση αυτοκαταστροφής (παραδειγματικά από τις σφαγές μαζικών πυροβολισμών-stragi dei mass-shooting και την «επιδημία οπιοειδών»), στον μιλιταρισμό, στην επιστροφή του ρατσισμού και του διαχωρισμού, στο υψηλότερο ποσοστό φυλάκισης στον κόσμο, και σε μια ενδημική αρνητικότητα. Για τον Τοντ, ένα κεντρικό σύμπτωμα του μηδενισμού είναι η τρανσέξουαλ ιδεολογία, l’ideologia transgender που οδηγεί τις ανώτερες-μεσαίες τάξεις να θέλουν να πιστεύουν ότι ένας άντρας μπορεί να καταστεί γυναίκα και μια γυναίκα άντρας. Για τον Todd, αυτή είναι μια εσφαλμένη δήλωση-επιβεβαίωση, επειδή η βιολογία του γενετικού κώδικα μας λέει ότι αυτό είναι αδύνατο.
Αυτό που ο Τοντ ονομάζει «κράτος μηδέν της θρησκείας», δηλαδή τη φάση της διάλυσης της χριστιανικής ηθικής 9, όντως, παράγει «μηδενισμό», «μια θεοποίηση του κενού» (σελ. 49) 10. Με μηδενισμό ο Τοντ εννοεί μια πολιτισμική στάση με δύο θεμελιώδεις διαστάσεις: μια ορμή για καταστροφή πραγμάτων και ανθρώπων. και μια διάσταση εννοιολογικής φύσης που τείνει ακαταμάχητα να καταστρέφει την ίδια την έννοια της αλήθειας, να απαγορεύει κάθε λογική περιγραφή του κόσμου (ένας κυνισμός και «μια ανηθικότητα που απορρέει από την απουσία αξιών»). Είναι «η άρνηση της πραγματικότητας» (σελ. 252).
Για τον Todd, οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν μπορούν πλέον να θεωρούνται ούτε μια φιλελεύθερη δημοκρατία, αλλά είναι μια «ολιγαρχική δημοκρατία» ή μια «φιλελεύθερη ολιγαρχία» («αφού στη Δύση η προστασία των μειονοτήτων έχει καταστεί μια εμμονή», ξεκινώντας από αυτή των πλουσίων – σελίδα 158), με τους ολιγάρχες (τους μεγάλους καπιταλιστές/χρηματοδότες, όπως ο Ντόναλντ Τραμπ και ο Έλον Μασκ) που μπορούν να επεμβαίνουν έντονα στο πολιτικό σύστημα 11 (σελ. 77), ούτε μπορούν να θεωρούνται ένα έθνος-Κράτος, όπως «ήταν στη θετική αυτοκρατορική τους φάση, από το 1945 έως το 1990, έναντι της ΕΣΣΔ» (σ. 48), γιατί, αν και εξακολουθούν να κατέχουν ένα γιγάντιο κρατικό και στρατιωτικό μηχανισμό και έχουν το ολιγοπώλιο GAFAM του ψηφιακού καπιταλισμού (Google, Apple, Facebook, Amazon, Microsoft) και το φυσικό αέριο από το fracking, το βιοτικό επίπεδο των αμερικανών ηπα εξαρτάται από ένα νούμερο εισαγωγών που οι εξαγωγές δεν είναι πλέον σε θέση να καλύψουν, δεν έχουν πλέον μια εθνική άρχουσα τάξη με την κλασική έννοια ή ακόμη και μια καλά καθορισμένη κεντρική κουλτούρα. Από την άποψη της κοινωνικής σύνθεσης, η αμερικανική εργατική τάξη κατέρρευσε μπροστά στην εισροή κινεζικών εμπορευμάτων και «αναδείχθηκε μια κοινωνία πολωμένη ανάμεσα σε μια οικονομικά άχρηστη πλέμπα και μια ληστρική πλουτοκρατία, αρπακτική» (σελ. 47). Δεν είναι ένα αυτοκρατορικό Κράτος, ούτε καν ένα χαμηλό-αυτοκρατορικό Κράτος, αλλά ένα μετα-αυτοκρατορικό Κράτος, εκπόρευση μιας αυτοκρατορίας σε αποσύνθεση, η οποία έχει καταστεί αδιαπέραστη στην έννοια της εθνικής κυριαρχίας. «Αν και διατηρεί τον στρατιωτικό μηχανισμό μιας αυτοκρατορίας, η Αμερική δεν έχει πλέον μια κουλτούρα που φέρνει διάκριση-κριτήριο-σύνεση στον πυρήνα της, γι’ αυτό στην πράξη εμπλέκεται σε απερίσκεπτες και αντιφατικές ενέργειες, όπως μια έντονη διπλωματική και στρατιωτική επέκταση σε μια περίοδο μαζικής συρρίκνωσης της βιομηχανικής της βάσης. Και αυτό έχοντας κατά νου ότι ένας «σύγχρονος πόλεμος χωρίς βιομηχανία» είναι ένα οξύμωρο» (σελ. 47).
Για τον Todd, μια από τις μεγαλύτερες εκπλήξεις που προέκυψαν από τον πόλεμο στην Ουκρανία είναι ότι η αμερικανική βιομηχανία –το μυθικό στρατιωτικό-βιομηχανικό σύμπλεγμα, που τροφοδοτείται τόσο πολύ με τα χρήματα της ομοσπονδιακής κυβέρνησης– είναι ανεπαρκής, ανίκανη να συμβαδίσει με τη ρωσική πολεμική παραγωγή: « η παγκόσμια υπερδύναμη δεν είναι πλέον σε θέση να εξασφαλίσει την προμήθεια χειροβομβίδων –ή οτιδήποτε άλλο– στον ουκρανό προστατευόμενο της» (σελ. 35). Οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν έχουν πλέον τα βιομηχανικά μέσα για να τηρήσουν τις υποσχέσεις που δόθηκαν στην εξωτερική πολιτική. Ο Μπάιντεν ανέφερε στα απομνημονεύματά του το 2017 ότι ο πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα τον προειδοποίησε να μην «δώσει πάρα πολλές υποσχέσεις στην ουκρανική κυβέρνηση». Τώρα καταλαβαίνουμε γιατί.
Σύμφωνα με τον Todd, «η υπόθεση της στρατιωτικής-βιομηχανικής ανάκαμψης των Ηνωμένων Πολιτειών πρέπει να αποκλειστεί λόγω της σπανιότητας των μηχανικών που έχουν στη διάθεσή τους [για την οποία εισάγουν εκατομμύρια εργάτες STEM από τον υπόλοιπο κόσμο] και της αξεπέραστης προτίμησής τους για την παραγωγή χρήματος και όχι μηχανημάτων 12. …Γενικότερα, ωστόσο, η ηθική και κοινωνική κατάρρευση που προκύπτει από τη μηδενική κατάσταση του προτεσταντισμού –η βασική θεωρία αυτού του δοκιμίου– μας διαβεβαιώνει ότι η αμερικανική παρακμή είναι πλέον μη αναστρέψιμη. Αυτό το βιβλίο γράφτηκε από κάποιον που διαβάζει τον Max Weber, όχι Clausewitz ή Sun Tzu» (σελ. 12.
Για τον Τοντ, είναι ο θρησκευτικός αφανισμός (ο θάνατος του προτεσταντισμού) που οδήγησε στην εξαφάνιση της κοινωνικής ηθικής και του συλλογικού αισθήματος. Δείκτες αυτής της διαδικασίας είναι, εκτός από τον χαμηλό αριθμό νέων που σπουδάζουν για να γίνουν μηχανικοί, «η αύξηση της αμερικανικής θνησιμότητας, ιδιαίτερα στις εσωτερικές Πολιτείες ρεπουμπλικανικές και τραμπικές, την ίδια στιγμή που εκατοντάδες δισεκατομμύρια δολάρια ρέουν στο Κίεβο» ( σελίδα 48). Μια υψηλή βρεφική θνησιμότητα (5,4 ανά 1000 γεννήσεις) και μια μείωση του προσδόκιμου ζωής, φαινόμενα που τεκμηριώνονται από την Anne Case και τον Angus Deaton στο βιβλίο-έρευνα «Deaths of despair and the future of capitalism» («Θάνατοι απόγνωσης και το μέλλον του καπιταλισμού») του 2020. Η αύξηση της θνησιμότητας, ιδιαίτερα μεταξύ των λευκών ηλικίας 45-54 ετών – από αλκοολισμό, αυτοκτονία, χρήση πυροβόλων όπλων, παχυσαρκία και εθισμό σε οπιοειδή (όπως π.χ. φαιντανύλη) – κατέγραψε συνολική μείωση του προσδόκιμου ζωής (μοναδική μεταξύ των προηγμένων χωρών): από 78,8 χρόνια το 2014 σε 76,3 χρόνια το 2021. Όλα αυτά με την παρουσία των υψηλότερων δαπανών για την υγεία στον κόσμο (ίσο με 18,8% του ΑΕΠ).
Οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν παρασυρθεί σε αιματηρές συγκρούσεις που υπονομεύουν την κατάστασή τους ως ηγετική δύναμη στον κόσμο από δύο ριζοσπαστικοποιημένους συμμάχους – την Ουκρανία και το Ισραήλ – που αυτές οι ίδιες βοήθησαν να σχηματιστούν (σελ. 17). Ο Τοντ θεωρεί ότι οι ΗΠΑ οδηγήθηκαν σε μια στρατηγική παγίδα από το εθνικιστικό καθεστώς του Κιέβου. Εάν η «αυτοκτονική» αποφασιστικότητα των ουκρανών εθνικιστών να πάρουν πίσω την Κριμαία και να υποτάξουν το Ντονμπάς οδήγησε σε πόλεμο (προσπαθούν να «διατηρήσουν την κυριαρχία τους στους πληθυσμούς ενός άλλου έθνους, ενός έθνους πολύ πιο ισχυρού από αυτούς»), ο «μηδενισμός» τους τον έχει διαιωνίσει και μόνο η δυτική βοήθεια τους επέτρεψε μέχρι στιγμής να συνεχίσουν να μάχονται. Για πάνω από μια δεκαετία, η Αμερική είχε προσδιορίσει την Κίνα ως τον κύριο εχθρό της και στην Ουάσιγκτον η εχθρότητα προς το Πεκίνο ήταν και είναι εγκάρσια και, πιθανώς αποτελεί το μόνο σημείο στο οποίο δημοκρατικοί και ρεπουμπλικάνοι είναι σε θέση να βρουν μια συμφωνία. Τώρα αντιθέτως, μέσω των ουκρανών εθνικιστών, γινόμαστε μάρτυρες μιας αντιπαράθεσης μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και Ρωσίας.
Ο πόλεμος στη Γάζα, που ξεκίνησε πριν ο Τοντ γράψει τον υστερόλογο και τον πρόλογο της ιταλικής έκδοσης του βιβλίου του, επιβεβαιώνει ορισμένες από τις κεντρικές του θέσεις. Η άνευ όρων υποστήριξη της ανώτερης αμερικανικής πολιτικής ελίτ στην εισβολή του Ισραήλ υποδηλώνει πράγματι ότι βρίσκονται στη λαβή μιας ψυχικής κρίσης που βρίσκει έκφραση σε έναν «μηδενισμό» που «χρειάζεται βία». Η «παιδική απλότητα» με την οποία ο Πρόεδρος Μπάιντεν συνέκρινε το Ισραήλ με την Ουκρανία ως πολιορκημένα προπύργια ελευθερίας δείχνει πόσο γρήγορα οι δυτικές αξίες μπορούν να απαξιωθούν από τους μπερδεμένους υπερασπιστές τους. Η «παράλογη» δέσμευση του αμερικανικού στρατιωτικού υλικού στην καταστροφή των πόλεων της Γάζας (και τώρα επίσης του νότιου Λιβάνου), η οποία έχει συναντήσει την παρατεταμένη, αν και δυσάρεστη, συναίνεση των ευρωπαίων συμμάχων της και των κυρίαρχων μέσων ενημέρωσης, υποδηλώνει ότι δεν πηγαίνουν όλα καλά στη Δύση και, κυρίως, στις Ηνωμένες Πολιτείες.
συνεχίζεται
Μιχάλης ‘Μίκε’ Μαυρόπουλος La Bottega del Barbieri