Dark Mode Light Mode

Η Καβάλα ήταν το πρόσχημα

Γράφει στο Athens Voice ο Κωνσταντίνος Ματσούκας


Τα ταξίδια οξυγονώνουν την ύπαρξη. Για να νιώσεις πιο βαθιά ή, ίσως, κάτι καινούργιο, χρειάζεται κάθε τόσο ν’ αφήνεις το κάστρο σου για κάπου όπου δεν έχεις ξαναβρεθεί: Ένα σύντομο ταξίδι από την Αθήνα στην Καβάλα και πάλι πίσω.

Όσο παγιώνεται η καθημερινότητα, πλέκει γύρω από τον άνθρωπο έναν εφησυχαστικό ιστό που εμποδίζει την πρωτογενή επαφή με τα πράγματα. Είναι λίγο πολύ αξιωματικό. Στ’ αγγλικά το λένε: «A rolling stone gathers no moss». Που σημαίνει ότι τα ταξίδια οξυγονώνουν την ύπαρξη. Για να νιώσεις πιο βαθιά ή, ίσως, κάτι καινούργιο, χρειάζεται κάθε τόσο ν’ αφήνεις το κάστρο σου για κάπου όπου δεν έχεις ξαναβρεθεί.

Αν ήμασταν πάμπλουτοι θα στριφογυρίζαμε την υδρόγειο σφαίρα με δεμένα μάτια, θα καρφώναμε πάνω της μια καρφίτσα κι αυτός θα ήταν ο επόμενος προορισμός μας. Όπως έχουν τα πράγματα, πήραμε μια πέτρα και την πετάξαμε όσο πιο βόρεια μπορούσαμε. Έφτασε μέχρι την Καβάλα. Έτσι, ξεκινήσαμε για εκεί. Ας ειπωθεί πως ο τόπος ήταν μόνο η αφορμή, ο προορισμός ήταν το ίδιο το ταξίδι.

Για το πρώτο σκέλος του ταξιδιού, μέχρι Θεσσαλονίκη, ξεκινήσαμε με ΚΤΕΛ από το Πεδίον του Άρεως. Φτάνοντας, οκτώ ώρες αργότερα, το πρώτο που κάνουμε είναι να ακυρώσουμε τα εισιτήρια επιστροφής. Ποτέ ξανά.

Καθώς μετά τις θεσσαλικές πλημμύρες, η σύνδεση με τραίνο έχει διακοπεί επ’ αόριστον, τα λεωφορεία του ΚΤΕΛ είναι συνήθως πλήρως κατειλημμένα και οι οδηγοί δουλεύουν απανωτές υπερωρίες. Λίγο μετά τη Λάρισα, το όχημα φεύγει προς τα δεξιά και ξύνει την μπάρα στην άκρη της Εθνικής!

Ο οδηγός μας ήταν στα πρόθυρα του ν’ αποκοιμηθεί στο τιμόνι. Για τις επόμενες τρεις ώρες, ένας επιβάτης αναλαμβάνει να τον κρατήσει ξύπνιο μιλώντας του. Και αυτό όμως να μην είχε συμβεί, ποιος έχει όρεξη να ξαναβρεθεί σε μια υπερπολυτελή, αεροστεγή κάψουλα, κατάμεστη με κόσμο (όλοι εξοπλισμένοι με κινητά!) ακούγοντας Νταλάρα και Μητροπάνο;

Έστω και αν το υλικό που αποκομίζεις ακούγοντας τις προσωπικές συζητήσεις αγνώστων δεν είναι διόλου αμελητέο. (Ακούγεται πια συχνά, και δικαίως, ότι τα ΚΤΕΛ είναι από τα πιο πρόσφορα πεδία έρευνας της Κοινωνικής Ανθρωπολογίας.)

Στη συμπρωτεύουσα γευόμαστε ξανά τις δόξες του παλιού κόσμου, που η ομογενοποίηση του σύγχρονου δεν έχει καταφέρει να εκθρονίσει. Μετά τη χτεσινή νεροποντή, οι νερόλακκοι στη Γιαννιτσών, κάτω απ’ τον Βαρδάρη (σε μια εν πολλοίς αδόμητη περιοχή της πόλης) στραφταλίζουν το βράδυ, μυστηριώδεις και αβυθομέτρητες πύλες προς κάπου αλλού.

Η Παλιά Αγορά βρίθει από υφάσματα στον αργαλειό, ξύλο σκαλισμένο στο χέρι και κατασκευάσματα που τεκμηριώνουν ότι οι παλιές τέχνες συνεχίζουν να αντιστέκονται στην Κίνα και στο ΙΚΕΑ. Επιπλέον, μια έκπληξη: η πόλη είναι πλημμυρισμένη από Τούρκους θείους, ξάδελφους και ανίψια, που κάθε 10 Νοέμβρη συρρέουν κατά εκατοντάδες εδώ, στη γενέτειρα του Κεμάλ Ατατούρκ, για την επέτειο της γέννησης του Τούρκου εθνάρχη.

Περνάμε το βράδυ στο στούντιο μιας φίλης ζωγράφου, σ’ έναν πέμπτο όροφο στα Λαδάδικα, περιτριγυρισμένοι από πίνακες και ανολοκλήρωτα σκίτσα στους τοίχους. Είναι Σαββατόβραδο κι η πόλη γύρω μας δονείται εν μέσω Φεστιβάλ Κινηματογράφου, και παρέες φοιτητόκοσμου που δείχνουν να εξισώνουν την απόλαυση με την ένταση.

Το κατάλυμά μας, όμως, είναι διαποτισμένο από μια διαφορετική ενέργεια: εκείνη της μοναχικής, επίπονης αναμέτρησης με τη δημιουργία. Ένα ησυχαστήριο στη μέση μιας τρικυμισμένης πόλης. Την επόμενη μέρα, στα εκατόν πενήντα χιλιόμετρα οδήγησης μέχρι την Καβάλα, οι ουρανοί του Νοέμβρη που μας συνοδεύουν, ζουν τη δική τους ζωή – ειδικά πάνω από τους υδροβιότοπους της Κερκίνης.

Ακατάπαυστα δραστήριοι, μεταφέρουν βροχές πάνω από τα κεφάλια μας για να τις εναποθέσουν, ελπίζουμε, κάπου μακριά. Όμως όχι. Ένα ψιλόβροχο αποφασίζει να μας πάρει στο κατόπι καθώς περνάμε κάτω από τις Καμάρες του Υδραγωγείου, ανηφορίζοντας προς την Ακρόπολη της Καβάλας.

Πρόκειται για το οχυρό πάνω από τη θάλασσα, με βυζαντινές, ενετικές, οθωμανικές επιστρώσεις επάνω στα προηγούμενα ερείπια. Από την κορυφή του, ωστόσο, η πανοραμική θέα του λιμανιού παραμένει η ίδια ανά τους αιώνες, όπως και οι γάτες που περιδιαβαίνουν τις πολεμίστρες, άφοβες και κοινωνικότατες.

Στα ριζά του, στριμωγμένα για προστασία, σπίτια με χαμηλές πόρτες και χαγιάτια, όπως εκείνα που θυμόμαστε κι από αλλού (τη Βέροια, τη Θεσσαλονίκη, ακόμα και τα Αναφιώτικα της Αθήνας). Απέναντί του, το Imaret, ένα εντυπωσιακό σύμπλεγμα κτιρίων (τζαμί, αγορά, θρησκευτικό σχολείο, πτωχοκομείο), είναι παλιό ισλαμικό ιεροδιδασκαλείο που σήμερα έχει προαχθεί σε υπερπολυτελές ξενοδοχείο.

Εδώ, πλέον, μια βραδιά κοστίζει 994 ευρώ και η παραμονή μικρών παιδιών και κατοικίδιων… αποθαρρύνεται. Εκπληρώνει δηλαδή, τον ακριβώς αντίθετο σκοπό από εκείνον για τον οποίο κτίστηκε πριν από διακόσια χρόνια.

Αυτήν την εποχή του χρόνου, η νύχτα πέφτει νωρίς. Από ψηλά, όπου βρισκόμαστε, βλέπουμε στον ουρανό τα σύννεφα, σαν χρυσόμαλλα πρόβατα να τρέχουν να ξεφύγουν από τη σινική μελάνη που εισρέει απ’ όλα τα σημεία του ορίζοντα. Η σινική πυκνώνει, κι εμείς κατηφορίζουμε πάλι για να συμμετέχουμε στις ιστορίες που συλλαβίζουν τα φώτα της Καβάλας καθώς πληθαίνουν…

Καθοδόν στην επιστροφή για Αθήνα: Σπύρα ή Σπάρα; Το όνομα στην επιγραφή της Εθνικής δεν σημαίνει κάτι. Όμως ο λόφος που γουργουρίζει πίσω από τις δεντρογραμμές λέει πολλά. Βαθυπράσινες πτυχώσεις σάρκινης γης, κατάστικτες από κηλίδες ήλιου, μια φιδίσια οντότητα που δείχνει να αναδεύεται νωχελικά καθώς κυλάμε πλάι της, και μαζί κάπως διστακτικά σαν να ορέγεται την ορατότητα αλλά όχι απαραίτητα και την οικειότητα.

Ένα τριήμερο που ανοιγόκλεισε σαν διάφραγμα φωτογραφικής μηχανής. Τώρα, η γραφή αναλαμβάνει να «καθαρογράψει το πρόχειρο της εμπειρίας», να εμφυσήσει καινούργια ζωή στο βίωμα, να το αρδεύσει εκ νέου.

Πράγμα εφικτό μόνο κατά προσέγγιση… Ναι, όντως, πάντα υπάρχουν περισσότερα που μπορούν να ειπωθούν. Ίσως όμως να αρκεί να ειπωθούν μόνο όσα χρειάζονται για να γίνει το ίδιο το κείμενο ένα μικρό συμβάν· ένα σύντομο ταξίδι.

πηγή: athensvoice.gr

Προηγούμενο άρθρο

Τα καλύτερα σφουγγαράκια μακιγιάζ

Επόμενο άρθρο

Βλάβη στον λιθοτρίπτη του ΠΓΝΑ – Στην Καβάλα μεταφέρθηκαν 5 ασθενείς