Dark Mode Light Mode

Η Καβάλα στον Βασίλη Βασιλικό …αγνωμονούσα;

 

Ο Δημήτρης Κουφοντίνας τέλεσε έντεκα εν ψυχρώ δολοφονίες. Όσο κι αν θέλει ο ίδιος να ονομάσει την απεχθή αυτή δράση του «πολιτική», δεν παύει να είναι ένας ειδεχθής δολοφόνος, ένας αδίστακτος φονιάς, μια χαρακτηριστική περίπτωση του ποινικού δικαίου με βάση το οποίο καταδικάστηκε οριστικά, τελεσίδικα και αμετάκλητα σε βαρύτατες ποινές, όπως άλλωστε βαρύτατα και ειδεχθή ήταν και τα εγκλήματά του.

Το δικαστήριο δεν είναι διαρκές και εφ’ όρου ζωής. Τέλειωσε για τον Δημήτρη Κουφοντίνα, όταν πέρασε την πόρτα της φυλακής. Από το χρονικό εκείνο σημείο και μετά, μας αρέσει δεν μας αρέσει, αντιμετωπίζεται όπως όλοι οι βαρυποινίτες, όπως όλοι οι ισοβίτες, για τους οποίους ισχύει ο σωφρονιστικός κώδικας και οι σχετική νομοθεσία. Η νομοθεσία ενός δημοκρατικού κράτους, ενός κράτους δικαίου, ενός σύγχρονου ευρωπαϊκού κράτους, το οποίο είναι απολύτως υπεύθυνο για τις ζωές των φυλακισμένων.

Τόσο λοιπόν ο σωφρονιστικός κώδικας, όσο και ο νόμος (4760/2020, άρθρο 3) προβλέπουν για κρατούμενο που δεν πληροί πλέον τις προϋποθέσεις παραμονής του σε αγροτική φυλακή, ότι ο τόπος φυλάκισής του πρέπει να επιλέγεται με προτεραιότητα το πλησιέστερο προς τον τόπο της κατοικίας του ή των μελών της οικογένειάς του ή τον τόπο κοινωνικής ένταξής του σωφρονιστικό ίδρυμα και επίσης ότι «επαναμετάγεται στο κατάστημα κράτησης από το οποίο αρχικά μετήχθη», δηλαδή στην περίπτωση Κουφοντίνα, στις φυλακές Κορυδαλλού.

Αυτό είναι και το μοναδικό αίτημα του Κουφοντίνα. Να μεταφερθεί στις φυλακές Κορυδαλλού. Για την ικανοποίηση του οποίου αιτήματος έχει ξεκινήσει απεργία πείνας από τις 8 Ιανουαρίου.

Μάλιστα για την άρνηση της πολιτείας να ικανοποιήσει το αίτημά του, έχει κινητοποιηθεί και ο Συνήγορος του Πολίτη ο οποίος από τις 23 Ιανουαρίου με έγγραφό του προς την γενική γραμματεία  αντεγκληματικής πολιτικής του υπουργείου Δικαιοσύνης και τα καταστήματα κράτησης Κασσαβέτειας, Κορυδαλλού και Δομοκού, ζητά στοιχεία για το κατά πόσο σύννομη ήταν η μεταγωγή του, ως προς την αιτιολογία, τη διαδικασία και την ειδικότερη τεκμηρίωση των αιτιών τής παράκαμψης των νομίμων διαδικασιών.

Κάνει επίσης λόγο για παράκαμψη της Κεντρικής Επιτροπής Μεταγωγών και των αποφάσεων για αναστολή των μεταγωγών εξαιτίας της πανδημίας και καλεί την γενική γραμματεία να δώσει στον κρατούμενο τα αντίγραφα των εγγράφων για τη μεταγωγή του, καθώς μέχρι στιγμής το αρνείται.

Τέλος, ο Συνήγορος του Πολίτη ζητά από τα καταστήματα Κασσαβέτειας, Κορυδαλλού και Δομοκού να  γνωστοποιήσουν τα στοιχεία που τυχόν έθεσαν υπόψη της διοίκησης, βάσει των οποίων προέβη στη μεταγωγή.

Αυτό λοιπόν και μόνον αυτό το αίτημα του Δημήτρη Κουφοντίνα υπερασπίζεται με την δήλωσή του ο Βασίλης Βασιλικός. Και ως βαθειά δημοκρατικός άνθρωπος, ένας ευρωπαίος πολίτης με ευαισθησίες που διετέλεσε μάλιστα για οκτώ χρόνια και πρέσβης της Ελλάδος στην UNESCO, καλεί την κυβέρνηση να αναλογιστεί τις ευθύνες της σε περίπτωση «μοιραίου αποτελέσματος» στην απεργία πείνας του συγκεκριμένου κρατουμένου.

Τα αποτρόπαια εγκλήματα του Κουφοντίνα αλλά και ο εν ψυχρώ τρόπος τέλεσής τους είναι φυσικό να φορτίζουν όλους μας συναισθηματικά και να μας εξοργίζουν Ακόμη περισσότερο που ο ίδιος δεν φαίνεται να έχει τη διάθεση μιας κάποιας μεταμέλειας αλλά εξακολουθεί ακόμη και σήμερα να υπερασπίζεται προκλητικά την εγκληματική του δράση και να την προβάλει ως τάχα «πολιτική» και «επαναστατική».

Όμως, θέλω να πιστεύω, πως δεν ζούμε στο Ιράν, τη Σαουδική Αραβία ή στην Τουρκία αλλά σε μια σύγχρονη Ευρωπαϊκή και δημοκρατική χώρα όπου ισχύουν και εφαρμόζονται στην πράξη το Σύνταγμα και οι νόμοι. Και ο νόμος σ’ αυτή την περίπτωση, το θέλουμε δεν το θέλουμε, μας αρέσει δεν μας αρέσει, είναι με το μέρος του Κουφοντίνα.

Όσο για τον Βασίλη Βασιλικό οφείλουμε να κρίνουμε τον άνθρωπο από την συνολική του διαδρομή και την συνολική του προσφορά στα γράμματα αλλά και στην πόλη μας και όχι από μια στιγμή που ο καθένας μας θα μπορούσε να διαφωνεί. Να τον κρίνουμε όχι τόσο για την μεγάλη δωρεά 15.000 τόμων βιβλίων που δώρισε στη δημοτική μας βιβλιοθήκη. Αυτό είναι ίσως το λιγότερο. Κυρίως για το διαρκές και μόνιμο ενδιαφέρον του για την Καβάλα και τους ανθρώπους της, για το γεγονός ότι ήταν πάντα εκεί όποτε του ζητήθηκε να βοηθήσει, από την εποχή ακόμη του αείμνηστου Λευτέρη Αθανασιάδη, για τις συχνές αναφορές του στα βιβλία του και στα κείμενά του για την πόλη και γενικότερα γιατί με το διεθνές του βάρος και πρεστίζ τιμά την Καβάλα στην οποία γεννήθηκε και μεγάλωσε.

Και η Καβάλα πρέπει να είναι υπερήφανη που ο άνθρωπος αυτός είναι Καβαλιώτης. Υπερήφανη και ευγνωμονούσα. Όχι …αγνωμοσνούσα.

Θόδωρος Θεοδωρίδης

Προηγούμενο άρθρο

Εξαφανίστηκε από την Χρυσούπολη ηλικιωμένη γυναίκα που πάσχει από άνοια

Επόμενο άρθρο

μικρά πρωινά από τον Νίκο Γενικόπουλο