Κείμενο του Κώστα Τιτόπουλου
Η ενασχόληση με τα κοινά δεν είναι πολυτέλεια ούτε αποκλειστικό προνόμιο μιας κλειστής πολιτικής ελίτ. Είναι υποχρέωση και δικαίωμα κάθε πολίτη που επιθυμεί να δει τον τόπο του να εξελίσσεται, να βελτιώνεται και να ανταποκρίνεται στις πραγματικές ανάγκες της κοινωνίας. Ιδιαίτερα στο πεδίο της τοπικής αυτοδιοίκησης, όπου οι αποφάσεις έχουν άμεσο και καθημερινό αντίκτυπο στη ζωή μας, η ενεργή συμμετοχή αποτελεί το κλειδί για μια πιο δημοκρατική και αποτελεσματική διοίκηση.
Στις τελευταίες δημοτικές εκλογές, επέλεξα να θέσω τον εαυτό μου στην κρίση των δημοτών, διεκδικώντας μια θέση στο δημοτικό συμβούλιο. Η απόφαση αυτή δεν ήταν τυχαία. “Γεννήθηκε” από την ανάγκη να αναδείξω ζητήματα που θεωρούσα κρίσιμα για την πόλη μας και να συμβάλω με τις δυνάμεις μου στην αλλαγή. Ωστόσο, η εμπειρία μου μετεκλογικά ανέδειξε ένα διαχρονικό πρόβλημα: η πολιτική δράση δεν μπορεί να είναι αποκλειστική ευθύνη των λίγων, αλλά απαιτεί τη διαρκή και ουσιαστική συμμετοχή των πολλών.
Δυστυχώς, σε πολλές περιπτώσεις, η απουσία διάθεσης συνεργασίας και ουσιαστικής πολιτικής δράσης από την ηγεσία ορισμένων παρατάξεων οδηγεί στην αποδυνάμωση κάθε συλλογικής προσπάθειας. Αυτό όμως δεν πρέπει να απογοητεύει όσους πραγματικά ενδιαφέρονται για τον τόπο τους. Εμένα σίγουρα δεν με απογοητεύει. Αντίθετα, πρέπει να μας ωθεί στη δημιουργία ή τη στήριξη αξιόλογων πρωτοβουλιών και συλλογικοτήτων που έχουν στόχο την προάσπιση του δημόσιου συμφέροντος και την προώθηση μιας ουσιαστικής πολιτικής αλλαγής.
Είναι ενθαρρυντικό το γεγονός ότι μέσα, στο τοπικό αυτοδιοικητικό σκηνικό, υπάρχουν δημοτικές παρατάξεις που δείχνουν συνέπεια, έχουν ξεκάθαρο πολιτικό λόγο, προσπαθούν να παράγουν προτάσεις, πολιτικές και λύσεις, και καταφέρνουν να συσπειρώνουν ικανούς και αξιόλογους δημότες. Αυτές οι πρωτοβουλίες αποτελούν πραγματική ελπίδα για το μέλλον της πόλης μας, αποδεικνύοντας ότι η αντιπολίτευση δεν είναι απλά άρνηση ή καταγγελία, αλλά δύναμη προτάσεων και λύσεων, μία ολοκληρωμένη, εναλλακτική πρόταση διοίκησης.
Ο κάθε δημότης έχει τη δύναμη να επηρεάσει την πορεία του τόπου του, είτε μέσα από τη συμμετοχή του σε οργανωμένες πολιτικές ομάδες είτε μέσα από μικρότερες, καθημερινές πράξεις πολιτικής ευθύνης. Ο εφησυχασμός και η αδιαφορία οδηγούν μόνο στη διαιώνιση των προβλημάτων, ενώ η ενεργή εμπλοκή αποτελεί τον μόνο δρόμο προς την αλλαγή. Επιπλέον, η συμμετοχή περισσότερων πολιτών ενισχύει τη διαφάνεια και τη δημοκρατία στο πολιτικό σκηνικό, αποτρέποντας φαινόμενα αυθαιρεσίας και έλλειψης λογοδοσίας. Παράλληλα, προσφέρει στους συμμετέχοντες την ικανοποίηση ότι δεν είναι απλοί παρατηρητές, αλλά μέρος της λύσης και της αλλαγής που επιθυμούν να δουν.
Πρόσφατα, ένα πολύνεκρο σιδηροδρομικό δυστύχημα συγκλόνισε την κοινωνία μας, οδηγώντας σε συλλαλητήρια διαμαρτυρίας. Παρότι είναι απόλυτα κατανοητό το ξέσπασμα της οργής και της απογοήτευσης, είναι σημαντικό να αναλογιστούμε αν τέτοιες κινήσεις οδηγούν σε πραγματική αλλαγή. Τα συλλαλητήρια που λειτουργούν μόνο ως μέσο εκτόνωσης, χωρίς να συνοδεύονται από ενεργή και οργανωμένη δράση, δεν έχουν μακροπρόθεσμο αντίκτυπο. Είναι ανάγκη οι πολίτες να μετατρέπουν την αγανάκτηση σε ουσιαστική πολιτική συμμετοχή και να μην περιορίζονται σε εφήμερες διαμαρτυρίες.
Η επόμενη μέρα ανήκει σε όσους επιλέγουν να μη μένουν απλοί παρατηρητές, αλλά να γίνονται φορείς δράσης και προόδου. Σε όσους πιστεύουν ότι η πολιτική, ακόμα και σε τοπικό επίπεδο, μπορεί να είναι ένα εργαλείο βελτίωσης της ζωής όλων μας. Η επιλογή είναι στα χέρια μας.. Ακόμα και η μικρή συμμετοχή μπορεί να φέρει μεγάλη διαφορά.
Συνεπής προς όσα πρεσβεύω, συνεχίζω να πιστεύω ότι η τοπική αυτοδιοίκηση είναι το πεδίο στο οποίο εμείς οι δημότες έχουμε τη δυνατότητα να δράσουμε για να αλλάξουμε την πορεία του τόπου μας. Και φυσικά, να επιλέξουμε εκείνη τη μορφή ή εκείνο τον φορέα δράσης που μας κάνει να αισθανόμαστε ότι η συμμετοχή μας έχει αξία. Κανείς δεν πρέπει να νιώθει φόβο ή να αποθαρρύνεται, νομίζοντας ότι πρέπει να κάνει πολλά. Ακόμα και η μικρή συμμετοχή μπορεί να φέρει μεγάλη διαφορά.