Η καταγραφή της αφθονίας των θαλάσσιων αλιευμάτων και της βιοποικιλότητας της Μεσογείου αποτελούν τους βασικότερους στόχους της ευρωπαϊκής δράσης MEDITS (MEDIteranean Trawl Survey) στην οποία συμμετέχει το ΙΝ.ΑΛ.Ε. (Ινστιτούτο Αλιευτικής Έρευνας) με έδρα τη Νέα Πέραμο Καβάλας του δήμου Παγγαίου, αναλαμβάνοντας το ερευνητικό κομμάτι της παραπάνω δράσης για το βόρειο και κεντρικό Αιγαίο.
Το δωδεκαμελές εξιδεικευμένο επιστημονικό προσωπικό του ΙΝ.ΑΛ.Ε. και το πενταμελές πλήρωμα του αλιευτικού σκάφους «Μεγαλόχαρη» αναχώρησαν στις 10 Ιουνίου από το λιμάνι της Νέας Περάμου συμμετέχοντας στο ετήσιο ερευνητικό ταξίδι πειραματικής αλιείας με τράτα βυθού που υλοποιείται στο πλαίσιο του MEDITS (MEDIteranean Trawl Survey) και είναι ενταγμένο στο Εθνικό Πρόγραμμα Συλλογής Αλιευτικών Δεδομένων (ΕΠΣΑΔ).
Η αξιολόγηση της κατάστασης των ιχθυοαποθεμάτων στη χώρα μας, η αποδοτικότητα των διαφόρων τμημάτων του αλιευτικού τομέα, οι επιπτώσεις των αλιευτικών δραστηριοτήτων στο θαλάσσιο οικοσύστημα, η ρύπανση του θαλασσίου περιβάλλοντος αλλά και η κατάσταση των ευάλωτων ειδών, είναι ορισμένα από τα στοιχεία που θα συγκεντρώσουν οι επιστήμονες του ΙΝ.ΑΛ.Ε. κατά τη διάρκεια του ερευνητικού ταξιδιού τους στο κεντρικό και βόρειο Αιγαίο που πραγματοποιείται κάθε χρόνο.
MEDITS: Η μακροβιότερη ερευνητική δράση
Όπως τονίζει μιλώντας στο ΑΠΕ – ΜΠΕ ο διευθυντής ερευνών του ΙΝ.ΑΛ.Ε. και επιστημονικά υπεύθυνος του ΕΠΣΑΔ Δρ. Μάνος Κουτράκης, «το MEDITS υλοποιείται ταυτόχρονα από όλα τα ευρωπαϊκά κράτη της Μεσογείου το τρίμηνο Ιουνίου – Αυγούστου.
Καλύπτει όλες τις θαλάσσιες ενότητες της Μεσογείου και αποτελεί το μακροβιότερο μέχρι σήμερα ερευνητικό πρόγραμμα αλιείας καθώς υλοποιείται συστηματικά τα τελευταία είκοσι εννέα χρόνια. Μας παρέχει πολύτιμες πληροφορίες και στατιστικά στοιχεία για τα αλιευτικά αποθέματα της χώρας μας και συνολικά της Μεσογείου όπως επίσης και πολλά άλλα ενδιαφέροντα στοιχεία για την βιοποικιλότητα, τα ξενικά είδη και τα ευάλωτα είδη».
Το επιστημονικό προσωπικό του ΙΝ.ΑΛ.Ε. για δυο περίπου μήνες θα ταξιδεύσει με την «Μεγαλόχαρη» από τη Θάσο και την Σαμοθράκη μέχρι την Σκύρο και τα Ψαρά, ενώ στην συνέχεια θα πλεύσει προς τον Θερμαϊκό και το ‘Αγιον Όρος.
Όπως εξηγεί μιλώντας στο ΑΠΕ – ΜΠΕ ο Δρ. Νίκος Καμίδης, υπεύθυνος ερευνητής της δράσης MEBITS «η επιστημονική ομάδα θα επισκεφθεί συνολικά εβδομήντα (70) σταθμούς σε διάφορες ζώνες βάθους όπου θα κάνει μια σειρά από ερευνητικές εργασίες.
Την ίδια ώρα, δυο άλλα σκάφη από το ΕΛΚΕΘΕ, με αντίστοιχο επιστημονικό πλήρωμα, ξεκίνησαν το δικό τους ερευνητικό ταξίδι προκειμένου να κάνουν μετρήσεις στο νότιο Αιγαίο και στο Ιόνιο, καλύπτοντας έτσι όλες τις ελληνικές θάλασσες που έχουν χωριστεί σε συνολικά διακόσιους διαφορετικούς σταθμούς μετρήσεων».
Πρέπει να σημειωθεί ότι η επιστημονική ομάδα του ΙΝ.ΑΛ.Ε. όταν ολοκληρώσει το ερευνητικό της ταξίδι στο κεντρικό και βόρειο Αιγαίο θα αναχωρήσει για την Κύπρο προκειμένου να υλοποιήσει το ίδιο έργο για λογαριασμό της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Τα στοιχεία που συλλέγονται στη διάρκεια του ταξιδιού
Κατά τη διάρκεια όλων αυτών των ερευνητικών ταξιδιών θα καταγραφούν συνολικά ογδόντα τέσσερα διαφορετικά είδη θαλάσσιων οργανισμών (ψάρια, καρκινοειδή, κεφαλόποδα) στα οποία θα εξεταστούν το μήκος, το βάρος, και το φύλο, θα γίνει εκτίμηση της γενετικής ωριμότητάς τους αλλά και της ηλικίας ορισμένων ψαριών (μπακαλιάρος, κουτσομούρα, μπαρμπούνι) όπως επίσης και μια σειρά άλλων εξειδικευμένων μετρήσεων και αναλύσεων.
Ορισμένες από τις εργαστηριακές μετρήσεις γίνονται επιτόπου, πάνω στο σκάφος, που έχει εξοπλιστεί με τα πιο σύγχρονα μηχανήματα, ενώ κάποιες άλλες γίνονται στα επιστημονικά εργαστήρια του ΙΝΑΛΕ. Σε κάθε περίπτωση οι επιστήμονες προσπαθούν να μεταφέρουν πίσω στο εργαστήριο μόνο τα απαραίτητα δείγματα αλιευμάτων, ενώ όλοι οι υπό μελέτη οργανισμοί ξαναρίχνονται ζωντανοί στη θάλασσα.
Ταυτόχρονα με τα παραπάνω, οι επιστήμονες σε κάθε σταθμό καταγράφουν την ποιότητα του θαλασσινού νερού καθώς εξετάζονται τα φυσικοχημικά χαρακτηριστικά του. Επιπλέον, γίνεται εκτίμηση της θαλάσσιας ρύπανσης με την καταγραφή όλων των αντικειμένων/απορριμμάτων ανθρώπινης προέλευσης που βγαίνουν από την θάλασσα κατά τη διαδικασία της πειραματικής αλιείας.
«Όπως γίνεται αντιληπτό», συνεχίζει ο κ. Καμίδης, «οι μετρήσεις γίνονται σε διαφορετικές ζώνες βάθους όπου ζουν διαφορετικά είδη ψαριών. Εκείνο που πρέπει να τονιστεί είναι πως σύμφωνα με την ευρωπαϊκή οδηγία σε συγκεκριμένα απειλούμενα είδη ψαριών, όπως τα καρχαριοειδή και τα σαλάχια γίνονται ακόμα περισσότερες μετρήσεις από τις συνηθισμένες».
Αξιοποίηση των καταγραφών από την Ε.Ε.
Όλες οι παραπάνω ερευνητικές εργασίες εντάσσονται στο Εθνικό Πρόγραμμα Συλλογής Αλιευτικών Δεδομένων (ΕΠΣΑΔ) που αποτελεί υποχρέωση κάθε κράτους μέλους της ΕΕ, προκειμένου να τεκμηριώνονται επιστημονικά οι επιλογές της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής (ΚΑλΠ).
Τα δεδομένα που συλλέγονται στη συνέχεια στέλνονται εμπιστευτικά από το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η οποία αναθέτει σε εξειδικευμένες ομάδες επιστημόνων την επεξεργασία τους.
Σκοπός είναι η δημιουργία πολυετών σειρών δεδομένων, συμβατών μεταξύ των κρατών μελών, που θα εξασφαλίζουν την αξιολόγηση της κατάστασης των αλιευτικών πόρων και θα αποτελούν τη βάση για επιστημονικές γνωμοδοτήσεις που θα χρησιμοποιούνται για την λήψη αποφάσεων που αφορούν την ΚΑλΠ.
«Η χρήση των δεδομένων αυτών», επισημαίνει ο Δρ. Κουτράκης μιλώντας στο ΑΠΕ – ΜΠΕ, «καθιστά δυνατή την αξιολόγηση των πολιτικών της ΕΕ, που αφορούν τα διαχειριστικά μέτρα για την αλιεία και τα διαθρωτικά χρηματοοικονομικά μέτρα των περιοχών που εξαρτώνται από την αλιεία, καθώς και τη λήψη νέων ενισχυμένων μέτρων, όπως η μετάβαση στην οικοσυστημική διαχείριση της αλιείας».
Αν και είναι δύσκολο να εξαχθούν αποτελέσματα αυστηρά για κάθε χώρα καθώς ολόκληρη η Μεσόγειος χωρίζεται σε γεωγραφικές υποπεριοχές (π.χ. το Ιόνιο και το Αιγαίο είναι δυο διαφορετικές υπό περιοχές) ωστόσο όπως σημειώνει ο Δρ. Κουτράκης «η εμπειρία μας από την πολυετή καταγραφή και ανάλυση δείχνει μια σημαντική μείωση των πληθυσμών των ψαριών σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια.
Επίσης, και το μέσο μήκος των ψαριών είναι πλέον μικρότερο συγκριτικά με τα προηγούμενα χρόνια και έτσι πολλά εμπορικά είδη ψαριών δεν προλαβαίνουν να μεγαλώσουν αρκετά και να αναπαραχθούν».
πηγή: ΑΠΕ – Β. Λωλίδης