Αναφέρομαι σε δύο σπουδαία μονόπρακτα του Ιάκωβου Καμπανέλη, 1) «Αυτός και το παντελόνι του» και 2) «Ο πανηγυρικός», που ανέβασε αυτές τις ημέρες, σε ενιαία παράσταση, στη Στέγη Φίλων Γραμμάτων και Τεχνών ο Γιώργος Μπότσιος.
Η επιτυχημένη πολύχρονη θεατρική ενασχόληση του Γιώργου, είναι γνωστή στην πόλη μας και όχι μόνο. Η παράσταση αποτελεί κρίκο στη συνέχειά της. Ελπίζουμε και ευχόμαστε να κρατήσει για πολλά χρόνια.
Η κοφτερή, σαν ιατρικό νυστέρι, από τη φύση της δραματική σκέψη και γλώσσα του τόσο προικισμένου θεατρικού συγγραφέα, αναδείχθηκε με υποκριτική πληρότητα και στους δύο μονολόγους – διαλόγους.
Στο πρώτο, οι απαιτητικές διαδοχικές συναισθηματικές εναλλαγές και μεταπτώσεις του ήρωα, οι λεπτές ισορροπίες και οι χαμηλοί τόνοι σπαραγμοί, βρήκαν την υποβλητική έκφρασή τους, στο πρόσωπο, την άρθρωση και τις αργόσυρτες κινήσεις του συμπολίτη μας ηθοποιού, Ερμόλαου Χαλκιώτη.
Οι πολύσημοι, δραματικοί, υπαρξιακοί φθόγγοι του ήρωα, διαλέχτηκαν ευθύβολα με τη δική μας γρηγορούσα αλλά βουβή εσωτερικότητα, φέρνοντας τελικά στο φως τη δική μας κρυμμένη υποταγή και αδυναμία.
Στον «Πανηγυρικό» από την άλλη, ο εξίσου πληθωρικά εκφραστικός συμπατριώτης μας ηθοποιός Νάσος Σανσαρίδης, υπηρέτησε με επιτυχημένη υποκριτική φυσικότητα, τη σοβαροφάνεια, τον φανφαρονισμό και την αυτογελοιοποίηση του προσώπου – εκφραστή της «Εθνοσωτήριας» κυβέρνησης των συνταγματαρχών.
Πικρή γεύση από άμεσες μνήμες, για κάποιους από εμάς, που η σάτιρα ανασύρει, αναδεικνύοντας την απαξία της οποιαδήποτε ατομικής ή συλλογικής αυταρχικής εξουσίας. Για γέλια και για κλάματα.
Νομίζω πως και τα δύο μονόπρακτα, ως ενιαία θεατρική παράσταση, με τη συγκεκριμένη, διαδοχική παρουσίαση, και τη λιτή σκηνικότητα, άφηναν άπλετο χώρο στο συγκεκριμένο θεατρικό λόγο, για να εκπληρώσει τις προδιαγραφές του, όπως τις διατύπωσε ο ίδιος ο δημιουργός του, Ιάκωβος Καμπανέλης στο παρακάτω απόσπασμα:
«… Προσωπικά πιστεύω σ’ ένα θέατρο που για όλους τους θεατές, ανεξάρτητα από την κομματική τους τοποθέτηση, είναι ένας χώρος πνευματικής και πολιτικής συνάντησης. Σ’ ένα θέατρο που θίγει τα προβλήματα στο βάθος, εκείνο που ενδιαφέρει, που πονάει τους πάντες. Στις ρίζες εκείνες που δεν αποτελούν αφετηρία για διαφωνία αλλά αρχή για διάλογο. Νομίζω ότι η αποστολή του θεάτρου είναι να δημιουργεί στις αίθουσες τις γέφυρες επαφής ανάμεσα στους άγνωστους μεταξύ τους θεατές και όχι να μεγαλώνει τις αποστάσεις που τυχόν τους χωρίζουν».
Αυτοί είναι οι λόγοι που αισθάνομαι την ανάγκη να συγχαρώ όλους τους άξιους γηγενείς συντελεστές της παράστασης, μηδέ της Στέγης εξαιρούμενης, που δεν παύει να μας θυμίζει παλαιότερες πλούσιες και δημιουργικές εκδηλώσεις αιχμής, που σημάδευσαν τον πολιτισμό της πόλης.
Τέλος, συνειρμικά και εντελώς προσωπικά και αυθαίρετα, η παράσταση με τα δυο μονόπρακτα με οδήγησε σε παρανάγνωση στίχου του Καυρωτάκη που υποδηλώνεται στον τίτλο αυτού του κειμένου:
«Μια λεμονιά (διάβαζε παράσταση), με δυο δροσοσταλίδες που στάθηκαν στο μάγουλο διαμάντια».
Από τη συλλογή «Ο πόνος του ανθρώπου και των πραγμάτων».
Μανόλης Παλαιγεωργίου