Γράφει η Αθηνά Βολτέα
Βρισκόσουν μέσα στην ατμόσφαιρα ενός ιδιότροπου πολιτικού σκηνικού. Μετέωρος, σαστισμένος. Πάσχιζες να σταθείς και να ζυγιαστείς. Εδώ και χρόνια η έγνοια σου ίδια. Να αποσαφηνίζεις τις καταστάσεις γύρω σου. Να αντιλαμβάνεσαι πρόσωπα και γεγονότα πέρα και πίσω από την κρατούσα πολιτική , κοινωνική και οικονομική ανισορροπία. Μπας και μπορέσεις να αποφύγεις το ψέκασμα μιας διασπειρόμενης εγχώριας και παγκόσμιας αντιφατικότητας και αλαλομάρας.
Ο πόθος σου να κρατήσεις επαφή με την πολύτιμη αίσθηση της αντικειμενικότητας ήταν εμμονικός. Η επιθυμία σου να βιώνεις μια πραγματικότητα απαλλαγμένη (στο μέτρο του δυνατού) από αγκυλώσεις, βολέματα και εξαπατήσεις ήταν έντονα παρούσα. Έβλεπες όμως το περιβάλλον σου να δίνει ανεπιφύλαχτα, χαλαρά, χωρίς κομπιάσματα λόγο ύπαρξης στα παραπάνω, και πικραινόσουν.
Εσύ διέβλεπες απόπειρες αποπροσανατολισμού, διέκρινες προσπάθειες παραπλάνησης. Όχι όμως και το περιβάλλον σου. Εκ του αποτελέσματος της απήχησης που απολάμβαναν αυτές οι πρακτικές πλάνεψης αναγνώριζες τη σκηνοθετική τους αξία καθώς και την άριστη οργανωτική ικανότητα των καθοδηγητών τους.
Ιδιαίτερα έντονα όμως σε καταπονούσαν κάποιες υπόγεια χλευαστικές παλινωδίες από πρόσωπα δημόσια, επώνυμα και μη. Παλινωδίες και αυτοαναιρέσεις, που με έναν εντυπωσιακό τρόπο αυτοεξαγνιζόταν αυτάρεσκα με την υποστήριξη μιας μέθης συναισθημάτων πατριωτικής, θρησκευτικής ή ακόμη και ιδεολογικής/πολιτικής ανωτερότητας. Ξεπεταγόταν από παντού οι αυτοαναιρέσεις παρακάμπτοντας τη λογική σειρά σκέψεων και γεγονότων, αναδύοντας έντονα οσμή θεατρικής παράστασης παραλόγου. Ο Μπέκετ και ο Ιονέσκο επανερχόταν «γοητευτικά δριμύτεροι στο σήμερα» με μια σύγχρονη γλωσσική ασυναρτησία, αγοραία εκμετάλλευση καθιερωμένων αξιών και προταγμάτων (Θρησκείας, Πατρίδας, Ηθικής, Παιδείας …) και ανελέητα επαναλαμβανόμενους λόγους/αντίλογους (…. μα και οι προηγούμενοι τα ίδια δεν έκαναν; … εμείς οι καθαροί, οι ευαίσθητοι και αυτοί τα λαμόγια , τα κοπρόσκυλα…). Το συστηματικά επαναλαμβανόμενο αυτό ρεφρέν διατηρούνταν εύκολα στη μνήμη και αφομοιωνόταν τελικά τάχιστα. Έγινε επωδός, τροπάριο, η ίδια ηχώ ταυτόχρονα από τα χείλη των πολλών.
Το χρόνια παγιωμένο στυφό κατεστημένο όπου η πολιτική, η ηθική, η συνείδηση πλάθονταν από τον καθένα μας κατά το δοκούν ως ρευστές οντότητες, ξεγυμνώθηκε κάποια στιγμή δημόσια, και τέθηκε επιτέλους υπό αμφισβήτηση. Έπρεπε να αλλάξει, να μεταλλαχθεί σε κάτι λιγότερο στρεβλό, σε κάτι περισσότερο υγιές. Αυτό ισχυριζόσουν και εσύ επίμονα και με σθένος, όπως και πολλοί άλλοι. Και αυτό ήταν κάτι σημαντικά αισιόδοξο και ενθαρρυντικό, θαρρούσες.
Όμως αλίμονο!!! Η αισιοδοξία σου δεν κράτησε για πολύ. Γύρω σου, πολλαπλασιάστηκαν αίφνης τα πρόσωπα που κράδαιναν την ¨αθωότητά¨ τους απειλητικά. Που βεβαίωναν την αθωότητά τους με την ίδια ευκολία που βεβαίωναν και την ενοχή των άλλων αδιαφορώντας για τη ζωή και για τον θάνατο αυτών των άλλων.
Γνωστοί και άγνωστοι δίπλα σου παραμελούσαν τον αυθεντικά ενήλικο εαυτό τους παίρνοντας ρόλους, άλλοτε θύματος και άλλοτε κατήγορου. Τη μια στιγμή ρόλο παιδιού που κλαψουρίζοντας ψελλίζει πως δε φταίει σε τίποτε και την επόμενη στιγμή κατήγορου που με σηκωμένο το χέρι και στεντόρεια τη φωνή προτείνει για τους εκάστοτε επιλεγόμενους «επάρατους» κρεμάλα, εξόντωση ηθική, αχρήστευση πραγματική.
Θεωρούσες απόλυτα δικαιολογημένο τον ανθρώπινο φόβο που φωλιάζει σε ψυχή και σε μυαλό όταν πρόκειται να συμβεί η δύσκολη μετάβαση από την ελκυστική εξάρτηση και τη βολική θυματοποίηση προς την ακριβοθώρητη εσωτερική ελευθερία και τη δύναμη της καθάριας σκέψης. Μα διαπίστωνες, πως αυτόν τον ιδιαίτερο ανθρώπινο φόβο, τον προσεταιρίζονται, τον εκμεταλλεύονται και τον ενδυναμώνουν οι «σκιές». «Σκιές» που θρέφονται και γιγαντώνονται από αυτό το φόβο. Σκιές που καραδοκούν όταν παίρνει το πάνω χέρι η ένδεια, η ανέχεια, η ανασφάλεια, ο φόβος και ο πόνος. Σκιές με ξεχωριστές δεξιότητες που παρασιτούν δίπλα στο φως. Που καθηλώνουν τη συναισθηματική μας ηλικία εμποδίζοντάς την να ταιριάξει με τη βιολογική. Που πυκνώνουν με μαεστρία τον ανθρώπινο φόβο και ανασφάλεια, σμικρύνοντας έτσι την ανθρώπινη υπόσταση, τραβώντας την προς τα κάτω. Στενάχωρα κακόηχες σκιές που εθίζουν την καθημερινότητα νέων κυρίως ανθρώπων σε πρακτικές χυδαίου τρολαρίσματος και θρασύδειλης μαγκιάς. Σκιές που κρύβουν περίτεχνα το παρασκήνιο, τις υπόγειες διαδρομές, τα τεχνάσματα, την πανουργία, ρετουσάροντας αισθαντικά την πραγματική, ανέντιμη θωριά τους.
«Σκιές», πιστές ακόλουθοι του νόμου της «μισής αλήθειας», εκμεταλλευόμενες τη φτωχή μας μνήμη δημιουργούν ατμόσφαιρα μεροληψίας. Μεροληψίας που δίνει αδικαιολόγητα μεγάλη σημασία σε κάποιες ζωηρές αναμνήσεις που είναι προφανώς πιο διαθέσιμες προς ανάσυρση, καταδικάζοντας όμως τις υπόλοιπες σε αλησμονιά . Διαστρεβλώνοντας έτσι με ύπουλο τρόπο την εικόνα μας για τον κόσμο, για τα παρελθόντα γεγονότα, για την Ιστορία.
Αποθαρρημένος έβλεπες να κερδίζει η αδράνεια, η ένοχη σιωπή, η βουβή ανοχή. Όπως και να παγιώνεται η επικίνδυνη μυθοποίηση του «ΚΑΝΕΝΑ».
Ήταν αποκαρδιωτικό να βλέπεις να χάνεται σταδιακά η ελπίδα συμφιλίωσης μεταξύ των συνανθρώπων σου. «Μα πόσα σεντούκια με σκελετούς από το κακό μας παρελθόν θα ανοίξουν ακόμα, για να συντηρήσουν αυτό το χάσμα;» Αναρωτιόσουν κυρτωμένος !
Και ο κόσμος; … σε είχα ρωτήσει. Γιατί δεν αντιδρά ο κόσμος, αν αυτή η δύναμη που συντηρεί αυτήν την καθημερινότητα είναι επιβλαβής;
Η απάντησή σου ήταν περιγραφική της περιρρέουσας ατμόσφαιρας που βίωνες. Ατμόσφαιρας που αποδείκνυε πως το σφυροκόπημα του ενοχικού συνδρόμου έπιασε τελικά τόπο. Διαπότισε το μεδούλι , χαράχτηκε στο DNA παγιδεύοντάς το σε μια συναισθηματικά τοξική κατάσταση που αγκύλωνε την αυθόρμητη ματιά, το πηγαίο, τη χαρά. Το στημένο ενοχικό σύνδρομο που φόβιζε υπόγεια, υποσυνείδητα, ασυνείδητα βραχυκυκλώνοντας συμπεριφορές. Που έκανε τους πάλαι ποτέ θερμούς θιασώτες του Σαββόπουλου να μένουν εκκωφαντικά σιωπηλοί, μουδιασμένα μικροί…
Στην απόπειρα αναγνώρισης, κατανόησης και ελπίδας εξουδετέρωσης των σκοτεινών δυνάμεων που παρεμπόδιζαν την ισορροπία σου, διαπίστωνες ότι η άμυνά σου απέναντι σε απρόβλεπτες, αλλοπρόσαλλες σκέψεις και δράσεις ήταν πενιχρή. Η λογική σου ήταν απροετοίμαστη ,ανίσχυρη να αμυνθεί στο υπόγεια παράλογο. Διατεινόσουν, πως ένας λογικός άνθρωπος θα μπορούσε κάλλιστα να προβλέψει τις ενέργειες ενός κακοποιού και να θωρακίσει τις άμυνές του. Όμως θα βρισκόταν παντελώς ανήμπορος απέναντι σε κακόβουλους χειρισμούς, υστερόβουλες φιλοδοξίες, καμουφλαρισμένη δημαγωγία και στην έλλειψη λογικής αλληλουχίας και συνάφειας.
Αναγνωρίζοντας αυτή σου την αδυναμία άρχισες να παραλύεις.
Η φωνή σου έβγαινε χωρίς να ακουστεί. Δεν ήταν αποδεκτά ακουστή.
Ήσουν όμως σε θέση τώρα να ιχνηλατήσεις, να προσεγγίσεις πολλές δυσεξήγητες φάσεις της Ιστορίας. Καθώς η αβλεψία αναρίθμητων ατόμων μέσα στους αιώνες έδωσε το δικαίωμα υπόστασης σε ανυπολόγιστες και μοιραίες απώλειες για την ανθρωπότητα.
Αρνούμενος πεισματικά να ενδώσεις στα λάγνα αγκαλιάσματα του παράλογου, το σαββοπουλικό όνειρο :
«Ολαρία ολαρά, δάγκωσέ με πιο βαθιά
Αχ, ο Όλιβερ Τουίστ χαμογελάει και ο Χίτλερ του χαϊδεύει τα μαλλιά
διαμαντένιο δαχτυλίδι του φοράει και πετούν αγκαλιασμένοι μακριά»
δεν ξεπρόβαλλε μπροστά σου ως ουτοπία ενός ιδανικού κόσμου μα ως εφιάλτης μιας εξαντλητικής, νοθευμένης πραγματικότητας.
…… Μόνο που … όταν τελειώσει η «νύχτα της μοιραίας παραζάλης», αγαπημένε φίλε, και βγει ο ήλιος, όλοι μας θα έχουμε βρει τις οδυνηρές απαντήσεις που ζητούσαμε. Και τότε μια ησυχία θα απλωθεί στον χώρο. Κατανυκτική. Μια ησυχία ματαίωσης. Αμαρτωλή. Και ταυτόχρονα προδιαγεγραμμένη.
Μα εσύ, θα έχεις ήδη βουβά φθαρεί! Ασαγήνευτος αφανιστεί!